
Το «Σλαβο-Μακεδονικό» ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα, πυροδοτούμενο αφενός από τους νατοϊκούς σχεδιασμούς και τις στρατιωτικές επιδιώξεις των ΗΠΑ στην περιοχή, αφετέρου από την λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και αυτής της πΓΔΜ, οξύνοντας τον αστικό εθνικισμό και από τις δυο μεριές των συνόρων, αλλά και τον φασισμό όσων διαθέτουν αδρανή παραγωγή πνεύματος. Βέβαια, η “αριστερή” κυβέρνηση Τσίπρα, σε συμμαχία με τον ακροδεξιό-εθνικιστικό κυβερνητικό εταίρο, «έχει μετατρέψει σε στοιχείο πολιτικής ταυτότητας την απόλυτη “άρνηση” της όποιας λύσης, υιοθετώντας μια “λύση” που μεταθέτει όλα τα επίμαχα και κρίσιμα διακυβεύματα στη Μακεδονία και στο άμεσο μέλλον, κερδίζοντας πολύτιμο πολιτικό χρόνο ∙ κυρίως, όμως, ενστερνιζόμενη όλη την αστική εθνική μυθολογία με μια μικρή υποσημείωση “πολιτικού ρεαλισμού”, που προβάλλει την ανάγκη “υποχωρήσεων” σε έναν έντιμο συμβιβασμό. Και φυσικά, αξιοποιώντας το γεγονός, ότι έχει απέναντί του έναν αλαλάζοντα εθνικισμό ολοφυρόμενων νεοφιλελεύθερων ακροδεξιών “εκσυγχρονιστών”, οι οποίοι βεβαίως με την πρόταση δυσπιστίας τού έκαναν το απόλυτο δώρο, που τον βοήθησε να πυκνώσει τις γραμμές και να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα». (Περιοδικό Θέσεις: ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΑΡΑΦΙΛΟΛΟΓΙΑ)