Ένα από τα συστατικά στοιχεία για την αποκρυστάλλωση του εθνικισμού
των χωρών της Βαλκανικής υπήρξε η δημιουργία έχθρων, η οποία και
εξυπηρετούσε έναν διττό στόχο: τον ετεροπροσδιορισμό για το «ποιοι είμαστε» και τον προσδιορισμό στόχων της εξωτερικής πολιτικής.
Αν και οι απαρχές του Μακεδονικού μπορούν ήδη να ανιχνευτούν κατά το
πρώτο μισό του 19ου αιώνα, ως ζήτημα με συγκεκριμένες γεωπολιτικές
προεκτάσεις διαμορφώνεται τη δεκαετία του 1870.
Δύο ήταν οι κυριότερες εξελίξεις, οι οποίες σηματοδότησαν μια νέα
φάση στην ιστορία της Οθωμανικής Μακεδονίας, η οποία ήταν μία διοικητική
περιφέρεια αποτελούμενη από τα βιλαέτια της Θεσσαλονίκης, του
Κοσσυφοπέδιου και του Μοναστηρίου.
Η πρώτη έλαβε χώρα το 1870 όταν και με σουλτανικό φιρμάνι επετράπη η
δημιουργία μιας ανεξάρτητης Βουλγαρικής Εκκλησίας, της λεγόμενης
Εξαρχίας, η οποία δημιούργησε άμεσα ζητήματα δικαιοδοσίας του ποιμνίου,
εστία τριβών με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.