«Βλέπω τον εαυτό μου να πέφτει. Είναι σαν να πέφτω σ’ ένα σκοτεινό
υπόγειο, όπου θα είμαι για πάντα μόνη. Εκείνος με σπρώχνει σ’ αυτό το
άθλιο υπόγειο, κι η πόρτα θα κλείσει πίσω μου, κι εγώ θα μείνω μόνη.
Εντελώς μόνη. Για πάντα μόνη, σ’ ένα σκοτεινό υπόγειο».
Είναι η βιωμένη μαρτυρία
μιας νέας γυναίκας εγκλωβισμένης στην Οριακότητα της ίδιας, αλλά και
ολόκληρης της κοινωνίας, που αποφεύγει τις στενές γνήσιες σχέσεις,
προτιμώντας να είναι μόνη, παρά να υποστεί, γι’ ακόμη μια φορά, την
απώλεια.
Ένας διαρκής Φόβος, με το Φ κεφαλαίο, αναζητά μανικά,
σαν ένα ενσωματωμένο ραντάρ, την επιβεβαίωση της απώλειας του Άλλου.
Ένας παπαγάλος στον ώμο είναι εκεί, συνοδεύει και υπενθυμίζει το «μην
τυχόν».