Ο κινηματογράφος έκανε τη φιγούρα του γκρουπιέρη οικεία. Αντρας το περισσότερο, μόλο που οι γυναίκες έχουν αλώσει τον χώρο. Αγέρωχος μες στα καλοσιδερωμένα ρούχα του. Μαυροκοστουμαρισμένος, γιλέκο ενίοτε, άσπρο πουκάμισο, ύφος αρυτίδωτο. Ασκηση μακρόχρονη, να μην αποκαλύπτει τα συναισθήματα. «Είκοσι εννέα μαύρο, αναφωνεί ο κρουπιέρης, πάει μ’ έχασα ψιθύρισα», γράφει ο ποιητής Βαρβέρης. Και τότε μαζεύει τις μάρκες προς το μέρος του.