Από τις σελίδες του προέτρεπε τις γυναίκες να μην παραμελούν την εμφάνισή τους, επειδή «ακόμη και η πιο υψηλή ομορφιά, αν δεν της δοθεί προσοχή, θα χάσει τη γοητεία της». Για όσες δεν ήταν πρόθυμες να πειστούν, χρησιμοποιούσε πιο ισχυρά όπλα: «Αν η ομορφιά δεν ευχαριστούσε τον θεό, δε θα την έδινε στη γυναίκα», διακήρυττε. Και έτσι, με 13 λέξεις, η διατήρηση της γυναικείας ομορφιάς μετατρεπόταν σε «ιερό καθήκον». Ήταν η ιστορική περίοδος που η τότε «ατμομηχανή του καπιταλισμού», η Βρετανία, καθιέρωνε το μοντέλο της οικογένειας με τη γυναίκα στο σπίτι, με την επικράτηση της «βικτωριανής ηθικής». Από την εποχή που η Άννα Ρούπερτ -λίγο προτού διωχθεί δικαστικά για την επικίνδυνη καλλυντική ουσία που πουλούσε- παραινούσε τη γυναίκα να φροντίζει την ομορφιά της στον χρόνο «για να έχει έναν ευτυχισμένο γάμο», πέρασε σχεδόν ενάμισης αιώνας. Μετά από αγώνες, οι γυναίκες κατέκτησαν δικαιώματα. Αληθινά και ουσιώδη. Δίπλα τους, καλλιεργήθηκαν και κάποια ιδεολογήματα. Ένα από αυτά, η «μεταφεμινιστική» ιδέα ότι τώρα οι γυναίκες «κάνουν οι ίδιες την επιλογή, αν θέλουν, να ακολουθήσουν κανόνες ομορφιάς». Ελεύθερες και χειραφετημένες, κατά την κυρίαρχη αφήγηση.