Η πατρίδα μας –επιβεβαιώνεται με κάθε ευκαιρία– είναι η παιδική μας ηλικία. Μεγάλα λόγια, θα ’λεγε κανείς. Που κάθε φορά όμως τα βρίσκουμε μπροστά μας. Το διαπιστώνω στους εθνικούς δρόμους. Το κεφάλι μου παίρνει την κλίση προς τη θέση όπου αγρότες εκθέτουν την πραμάτεια τους.
Τα κιτρινοκόκκινα κολοκύθια με γοητεύουν περισσότερο από καθετί άλλο. Είναι η στιγμή που παθαίνω σιελόρροια και με πιάνει ακατάσχετος βήχας. Ανακατεύεται με παιδικές εικόνες από τη γλυκιά κολοκυθόπιτα που η μάνα έψενε στη γάστρα. Μια εικόνα που στοιχειώνει τη γεύση μου και με σέρνει από τη μύτη, σαν τον σκύλο του Παβλόφ.