«Πού θάψατε τη γυναίκα μου;» Ηταν τα πρώτα λόγια, δυνατά σαν χαστούκι, ενός ναυαγού πρόσφυγα στην Κάρυστο, είκοσι χρόνια πριν. Ηταν ο τελευταίος ναυαγός που έβλεπα ως δικηγόρος οργάνωσης στο πλαίσιο αποστολής με σκοπό τη νομική του αρωγή. Περίμενα από κείνον ό,τι ρωτούσαν όλοι οι προηγούμενοι άντρες ναυαγοί: «Πότε θα βγάλω χαρτιά, τι θα κάνω στην Ελλάδα;». Και ακολούθησε η δεύτερη ερώτησή του: «Την έπλυναν με κρασί, της έβαλαν σάβανο, τη μοιρολόγησαν;». Οσο κι αν το έψαξα, ποτέ δεν βρέθηκε έστω το σημείο ταφής της.