Μαριχουάνα ή κάνναβη ή γκάντζα, χόρτο, χασίς, μπάφος, μαύρο…Όπως και
να το πεις αυτό το πράσινο βοτάνι και τα παράγωγά του, πρέπει να το πεις
σιγά, διακριτικά και πιθανότατα στα σκοτεινά. Γιατί είτε το
παραδεχόμαστε, είτε όχι, για ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας μας
όλες αυτές οι λέξεις, και κυρίως το φορτίο που τις συνοδεύει, ανήκουν
στην κατηγορία των εθνικών μας ταμπού.
Και ναι, ίσως το 1997, όταν
ο Γιώργος Παπανδρέου επιχείρησε να ανοίξει τη συζήτηση για την
αποποινικοποίηση της χρήσης, να ήταν πολύ νωρίς. Φάνηκε άλλωστε από τις
ανακλαστικές «απαντήσεις» και τις εκδηλώσεις χλεύης. Κάτι ανάλογο όμως,
αλλά σε μικρότερη έκταση, έγινε και πριν από δύο χρόνια όταν αναφέρθηκε στο μοντέλο νομιμοποίησης της κάνναβης στην Ουρουγουάη.
Tότε σχολιάστηκε ως μια «ακόμη εμμονή του Γιώργου». Η ίδια αντίδραση
και σήμερα…Οι Έλληνες, αν και σπεύδουμε να προμηθευτούμε ό,τι γιατροσόφι
και σκεύασμα κυκλοφορεί- ακόμη και μη εγκεκριμένο-για να αδυνατίσουμε ή
για να κάνουμε γράμμωση, αντιμετωπίζουμε με ένα πονηρό γελάκι του στιλ
«έλα μωρέ τώρα», όποιον επιχειρήσει να μας μιλήσει για τις μελέτες που
αφορούν έστω τις θεραπευτικές ιδιότητες της κάνναβης. Περί εναλλακτικών
πολιτικών για τη χρήση και αποτυχίας στον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών»,
ούτε λόγος. «Αυτά τα λένε εκείνοι που πίνουν…». Η καθολική απαγόρευση
άραγε έχει λύσει αυτά τα θέματα;
Το ερώτημα είναι βέβαια πόσο σίγουροι είμαστε για όλα αυτά...Πολλοί κάνουν λόγο για «ιδεοληψίες». Είναι όντως έτσι;