Πριν από μια εικοσαετία, όταν εγώ και η γυναίκα μου ήμασταν μεσόκοποι, τής συνέβη ένα περιστατικό, στο οποίο δεν είχα δώσει μεγάλη σημασία. Χρειάστηκε να έρθει στο χωριό, όπου είχα εργάτες, με το ΚΤΕΛ και να κατέβει σε μια μυλοποταμίτικη διακλάδωση, απ’ όπου θα την παραλάμβανα με το αυτοκίνητο. Επειδή όμως αργούσα, πήρε τον δρόμο, περπατώντας όχι περισσότερο από ένα τέταρτο της ώρας. Όταν τη συνάντησα, ήταν έξαλλη που την είχα αφήσει μόνη. Από τη δεκάδα των «αγροτικοκτηνοτροφικών» αυτοκινήτων που είχε συναντήσει, όλοι σχεδόν οι οδηγοί τής είχαν κορνάρει, της είχαν κάνει άσεμνες χειρονομίες και - κάποιοι - όχι τυχαίες παρατιμονιές.