H ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου
υπήρξε περιπετειώδης. Το ίδιο ο θάνατός του στη Βαβυλώνα, το 323 π.Χ., και
κυρίως η ταφή του.
Η ανεύρεση του τάφου αποτελεί
σήμερα όνειρο ζωής πολλών αρχαιολόγων και ακόμα περισσότερων Ελλήνων. Ισως γι'
αυτό οι δεύτεροι, με κάθε νύξη γύρω από το όνομά του, πανηγυρίζουν πιστεύοντας
πως εντοπίστηκε.
Το 321 π.Χ., σχεδόν δύο χρόνια
μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, ο Αρριδαίος ολοκλήρωσε την κατασκευή της
αρμάμαξας που θα μετέφερε τη σορό από τη Βαβυλώνα στο μαντείο του Αμμωνα, όπως
ήταν η επιθυμία του. Η σαρκοφάγος ήταν από σφυρήλατο χρυσό, τη γέμισαν με
αρώματα, για να συντηρείται η μούμια, και τη σφράγισαν με εφαρμοστό χρυσό
κάλυμμα.
Η φήμη της προπορευόταν και
πολλοί κάτοικοι από τις πόλεις όπου πλησίαζε έτρεχαν να θαυμάσουν τη λαμπρή και
πανάκριβη κατασκευή. Κατά τον Διόδωρο, όταν η πομπή έφτασε στα σύνορα της
Συρίας με την Αίγυπτο, ο Πτολεμαίος, επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης, μετέφερε
με τιμές την αρμάμαξα στην Αλεξάνδρεια.
Εκεί έχτισε τέμενος αντάξιο του
Αλεξάνδρου, τον ενταφίασε και διοργάνωσε θυσίες και αγώνες αρμόζοντες σε ήρωα.
Κατά τον Κούρτιο, ο Πτολεμαίος μετέφερε τη μούμια του Αλεξάνδρου πρώτα στη
Μέμφιδα και μετά στην Αλεξάνδρεια. Το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο έγινε γνωστό ως
«Σώμα» ή «Σήμα».