Είναι κάτι, ας το πούμε, σαν βίτσιο. Πού και πού επανέρχεται μέσα μου περισσότερο ως ανάγκη διαφυγής παρά ερμηνείας. Ισως γιατί τις περισσότερες φορές καταλήγω στο να χαμογελάω από μοναχιά μου. Γιατί απ' αυτούς είμαι -που γελάνε από μοναχοί τους. Γι' αυτό κρατάω και την παρούσα στήλη: για να (με) γράφω και να γελάω.
Μετά τα άνωθι εξομολογητικά και πένθιμα, περνάμε στα βιτσιόζικα και σαρκαστικά: σαν συμβαίνει κάτι που αδυνατώ να καταλάβω και με τη λογική και με το παράλογό μου, σκέφτομαι τι να κάμουν και τι να σκέφτονται εκείνη τη στιγμή οι άλλοι. Οι όποιοι άλλοι. Το αυτό συνέβη και προχθές Τετάρτη, ημέρα συζήτησης και ψήφισης του αντεργατικού νομοσχεδίου του Σούπερ-χατζηδάκη-μαν.