Η συζήτηση για την έκτακτη φορολόγηση των τραπεζικών υπερκερδών άνοιξε -και, φυσικά, έκλεισε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη- την κατάλληλη στιγμή. Δεν θα μπορούσε να είχε ανοίξει, για παράδειγμα, το 2020, όταν οι συστημικές τράπεζες, με το πρόσθετο πλήγμα της πανδημίας, κινούνταν ακόμη σε τροχιά ζημιών.
Ούτε το 2021, όταν ακροβατούσαν οι μισές στην πλευρά της κερδοφορίας και στην πλευρά των ζημιών οι άλλες μισές, εκπέμποντας ένα συνολικά θολό σήμα. Σίγουρα η συζήτηση για το πώς πρέπει να φορολογηθούν οι τράπεζες έπρεπε να έχει ανοίξει το 2022, όταν όλες οι συστημικές και εποπτευόμενες από τη Φρανκφούρτη (έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) επέστρεψαν σε καθαρή κερδοφορία και μάλιστα χωρίς να έχουν επιστρέψει σε «καθαρή δανειοδότηση», που είναι και ο μοναδικός κοινωνικός προορισμός τους.
Σε κάθε περίπτωση είναι υπόθεση κοινής λογικής ότι για πέρσι, που οι τέσσερις συστημικές τράπεζες άθροισαν κέρδη πάνω από 4 δισ. ευρώ, και για φέτος, που θα υπερβούν αυτό το ρεκόρ, κάτι ελάχιστο πρέπει να επιστρέψουν στην ελληνική κοινωνία. Την καθημαγμένη για τη διάσωση των τραπεζών ελληνική κοινωνία.
Οι διοικήσεις των συστημικών τραπεζών ετοιμάζονται να κάνουν πάρτι μερισμάτων, μοιράζοντας τα μισά από τα κέρδη τους σε μικρούς και μεγάλους μετόχους. Μετόχους που κάποιοι μπορεί να βρίσκονται στην Ελλάδα, ή στον μακρινό Καναδά, και να τους είναι εντελώς αδιάφορη η υγεία των ελληνικών τραπεζών, αρκεί η επένδυση στις μετοχές τους να φέρνει καλή απόδοση.
Αλλά, μια στιγμή! Πώς ακριβώς επιτεύχθηκε η «εξυγίανση» των τραπεζών; Ποιος και πόσο πλήρωσε για την αποτροπή της κατάρρευσής τους τα πέτρινα χρόνια των μνημονίων; Πόσο κόστισαν στους Ελληνες φορολογούμενους; Μήπως τους χρωστάνε κάτι, έστω μικρό, συμβολικό;
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η διάσωση των ελληνικών τραπεζών έχει κοστίσει στην ελληνική κοινωνία κοντά 50 δισ. ευρώ. Το ποσόν είναι ενσωματωμένο στο δημόσιο χρέος. Θα ξεπληρώνεται για τις επόμενες τρεις και πλέον δεκαετίες από εμάς, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας.
Το ποσόν που αντιστοιχεί σε μια έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών τους, σύμφωνα με τη μετριοπαθέστατη πρόταση ΠΑΣΟΚ, που απέρριψε ως έγκλημα καθοσιώσεως η κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι πολύ λιγότερο από το ένα χιλιοστό αυτού του ποσού!
Κι απέναντι σε αυτό το στοιχειώδες και αυτονόητο οι μεν τράπεζες σφυρίζουν αδιάφορα, η δε κυβέρνηση τρομοκρατεί με επερχόμενη φυγή επενδυτών από την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά.
Είμαστε ή απλώς μας θεωρούν ηλίθιους;
Πηγή: efsyn.gr
Σε κάθε περίπτωση είναι υπόθεση κοινής λογικής ότι για πέρσι, που οι τέσσερις συστημικές τράπεζες άθροισαν κέρδη πάνω από 4 δισ. ευρώ, και για φέτος, που θα υπερβούν αυτό το ρεκόρ, κάτι ελάχιστο πρέπει να επιστρέψουν στην ελληνική κοινωνία. Την καθημαγμένη για τη διάσωση των τραπεζών ελληνική κοινωνία.
Οι διοικήσεις των συστημικών τραπεζών ετοιμάζονται να κάνουν πάρτι μερισμάτων, μοιράζοντας τα μισά από τα κέρδη τους σε μικρούς και μεγάλους μετόχους. Μετόχους που κάποιοι μπορεί να βρίσκονται στην Ελλάδα, ή στον μακρινό Καναδά, και να τους είναι εντελώς αδιάφορη η υγεία των ελληνικών τραπεζών, αρκεί η επένδυση στις μετοχές τους να φέρνει καλή απόδοση.
Αλλά, μια στιγμή! Πώς ακριβώς επιτεύχθηκε η «εξυγίανση» των τραπεζών; Ποιος και πόσο πλήρωσε για την αποτροπή της κατάρρευσής τους τα πέτρινα χρόνια των μνημονίων; Πόσο κόστισαν στους Ελληνες φορολογούμενους; Μήπως τους χρωστάνε κάτι, έστω μικρό, συμβολικό;
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η διάσωση των ελληνικών τραπεζών έχει κοστίσει στην ελληνική κοινωνία κοντά 50 δισ. ευρώ. Το ποσόν είναι ενσωματωμένο στο δημόσιο χρέος. Θα ξεπληρώνεται για τις επόμενες τρεις και πλέον δεκαετίες από εμάς, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας.
Το ποσόν που αντιστοιχεί σε μια έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών τους, σύμφωνα με τη μετριοπαθέστατη πρόταση ΠΑΣΟΚ, που απέρριψε ως έγκλημα καθοσιώσεως η κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι πολύ λιγότερο από το ένα χιλιοστό αυτού του ποσού!
Κι απέναντι σε αυτό το στοιχειώδες και αυτονόητο οι μεν τράπεζες σφυρίζουν αδιάφορα, η δε κυβέρνηση τρομοκρατεί με επερχόμενη φυγή επενδυτών από την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά.
Είμαστε ή απλώς μας θεωρούν ηλίθιους;
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου