Το πρωινό λεωφορείο είναι μια υπενθύμιση εν κινήσει. Όλων των πρωινών που δεν ήθελες να ξυπνήσεις, όλων των υποχρεώσεων που δεν ήθελες να αναλάβεις, όλων των δουλειών που δεν ήθελες να φέρεις εις πέρας. Χασμουρητό τροχοφόρο, άνιφτο πρόσωπο που αναπτύσσει ταχύτητα. Γιατί ο πηγαιμός κουβαλάει και την επιστροφή. Με την ίδια γραμμή, ώρες μετά, όταν το σώμα έχει στυφτεί από ζωή και επιστρέφει στη βάση του.
Κάθε γραμμή λεωφορείου τα πρωινά έχει τη δική της ταυτότητα. Από το κέντρο προς την Κυψέλη παστωμένο με ασκούμενους δικηγόρους, βιαστικές κολόνιες, ενώ κάποιος μιλάει δυνατά δίνοντας μια λύση που θα αλλάξει τη ροή των πραγμάτων και –γιατί όχι– τη σύσταση του σύμπαντος. Από την Κυψέλη προς το Νέο Ψυχικό και από εκεί ακόμη πιο βόρεια. Γεμάτο μετανάστριες που πηγαίνουν δουλέψουν σε κάποιο σπίτι των πλούσιων προαστίων, ξύπνιες εδώ και ώρες, σιωπηλές, καρτερικές. Από στάση σε στάση μπαίνουν μαθητές του γυμνασίου και του λυκείου που προσπαθούν να κερδίσουν λίγο χρόνο, να προσεγγίσουν ή να απομακρυνθούν από το σχολείο τους. Ω, τα απότομα φρεναρίσματα, ω η συλλογική μας εξάντληση, τα κοιτάγματα και τα μαντέματα ανάμεσα στους επιβάτες όταν κάτι συμβαίνει.
Σε κάθε πολιτισμένη μητρόπολη του κόσμου –ή έστω της Ευρώπης– τα μέσα μεταφοράς είναι ένα δεδομένο. Μια σταθερά που ορίζει σε τέτοιο βαθμό την τροχιά της καθημερινότητας, ώστε να μην το αντιλαμβάνεσαι καν. Στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στο Βερολίνο δεν έχει νόημα να πάρεις αμάξι. Κινείσαι, όπως όλοι, με τα μέσα μεταφοράς. Στην τριτοκοσμική Ελλαδίτσα το δίκτυο είναι απαξιωμένο στα όρια της καταδίκης. Σαν διαρκής υπενθύμιση της ταξικής σου θέσης, της αργοπορίας σου, του πεταμένου σου χρόνου. Εδώ το αυτοκίνητο παραμένει πέρα από απαραίτητο, μαζί και επίδειξη του πιο άδειου γοήτρου, εκπαίδευση στο αλφαβητάρι της καφρίλας, ένα ημιάγριο αυτονόητο για κοινωνίες που δεν μπορούν να σκεφτούν συλλογικά και να διεκδικήσουν αυτό που τους αντιστοιχεί και τους ανήκει. Κάθε αμάξι είναι και ένα «εγώ γλίτωσα» απέναντι στις συλλογικές δυσκολίες.
Όπως κάθε τι δημόσιο και συλλογικό, έτσι και οι δημόσιες συγκοινωνίες στη χώρας μας έχουν υποτιμηθεί στα όρια της εξαφάνισης. Με ευθύνη του κράτους και όλων του των κυβερνήσεων. Διαλυμένοι πίνακες και σπασμένες στάσεις, η καθυστέρηση ως κανόνας, έτσι ώστε ποτέ να μην μπορείς να υπολογίσεις τον χρόνο σου, υπολειτουργίες, ελλείψεις, παραίτηση. Από την κρίση και μετά, αυτό που ήταν ήδη διαλυμένο καταστράφηκε εντελώς.
Οι δημόσιες συγκοινωνίες περνούν από ένα δεύτερο φίλτρο διάλυσης. Είναι αυτή η απαξίωση που περνά ένας τομέας λίγο πριν ιδιωτικοποιηθεί. Η υποβάθμιση αυτή που θα του επιτρέψει να πουληθεί φτηνά σε κολλητούς, οικεία συμφέροντα, κρατικοδίαιτες εταιρείες επίχρυσων golden boys βαλκανικής επιχειρηματικότητας. Το χάος των ιδιωτικοποιημένων συγκοινωνιών ο τόπος αυτός τον έχει βιώσει. Και τον έχει βιώσει ως διάλυση, ως καταστροφή και συχνά ως τραγωδία.
Και το πρωινό λεωφορείο συνεχίζει να προχωρά. Από στάση σε στάση, την ώρα της κίνησης αυτής που φέρνει το κουδούνι του σχολείου. Καλπάζοντας μέσα στους διαλυμένους δρόμους, την καθημερινή τριβή, τα τεντωμένα νεύρα των πρωινών Αθηναίων. Επιμένοντας σε μια διαδικασία που μοιάζει με αγκομαχητό, φορτωμένη με στριμωξίδι, αγανάκτηση, παραίτηση. Με κατεύθυνση, αλλά χωρίς τερματισμό. Μια εγκλωβισμένη ύπαρξη σε έναν κακοτράχαλο κύκλο, που περιγράφει τους όρους με τους οποίους η καθημερινότητα υπάρχει σε αυτή την απαξιωμένη χερσόνησο που αποκαλούμε χώρα μας.
Θωμάς Τσαλαπάτης
Πηγή: epohi.gr
Σε κάθε πολιτισμένη μητρόπολη του κόσμου –ή έστω της Ευρώπης– τα μέσα μεταφοράς είναι ένα δεδομένο. Μια σταθερά που ορίζει σε τέτοιο βαθμό την τροχιά της καθημερινότητας, ώστε να μην το αντιλαμβάνεσαι καν. Στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στο Βερολίνο δεν έχει νόημα να πάρεις αμάξι. Κινείσαι, όπως όλοι, με τα μέσα μεταφοράς. Στην τριτοκοσμική Ελλαδίτσα το δίκτυο είναι απαξιωμένο στα όρια της καταδίκης. Σαν διαρκής υπενθύμιση της ταξικής σου θέσης, της αργοπορίας σου, του πεταμένου σου χρόνου. Εδώ το αυτοκίνητο παραμένει πέρα από απαραίτητο, μαζί και επίδειξη του πιο άδειου γοήτρου, εκπαίδευση στο αλφαβητάρι της καφρίλας, ένα ημιάγριο αυτονόητο για κοινωνίες που δεν μπορούν να σκεφτούν συλλογικά και να διεκδικήσουν αυτό που τους αντιστοιχεί και τους ανήκει. Κάθε αμάξι είναι και ένα «εγώ γλίτωσα» απέναντι στις συλλογικές δυσκολίες.
Όπως κάθε τι δημόσιο και συλλογικό, έτσι και οι δημόσιες συγκοινωνίες στη χώρας μας έχουν υποτιμηθεί στα όρια της εξαφάνισης. Με ευθύνη του κράτους και όλων του των κυβερνήσεων. Διαλυμένοι πίνακες και σπασμένες στάσεις, η καθυστέρηση ως κανόνας, έτσι ώστε ποτέ να μην μπορείς να υπολογίσεις τον χρόνο σου, υπολειτουργίες, ελλείψεις, παραίτηση. Από την κρίση και μετά, αυτό που ήταν ήδη διαλυμένο καταστράφηκε εντελώς.
Οι δημόσιες συγκοινωνίες περνούν από ένα δεύτερο φίλτρο διάλυσης. Είναι αυτή η απαξίωση που περνά ένας τομέας λίγο πριν ιδιωτικοποιηθεί. Η υποβάθμιση αυτή που θα του επιτρέψει να πουληθεί φτηνά σε κολλητούς, οικεία συμφέροντα, κρατικοδίαιτες εταιρείες επίχρυσων golden boys βαλκανικής επιχειρηματικότητας. Το χάος των ιδιωτικοποιημένων συγκοινωνιών ο τόπος αυτός τον έχει βιώσει. Και τον έχει βιώσει ως διάλυση, ως καταστροφή και συχνά ως τραγωδία.
Και το πρωινό λεωφορείο συνεχίζει να προχωρά. Από στάση σε στάση, την ώρα της κίνησης αυτής που φέρνει το κουδούνι του σχολείου. Καλπάζοντας μέσα στους διαλυμένους δρόμους, την καθημερινή τριβή, τα τεντωμένα νεύρα των πρωινών Αθηναίων. Επιμένοντας σε μια διαδικασία που μοιάζει με αγκομαχητό, φορτωμένη με στριμωξίδι, αγανάκτηση, παραίτηση. Με κατεύθυνση, αλλά χωρίς τερματισμό. Μια εγκλωβισμένη ύπαρξη σε έναν κακοτράχαλο κύκλο, που περιγράφει τους όρους με τους οποίους η καθημερινότητα υπάρχει σε αυτή την απαξιωμένη χερσόνησο που αποκαλούμε χώρα μας.
Θωμάς Τσαλαπάτης
Πηγή: epohi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου