Τα κράτη μέλη μπορεί να μην καταφέρουν να διεκδικήσουν ή να απορροφήσουν εγκαίρως τα κονδύλια.
Καθυστερήσεις στην εκταμίευση των κονδυλίων και στην υλοποίηση των έργων κατά τα πρώτα τρία χρόνια εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης διαπιστώνει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Παρά την επιτάχυνση του ρυθμού των πληρωμών από την Κομισιόν, τα κράτη μέλη μπορεί να μην καταφέρουν να διεκδικήσουν ή να απορροφήσουν εγκαίρως τα κονδύλια, να ολοκληρώσουν τα μέτρα που έχουν προγραμματίσει πριν από τη λήξη του Ταμείου τον Αύγουστο του 2026 και, άρα, να δρέψουν τα αναμενόμενα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη.
Καθυστερήσεις στην εκταμίευση των κονδυλίων και στην υλοποίηση των έργων κατά τα πρώτα τρία χρόνια εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης διαπιστώνει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Παρά την επιτάχυνση του ρυθμού των πληρωμών από την Κομισιόν, τα κράτη μέλη μπορεί να μην καταφέρουν να διεκδικήσουν ή να απορροφήσουν εγκαίρως τα κονδύλια, να ολοκληρώσουν τα μέτρα που έχουν προγραμματίσει πριν από τη λήξη του Ταμείου τον Αύγουστο του 2026 και, άρα, να δρέψουν τα αναμενόμενα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη.
Η Ελλάδα είναι από τις χώρες που έχουν λαμβάνειν αναλογικά μία από τις μεγαλύτερες βοήθειες στην ΕΕ. Μέχρι στιγμής, έχει καταβληθεί το 40% των εκταμιεύσεων. Ωστόσο, μόλις το 26% των οροσήμων που έχει θέσει η χώρα έχει εκπληρωθεί ικανοποιητικά σύμφωνα με τους Ελεγκτές, δηλαδή 87 από τα 331. «Η Ελλάδα καταγράφει καθυστερήσεις, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει χρόνος γιατί η μεγαλύτερη εκταμίευση αναμένεται το 2025», απάντησε σε ερώτηση της «Εφ.Συν.» η Ιβάνα Μαλέτιτς, Μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που πραγματοποίησε την έρευνα.
Στην ΕΕ, ο μέσος όρος των εκταμιεύσεων είναι στο 37%. Μέχρι το τέλος του 2023, οι χώρες της ΕΕ είχαν αντλήσει λιγότερο από το ένα τρίτο των κονδυλίων που δικαιούνταν, ενώ οι τελικοί αποδέκτες δεν έχουν λάβει παρά το ήμισυ περίπου των χρημάτων που μεταφέρθηκαν από τις Βρυξέλλες στα εθνικά δημόσια ταμεία. Το ΕΕΣ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για περαιτέρω επιβράδυνση της απορρόφησης και για μη ολοκλήρωση των έργων σύμφωνα με τον προγραμματισμό.
Οι Ελεγκτές λένε ότι οι καθυστερήσεις του Ταμείου συνολικού ύψους 724 δισεκατομμυρίων ευρώ «υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του για στήριξη της προσπάθειας των χωρών της ΕΕ να ανακάμψουν από την πανδημία και της ανθεκτικότητάς τους».
«Η σημασία της έγκαιρης απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου είναι μεγάλη, όχι μόνο προκειμένου να μην παρατηρηθούν φαινόμενα συμφόρησης στην υλοποίηση μέτρων προς το τέλος της περιόδου εφαρμογής του μηχανισμού, αλλά και για να μειωθεί ο κίνδυνος μη αποδοτικών ή και εσφαλμένων δαπανών», δήλωσε η Μαλέτιτς. «Επισημαίνουμε τους κινδύνους που συνεπάγεται το γεγονός ότι, ήδη στα μισά της περιόδου υλοποίησης, οι χώρες της ΕΕ έχουν διεκδικήσει λιγότερο από το ένα τρίτο των προβλεφθέντων κονδυλίων και έχουν εκπληρώσει λιγότερο από το 30 % των προκαθορισμένων ορόσημων και τιμών-στόχου τους.»
Σημαντικό σημείο της έκθεσης αποτελεί η αναφορά ότι οι εκταμιεύσεις δεν είναι απαραίτητα συνάρτηση του αριθμού των ορόσημων και των τιμών-στόχου ή της σημασίας τους. Με άλλα λόγια, είναι δυνατό να καταβάλλονται σημαντικά κονδύλια χωρίς τα κράτη μέλη να έχουν ολοκληρώσει τα αντίστοιχα μέτρα. Το ΕΕΣ τονίζει ότι οι κανόνες δεν προβλέπουν δυνατότητα ανάκτησης κονδυλίων σε περίπτωση που έχουν μεν καταβληθεί για εκπληρωθέντα ορόσημα και τιμές-στόχο, αλλά τα σχετικά μέτρα δεν ολοκληρώνονται εν τέλει.
Στην έκθεσή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο της ΕΕ επικρίνει τον ρυθμό των εκταμιεύσεων. Στο τέλος του 2023, η Επιτροπή είχε μεταβιβάσει στα εθνικά δημόσια ταμεία μόλις 213 δισεκατομμύρια ευρώ. Εντούτοις, τα κεφάλαια αυτά δεν είχαν κατ' ανάγκη εκταμιευθεί στους τελικούς αποδέκτες τους, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτικών επιχειρήσεων, κρατικών εταιρειών ενέργειας και σχολείων.
Συγκεκριμένα, το ήμισυ σχεδόν των κονδυλίων του ΜΑΑ που είχαν εκταμιευθεί στα 15 κράτη μέλη που μας παρείχαν τις αναγκαίες πληροφορίες δεν είχε καταβληθεί ακόμη στους τελικούς αποδέκτες.
Όλες σχεδόν οι χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, καθυστέρησαν να υποβάλουν τα αιτήματα πληρωμής τους στην Επιτροπή και οι αιτίες ήταν συνήθως ο πληθωρισμός ή οι ελλείψεις εφοδιασμού, η αβεβαιότητα ως προς τους περιβαλλοντικούς κανόνες και η ανεπαρκής διοικητική ικανότητα.
Μέχρι το τέλος του 2023, είχαν υποβάλει το 70 % των αιτημάτων που αναμένονταν, για ποσό κατά 16 % χαμηλότερο εκείνου που είχε προβλεφθεί. Επτά χώρες μάλιστα, για διάφορους λόγους, δεν είχαν εισπράξει κανένα κονδύλι για την ικανοποιητική εκπλήρωση ορόσημων και τιμών-στόχου. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για να διευκολύνουν την απορρόφηση, ιδίως το 2023· ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος των μέτρων αυτών.
Οι Ελεγκτές κρούουν το καμπανάκι του κινδύνου και για τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθούν στην ώρα τους όλα τα μέτρα που έχουν προγραμματιστεί. Μέχρι το τέλος του 2023, τα αιτήματα πληρωμής που είχαν υποβληθεί αφορούσαν την εκπλήρωση λιγότερου από το 30 % των πάνω από 6 000 ορόσημων και τιμών- στόχου (δηλαδή των δεικτών προόδου). Αυτό σημαίνει ότι μένει να εκπληρωθεί σημαντικός αριθμός αυτών, ενδεχομένως τα πλέον απαιτητικά. Οι περισσότερες χώρες έδωσαν προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις προτού προχωρήσουν στις επενδύσεις. Ωστόσο, η συγκέντρωση των τελευταίων προς το τέλος της περιόδου εφαρμογής του μηχανισμού είναι πιθανό να αυξήσει περαιτέρω τις καθυστερήσεις και να επιβραδύνει την απορρόφηση.
Οι Ελεγκτές διατυπώνουν και τον προβληματισμό τους σχετικά με τους τελικούς αποδέκτες του Ταμείου Ανάκαμψης. «Ο ορισμός δεν είναι ο ίδιος για όλα τα κράτη μέλη, χρειάζεται περισσότερη διαφάνεια», τόνισε η επικεφαλής της έρευνας, προσθέτοντας ότι «οι απευθείας αναθέσεις είναι για εμάς κόκκινες σημαίες». Διευκρίνισε όμως ότι δεν εξέτασαν το θέμα αυτό σε βάθος. «Επίσης, δεν έχουμε εξετάσει ακόμα τις επιπτώσεις από τις αλλαγές στο πρόγραμμα του Ταμείου που έκανε η Ελλάδα κατά το οποίο αρκετά dead lines άλλαξαν», κατέληξε η ειδικός.
Μαρία Ψαρά
Πηγή: efsyn.gr
Στην ΕΕ, ο μέσος όρος των εκταμιεύσεων είναι στο 37%. Μέχρι το τέλος του 2023, οι χώρες της ΕΕ είχαν αντλήσει λιγότερο από το ένα τρίτο των κονδυλίων που δικαιούνταν, ενώ οι τελικοί αποδέκτες δεν έχουν λάβει παρά το ήμισυ περίπου των χρημάτων που μεταφέρθηκαν από τις Βρυξέλλες στα εθνικά δημόσια ταμεία. Το ΕΕΣ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για περαιτέρω επιβράδυνση της απορρόφησης και για μη ολοκλήρωση των έργων σύμφωνα με τον προγραμματισμό.
Οι Ελεγκτές λένε ότι οι καθυστερήσεις του Ταμείου συνολικού ύψους 724 δισεκατομμυρίων ευρώ «υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του για στήριξη της προσπάθειας των χωρών της ΕΕ να ανακάμψουν από την πανδημία και της ανθεκτικότητάς τους».
«Η σημασία της έγκαιρης απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου είναι μεγάλη, όχι μόνο προκειμένου να μην παρατηρηθούν φαινόμενα συμφόρησης στην υλοποίηση μέτρων προς το τέλος της περιόδου εφαρμογής του μηχανισμού, αλλά και για να μειωθεί ο κίνδυνος μη αποδοτικών ή και εσφαλμένων δαπανών», δήλωσε η Μαλέτιτς. «Επισημαίνουμε τους κινδύνους που συνεπάγεται το γεγονός ότι, ήδη στα μισά της περιόδου υλοποίησης, οι χώρες της ΕΕ έχουν διεκδικήσει λιγότερο από το ένα τρίτο των προβλεφθέντων κονδυλίων και έχουν εκπληρώσει λιγότερο από το 30 % των προκαθορισμένων ορόσημων και τιμών-στόχου τους.»
Σημαντικό σημείο της έκθεσης αποτελεί η αναφορά ότι οι εκταμιεύσεις δεν είναι απαραίτητα συνάρτηση του αριθμού των ορόσημων και των τιμών-στόχου ή της σημασίας τους. Με άλλα λόγια, είναι δυνατό να καταβάλλονται σημαντικά κονδύλια χωρίς τα κράτη μέλη να έχουν ολοκληρώσει τα αντίστοιχα μέτρα. Το ΕΕΣ τονίζει ότι οι κανόνες δεν προβλέπουν δυνατότητα ανάκτησης κονδυλίων σε περίπτωση που έχουν μεν καταβληθεί για εκπληρωθέντα ορόσημα και τιμές-στόχο, αλλά τα σχετικά μέτρα δεν ολοκληρώνονται εν τέλει.
Στην έκθεσή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο της ΕΕ επικρίνει τον ρυθμό των εκταμιεύσεων. Στο τέλος του 2023, η Επιτροπή είχε μεταβιβάσει στα εθνικά δημόσια ταμεία μόλις 213 δισεκατομμύρια ευρώ. Εντούτοις, τα κεφάλαια αυτά δεν είχαν κατ' ανάγκη εκταμιευθεί στους τελικούς αποδέκτες τους, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτικών επιχειρήσεων, κρατικών εταιρειών ενέργειας και σχολείων.
Συγκεκριμένα, το ήμισυ σχεδόν των κονδυλίων του ΜΑΑ που είχαν εκταμιευθεί στα 15 κράτη μέλη που μας παρείχαν τις αναγκαίες πληροφορίες δεν είχε καταβληθεί ακόμη στους τελικούς αποδέκτες.
Όλες σχεδόν οι χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, καθυστέρησαν να υποβάλουν τα αιτήματα πληρωμής τους στην Επιτροπή και οι αιτίες ήταν συνήθως ο πληθωρισμός ή οι ελλείψεις εφοδιασμού, η αβεβαιότητα ως προς τους περιβαλλοντικούς κανόνες και η ανεπαρκής διοικητική ικανότητα.
Μέχρι το τέλος του 2023, είχαν υποβάλει το 70 % των αιτημάτων που αναμένονταν, για ποσό κατά 16 % χαμηλότερο εκείνου που είχε προβλεφθεί. Επτά χώρες μάλιστα, για διάφορους λόγους, δεν είχαν εισπράξει κανένα κονδύλι για την ικανοποιητική εκπλήρωση ορόσημων και τιμών-στόχου. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για να διευκολύνουν την απορρόφηση, ιδίως το 2023· ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος των μέτρων αυτών.
Οι Ελεγκτές κρούουν το καμπανάκι του κινδύνου και για τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθούν στην ώρα τους όλα τα μέτρα που έχουν προγραμματιστεί. Μέχρι το τέλος του 2023, τα αιτήματα πληρωμής που είχαν υποβληθεί αφορούσαν την εκπλήρωση λιγότερου από το 30 % των πάνω από 6 000 ορόσημων και τιμών- στόχου (δηλαδή των δεικτών προόδου). Αυτό σημαίνει ότι μένει να εκπληρωθεί σημαντικός αριθμός αυτών, ενδεχομένως τα πλέον απαιτητικά. Οι περισσότερες χώρες έδωσαν προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις προτού προχωρήσουν στις επενδύσεις. Ωστόσο, η συγκέντρωση των τελευταίων προς το τέλος της περιόδου εφαρμογής του μηχανισμού είναι πιθανό να αυξήσει περαιτέρω τις καθυστερήσεις και να επιβραδύνει την απορρόφηση.
Οι Ελεγκτές διατυπώνουν και τον προβληματισμό τους σχετικά με τους τελικούς αποδέκτες του Ταμείου Ανάκαμψης. «Ο ορισμός δεν είναι ο ίδιος για όλα τα κράτη μέλη, χρειάζεται περισσότερη διαφάνεια», τόνισε η επικεφαλής της έρευνας, προσθέτοντας ότι «οι απευθείας αναθέσεις είναι για εμάς κόκκινες σημαίες». Διευκρίνισε όμως ότι δεν εξέτασαν το θέμα αυτό σε βάθος. «Επίσης, δεν έχουμε εξετάσει ακόμα τις επιπτώσεις από τις αλλαγές στο πρόγραμμα του Ταμείου που έκανε η Ελλάδα κατά το οποίο αρκετά dead lines άλλαξαν», κατέληξε η ειδικός.
Μαρία Ψαρά
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου