Μελέτη του αμερικανικού Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών (IPS)
538 φορές περισσότερα από τον μέσο εργαζόμενο κέρδισαν πέρυσι οι CEOs σε 100 από τις μεγαλύτερες εισηγμένες επιχειρήσεις των ΗΠΑ ● Πρωταθλήτρια η διευθύνουσα σύμβουλος της Ross Stores που εισέπραξε 2.100 φορές περισσότερα από τον μέσο εργαζόμενο.
Μια νέα μελέτη του αμερικανικού Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών (IPS), που δόθηκε στη δημοσιότητα νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, αναδεικνύει τις τεράστιες ανισότητες που υπάρχουν στο εσωτερικό των μεγάλων επιχειρήσεων των ΗΠΑ και την ακόρεστη απληστία των διευθυντικών στελεχών τους, οι οποίοι πλουτίζουν ατελεύτητα σε βάρος των υπόλοιπων εργαζομένων και της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των εταιρειών τους.
Η μελέτη εστίασε στις 100 εισηγμένες εταιρείες (από τις συνολικά 500 μεγάλες εταιρείες των ΗΠΑ των οποίων οι μετοχές διαμορφώνουν τον ευρύτερο δείκτη S&P 500 της Wall Street) με τα χαμηλότερα επίπεδα μέσων εργασιακών αποδοχών.
Διαπίστωσε ότι αυτές οι 100 εταιρείες –επονομαζόμενες και «Low Wage 100»–, παρότι αμείβουν ουκ ολίγες φορές την πλειονότητα των εργαζομένων τους με μισθούς πείνας, έχουν δαπανήσει την τελευταία πενταετία πάνω από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια (522 δισ. $) για επαναγορές μετοχών.
Επαναγορά μετοχών
Οι επαναγορές μετοχών, μια πρακτική που στη δεκαετία του 1970 θεωρούνταν τεχνική χειραγώγησης και ήταν εκτός νόμου στις ΗΠΑ, ανθούν με τρομακτικούς ρυθμούς μετά το 2017, επιτρέποντας στις διευθύνσεις των εισηγμένων επιχειρήσεων να δημιουργούν τεράστια, απροσδόκητα βραχυπρόθεσμα κέρδη προς όφελος των ιδίων και των μετόχων και σε βάρος των εργαζομένων και των μακροπρόθεσμων παραγωγικών επενδύσεων. Οι επαναγορές μετοχών φουσκώνουν τεχνητά την αξία των μετοχών και αυξάνουν τις αμοιβές που βασίζονται στις μετοχές και οι οποίες αποτελούν σήμερα περίπου το 80% του πακέτου αποδοχών που απολαμβάνουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι (CEOs) και άλλα ανώτερα στελέχη των εταιρειών.
Αντικατοπτρίζοντας την όλο και αυξανόμενη απληστία των τελευταίων, η έκθεση διαπίστωσε ότι μεταξύ 2019 και 2023 περίπου οι μισές από τις Low Wage 100 (47) ξόδεψαν περισσότερα για αγορές ιδίων μετοχών παρά για κεφαλαιουχικές επενδύσεις και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των εταιρειών τους.
Oι αποδοχές των CEOs των 100 εταιρειών, αν και μεώθηκαν ελαφρά σε σχέση με το 2022, ήταν πέρυσι 538 φορές μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες μέσες αποδοχές των υπόλοιπων εργαζομενων. Στην ίδια περίοδο, οι μέσοι μισθοί στις 100 εταιρείες περέμεναν σε απελπιστικά χαμηλά επίπεδα, μη επαρκώντας συνήθως για την κάλυψη των βασικών αναγκών των εργαζομένων και των οικογενειών τους.
To μεγαλύτερο χάσμα αμοιβών διαπιστώθηκε στην αλυσίδα λιανικού εμπορίου Ross Stores, όπου η διευθύνουσα σύμβουλός της, Μπάρμπαρα Ρέντλερ, απολάμβανε πέρυσι 2.100 φορές περισσότερα απ’ ό,τι ένας μέσος εργαζόμενος της εταιρείας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η περσινή αναλογία 538/1 μεταξύ των αποδοχών CEO και μέσου εργαζόμενου των Low Wage 100 ήταν πολύ ευρύτερη της αντίστοιχης αναλογίας αμοιβών για το σύνολο των 500 εταιρειών του S&P 500, oι CEOs των οποίων εισέπραξαν κατά μέσο όρο 268 φορές περισσότερα απ’ ό,τι οι εργαζόμενοι. Το άνοιγμα της ψαλίδας είναι ακόμη πιο δυσθεώρητο αν πάμε 60 χρόνια πίσω, στο 1965, όταν οι CEOs των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών κέρδιζαν μόνο 25 φορές περισσότερα απ’ ό,τι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι.
Πρωταθλητής στις επαναγορές μετοχών την τελευταία πενταετία ήταν η αλυσίδα λιανικού εμπορίου ειδών βελτίωσης σπιτιού Lowe’s. Η εταιρεία δαπάνησε συνολικά 42,6 δισ. δολάρια μεταξύ 2019 και 2023 γι’ αυτό τον σκοπό, ποσό αρκετό για την παροχή ετήσιου μπόνους 29.865 δολαρίων επί μία πενταετία σε κάθε έναν από τους συνολικά 285.000 υπαλλήλους της.
Η έκθεση της προοδευτικής δεξαμενής σκέψης διαπίστωσε ακόμη ότι οι 20 μεγαλύτεροι εργοδότες από το σύνολο των 100 εταιρειών και πιο συγκεκριμένα αυτές με το μεγαλύτερο εργατικό δυναμικό στις ΗΠΑ, δαπάνησαν μεταξύ 2019 και 2023 για επαναγορές μετοχών πέντε φορές περισσότερα από όσα διέθεσαν για συνταξιοδοτικές συνεισφορές. Εξ αυτών, η περίπτωση της αλυσίδας λιανικού εμπορίου ανταλλακτικών και αξεσουάρ αυτοκινήτων AutoZone έβγαλε μάτια. Η εταιρεία αυτή ξόδεψε ούτε λίγο ούτε πολύ για επαναγορές 92 φορές περισσότερα απ’ όσα συνεισέφερε συνολικά στην πενταετία για το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα των εργαζομένων της.
Υπέρογκες αμοιβές
Η μελέτη του IPS έρχεται ενώ εντείνεται η οργή στην αμερικανική κοινωνία για τις υπέρογκες αμοιβές των CEOs και τις επαναγορές μετοχών. Λάβρος ο Σόν Φέιν –πρόεδρος του συνδικάτου εργαζομένων αυτοκινητοβιομηχανίας UAW– κατήγγειλε, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών νωρίτερα αυτό τον μήνα, ότι «η εταιρική απληστία μετατρέπει το αίμα, τον ιδρώτα και τα δάκρυα των εργαζομένων της γραμμής παραγωγής σε επαναγορές μετοχών της Wall Street και τζακ ποτ των CEOs». «Πονάει τους εργαζόμενους. Κάνει κακό στους καταναλωτές. Κάνει κακό στην Αμερική», τόνισε ακόμη ο Φέιν αποτυπώνοντας την άποψη μεγάλου μέρους της αμερικανικής κοινωνίας.
Η Σάρα Αντερσον, διευθύντρια του IPS Global Economy Project και συγγραφέας της έκθεσης, υπογράμμισε από την πλευρά της προχθές ότι όλες οι δημοσκοπήσεις που έρχονται στο φως τον τελευταίο καιρό διαπιστώνουν ότι οι Αμερικανοί όλου του πολιτικού φάσματος έχουν βαρεθεί τους υπερπληρωμένους διευθύνοντες συμβούλους και θέλουν την ανάληψη δράσης από το Κογκρέσο. Σχετική δημοσκόπηση του περαμένου Ιουνίου, η οποία αναφέρεται στη μελετη του IPS, δείχνει για παράδειγμα ότι το 83% των Αμερικανών θεωρεί σημαντικό οι εταιρείες να αποτρέπουν μεγάλες μισθολογικές διαφορές μεταξύ των διευθυντικών στελεχών τους και των μέσων υπαλλήλων.
Για τον περιορισμό αυτών των ανεξέλεγκτων αμοιβών και της μηχανής των επαναγορών μετοχών, το IPS προτρέπει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και το Κογκρέσο να προχωρήσουν σε μια σειρά από νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως η υψηλότερη φορολόγηση στις εταιρείες με τεράστιες μισθολογικές διαφορές μεταξύ CEOs και εργαζομένων, η χρήση των ομοσπονδιακών συμβάσεων για την πάταξη των επαναγορών μετοχών καθώς και η φορολόγηση των τελευταίων.
Μπάμπης Μιχάλης
Πηγή: efsyn.gr
Η μελέτη εστίασε στις 100 εισηγμένες εταιρείες (από τις συνολικά 500 μεγάλες εταιρείες των ΗΠΑ των οποίων οι μετοχές διαμορφώνουν τον ευρύτερο δείκτη S&P 500 της Wall Street) με τα χαμηλότερα επίπεδα μέσων εργασιακών αποδοχών.
Διαπίστωσε ότι αυτές οι 100 εταιρείες –επονομαζόμενες και «Low Wage 100»–, παρότι αμείβουν ουκ ολίγες φορές την πλειονότητα των εργαζομένων τους με μισθούς πείνας, έχουν δαπανήσει την τελευταία πενταετία πάνω από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια (522 δισ. $) για επαναγορές μετοχών.
Επαναγορά μετοχών
Οι επαναγορές μετοχών, μια πρακτική που στη δεκαετία του 1970 θεωρούνταν τεχνική χειραγώγησης και ήταν εκτός νόμου στις ΗΠΑ, ανθούν με τρομακτικούς ρυθμούς μετά το 2017, επιτρέποντας στις διευθύνσεις των εισηγμένων επιχειρήσεων να δημιουργούν τεράστια, απροσδόκητα βραχυπρόθεσμα κέρδη προς όφελος των ιδίων και των μετόχων και σε βάρος των εργαζομένων και των μακροπρόθεσμων παραγωγικών επενδύσεων. Οι επαναγορές μετοχών φουσκώνουν τεχνητά την αξία των μετοχών και αυξάνουν τις αμοιβές που βασίζονται στις μετοχές και οι οποίες αποτελούν σήμερα περίπου το 80% του πακέτου αποδοχών που απολαμβάνουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι (CEOs) και άλλα ανώτερα στελέχη των εταιρειών.
Αντικατοπτρίζοντας την όλο και αυξανόμενη απληστία των τελευταίων, η έκθεση διαπίστωσε ότι μεταξύ 2019 και 2023 περίπου οι μισές από τις Low Wage 100 (47) ξόδεψαν περισσότερα για αγορές ιδίων μετοχών παρά για κεφαλαιουχικές επενδύσεις και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των εταιρειών τους.
Oι αποδοχές των CEOs των 100 εταιρειών, αν και μεώθηκαν ελαφρά σε σχέση με το 2022, ήταν πέρυσι 538 φορές μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες μέσες αποδοχές των υπόλοιπων εργαζομενων. Στην ίδια περίοδο, οι μέσοι μισθοί στις 100 εταιρείες περέμεναν σε απελπιστικά χαμηλά επίπεδα, μη επαρκώντας συνήθως για την κάλυψη των βασικών αναγκών των εργαζομένων και των οικογενειών τους.
To μεγαλύτερο χάσμα αμοιβών διαπιστώθηκε στην αλυσίδα λιανικού εμπορίου Ross Stores, όπου η διευθύνουσα σύμβουλός της, Μπάρμπαρα Ρέντλερ, απολάμβανε πέρυσι 2.100 φορές περισσότερα απ’ ό,τι ένας μέσος εργαζόμενος της εταιρείας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η περσινή αναλογία 538/1 μεταξύ των αποδοχών CEO και μέσου εργαζόμενου των Low Wage 100 ήταν πολύ ευρύτερη της αντίστοιχης αναλογίας αμοιβών για το σύνολο των 500 εταιρειών του S&P 500, oι CEOs των οποίων εισέπραξαν κατά μέσο όρο 268 φορές περισσότερα απ’ ό,τι οι εργαζόμενοι. Το άνοιγμα της ψαλίδας είναι ακόμη πιο δυσθεώρητο αν πάμε 60 χρόνια πίσω, στο 1965, όταν οι CEOs των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών κέρδιζαν μόνο 25 φορές περισσότερα απ’ ό,τι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι.
Πρωταθλητής στις επαναγορές μετοχών την τελευταία πενταετία ήταν η αλυσίδα λιανικού εμπορίου ειδών βελτίωσης σπιτιού Lowe’s. Η εταιρεία δαπάνησε συνολικά 42,6 δισ. δολάρια μεταξύ 2019 και 2023 γι’ αυτό τον σκοπό, ποσό αρκετό για την παροχή ετήσιου μπόνους 29.865 δολαρίων επί μία πενταετία σε κάθε έναν από τους συνολικά 285.000 υπαλλήλους της.
Η έκθεση της προοδευτικής δεξαμενής σκέψης διαπίστωσε ακόμη ότι οι 20 μεγαλύτεροι εργοδότες από το σύνολο των 100 εταιρειών και πιο συγκεκριμένα αυτές με το μεγαλύτερο εργατικό δυναμικό στις ΗΠΑ, δαπάνησαν μεταξύ 2019 και 2023 για επαναγορές μετοχών πέντε φορές περισσότερα από όσα διέθεσαν για συνταξιοδοτικές συνεισφορές. Εξ αυτών, η περίπτωση της αλυσίδας λιανικού εμπορίου ανταλλακτικών και αξεσουάρ αυτοκινήτων AutoZone έβγαλε μάτια. Η εταιρεία αυτή ξόδεψε ούτε λίγο ούτε πολύ για επαναγορές 92 φορές περισσότερα απ’ όσα συνεισέφερε συνολικά στην πενταετία για το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα των εργαζομένων της.
Υπέρογκες αμοιβές
Η μελέτη του IPS έρχεται ενώ εντείνεται η οργή στην αμερικανική κοινωνία για τις υπέρογκες αμοιβές των CEOs και τις επαναγορές μετοχών. Λάβρος ο Σόν Φέιν –πρόεδρος του συνδικάτου εργαζομένων αυτοκινητοβιομηχανίας UAW– κατήγγειλε, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών νωρίτερα αυτό τον μήνα, ότι «η εταιρική απληστία μετατρέπει το αίμα, τον ιδρώτα και τα δάκρυα των εργαζομένων της γραμμής παραγωγής σε επαναγορές μετοχών της Wall Street και τζακ ποτ των CEOs». «Πονάει τους εργαζόμενους. Κάνει κακό στους καταναλωτές. Κάνει κακό στην Αμερική», τόνισε ακόμη ο Φέιν αποτυπώνοντας την άποψη μεγάλου μέρους της αμερικανικής κοινωνίας.
Η Σάρα Αντερσον, διευθύντρια του IPS Global Economy Project και συγγραφέας της έκθεσης, υπογράμμισε από την πλευρά της προχθές ότι όλες οι δημοσκοπήσεις που έρχονται στο φως τον τελευταίο καιρό διαπιστώνουν ότι οι Αμερικανοί όλου του πολιτικού φάσματος έχουν βαρεθεί τους υπερπληρωμένους διευθύνοντες συμβούλους και θέλουν την ανάληψη δράσης από το Κογκρέσο. Σχετική δημοσκόπηση του περαμένου Ιουνίου, η οποία αναφέρεται στη μελετη του IPS, δείχνει για παράδειγμα ότι το 83% των Αμερικανών θεωρεί σημαντικό οι εταιρείες να αποτρέπουν μεγάλες μισθολογικές διαφορές μεταξύ των διευθυντικών στελεχών τους και των μέσων υπαλλήλων.
Για τον περιορισμό αυτών των ανεξέλεγκτων αμοιβών και της μηχανής των επαναγορών μετοχών, το IPS προτρέπει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και το Κογκρέσο να προχωρήσουν σε μια σειρά από νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως η υψηλότερη φορολόγηση στις εταιρείες με τεράστιες μισθολογικές διαφορές μεταξύ CEOs και εργαζομένων, η χρήση των ομοσπονδιακών συμβάσεων για την πάταξη των επαναγορών μετοχών καθώς και η φορολόγηση των τελευταίων.
Μπάμπης Μιχάλης
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου