«Μα καλά, δεν βρέθηκε κάποιος να πει δυο λόγια;», αναρωτήθηκαν πολλοί στην κηδεία του δικηγόρου Διαμαντή Σαββόπουλου.
Ευτυχώς που ο νεκρός δεν άκουγε. Αλλιώς, θα τους αγριοκοίταζε που τάραζαν την αγαπημένη του (!) νεκρώσιμη ακολουθία και θα επαναλάμβανε αυτό που έλεγε σε φίλους του, όταν, γνωρίζοντας την αποστροφή του για τα μεγάλα λόγια που ακούγονται στις κηδείες, τον πείραζαν λέγοντας πως στη δική του θα εκφωνήσουν έναν ωραίο επικήδειο: «Μην τολμήσει κανείς!».
Ευτυχώς που ο νεκρός δεν άκουγε. Αλλιώς, θα τους αγριοκοίταζε που τάραζαν την αγαπημένη του (!) νεκρώσιμη ακολουθία και θα επαναλάμβανε αυτό που έλεγε σε φίλους του, όταν, γνωρίζοντας την αποστροφή του για τα μεγάλα λόγια που ακούγονται στις κηδείες, τον πείραζαν λέγοντας πως στη δική του θα εκφωνήσουν έναν ωραίο επικήδειο: «Μην τολμήσει κανείς!».
Ο Διαμαντής σιχαινόταν τους πανηγυρικούς, απεχθανόταν τους επικήδειους, αντιπαθούσε τις περίτεχνες αγορεύσεις στα δικαστήρια. Ήταν εχθρός του «δήθεν», του ψεύτικου, του προσποιητού, της υπερβολής. Αν και ο ίδιος μόνο άνθρωπος του μέτρου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.
Οι λίγες αυτές γραμμές δεν έχουν σκοπό να φιλοτεχνήσουν κάποια αγιογραφία του. Μια ειλικρινής μαρτυρία για τον ιδιαίτερο αυτόν άνθρωπο θέλει να είναι.
Άνθρωπος μιας άλλης εποχής ο Σαββόπουλος. Που όσο κι αν άλλαξαν οι καιροί και οι άνθρωποι, αυτός κρατούσε πάντα και περήφανα μέσα του κάτι από το ανόθευτο μέταλλο των προγόνων του απ’ την Αραβησσό της Καππαδοκίας.
Πληθωρικός στην εμφάνιση. Απόλυτος στις απόψεις του. Απρόβλεπτος πολλές φορές στη συμπεριφορά του. Υπερβολικός στις αντιδράσεις του. Αληθινός στις σχέσεις του, με μπέσα στον λόγο του. Το «ναι» του ήταν «ναι» και το «όχι» ποτέ δεν ήταν «ίσως» ή «σχεδόν». Λάτρης του φαγητού και του κρασιού, της μουσικής και του τραγουδιού (πάντα μινόρε), του γλεντιού και του απτάλικου χορού, της καλής παρέας (αλλά και της μοναξιάς) και … των αλόγων. Σε αντίθεση με τη βαριά εξωτερική κοψιά, με λεπτά αισθήματα και ιδιαίτερες ευαισθησίες. Αφιλοχρήματος και γενναιόδωρος σε κάθε έκφανση της ζωής του. Από τις παρέες, όπου δεν υπήρχε περίπτωση να μην κεράσει αυτός, μέχρι την αφειδώλευτη βοήθεια στους νέους συναδέλφους του, βοήθεια που εκφραζόταν με δανεισμό βιβλίων, με συζήτηση και παροχή έγκυρων πάντα συμβουλών, με χορήγηση υποδειγμάτων για δικόγραφα, διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή. Ανοιχτοχέρης σχεδόν στα πάντα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν από τους ελάχιστους παλιούς δικηγόρους των Γιαννιτσών, που δεν έκανε περιουσία, παρά τον μεγάλο όγκο υποθέσεων που χειρίστηκε. Οι μη έχοντες και αναγκεμένοι τού έδιναν ό,τι μπορούσαν!
Και πάνω απ’ όλα έντιμος. «Οι Θαλασσοχωρίτες είχαν χίλιες γνώμες για το ίδιο πράμα· για το Μήτρο μια γνώμη είχαν· ο Μήτρος είναι παλληκάρι!», γράφει ο Κωστής Παλαμάς στον «Θάνατο παλληκαριού». Παραφράζοντάς τον, άνετα θα μπορούσε να πει κανείς: «Οι Γιαννιτσιώτες είχαν χίλιες γνώμες για το ίδιο πράμα· για τον Σαββόπουλο μια γνώμη είχαν· ο Διαμαντής είναι έντιμος άνθρωπος!». Μ εντιμότητα πορεύτηκε σε όλη του τη ζωή, με εντιμότητα άσκησε τη δικηγορία.
Δεν είναι βέβαιο αν αγάπησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το υπηρέτησε όμως με συνέπεια και απαράμιλλο ήθος. Με πάθος για την υπεράσπιση των αδικημένων και την επικράτηση της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Με σεβασμό στη δικαστική εξουσία, με ευπρέπεια προς τους συναδέλφους του και ευγένεια στους δικαστικούς υπαλλήλους, χωρίς όμως να διστάσει να συγκρουστεί με αυθαιρετούντες δικαστές και με παρεκτρεπόμενους δικηγόρους, υπερασπιζόμενος την αξιοπρέπεια του δικηγορικού λειτουργήματος. Χειρίστηκε με επιτυχία εκατοντάδες υποθέσεις. Του εμπιστεύθηκαν την τιμή, την περιουσία, τη ζωή τους, χιλιάδες άνθρωποι. Κι αυτό έγινε, χωρίς καμιά δική του προσπάθεια, διαφήμιση, αυτοπροβολή. Ήξεραν ότι, όταν αναθέτουν την υπόθεσή τους στον Σαββόπουλο, αυτός θα τη χειριστεί με τιμιότητα και ανιδιοτέλεια, ότι δεν θα φοβηθεί να τα βάλει με ισχυρούς και μεγάλα συμφέροντα, ότι θα εξαντλήσει κάθε νόμιμο μέσο για τη δικαίωσή τους. Και κάτι ακόμη βέβαια: ότι θα αντιμετωπίσει την κάθε υπόθεση με σοβαρότητα και επιστημονική επάρκεια. Επάρκεια που οφειλόταν στη συστηματική μελέτη της θεωρίας και της νομολογίας, την πολύχρονη εμπειρία, το κριτικό πνεύμα και τη βαθιά και ουσιαστική γνώση όλων σχεδόν των κλάδων του δικαίου. Κι αυτό έγινε τόσο στις ιδιωτικές υποθέσεις που υπερασπίστηκε, όσο και σ’ αυτές που αφορούσαν ευρύτερα το δημόσιο συμφέρον, όπως την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (δίκες για τη σωτηρία των πηγών Αραβησσού), τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα (δίκες για κινητοποιήσεις αγροτών και εργαζομένων), την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών (δίκες για αφισοκολλήσεις και μοίρασμα προκηρύξεων), την ελευθεροτυπία (δίκη της τοπικής εφημερίδας «Αναγνώστης»).
Ο Διαμαντής Σαββόπουλος με τα σημερινά κριτήρια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί άνθρωπος σχεδόν ακοινώνητος: χωρίς δημόσιες σχέσεις, δίχως επαφές με ανθρώπους της εξουσίας, με συνειδητή παντελή απουσία από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περιφρονώντας τους τύπους, τις συμβάσεις και τις ψεύτικες ευγένειες. Δεν είχε σε καμιά σχεδόν εκτίμηση την οποιαδήποτε εξουσία και τα αξιώματα. «Τα αξιώματα έχουν τόση αξία», έλεγε συχνά, «όση είναι η αξία των προσώπων που τα υπηρετούν».
Αλλά βαθιά κοινωνικός με κριτήρια ουσιαστικά. Με λίγες αλλά δυνατές και μακροχρόνιες φιλίες. Έμπρακτα ευαίσθητος στη δυστυχία των συνανθρώπων του. Αφανής συμπαραστάτης σε κάθε έναν που είχε ανάγκη. Με νοιάξιμο για ό,τι συνέβαινε σε κάθε γωνιά της γης, αλλά και βαθιά απογοητευμένος για την πορεία της ανθρωπότητας. Πολιτικοποιημένος από τα νεανικά του χρόνια, πάντα στην προοδευτική πλευρά του πολιτικού χάρτη, δημοκράτης και αριστερός στην πράξη και όχι στα λόγια, με ανοιχτό μυαλό και κριτική συνείδηση, αλλά απομακρυσμένος νωρίς από τα κόμματα. Πολύ γρήγορα, άλλωστε, μέσα σε έξι σχεδόν μήνες, παραιτήθηκε από τη θέση του νομικού συμβούλου Τράπεζας, που του δόθηκε μετά τη νίκη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 1981 με κομματικά κριτήρια, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα και με τόσους άλλους. Πάντοτε το έφερε βαρέως που έστω και για λίγο συμβιβάστηκε αποδεχόμενος τη θέση αυτή.
Η κοινωνική διάσταση της προσωπικότητας του Διαμαντή Σαββόπουλου εκδηλώθηκε δημόσια και εξαιρετικά αποτελεσματικά κατά τα χρόνια που διετέλεσε Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Γιαννιτσών. Δεν είναι μόνο ότι ουσιαστικά αυτός έστησε και οργάνωσε τον Σύλλογο. Ότι ενίσχυσε τη συλλογική του λειτουργία και φρόντισε για τη διαρκή επιμόρφωση των μελών του με τη διοργάνωση σεμιναρίων και τη δημιουργία σημαντικής νομικής βιβλιοθήκης. Ούτε ότι καθιέρωσε θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας για τους δικηγόρους του Συλλόγου και κοινά ταμεία αλληλεγγύης μεταξύ των δικηγόρων και ενίσχυσης κυρίως των νέων νομικών, παρά τις ισχυρές αντιστάσεις που αντιμετώπισε. Επί δικής του κυρίως προεδρίας ο Δικηγορικός Σύλλογος έπαψε να είναι ένα απλό επαγγελματικό σωματείο, μια κλειστή συντεχνία. Ανοίχτηκε στην κοινωνία, με παρεμβάσεις σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, με εκδηλώσεις για τη λειτουργία των θεσμών, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εθνικά θέματα, με εξωστρεφείς και κοινωνικά χρήσιμες δραστηριότητες. Άλλωστε ο ίδιος ήταν πολύ περισσότερο άνθρωπος της πράξης και όχι της θεωρίας. Ανάμεσα στα τόσα, αξίζει να μνημονευθούν η υλική βοήθεια και ηθική συμπαράσταση στον σερβικό λαό τον καιρό της δοκιμασίας του (πρώτος και μόνος ελληνικός Δικηγορικός Σύλλογος) και η αδελφοποίηση με τον κυπριακό Δικηγορικό Σύλλογο Αμμοχώστου. Έτσι ο Δικηγορικός Σύλλογος Γιαννιτσών αναδείχτηκε σε σημαντικό θεσμό της τοπικής κοινωνίας, με αναγνωρισμένο κύρος και αξιοπιστία.
Πολλές ασθένειες και κινητικά προβλήματα περιόρισαν τον Διαμαντή Σαββόπουλο τα τελευταία χρόνια στο σπίτι. Η σύντροφος στη ζωή και σύζυγός του ήταν δίπλα του μέχρι το τέλος, πολύτιμη παρουσία και βοήθεια. Ώσπου ήρθε, σχεδόν λυτρωτικό, το τέλος, στις 12 Αυγούστου 2024, στα εβδομήντα τέσσερά του χρόνια. Η μνήμη του όμως σε κάθε άνθρωπο που τον γνώρισε και κυρίως στα παιδιά και τη σύζυγό του θα μένει για πάντα ζωντανή.
Οι λίγες αυτές γραμμές δεν έχουν σκοπό να φιλοτεχνήσουν κάποια αγιογραφία του. Μια ειλικρινής μαρτυρία για τον ιδιαίτερο αυτόν άνθρωπο θέλει να είναι.
Άνθρωπος μιας άλλης εποχής ο Σαββόπουλος. Που όσο κι αν άλλαξαν οι καιροί και οι άνθρωποι, αυτός κρατούσε πάντα και περήφανα μέσα του κάτι από το ανόθευτο μέταλλο των προγόνων του απ’ την Αραβησσό της Καππαδοκίας.
Πληθωρικός στην εμφάνιση. Απόλυτος στις απόψεις του. Απρόβλεπτος πολλές φορές στη συμπεριφορά του. Υπερβολικός στις αντιδράσεις του. Αληθινός στις σχέσεις του, με μπέσα στον λόγο του. Το «ναι» του ήταν «ναι» και το «όχι» ποτέ δεν ήταν «ίσως» ή «σχεδόν». Λάτρης του φαγητού και του κρασιού, της μουσικής και του τραγουδιού (πάντα μινόρε), του γλεντιού και του απτάλικου χορού, της καλής παρέας (αλλά και της μοναξιάς) και … των αλόγων. Σε αντίθεση με τη βαριά εξωτερική κοψιά, με λεπτά αισθήματα και ιδιαίτερες ευαισθησίες. Αφιλοχρήματος και γενναιόδωρος σε κάθε έκφανση της ζωής του. Από τις παρέες, όπου δεν υπήρχε περίπτωση να μην κεράσει αυτός, μέχρι την αφειδώλευτη βοήθεια στους νέους συναδέλφους του, βοήθεια που εκφραζόταν με δανεισμό βιβλίων, με συζήτηση και παροχή έγκυρων πάντα συμβουλών, με χορήγηση υποδειγμάτων για δικόγραφα, διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή. Ανοιχτοχέρης σχεδόν στα πάντα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν από τους ελάχιστους παλιούς δικηγόρους των Γιαννιτσών, που δεν έκανε περιουσία, παρά τον μεγάλο όγκο υποθέσεων που χειρίστηκε. Οι μη έχοντες και αναγκεμένοι τού έδιναν ό,τι μπορούσαν!
Και πάνω απ’ όλα έντιμος. «Οι Θαλασσοχωρίτες είχαν χίλιες γνώμες για το ίδιο πράμα· για το Μήτρο μια γνώμη είχαν· ο Μήτρος είναι παλληκάρι!», γράφει ο Κωστής Παλαμάς στον «Θάνατο παλληκαριού». Παραφράζοντάς τον, άνετα θα μπορούσε να πει κανείς: «Οι Γιαννιτσιώτες είχαν χίλιες γνώμες για το ίδιο πράμα· για τον Σαββόπουλο μια γνώμη είχαν· ο Διαμαντής είναι έντιμος άνθρωπος!». Μ εντιμότητα πορεύτηκε σε όλη του τη ζωή, με εντιμότητα άσκησε τη δικηγορία.
Δεν είναι βέβαιο αν αγάπησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το υπηρέτησε όμως με συνέπεια και απαράμιλλο ήθος. Με πάθος για την υπεράσπιση των αδικημένων και την επικράτηση της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Με σεβασμό στη δικαστική εξουσία, με ευπρέπεια προς τους συναδέλφους του και ευγένεια στους δικαστικούς υπαλλήλους, χωρίς όμως να διστάσει να συγκρουστεί με αυθαιρετούντες δικαστές και με παρεκτρεπόμενους δικηγόρους, υπερασπιζόμενος την αξιοπρέπεια του δικηγορικού λειτουργήματος. Χειρίστηκε με επιτυχία εκατοντάδες υποθέσεις. Του εμπιστεύθηκαν την τιμή, την περιουσία, τη ζωή τους, χιλιάδες άνθρωποι. Κι αυτό έγινε, χωρίς καμιά δική του προσπάθεια, διαφήμιση, αυτοπροβολή. Ήξεραν ότι, όταν αναθέτουν την υπόθεσή τους στον Σαββόπουλο, αυτός θα τη χειριστεί με τιμιότητα και ανιδιοτέλεια, ότι δεν θα φοβηθεί να τα βάλει με ισχυρούς και μεγάλα συμφέροντα, ότι θα εξαντλήσει κάθε νόμιμο μέσο για τη δικαίωσή τους. Και κάτι ακόμη βέβαια: ότι θα αντιμετωπίσει την κάθε υπόθεση με σοβαρότητα και επιστημονική επάρκεια. Επάρκεια που οφειλόταν στη συστηματική μελέτη της θεωρίας και της νομολογίας, την πολύχρονη εμπειρία, το κριτικό πνεύμα και τη βαθιά και ουσιαστική γνώση όλων σχεδόν των κλάδων του δικαίου. Κι αυτό έγινε τόσο στις ιδιωτικές υποθέσεις που υπερασπίστηκε, όσο και σ’ αυτές που αφορούσαν ευρύτερα το δημόσιο συμφέρον, όπως την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (δίκες για τη σωτηρία των πηγών Αραβησσού), τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα (δίκες για κινητοποιήσεις αγροτών και εργαζομένων), την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών (δίκες για αφισοκολλήσεις και μοίρασμα προκηρύξεων), την ελευθεροτυπία (δίκη της τοπικής εφημερίδας «Αναγνώστης»).
Ο Διαμαντής Σαββόπουλος με τα σημερινά κριτήρια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί άνθρωπος σχεδόν ακοινώνητος: χωρίς δημόσιες σχέσεις, δίχως επαφές με ανθρώπους της εξουσίας, με συνειδητή παντελή απουσία από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περιφρονώντας τους τύπους, τις συμβάσεις και τις ψεύτικες ευγένειες. Δεν είχε σε καμιά σχεδόν εκτίμηση την οποιαδήποτε εξουσία και τα αξιώματα. «Τα αξιώματα έχουν τόση αξία», έλεγε συχνά, «όση είναι η αξία των προσώπων που τα υπηρετούν».
Αλλά βαθιά κοινωνικός με κριτήρια ουσιαστικά. Με λίγες αλλά δυνατές και μακροχρόνιες φιλίες. Έμπρακτα ευαίσθητος στη δυστυχία των συνανθρώπων του. Αφανής συμπαραστάτης σε κάθε έναν που είχε ανάγκη. Με νοιάξιμο για ό,τι συνέβαινε σε κάθε γωνιά της γης, αλλά και βαθιά απογοητευμένος για την πορεία της ανθρωπότητας. Πολιτικοποιημένος από τα νεανικά του χρόνια, πάντα στην προοδευτική πλευρά του πολιτικού χάρτη, δημοκράτης και αριστερός στην πράξη και όχι στα λόγια, με ανοιχτό μυαλό και κριτική συνείδηση, αλλά απομακρυσμένος νωρίς από τα κόμματα. Πολύ γρήγορα, άλλωστε, μέσα σε έξι σχεδόν μήνες, παραιτήθηκε από τη θέση του νομικού συμβούλου Τράπεζας, που του δόθηκε μετά τη νίκη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 1981 με κομματικά κριτήρια, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα και με τόσους άλλους. Πάντοτε το έφερε βαρέως που έστω και για λίγο συμβιβάστηκε αποδεχόμενος τη θέση αυτή.
Η κοινωνική διάσταση της προσωπικότητας του Διαμαντή Σαββόπουλου εκδηλώθηκε δημόσια και εξαιρετικά αποτελεσματικά κατά τα χρόνια που διετέλεσε Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Γιαννιτσών. Δεν είναι μόνο ότι ουσιαστικά αυτός έστησε και οργάνωσε τον Σύλλογο. Ότι ενίσχυσε τη συλλογική του λειτουργία και φρόντισε για τη διαρκή επιμόρφωση των μελών του με τη διοργάνωση σεμιναρίων και τη δημιουργία σημαντικής νομικής βιβλιοθήκης. Ούτε ότι καθιέρωσε θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας για τους δικηγόρους του Συλλόγου και κοινά ταμεία αλληλεγγύης μεταξύ των δικηγόρων και ενίσχυσης κυρίως των νέων νομικών, παρά τις ισχυρές αντιστάσεις που αντιμετώπισε. Επί δικής του κυρίως προεδρίας ο Δικηγορικός Σύλλογος έπαψε να είναι ένα απλό επαγγελματικό σωματείο, μια κλειστή συντεχνία. Ανοίχτηκε στην κοινωνία, με παρεμβάσεις σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, με εκδηλώσεις για τη λειτουργία των θεσμών, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εθνικά θέματα, με εξωστρεφείς και κοινωνικά χρήσιμες δραστηριότητες. Άλλωστε ο ίδιος ήταν πολύ περισσότερο άνθρωπος της πράξης και όχι της θεωρίας. Ανάμεσα στα τόσα, αξίζει να μνημονευθούν η υλική βοήθεια και ηθική συμπαράσταση στον σερβικό λαό τον καιρό της δοκιμασίας του (πρώτος και μόνος ελληνικός Δικηγορικός Σύλλογος) και η αδελφοποίηση με τον κυπριακό Δικηγορικό Σύλλογο Αμμοχώστου. Έτσι ο Δικηγορικός Σύλλογος Γιαννιτσών αναδείχτηκε σε σημαντικό θεσμό της τοπικής κοινωνίας, με αναγνωρισμένο κύρος και αξιοπιστία.
Πολλές ασθένειες και κινητικά προβλήματα περιόρισαν τον Διαμαντή Σαββόπουλο τα τελευταία χρόνια στο σπίτι. Η σύντροφος στη ζωή και σύζυγός του ήταν δίπλα του μέχρι το τέλος, πολύτιμη παρουσία και βοήθεια. Ώσπου ήρθε, σχεδόν λυτρωτικό, το τέλος, στις 12 Αυγούστου 2024, στα εβδομήντα τέσσερά του χρόνια. Η μνήμη του όμως σε κάθε άνθρωπο που τον γνώρισε και κυρίως στα παιδιά και τη σύζυγό του θα μένει για πάντα ζωντανή.
Θέμης Αχτσιόγλου
Χρήστος Σαχπατζίδης
Χρήστος Σαχπατζίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου