Γιάννης Μυλόπουλος: “Η λειψυδρία είναι ανθρωπογενής και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν… θεομηνία. Οι λίμνες, τα ποτάμια και οι υδροφορείς που στεγνώνουν χρειάζονται άμεσα πολιτικές πρωτοβουλίες, λήψη μέτρων και σχεδιασμό έργων από την περιφέρεια Κ. Μακεδονίας».
Η λειψυδρία που πλήττει φέτος ολόκληρη τη χώρα, μη εξαιρούμενων περιοχών της Κ. Μακεδονίας, με αιχμή την Χαλκιδική με τη μεγάλη ζήτηση λόγω τουρισμού και με κορυφαία θύματα τις λίμνες Κορώνεια, Πικρολίμνη, Δοϊράνη και Κερκίνη που στεγνώνουν, παρουσιάζεται σαν σύμπτωμα της ανομβρίας, που είναι το αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης.
Η λειψυδρία που πλήττει φέτος ολόκληρη τη χώρα, μη εξαιρούμενων περιοχών της Κ. Μακεδονίας, με αιχμή την Χαλκιδική με τη μεγάλη ζήτηση λόγω τουρισμού και με κορυφαία θύματα τις λίμνες Κορώνεια, Πικρολίμνη, Δοϊράνη και Κερκίνη που στεγνώνουν, παρουσιάζεται σαν σύμπτωμα της ανομβρίας, που είναι το αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης.
Παρουσιάζεται, δηλαδή, ως εάν να οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας.
Αυτό, όμως, είναι μια βολική υπεκφυγή, καθώς παρουσιάζει τη μια, μόνο, όψη της αλήθειας.
Η άλλη όψη είναι ότι, επειδή η κλιματική κρίση είναι ανθρωπογενής, οι συνέπειές της δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται σαν… θεομηνίες.
Η λειψυδρία, άλλωστε, είναι αποτέλεσμα δύο αιτίων: Της έλλειψης νερού αφενός και της αυξημένης ζήτησης, αφετέρου.
Υπάρχουν, επομένως, συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες που πρέπει άμεσα να αναληφθούν, συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν και συγκεκριμένα έργα που πρέπει να σχεδιαστούν για την αντιμετώπισή της.
Ο επικεφαλής της παράταξης, καθηγητής του Τομέα Υδραυλικής & Τεχνικής Περιβάλλοντος στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ Γιάννης Μυλόπουλος, δήλωσε σχετικά:
«Για τη λειψυδρία δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες υπεκφυγές και καθυστερήσεις. Είναι η ώρα των αποφάσεων και των έργων.
Πρώτη προτεραιότητα είναι η λήψη μέτρων για τον εμπλουτισμό των φυσικών δεξαμενών του νερού, των υπόγειων υδροφορέων.
Ένας στόχος που για να επιτευχθεί, πρέπει να ακολουθηθεί μια αυστηρή πολιτική άμεσης αναδάσωσης των καμένων περιοχών.
Καθώς στην ύπαρξη των δασών και της βλάστησης οφείλεται ο εμπλουτισμός των φυσικών δεξαμενών του νερού.
Όταν μειώνονται τα δάση, μειώνεται και η ικανότητα του εδάφους να διηθήσει το έστω και λιγότερο σήμερα νερό της βροχής και του χιονιού, προκειμένου να εμπλουτιστούν οι υδροφορείς.
Καμία «πράσινη» τεχνολογία που καταστρέφει με τις βιομηχανικού μεγέθους ανεμογεννήτριες και με τα εκτεταμένα φωτοβολταϊκά πάρκα το πραγματικό πράσινο της φύσης, δεν συνιστά βιώσιμη πολιτική.
Δεύτερη προτεραιότητα είναι η άμεση αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου.
Δεν την αντέχει η Κ. Μακεδονία την αγροτική ανάπτυξη των υδροβόρων καλλιεργειών.
Όπως, επίσης, δεν την αντέχει η άνυδρη Χαλκιδική τη βιομηχανία του υπερτουρισμού τα καλοκαίρια.
Διότι δεν είναι βιώσιμη η ανάπτυξη που στηρίζεται αποκλειστικά σε βραχυχρόνιους κερδοσκοπικούς σχεδιασμούς και όχι στη φέρουσα ικανότητα της φύσης, στα διαθέσιμα, δηλαδή, υδατικά αποθέματα.
Αλλά και σε καθαρά τεχνολογικό επίπεδο υπάρχουν μια σειρά από μέτρα και έργα που μπορούν να βελτιώσουν τη μεγάλη απειλή της λειψυδρίας. Ειδικά στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης, που καταναλώνει το 85% του νερού ετησίως.
Ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών δικτύων στην περιφέρεια, με τη δραστική μείωση των απωλειών νερού που φτάνουν το 40 – 50% και η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων μικροάρδευσης, τοπικής άρδευσης και άρδευσης με σταγόνες, θα δώσει μια μεγάλη ανάσα στην υπόθεση της εξοικονόμησης νερού. Μια και αφορά στον μεγάλο καταναλωτή νερού, στη γεωργία.
Μια επένδυση που μπορεί αρχικά να φαίνεται δαπανηρή, αν συνυπολογιστεί όμως το όφελος σε διαθέσιμο νερό, θα αποδειχθεί τελικά άκρως συμφέρουσα.
Τέλος, τεράστιο πεδίο υπάρχει και στο αυτονόητο επίπεδο του εκσυγχρονισμού και της προσαρμογής στις νέες συνθήκες των συστημάτων εκταμίευσης, συλλογής και αποθήκευσης νερού για άρδευση και για ύδρευση.
Η περιφερειακή αυτοδιοίκηση, που έχει άμεσο ενδιαφέρον για το περιβάλλον και την ανάπτυξη στην περιφέρεια, είναι το ιδανικό διοικητικό επίπεδο για ανάληψη άμεσης και αποτελεσματικής δράσης.
Δεν είναι δυνατόν για τις λίμνες, για παράδειγμα, να αποφασίζει το κεντρικό υπουργείο Περιβάλλοντος από την Αθήνα, σύμφωνα με τον σχετικό νόμο Χατζηδάκη.
Η λειψυδρία δεν είναι… θεομηνία.
Είναι απολύτως ανθρωπογενής. Και συνεπώς είναι ευθύνη κράτους και αυτοδιοίκησης να αναλάβουν άμεσα δράση και να αφήσουν στην άκρη τις υπεκφυγές».
Αυτό, όμως, είναι μια βολική υπεκφυγή, καθώς παρουσιάζει τη μια, μόνο, όψη της αλήθειας.
Η άλλη όψη είναι ότι, επειδή η κλιματική κρίση είναι ανθρωπογενής, οι συνέπειές της δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται σαν… θεομηνίες.
Η λειψυδρία, άλλωστε, είναι αποτέλεσμα δύο αιτίων: Της έλλειψης νερού αφενός και της αυξημένης ζήτησης, αφετέρου.
Υπάρχουν, επομένως, συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες που πρέπει άμεσα να αναληφθούν, συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν και συγκεκριμένα έργα που πρέπει να σχεδιαστούν για την αντιμετώπισή της.
Ο επικεφαλής της παράταξης, καθηγητής του Τομέα Υδραυλικής & Τεχνικής Περιβάλλοντος στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ Γιάννης Μυλόπουλος, δήλωσε σχετικά:
«Για τη λειψυδρία δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες υπεκφυγές και καθυστερήσεις. Είναι η ώρα των αποφάσεων και των έργων.
Πρώτη προτεραιότητα είναι η λήψη μέτρων για τον εμπλουτισμό των φυσικών δεξαμενών του νερού, των υπόγειων υδροφορέων.
Ένας στόχος που για να επιτευχθεί, πρέπει να ακολουθηθεί μια αυστηρή πολιτική άμεσης αναδάσωσης των καμένων περιοχών.
Καθώς στην ύπαρξη των δασών και της βλάστησης οφείλεται ο εμπλουτισμός των φυσικών δεξαμενών του νερού.
Όταν μειώνονται τα δάση, μειώνεται και η ικανότητα του εδάφους να διηθήσει το έστω και λιγότερο σήμερα νερό της βροχής και του χιονιού, προκειμένου να εμπλουτιστούν οι υδροφορείς.
Καμία «πράσινη» τεχνολογία που καταστρέφει με τις βιομηχανικού μεγέθους ανεμογεννήτριες και με τα εκτεταμένα φωτοβολταϊκά πάρκα το πραγματικό πράσινο της φύσης, δεν συνιστά βιώσιμη πολιτική.
Δεύτερη προτεραιότητα είναι η άμεση αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου.
Δεν την αντέχει η Κ. Μακεδονία την αγροτική ανάπτυξη των υδροβόρων καλλιεργειών.
Όπως, επίσης, δεν την αντέχει η άνυδρη Χαλκιδική τη βιομηχανία του υπερτουρισμού τα καλοκαίρια.
Διότι δεν είναι βιώσιμη η ανάπτυξη που στηρίζεται αποκλειστικά σε βραχυχρόνιους κερδοσκοπικούς σχεδιασμούς και όχι στη φέρουσα ικανότητα της φύσης, στα διαθέσιμα, δηλαδή, υδατικά αποθέματα.
Αλλά και σε καθαρά τεχνολογικό επίπεδο υπάρχουν μια σειρά από μέτρα και έργα που μπορούν να βελτιώσουν τη μεγάλη απειλή της λειψυδρίας. Ειδικά στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης, που καταναλώνει το 85% του νερού ετησίως.
Ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών δικτύων στην περιφέρεια, με τη δραστική μείωση των απωλειών νερού που φτάνουν το 40 – 50% και η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων μικροάρδευσης, τοπικής άρδευσης και άρδευσης με σταγόνες, θα δώσει μια μεγάλη ανάσα στην υπόθεση της εξοικονόμησης νερού. Μια και αφορά στον μεγάλο καταναλωτή νερού, στη γεωργία.
Μια επένδυση που μπορεί αρχικά να φαίνεται δαπανηρή, αν συνυπολογιστεί όμως το όφελος σε διαθέσιμο νερό, θα αποδειχθεί τελικά άκρως συμφέρουσα.
Τέλος, τεράστιο πεδίο υπάρχει και στο αυτονόητο επίπεδο του εκσυγχρονισμού και της προσαρμογής στις νέες συνθήκες των συστημάτων εκταμίευσης, συλλογής και αποθήκευσης νερού για άρδευση και για ύδρευση.
Η περιφερειακή αυτοδιοίκηση, που έχει άμεσο ενδιαφέρον για το περιβάλλον και την ανάπτυξη στην περιφέρεια, είναι το ιδανικό διοικητικό επίπεδο για ανάληψη άμεσης και αποτελεσματικής δράσης.
Δεν είναι δυνατόν για τις λίμνες, για παράδειγμα, να αποφασίζει το κεντρικό υπουργείο Περιβάλλοντος από την Αθήνα, σύμφωνα με τον σχετικό νόμο Χατζηδάκη.
Η λειψυδρία δεν είναι… θεομηνία.
Είναι απολύτως ανθρωπογενής. Και συνεπώς είναι ευθύνη κράτους και αυτοδιοίκησης να αναλάβουν άμεσα δράση και να αφήσουν στην άκρη τις υπεκφυγές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου