Στο χρέος-φάντασμα αναφέρεται σε πρόσφατο δημοσίευμά του το Bloomberg, στο «σκιώδες» ή μη χρηματοδοτούμενο χρέος αναφέρεται στο βιβλίο του «Οι δέκα υπεραπειλές για το μέλλον μας και πώς να τις αντιμετωπίσουμε» ο Νουριέλ Ρουμπινί. Δύο διαφορετικά είδη χρέους που απειλούν να «προστεθούν» στο ήδη καταγεγραμμένο και μέχρι στιγμής εξυπηρετούμενο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και να «σκάσουν» -βραχυπρόθεσμα το μεν, μακροπρόθεσμα το δε- δημιουργώντας εκρηκτικές καταστάσεις.
Τι είναι το χρέος-«φάντασμα» στο οποίο αναφέρεται το Bloomberg; Πρόκειται για χρέος που συσσωρεύουν τα νοικοκυριά πραγματοποιώντας αγορές μέσω των πλατφορμών «Αγοράστε τώρα – πληρώστε αργότερα», οι οποίες έγιναν πολύ δημοφιλείς στη διάρκεια της πανδημίας αλλά και μετά. Το χρέος αυτό δεν καταγράφεται στο ιδιωτικό χρέος (χρέος των νοικοκυριών) και έτσι δίνει εσφαλμένη εντύπωση για το πραγματικό του ύψος, δηλαδή για τον βαθμό υπερχρέωσης των νοικοκυριών και επομένως για τον πραγματικό κίνδυνο χρεοκοπίας του πιο ευάλωτου τμήματός τους.
Το Bloomberg διαπιστώνει επίσης ότι η Generation Z χαρακτηρίζεται από υψηλότερα επίπεδα χρέους και «παραβατικότητας» σε σχέση με την κουλτούρα αγορών, δηλαδή από αλόγιστη ανάληψη ρίσκου όσον αφορά τη χρήση σειράς πιστωτικών προϊόντων (πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά δάνεια, φοιτητικά δάνεια) σε σχέση με τη γενιά των millennials. Ο αρθρογράφος του πρακτορείου Jonathan Levin αποδίδει αυτή τη ροπή προς την «παραβατικότητα» στην αίσθηση αδικίας που έχουν οι νέοι και οι νέοι ενήλικες για το γεγονός ότι το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης των ΗΠΑ «αφήνει πολλούς πίσω, ιδιαίτερα νεαρούς ενήλικες».
Μια άλλη πηγή μη καταγεγραμμένου χρέους αφορά τις επενδύσεις στα ακίνητα και δη τα εμπορικά ακίνητα και σχετίζεται με το «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα.
Ακάλυπτες απειλές
Αν το χρέος-«φάντασμα» στο οποίο αναφερθήκαμε πριν είναι μια βραχυμεσοπρόθεσμη απειλή (μπορεί να «σκάσει» την επόμενη 3ετία-5ετία), το μη χρηματοδοτούμενο χρέος στο οποίο αναφέρεται ο Ρουμπινί είναι μια μεσομακροπρόθεσμη απειλή, που τοποθετείται στο τέλος της δεκαετίας και μετά. Πρόκειται για «ακάλυπτες» δαπάνες που, όταν προκύψουν, θα βαρύνουν το δημόσιο χρέος, δηλαδή θα καλυφθούν με δανεισμό – ή θα μείνουν ακάλυπτες, προκαλώντας άλλου τύπου σοβαρές συνέπειες, οικονομικές και όχι μόνο. Για ποιες κατηγορίες δαπανών μιλάμε; Βασικά για δύο:
Πρώτον, τις δαπάνες για να καλυφθούν τα κενά χρηματοδότησης των ασφαλιστικών συστημάτων. Αυτή τη στιγμή και την επόμενη πενταετία δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα – τουλάχιστον όχι με σοβαρή διάσταση. Ωστόσο, η δημογραφική κρίση και η εξαιτίας αυτής συνεχής επιδείνωση της αναλογίας μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων αναπόφευκτα θα φέρει τη στιγμή που το ασφαλιστικό σύστημα δεν θα μπορεί να επιβιώσει. Ενας δεύτερος παράγοντας -πέραν της δημογραφικής γήρανσης- που αναμένεται να επιδεινώσει τη σχέση εργαζομένων και συνταξιούχων είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη, η οποία, σε αντίθεση με παλιότερες επιστημονικές επαναστάσεις, εκτιμάται ότι συνολικά θα έχει αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά τις θέσεις εργασίας (θα χαθούν περισσότερες απ’ όσες θα ανοίξουν). Το αποτέλεσμα θα είναι διπλό: μεγάλου ύψους ακάλυπτες συνταξιοδοτικές δαπάνες, που για μια περίοδο τουλάχιστον θα βαρύνουν το δημόσιο χρέος, και ταυτόχρονα μια συζήτηση για περικοπές, αύξηση ορίων ηλικίας κ.λπ.
Δεύτερον, τις δαπάνες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, των συνεπειών της και της «πράσινης μετάβασης». Είναι τρεις διαφορετικές υποκατηγορίες δαπανών, όλες πολύ μεγάλου ύψους και «ακάλυπτες» με βάση τα σημερινά δεδομένα. Οπως και αν αντιμετωπιστούν -εκτός αν δεν αντιμετωπιστούν καθόλου, οπότε θα υπάρξουν τραγικές συνέπειες- θα καταλήξουν σαν επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
α. Για την αντιμετώπιση (περιορισμός των συνεπειών) της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να υπάρξουν μεγάλου ύψους δαπάνες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο: από έργα υποδομής σε εθνικό επίπεδο μέχρι χρηματοδότηση του παγκόσμιου Νότου.
β. Εργα για την αντιμετώπιση των συνεπειών (φυσικές καταστροφές από ακραία καιρικά φαινόμενα, τις συνέπειες της ξηρασίας και της ερημοποίησης κ.λπ.).
γ. Χρηματοδότηση της «πράσινης» μετάβασης: αυτή η υπόθεση απαιτεί τρισεκατομμύρια δολάρια (ή ευρώ). Ο ιδιωτικός τομέας είναι αδύνατον να καλύψει αυτές τις δαπάνες, αφού οι επενδύσεις του περιορίζονται από το «ζητούμενο» της κερδοφορίας – και μάλιστα της βραχυπρόθεσμης. Θα πρέπει ο δημόσιος τομέας να κάνει μεγάλου ύψους δαπάνες. Είτε πρόκειται για δαπάνες του προϋπολογισμού (κίνητρα, επιδοτήσεις κ.λπ.) είτε για δανεισμό (ευρωομολόγο για την «πράσινη μετάβαση»), όλα καταλήγουν σε επιβάρυνση του χρέους.
Σε τι ύψος κυμαίνεται αυτό το κρυφό χρέος των μη χρηματοδοτούμενων δαπανών; Ο Ρουμπινί εκτιμά ότι είναι στο ίδιο ύψος με το καταγεγραμμένο δημόσιο χρέος! Αν τώρα αθροίσουμε τους τρεις κινδύνους, του καταγεγραμμένου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, του χρέους-«φαντάσματος» και του κρυφού χρέους των μη χρηματοδοτούμενων δαπανών, τότε καταλήγουμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η «βόμβα» του συνολικού χρέους έχει πυροδοτηθεί – και ακούγεται ήδη το τικ-τακ…
Πάνος Κοσμάς
Πηγή: efsyn.gr
Το Bloomberg διαπιστώνει επίσης ότι η Generation Z χαρακτηρίζεται από υψηλότερα επίπεδα χρέους και «παραβατικότητας» σε σχέση με την κουλτούρα αγορών, δηλαδή από αλόγιστη ανάληψη ρίσκου όσον αφορά τη χρήση σειράς πιστωτικών προϊόντων (πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά δάνεια, φοιτητικά δάνεια) σε σχέση με τη γενιά των millennials. Ο αρθρογράφος του πρακτορείου Jonathan Levin αποδίδει αυτή τη ροπή προς την «παραβατικότητα» στην αίσθηση αδικίας που έχουν οι νέοι και οι νέοι ενήλικες για το γεγονός ότι το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης των ΗΠΑ «αφήνει πολλούς πίσω, ιδιαίτερα νεαρούς ενήλικες».
Μια άλλη πηγή μη καταγεγραμμένου χρέους αφορά τις επενδύσεις στα ακίνητα και δη τα εμπορικά ακίνητα και σχετίζεται με το «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα.
Ακάλυπτες απειλές
Αν το χρέος-«φάντασμα» στο οποίο αναφερθήκαμε πριν είναι μια βραχυμεσοπρόθεσμη απειλή (μπορεί να «σκάσει» την επόμενη 3ετία-5ετία), το μη χρηματοδοτούμενο χρέος στο οποίο αναφέρεται ο Ρουμπινί είναι μια μεσομακροπρόθεσμη απειλή, που τοποθετείται στο τέλος της δεκαετίας και μετά. Πρόκειται για «ακάλυπτες» δαπάνες που, όταν προκύψουν, θα βαρύνουν το δημόσιο χρέος, δηλαδή θα καλυφθούν με δανεισμό – ή θα μείνουν ακάλυπτες, προκαλώντας άλλου τύπου σοβαρές συνέπειες, οικονομικές και όχι μόνο. Για ποιες κατηγορίες δαπανών μιλάμε; Βασικά για δύο:
Πρώτον, τις δαπάνες για να καλυφθούν τα κενά χρηματοδότησης των ασφαλιστικών συστημάτων. Αυτή τη στιγμή και την επόμενη πενταετία δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα – τουλάχιστον όχι με σοβαρή διάσταση. Ωστόσο, η δημογραφική κρίση και η εξαιτίας αυτής συνεχής επιδείνωση της αναλογίας μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων αναπόφευκτα θα φέρει τη στιγμή που το ασφαλιστικό σύστημα δεν θα μπορεί να επιβιώσει. Ενας δεύτερος παράγοντας -πέραν της δημογραφικής γήρανσης- που αναμένεται να επιδεινώσει τη σχέση εργαζομένων και συνταξιούχων είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη, η οποία, σε αντίθεση με παλιότερες επιστημονικές επαναστάσεις, εκτιμάται ότι συνολικά θα έχει αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά τις θέσεις εργασίας (θα χαθούν περισσότερες απ’ όσες θα ανοίξουν). Το αποτέλεσμα θα είναι διπλό: μεγάλου ύψους ακάλυπτες συνταξιοδοτικές δαπάνες, που για μια περίοδο τουλάχιστον θα βαρύνουν το δημόσιο χρέος, και ταυτόχρονα μια συζήτηση για περικοπές, αύξηση ορίων ηλικίας κ.λπ.
Δεύτερον, τις δαπάνες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, των συνεπειών της και της «πράσινης μετάβασης». Είναι τρεις διαφορετικές υποκατηγορίες δαπανών, όλες πολύ μεγάλου ύψους και «ακάλυπτες» με βάση τα σημερινά δεδομένα. Οπως και αν αντιμετωπιστούν -εκτός αν δεν αντιμετωπιστούν καθόλου, οπότε θα υπάρξουν τραγικές συνέπειες- θα καταλήξουν σαν επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
α. Για την αντιμετώπιση (περιορισμός των συνεπειών) της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να υπάρξουν μεγάλου ύψους δαπάνες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο: από έργα υποδομής σε εθνικό επίπεδο μέχρι χρηματοδότηση του παγκόσμιου Νότου.
β. Εργα για την αντιμετώπιση των συνεπειών (φυσικές καταστροφές από ακραία καιρικά φαινόμενα, τις συνέπειες της ξηρασίας και της ερημοποίησης κ.λπ.).
γ. Χρηματοδότηση της «πράσινης» μετάβασης: αυτή η υπόθεση απαιτεί τρισεκατομμύρια δολάρια (ή ευρώ). Ο ιδιωτικός τομέας είναι αδύνατον να καλύψει αυτές τις δαπάνες, αφού οι επενδύσεις του περιορίζονται από το «ζητούμενο» της κερδοφορίας – και μάλιστα της βραχυπρόθεσμης. Θα πρέπει ο δημόσιος τομέας να κάνει μεγάλου ύψους δαπάνες. Είτε πρόκειται για δαπάνες του προϋπολογισμού (κίνητρα, επιδοτήσεις κ.λπ.) είτε για δανεισμό (ευρωομολόγο για την «πράσινη μετάβαση»), όλα καταλήγουν σε επιβάρυνση του χρέους.
Σε τι ύψος κυμαίνεται αυτό το κρυφό χρέος των μη χρηματοδοτούμενων δαπανών; Ο Ρουμπινί εκτιμά ότι είναι στο ίδιο ύψος με το καταγεγραμμένο δημόσιο χρέος! Αν τώρα αθροίσουμε τους τρεις κινδύνους, του καταγεγραμμένου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, του χρέους-«φαντάσματος» και του κρυφού χρέους των μη χρηματοδοτούμενων δαπανών, τότε καταλήγουμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η «βόμβα» του συνολικού χρέους έχει πυροδοτηθεί – και ακούγεται ήδη το τικ-τακ…
Πάνος Κοσμάς
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου