«Διορθώσατε τα γραπτά;» είναι μια ερώτηση που δέχομαι από τους φοιτητές στις περιόδους των εξετάσεων. Το σκέφτομαι πάντα. Διορθώνω; Αυτή η λέξη δεν προϋποθέτει κάποια πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα; Δεν προϋποθέτει το λάθος; Δεν προϋποθέτει την εξουσία αυτού που κρίνει; Που κρίνει τι είναι λάθος; Και την αποδοχή από την άλλη πλευρά; Την αποδοχή της εξουσίας του διορθωτή; Τι είναι το λάθος, τέλος πάντων;
Συνηθίζω να λέω στους πρωτοετείς στο πρώτο μάθημα κάθε χρόνο τρία πράγματα: Πρώτο, να ξεμάθουν για να μάθουν, δεύτερο, να αμφισβητούν ακόμα κι εμένα και, τρίτο, να αλλάξουν στάση απέναντι στο λάθος.
Το λάθος, υποστηρίζω, πρώτα πρώτα δεν είναι κάτι που πρέπει να τιμωρείται, αλλά να είναι αφορμή για αναζήτηση, προβληματισμό, διάλογο. Επειτα τίθεται το ζήτημα ποιος κρίνει το λάθος και το σωστό και με ποια κριτήρια. Ιδιαίτερα σε θέματα που δύσκολα ξεχωρίζεις το αντικειμενικό από το υποκειμενικό. Σε θέματα που εμπλέκουν ιδεολογικές τοποθετήσεις και άπτονται της γνώμης.
Στην εκπαίδευση, οποιασδήποτε μορφής, η έννοια του λάθους μπορεί να καταστεί όχι μόνον εργαλείο χειραγώγησης και ιδεολογικής εγχάραξης αλλά και μηχανισμός επιτήρησης και τιμωρίας. Μπορεί ο εκάστοτε εκπαιδευτής και εξουσιάζων να επιβάλει τη δική του άποψη για το λάθος και το σωστό, μόνο και μόνο από τη θέση ισχύος την οποία κατέχει. Από την άλλη, η τιμωρία για το υποτιθέμενο λάθος μπορεί ως τραυματική πράξη να οδηγήσει τον τιμωρούμενο όχι στη «διόρθωση» αλλά στην απόρριψη της ίδιας της διαδικασίας της μάθησης.
Η ιδιότητα του διορθωτή, ακόμα ακόμα και αυτή του εξεταστή, εμπεριέχει από μόνη της την εξουσιαστική διάσταση. Αυτή η ιδιότητα ή ο ρόλος δίνει σ’ αυτόν που τον κατέχει το δικαίωμα όχι μόνο να επιβάλει τη δική του άποψη περί σωστού ή λάθους, αλλά και στη συνέχεια να επιδιώξει τη συμμόρφωση εκείνου που κατά τη γνώμη του έλαθε, προς τας υποδείξεις.
Δεν μιλάμε φυσικά για αντικειμενικά δεδομένα, όπως χρονολογίες μαχών, ονόματα αυτοκρατόρων κ.λπ. αλλά για ερωτήσεις κρίσης, όπως λέμε. Εκεί ο διορθωτής, ιδίως, όταν καλείται να εφαρμόσει οδηγίες άνωθεν, θα επιβάλει ως σωστό αυτό που η ανώτερη αρχή έχει υιοθετήσει σαν τέτοιο.
Το καλύτερο αντίδοτο στη διόρθωση είναι ο διάλογος. Ο διάλογος, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει γραπτά. Προϋποθέτει τη φυσική παρουσία και τη ζωντανή συζήτηση. Κι αυτός ο διάλογος να είναι ανοιχτός και ακυρωτικός, όσο γίνεται, της εξουσιαστικής σχέσης. Ετσι, η έννοια του λάθους μπορεί να εξοριστεί από τη διαδικασία της εξέτασης. Ιδιαίτερα εάν ο εξετάζων, ακόμα και σ’ αυτό το πλαίσιο, υιοθετήσει τη μαιευτική μέθοδο. Να αυτοεξεταστεί κι αυτός εξετάζων και να μάθει να αναγνωρίζει και τα δικά του λάθη στον τρόπο που διδάσκει.
Τι είναι το λάθος;
Βασίλης Νιτσιάκος - Καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Πηγή: efsyn.gr
Το λάθος, υποστηρίζω, πρώτα πρώτα δεν είναι κάτι που πρέπει να τιμωρείται, αλλά να είναι αφορμή για αναζήτηση, προβληματισμό, διάλογο. Επειτα τίθεται το ζήτημα ποιος κρίνει το λάθος και το σωστό και με ποια κριτήρια. Ιδιαίτερα σε θέματα που δύσκολα ξεχωρίζεις το αντικειμενικό από το υποκειμενικό. Σε θέματα που εμπλέκουν ιδεολογικές τοποθετήσεις και άπτονται της γνώμης.
Στην εκπαίδευση, οποιασδήποτε μορφής, η έννοια του λάθους μπορεί να καταστεί όχι μόνον εργαλείο χειραγώγησης και ιδεολογικής εγχάραξης αλλά και μηχανισμός επιτήρησης και τιμωρίας. Μπορεί ο εκάστοτε εκπαιδευτής και εξουσιάζων να επιβάλει τη δική του άποψη για το λάθος και το σωστό, μόνο και μόνο από τη θέση ισχύος την οποία κατέχει. Από την άλλη, η τιμωρία για το υποτιθέμενο λάθος μπορεί ως τραυματική πράξη να οδηγήσει τον τιμωρούμενο όχι στη «διόρθωση» αλλά στην απόρριψη της ίδιας της διαδικασίας της μάθησης.
Η ιδιότητα του διορθωτή, ακόμα ακόμα και αυτή του εξεταστή, εμπεριέχει από μόνη της την εξουσιαστική διάσταση. Αυτή η ιδιότητα ή ο ρόλος δίνει σ’ αυτόν που τον κατέχει το δικαίωμα όχι μόνο να επιβάλει τη δική του άποψη περί σωστού ή λάθους, αλλά και στη συνέχεια να επιδιώξει τη συμμόρφωση εκείνου που κατά τη γνώμη του έλαθε, προς τας υποδείξεις.
Δεν μιλάμε φυσικά για αντικειμενικά δεδομένα, όπως χρονολογίες μαχών, ονόματα αυτοκρατόρων κ.λπ. αλλά για ερωτήσεις κρίσης, όπως λέμε. Εκεί ο διορθωτής, ιδίως, όταν καλείται να εφαρμόσει οδηγίες άνωθεν, θα επιβάλει ως σωστό αυτό που η ανώτερη αρχή έχει υιοθετήσει σαν τέτοιο.
Το καλύτερο αντίδοτο στη διόρθωση είναι ο διάλογος. Ο διάλογος, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει γραπτά. Προϋποθέτει τη φυσική παρουσία και τη ζωντανή συζήτηση. Κι αυτός ο διάλογος να είναι ανοιχτός και ακυρωτικός, όσο γίνεται, της εξουσιαστικής σχέσης. Ετσι, η έννοια του λάθους μπορεί να εξοριστεί από τη διαδικασία της εξέτασης. Ιδιαίτερα εάν ο εξετάζων, ακόμα και σ’ αυτό το πλαίσιο, υιοθετήσει τη μαιευτική μέθοδο. Να αυτοεξεταστεί κι αυτός εξετάζων και να μάθει να αναγνωρίζει και τα δικά του λάθη στον τρόπο που διδάσκει.
Τι είναι το λάθος;
Βασίλης Νιτσιάκος - Καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου