Ομολογία αποτυχίας η ανακοίνωση μέτρων από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο που έχουν ήδη… ανακοινωθεί αλλά δεν εφαρμόστηκαν. Αντιδράσεις μακριά από την ουσία εκτιμά η αντιπολίτευση.
“Ανακοινώστε τώρα κάποια μέτρα να εντυπωσιάσουμε και βλέπουμε…“. Αυτό φαίνεται πώς ήταν το πνεύμα της κυβερνητικής “απάντησης” που δόθηκε χθες μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου σε ένα ακόμη κρούσμα οπαδικής βίας που αυτήν τη φορά είχε ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό ενός αστυνομικού.
“Ανακοινώστε τώρα κάποια μέτρα να εντυπωσιάσουμε και βλέπουμε…“. Αυτό φαίνεται πώς ήταν το πνεύμα της κυβερνητικής “απάντησης” που δόθηκε χθες μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου σε ένα ακόμη κρούσμα οπαδικής βίας που αυτήν τη φορά είχε ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό ενός αστυνομικού.
Ο δίμηνος αποκλεισμός προσέλευσης των φιλάθλων στα γήπεδα ποδοσφαίρου, η επανάληψη μέτρων (κάμερες, ηλεκτρονικός έλεγχος) που υποτίθεται πως είχαν ήδη εφαρμοστεί φαίνεται είναι μέτρα, τα οποία από την αντιπολίτευση αποτιμώνται ως σαφή προσπάθεια εντυπωσιασμού. Όπως και ενισχυτικό της πεποίθησης πως το Μέγαρο Μαξίμου για πολλοστή φορά εστιάζει στην επικοινωνιακή διαχείριση της έκφρασης ενός σημαντικού κοινωνικού προβλήματος και όχι στην επίλυσή του.
Τα τέσσερα πολιτικά στοιχεία της κυβερνητικής αντίδρασης μπορούν να κωδικοποιηθούν στα εξής:
Πρώτο: Στην πραγματικότητα, η ανακοίνωση των συγκεκριμένων μέτρων συνιστούν ομολογία αποτυχίας διαχείρισης του προβλήματος της οπαδικής βίας. Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της 5ετούς θητείας της κυβέρνησης υπήρξαν δύο νεκροί (Άλκης Καμπανός, Μιχάλης Κατσουρής) και βέβαια η απόλυτη έκθεση του κρατικού μηχανισμού με την “εισβολή” των Κροατών “χουλιγκανς”. Αυτά σε μία χώρα που διαθέτει σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat μία αναλογία 508 αστυνομικών ανά 100.000 κατοίκους. Ένα δεδομένο που τη φέρνει ανάμεσα στις πρώτες 5 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σχέση κατασταλτικών μηχανισμών και κοινωνίας.
Δεύτερο: Η κυβέρνηση παρουσιάζει ως “πρόσθετο” μέτρο το αυτονόητο: Ότι δηλαδή η Δικαιοσύνη θα ερευνήσει την υπόθεση των γεγονότων στον Ρέντη. Μάλιστα ανακοίνωσε επισκέψεις κυβερνητικών κλιμακίων στον Άρειο Πάγο. Αναφέροντας πως “οι υπουργοί θα προσκομίσουν όλα τα στοιχεία που βρίσκονται στη διάθεση των αρχών“, σαν να μπορούσε να συμβεί και κάτι διαφορετικό. Μια κίνηση που δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο δώσει μία γενικευμένη αίσθηση “κυβερνητικής κινητοποίησης” δίχως όμως ουσία.
Τρίτο: Η κυβέρνηση επιλέγει τη θεσμική διαδικασία της έκδοσης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου για την εφαρμογή των μέτρων που αποφάσισε. Κίνηση που μπορεί να δικαιολογηθεί, ίσως, από τον έκτακτο χαρακτήρα τους. Από την άλλη όμως ουσιαστικά αποφεύγει μια πολιτική συζήτηση για το ζήτημα εντός του Κοινοβουλίου. Αφού είναι γνωστόν πως η διαδικασία της επικύρωσης μιας ΠΝΠ προβλέπει την συζήτησή της τρεις ή και περισσότερους μήνες αργότερα. Τότε δηλαδή που η κυβέρνηση ευελπιστεί να έχει “καταλαγιάσει” ο θόρυβος.
Τέταρτο: Ο μέσο – μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για την αντιμετώπιση του προβλήματος της οπαδικής βίας αν και αναφέρεται θεωρητικά στις διακηρύξεις επαφίεται στο… απώτερο μέλλον. Παρά το γεγονός πως άμεσα απαιτείται εμπλοκή του συνόλου του κρατικού μηχανισμού και ανάδειξη των ευθυνών όλων των πλευρών παραγόντων που εμπλέκονται με τον επαγγελματικό αθλητισμό.
Η αντιπολίτευση
Όπως ήταν αναμενόμενο, η κυβερνητική αντίδραση προκάλεσε τις επικρίσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης Με “κοινό τόπο” την καταγγελία της επιδίωξης του εντυπωσιασμού.
Υπάρχει θέμα βούλησης εκτιμά ο ΣΥΡΙΖΑ που σε ανακοίνωσή του επισημαίνει πως “η κυβέρνηση ούτε θέλει ούτε μπορεί να αντιμετωπίσει την οπαδική βία. Μόνο που αυτό το ακούμε ξανά και ξανά από κυβερνητικά χείλη, μετά από κάθε τραγικό περιστατικό δολοφονικής οπαδικής βίας που συμβαίνει επί των ημερών της κυβέρνησης της ΝΔ, και δυστυχώς τα περιστατικά αυτά είναι πολλά“. Στο ίδιο μήκος κύματος σε ανάρτησή του, ο Στέφανος Κασσελάκης μιλά για “τιμωρητική πολιτική παντού, χωρίς στόχευση και αποτέλεσμα“, επισημαίνοντας πως “το κλειδί για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας είναι ένα: πολιτική βούληση“.
“Η κυβέρνηση κλείνει για δύο μήνες τους αθλητικούς χώρους σε μια κίνηση εντυπωσιασμού, που πλήττει την πλειοψηφία των υγιών φιλάθλων και δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του” επισήμανε άμεσα το ΠΑΣΟΚ. Επαναφέροντας μάλιστα την πρότασή του ώστε “όσοι εμπλέκονται σε πράξεις οπαδικής βίας ή έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν για ανάλογα αδικήματα, να τους απαγορεύεται δια βίου η είσοδος σε αθλητικούς χώρους. Για να έχει επιτυχία το μέτρο θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλες οι σύγχρονες τεχνολογίες ταυτοποίησης, όπως σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη“,
Από την πλευρά του ΚΚΕ γίνεται λόγος για μία επανάληψη ανακοίνωσης μέτρων μακριά από την ουσία. Όπως σημειώνει σε ανακοίνωση του “εδώ και χρόνια ανακυκλώνονται τα ίδια ακριβώς μέτρα “αυστηροποίησης”, τα ιδιώνυμα αδικήματα, οι πρακτικές συλλογικής ευθύνης, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα, αφού δεν θίγεται ο πυρήνας του προβλήματος. Το μόνο που αλλάζει κάθε φορά είναι το “μενού” και η διάρκεια των μέτρων“. Το ΚΚΕ πως “καμία κυβέρνηση δεν τολμά και δεν θέλει να κόψει το νήμα που συνδέει τα επιχειρηματικά συμφέροντα με τον αθλητισμό, με τους “οπαδικούς στρατούς“, ακόμη και με τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό που κατά τ’ άλλα θα έπρεπε να προστατεύει τους αθλητικούς χώρους. Αντίθετα όλες οι κυβερνήσεις στηρίζουν τη σαπίλα του “αθλητισμού-εμπόρευμα” και της “ομάδας-επιχείρηση” με διάφορους τρόπους“.
Μόνος στόχος των μέτρων ο εντυπωσιασμός τονίζει η Νέα Αριστερά. Αντιπροτείνοντας μεταξύ άλλων “αυστηρές ποινές στις Αθλητικές ΑΕ, σε κάθε περίπτωση οπαδικής βίας. Συνεπώς απαιτούνται αλλαγές του θεσμικού πλαισίου που νομοθέτησε η ΝΔ το 2022” όπως και “ένα ολιστικό σχέδιο προληπτικών μέτρων που να περιλαμβάνει κίνητρα, δράσεις αλληλεγγύης, κοινωνική εργασία, απαγορεύσεις και διοικητικό μηχανισμό ελέγχου και εφαρμογής“.
Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Πηγή: news247.gr
Τα τέσσερα πολιτικά στοιχεία της κυβερνητικής αντίδρασης μπορούν να κωδικοποιηθούν στα εξής:
Πρώτο: Στην πραγματικότητα, η ανακοίνωση των συγκεκριμένων μέτρων συνιστούν ομολογία αποτυχίας διαχείρισης του προβλήματος της οπαδικής βίας. Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της 5ετούς θητείας της κυβέρνησης υπήρξαν δύο νεκροί (Άλκης Καμπανός, Μιχάλης Κατσουρής) και βέβαια η απόλυτη έκθεση του κρατικού μηχανισμού με την “εισβολή” των Κροατών “χουλιγκανς”. Αυτά σε μία χώρα που διαθέτει σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat μία αναλογία 508 αστυνομικών ανά 100.000 κατοίκους. Ένα δεδομένο που τη φέρνει ανάμεσα στις πρώτες 5 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σχέση κατασταλτικών μηχανισμών και κοινωνίας.
Δεύτερο: Η κυβέρνηση παρουσιάζει ως “πρόσθετο” μέτρο το αυτονόητο: Ότι δηλαδή η Δικαιοσύνη θα ερευνήσει την υπόθεση των γεγονότων στον Ρέντη. Μάλιστα ανακοίνωσε επισκέψεις κυβερνητικών κλιμακίων στον Άρειο Πάγο. Αναφέροντας πως “οι υπουργοί θα προσκομίσουν όλα τα στοιχεία που βρίσκονται στη διάθεση των αρχών“, σαν να μπορούσε να συμβεί και κάτι διαφορετικό. Μια κίνηση που δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο δώσει μία γενικευμένη αίσθηση “κυβερνητικής κινητοποίησης” δίχως όμως ουσία.
Τρίτο: Η κυβέρνηση επιλέγει τη θεσμική διαδικασία της έκδοσης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου για την εφαρμογή των μέτρων που αποφάσισε. Κίνηση που μπορεί να δικαιολογηθεί, ίσως, από τον έκτακτο χαρακτήρα τους. Από την άλλη όμως ουσιαστικά αποφεύγει μια πολιτική συζήτηση για το ζήτημα εντός του Κοινοβουλίου. Αφού είναι γνωστόν πως η διαδικασία της επικύρωσης μιας ΠΝΠ προβλέπει την συζήτησή της τρεις ή και περισσότερους μήνες αργότερα. Τότε δηλαδή που η κυβέρνηση ευελπιστεί να έχει “καταλαγιάσει” ο θόρυβος.
Τέταρτο: Ο μέσο – μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για την αντιμετώπιση του προβλήματος της οπαδικής βίας αν και αναφέρεται θεωρητικά στις διακηρύξεις επαφίεται στο… απώτερο μέλλον. Παρά το γεγονός πως άμεσα απαιτείται εμπλοκή του συνόλου του κρατικού μηχανισμού και ανάδειξη των ευθυνών όλων των πλευρών παραγόντων που εμπλέκονται με τον επαγγελματικό αθλητισμό.
Η αντιπολίτευση
Όπως ήταν αναμενόμενο, η κυβερνητική αντίδραση προκάλεσε τις επικρίσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης Με “κοινό τόπο” την καταγγελία της επιδίωξης του εντυπωσιασμού.
Υπάρχει θέμα βούλησης εκτιμά ο ΣΥΡΙΖΑ που σε ανακοίνωσή του επισημαίνει πως “η κυβέρνηση ούτε θέλει ούτε μπορεί να αντιμετωπίσει την οπαδική βία. Μόνο που αυτό το ακούμε ξανά και ξανά από κυβερνητικά χείλη, μετά από κάθε τραγικό περιστατικό δολοφονικής οπαδικής βίας που συμβαίνει επί των ημερών της κυβέρνησης της ΝΔ, και δυστυχώς τα περιστατικά αυτά είναι πολλά“. Στο ίδιο μήκος κύματος σε ανάρτησή του, ο Στέφανος Κασσελάκης μιλά για “τιμωρητική πολιτική παντού, χωρίς στόχευση και αποτέλεσμα“, επισημαίνοντας πως “το κλειδί για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας είναι ένα: πολιτική βούληση“.
“Η κυβέρνηση κλείνει για δύο μήνες τους αθλητικούς χώρους σε μια κίνηση εντυπωσιασμού, που πλήττει την πλειοψηφία των υγιών φιλάθλων και δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του” επισήμανε άμεσα το ΠΑΣΟΚ. Επαναφέροντας μάλιστα την πρότασή του ώστε “όσοι εμπλέκονται σε πράξεις οπαδικής βίας ή έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν για ανάλογα αδικήματα, να τους απαγορεύεται δια βίου η είσοδος σε αθλητικούς χώρους. Για να έχει επιτυχία το μέτρο θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλες οι σύγχρονες τεχνολογίες ταυτοποίησης, όπως σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη“,
Από την πλευρά του ΚΚΕ γίνεται λόγος για μία επανάληψη ανακοίνωσης μέτρων μακριά από την ουσία. Όπως σημειώνει σε ανακοίνωση του “εδώ και χρόνια ανακυκλώνονται τα ίδια ακριβώς μέτρα “αυστηροποίησης”, τα ιδιώνυμα αδικήματα, οι πρακτικές συλλογικής ευθύνης, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα, αφού δεν θίγεται ο πυρήνας του προβλήματος. Το μόνο που αλλάζει κάθε φορά είναι το “μενού” και η διάρκεια των μέτρων“. Το ΚΚΕ πως “καμία κυβέρνηση δεν τολμά και δεν θέλει να κόψει το νήμα που συνδέει τα επιχειρηματικά συμφέροντα με τον αθλητισμό, με τους “οπαδικούς στρατούς“, ακόμη και με τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό που κατά τ’ άλλα θα έπρεπε να προστατεύει τους αθλητικούς χώρους. Αντίθετα όλες οι κυβερνήσεις στηρίζουν τη σαπίλα του “αθλητισμού-εμπόρευμα” και της “ομάδας-επιχείρηση” με διάφορους τρόπους“.
Μόνος στόχος των μέτρων ο εντυπωσιασμός τονίζει η Νέα Αριστερά. Αντιπροτείνοντας μεταξύ άλλων “αυστηρές ποινές στις Αθλητικές ΑΕ, σε κάθε περίπτωση οπαδικής βίας. Συνεπώς απαιτούνται αλλαγές του θεσμικού πλαισίου που νομοθέτησε η ΝΔ το 2022” όπως και “ένα ολιστικό σχέδιο προληπτικών μέτρων που να περιλαμβάνει κίνητρα, δράσεις αλληλεγγύης, κοινωνική εργασία, απαγορεύσεις και διοικητικό μηχανισμό ελέγχου και εφαρμογής“.
Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Πηγή: news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου