Tο βράδυ της Πέμπτης έλαβε χώρα το αναπόφευκτο και η Νάπολι παρέλαβε τα εγχώρια σκήπτρα και επισήμως από την προηγούμενη κάτοχο, τη Μίλαν. Είναι πρωταθλήτρια Ιταλίας για τρίτη φορά στην ιστορία της, πρώτη χωρίς τον Ντιέγκο Μαραντόνα στη ζωή (αλλά για πάντα σε περίοπτη θέση στις καρδιές, στις ψυχές και στα μυαλά...). Σε μία επιστροφή στην κορυφή μετά το πολύ μακρινό πια 1990... Μην έχουμε αυταπάτες, με την τροπή που είχε πάρει το συγκεκριμένο πρωτάθλημα δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Ο ένας βαθμός της μαθηματικής επικύρωσης ήρθε το βράδυ της Πέμπτης στο Ούντινε. Θα μπορούσε να έρθει λίγες μέρες νωρίτερα ή λίγες μέρες αργότερα. Όμως, η Lady Hope και όλοι, από το Μάρτιο έπαψαν να έχουν περιέργεια για το ποιος θα πάρει το φετινό scudetto...
Οι συνειρμοί και οι συσχετίσεις με τον Μαραντόνα δεν μπορούν να αποφευχθούν με τίποτα. Ειδικά όταν εδώ και κάποιους μήνες παγκόσμια πρωταθλήτρια είναι η Εθνική ομάδα της Αργεντινής... Και γιατί να αποφευχθούν άλλωστε; Κάτι τέτοια αποτελούν τα πιο νόστιμα κεράσια (και όχι κερασάκια...) σε μία τούρτα που έχουν ανάγκη όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι. Από εκεί ψηλά, λοιπόν, ο Ντιέγκο Μαραντόνα θα το πανηγυρίζει αυτό το πρωτάθλημα. Λιγότερο, άραγε, από το Μουντιάλ της Αργεντινής; Περισσότερο; Ποιος ξέρει; Το σίγουρο είναι πως ανάμεσα στο πλήθος που ξεχύθηκε να πανηγυρίσει τον τίτλο της Νάπολι ήταν και αυτός εκεί. Και το πνεύμα του, και η σημειολογία του, και τα πεπραγμένα του, και η φιγούρα του, ίσως και το σώμα του...
Το κλειδί για την εγκαθίδρυση της ομάδας του Λουτσιάνο Σπαλέτι στην κορυφή ήταν η εικόνα της ομάδας μετά την επιστροφή από τη διακοπή για το Μουντιάλ. Πριν είχε κερδίσει τις εντυπώσεις και στην Ιταλία και στο UEFA Champions League. Δεν ήταν μονάχα η αποτελεσματικότητα, αλλά και το είδος του ποδοσφαίρου που έπαιζαν οι ποδοσφαιριστές της. Βλέποντάς το κάποιος αδιάφορος, έπαυε να είναι αδιάφορος... Η ήττα από την Ίντερ προβλημάτισε, αλλά αποδείχθηκε όχι μόνο εξαίρεση που επιβεβαίωνε τον κανόνα, αλλά και κάτι αρκετά λιγότερο. Η Νάπολι το έπιασε ξανά από εκεί που το είχε αφήσει...
Ο προωθητικός και ανακουφιστικός πλουραλισμός στην ανάδειξη της πρωταθλήτριας ομάδας στο Campionato (που χαρακτηρίζει την τρέχουσα δεκαετία, μετά τη δικτατορία της Γιουβέντους που κράτησε εννιά χρόνια) φέτος εμπλουτίστηκε ακόμα περισσότερο. Το Μιλάνο παρέδωσε τη σκυτάλη στη Νάπολι και το μεγάλο ζητούμενο είναι πια το μέλλον. Θα επιστρέψει σύντομα η Γιουβέντους ή θα εξακολουθήσουν οι Ίντερ, Μίλαν και Νάπολι να «καπαρώνουν» το θρόνο στο κορυφαίο επίπεδο; Θα προκύψει καμία «καινούρια είσοδος» στην κορυφή; Π.χ. καμία Λάτσιο, καμία Ρόμα, καμία Φιορεντίνα; Η Ιταλία, πια, έχει πολλές καλές έως πολύ καλές ομάδες και αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στα φετινά ευρωπαϊκά Κύπελλα.
Όσο για τη Νάπολι, μπορεί άραγε να διατηρηθεί και του χρόνου στο ίδιο επίπεδο; Μπορεί να πάει ακόμα παραπέρα στην Ευρώπη; Η φετινή παρουσία στους προημιτελικούς του UEFA Champions League σηματοδοτεί διάκριση και μάλιστα την καλύτερη της ομάδας στο συγκεκριμένο θεσμό. Ο αποκλεισμός, όμως, από τη Μίλαν ήταν κάτι που θα μπορούσε να αποτραπεί, επομένως δεν γίνεται να μη δημιούργησε μία πληγή. Από αυτές, όμως, που θεραπεύονται. Το «φάρμακο» είναι γνωστό και το έχει ανακαλύψει η αρμόδια «φαρμακευτική» κοινότητα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου: παραμένεις στο ίδιο πάνω κάτω αγωνιστικό επίπεδο και για δεύτερη σεζόν. Περνάς, δηλαδή, από τη δεδομένη ιστορική καταγραφή στην καταξίωση και στις μεγαλύτερες κλίμακες διαχρονικής φήμης.
Η Νάπολι έχει κατακτήσει πλέον τρία πρωταθλήματα, έξι Κύπελλα και δύο Σουπερ Καπ Ιταλίας, αλλά κι ένα Κύπελλο UEFA. Όμως, είναι για συγκεκριμένους λόγους κάτι πολύ παραπάνω ως σημείο αναφοράς για την ίδια την ιταλική κοινωνία. Όσον αφορά στη βιτρίνα του ιταλικού ποδοσφαιρικού μικρόκοσμου, στη λέξη ντέρμπι ο νους όλων πάει στα Γιουβέντους-Μίλαν, Γιουβέντους-Ίντερ και Μίλαν-΄Ιντερ. Αν θέλετε την προσωπική μου άποψη το πραγματικό ιταλικό ντέρμπι της Ιταλίας, το πιο αντιπροσωπευτικό στο DNA της γειτονικής χώρας (με όρους καθαρά κοινωνιολογικής προσέγγισης) ίσως είναι το Γιουβέντους-Νάπολι. Και όχι μονάχα για τον όποιο ποδοσφαιρικό ανταγωνισμό έφερε κάποτε η έλευση στη δεύτερη του ημίθεου Ντιέγκο. Αλλά, κυρίως γιατί στη συνείδηση των περισσοτέρων η Γιουβέντους αντιπροσωπεύει τη φινέτσα, την επιτυχία, την αριστοκρατική θέαση της ζωής (με την όποια θετική χροιά της λέξης αριστοκρατική), αυτόν που πετυχαίνει και προκαλεί το φθόνο όσων αφήνει πίσω, ενώ η Νάπολι το ατίθασο, το ανυπότακτο, το φτωχό που παλεύει -χωρίς ιδεολογικές αυταπάτες- με σθένος, όχι μόνο για την επιβίωση αλλά και για την επικράτηση.
Παράλληλα, όμως, και αφού το συγκεκριμένο στόρι δεν χωράει ωραιοποιήσεις και καθαγιαστικές αναφορές, είναι και η μάχη του ευνοημένου, του εκλεκτικιστικού, του συστημικού απέναντι στη βία που δεν λαμβάνει χώρα για εκτόνωση, αλλά για επιβίωση και μεγάλα οικονομικά κέρδη. Δηλαδή, θα μπορούσε να πει κάποιος λιγότερο συμβατικός σχολιαστής, απέναντι στην Καμόρα και όσα συμβολίζει εδώ και δεκαετίες... Ο επίσημος κόσμος του πλούτου ενάντια στον οργανωμένο επαγγελματικό παρανομισμό, αν και η σύμφυσή τους στη γειτονική χώρα πολλές φορές σε μπερδεύει και δεν είσαι σε θέση να ξεδιαλύνεις εύκολα ποιος είναι ποιος. Η ανθρώπινη φύση σε όλες της τις εκφάνσεις, εκεί που δεν χωράνε ωραία λόγια παρά πρωτίστως η ωμότητα των μεθόδων για την πραγμάτωση του σκοπού. Το Γιουβέντους-Νάπολι είναι η σύγκρουση των δύο φαινομενικά αντιθετικών όψεων ενός ίδιου νομίσματος. Του ανθρώπου που δεν βρίσκει το λόγο να γίνει Άνθρωπος, γιατί του αρέσει αυτό που είναι. Και αυτό δεν είναι κατά ανάγκη κάτι κακό, γιατί το είναι μας δεν είναι καλό ή κακό, αλλά η βάση για να επιδιώξουμε αλλαγές...
Κώστας Μαρούντας
Πηγή: efsyn.gr
Το κλειδί για την εγκαθίδρυση της ομάδας του Λουτσιάνο Σπαλέτι στην κορυφή ήταν η εικόνα της ομάδας μετά την επιστροφή από τη διακοπή για το Μουντιάλ. Πριν είχε κερδίσει τις εντυπώσεις και στην Ιταλία και στο UEFA Champions League. Δεν ήταν μονάχα η αποτελεσματικότητα, αλλά και το είδος του ποδοσφαίρου που έπαιζαν οι ποδοσφαιριστές της. Βλέποντάς το κάποιος αδιάφορος, έπαυε να είναι αδιάφορος... Η ήττα από την Ίντερ προβλημάτισε, αλλά αποδείχθηκε όχι μόνο εξαίρεση που επιβεβαίωνε τον κανόνα, αλλά και κάτι αρκετά λιγότερο. Η Νάπολι το έπιασε ξανά από εκεί που το είχε αφήσει...
Ο προωθητικός και ανακουφιστικός πλουραλισμός στην ανάδειξη της πρωταθλήτριας ομάδας στο Campionato (που χαρακτηρίζει την τρέχουσα δεκαετία, μετά τη δικτατορία της Γιουβέντους που κράτησε εννιά χρόνια) φέτος εμπλουτίστηκε ακόμα περισσότερο. Το Μιλάνο παρέδωσε τη σκυτάλη στη Νάπολι και το μεγάλο ζητούμενο είναι πια το μέλλον. Θα επιστρέψει σύντομα η Γιουβέντους ή θα εξακολουθήσουν οι Ίντερ, Μίλαν και Νάπολι να «καπαρώνουν» το θρόνο στο κορυφαίο επίπεδο; Θα προκύψει καμία «καινούρια είσοδος» στην κορυφή; Π.χ. καμία Λάτσιο, καμία Ρόμα, καμία Φιορεντίνα; Η Ιταλία, πια, έχει πολλές καλές έως πολύ καλές ομάδες και αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στα φετινά ευρωπαϊκά Κύπελλα.
Όσο για τη Νάπολι, μπορεί άραγε να διατηρηθεί και του χρόνου στο ίδιο επίπεδο; Μπορεί να πάει ακόμα παραπέρα στην Ευρώπη; Η φετινή παρουσία στους προημιτελικούς του UEFA Champions League σηματοδοτεί διάκριση και μάλιστα την καλύτερη της ομάδας στο συγκεκριμένο θεσμό. Ο αποκλεισμός, όμως, από τη Μίλαν ήταν κάτι που θα μπορούσε να αποτραπεί, επομένως δεν γίνεται να μη δημιούργησε μία πληγή. Από αυτές, όμως, που θεραπεύονται. Το «φάρμακο» είναι γνωστό και το έχει ανακαλύψει η αρμόδια «φαρμακευτική» κοινότητα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου: παραμένεις στο ίδιο πάνω κάτω αγωνιστικό επίπεδο και για δεύτερη σεζόν. Περνάς, δηλαδή, από τη δεδομένη ιστορική καταγραφή στην καταξίωση και στις μεγαλύτερες κλίμακες διαχρονικής φήμης.
Η Νάπολι έχει κατακτήσει πλέον τρία πρωταθλήματα, έξι Κύπελλα και δύο Σουπερ Καπ Ιταλίας, αλλά κι ένα Κύπελλο UEFA. Όμως, είναι για συγκεκριμένους λόγους κάτι πολύ παραπάνω ως σημείο αναφοράς για την ίδια την ιταλική κοινωνία. Όσον αφορά στη βιτρίνα του ιταλικού ποδοσφαιρικού μικρόκοσμου, στη λέξη ντέρμπι ο νους όλων πάει στα Γιουβέντους-Μίλαν, Γιουβέντους-Ίντερ και Μίλαν-΄Ιντερ. Αν θέλετε την προσωπική μου άποψη το πραγματικό ιταλικό ντέρμπι της Ιταλίας, το πιο αντιπροσωπευτικό στο DNA της γειτονικής χώρας (με όρους καθαρά κοινωνιολογικής προσέγγισης) ίσως είναι το Γιουβέντους-Νάπολι. Και όχι μονάχα για τον όποιο ποδοσφαιρικό ανταγωνισμό έφερε κάποτε η έλευση στη δεύτερη του ημίθεου Ντιέγκο. Αλλά, κυρίως γιατί στη συνείδηση των περισσοτέρων η Γιουβέντους αντιπροσωπεύει τη φινέτσα, την επιτυχία, την αριστοκρατική θέαση της ζωής (με την όποια θετική χροιά της λέξης αριστοκρατική), αυτόν που πετυχαίνει και προκαλεί το φθόνο όσων αφήνει πίσω, ενώ η Νάπολι το ατίθασο, το ανυπότακτο, το φτωχό που παλεύει -χωρίς ιδεολογικές αυταπάτες- με σθένος, όχι μόνο για την επιβίωση αλλά και για την επικράτηση.
Παράλληλα, όμως, και αφού το συγκεκριμένο στόρι δεν χωράει ωραιοποιήσεις και καθαγιαστικές αναφορές, είναι και η μάχη του ευνοημένου, του εκλεκτικιστικού, του συστημικού απέναντι στη βία που δεν λαμβάνει χώρα για εκτόνωση, αλλά για επιβίωση και μεγάλα οικονομικά κέρδη. Δηλαδή, θα μπορούσε να πει κάποιος λιγότερο συμβατικός σχολιαστής, απέναντι στην Καμόρα και όσα συμβολίζει εδώ και δεκαετίες... Ο επίσημος κόσμος του πλούτου ενάντια στον οργανωμένο επαγγελματικό παρανομισμό, αν και η σύμφυσή τους στη γειτονική χώρα πολλές φορές σε μπερδεύει και δεν είσαι σε θέση να ξεδιαλύνεις εύκολα ποιος είναι ποιος. Η ανθρώπινη φύση σε όλες της τις εκφάνσεις, εκεί που δεν χωράνε ωραία λόγια παρά πρωτίστως η ωμότητα των μεθόδων για την πραγμάτωση του σκοπού. Το Γιουβέντους-Νάπολι είναι η σύγκρουση των δύο φαινομενικά αντιθετικών όψεων ενός ίδιου νομίσματος. Του ανθρώπου που δεν βρίσκει το λόγο να γίνει Άνθρωπος, γιατί του αρέσει αυτό που είναι. Και αυτό δεν είναι κατά ανάγκη κάτι κακό, γιατί το είναι μας δεν είναι καλό ή κακό, αλλά η βάση για να επιδιώξουμε αλλαγές...
Κώστας Μαρούντας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου