Χιλιάδες εργαζόμενοι έχασαν τη ζωή τους ή τραυματίστηκαν όταν ένα οκταώροφο κτίριο που στέγαζε βιοτεχνίες ένδυσης κατέρρευσε πριν από δέκα χρόνια στην Ντάκα του Μπαγκλαντές.
Στα συντρίμμια βρέθηκαν δελτία παραγγελιών και ετικέτες από μεγάλες εταιρείες ένδυσης όπως Auchan, η Primark, η Mango, η C&A ή η Benetton. Χάρη σε υπεργολαβίες με βιοτεχνίες σε φτωχότερες χώρες, πολυεθνικές που απευθύνονται στο ευρύ καταναλωτικό κοινό σε παγκόσμιο επίπεδο πωλούν ρούχα σε εξευτελιστικές τιμές.
Στα συντρίμμια βρέθηκαν δελτία παραγγελιών και ετικέτες από μεγάλες εταιρείες ένδυσης όπως Auchan, η Primark, η Mango, η C&A ή η Benetton. Χάρη σε υπεργολαβίες με βιοτεχνίες σε φτωχότερες χώρες, πολυεθνικές που απευθύνονται στο ευρύ καταναλωτικό κοινό σε παγκόσμιο επίπεδο πωλούν ρούχα σε εξευτελιστικές τιμές.
Η κατάρρευση του κτιρίου Rana Plaza ανέδειξε τότε τη μεγάλη αντίθεση ανάμεσα στον λαμπερό κόσμο της μόδας και της ένδυσης και στις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες εργάζονται οι άνθρωποι που κατασκευάζουν ρούχα για τα μεγαθήρια του τομέα της κλωστοϋφαντουργίας. Πενιχροί μισθοί και εξοντωτικοί ρυθμοί εργασίας σε περιβάλλον επικίνδυνο για την ασφάλεια των εργαζομένων.
Για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων και των εργασιακών δικαιωμάτων οι Βρυξέλλες επεξεργάζονται «οδηγία για τη δέουσα εταιρική επιμέλεια για τη βιωσιμότητα», όπου οι εταιρείες που εδρεύουν στην Ε.Ε. θα έχουν πλέον την ευθύνη να εντοπίζουν και να παύουν ή να μετριάζουν τις δυσμενείς επιπτώσεις που έχουν οι δραστηριότητές τους στα ανθρώπινα δικαιώματα ή το περιβάλλον.
Μετά την τραγωδία, το Μπανγκλαντές, η δεύτερη χώρα σε εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στον κόσμο μετά την Κίνα εκείνη την εποχή, προχώρησε σε σημαντικές βελτιώσεις.
Οι μισθοί των εργαζομένων επαναξιολογήθηκαν και η ασφάλεια στις βιοτεχνίες ενισχύθηκε. Βεβαίως οι ρυθμοί εργασίας παρέμειναν το ίδιο εντατικοί. Η συμφωνία για την ασφάλεια των εργαζομένων στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας που υπογράφηκε το 2015 οδήγησε σε βελτιώσεις, κυρίως της πυρασφάλειας και των ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, σε χιλιάδες εργοστάσια της χώρας.
«Τα επακόλουθα της υπερκατανάλωσης»
Δέκα χρόνια μετά οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων στο τέλος της εφοδιαστικής αλυσίδας δεν έχουν βελτιωθεί πραγματικά.
Για παράδειγμα, ενώ λίγο μετά την τραγωδία ο μηνιαίος μισθός των εργαζομένων στον τομέα της ένδυσης στο Μπαγκλαντές αυξήθηκε από 28 σε 65 ευρώ, δέκα χρόνια αργότερα παραμένει στάσιμος.
Μη κυβερνητικές οργανώσεις αγωνίζονται για την επιβολή νέων κανόνων στις πολυεθνικές εταιρείες ένδυσης και στους υπεργολάβους τους. Η συλλογικότητα Ethique sur l'étiquette (Ηθική στην ετικέτα) απαρτίζεται από είκοσι περίπου ΜΚΟ και ενώσεις που υπερασπίζονται τους εργαζόμενους στον τομέα της ένδυσης, καταγράφει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιοποιεί τους αγώνες των εργαζομένων.
«Αυτή η τραγωδία ανέδειξε τo κυνήγι του κέρδους εκ μέρους των πολυεθνικών και τα επακόλουθα της υπερκατανάλωσης. Παρόλα αυτά σε νομοθετικό επίπεδο η καταστροφή είχε και κάποιο θετικό αντίκτυπο» δήλωσε στην Liberation η Nayla Ajaltouni, συντονίστρια της Ethique sur l'étiquette.
Την αρχή στο θέμα της δέουσας επιμέλειας έκανε η Γαλλία το 2017 με την ψήφιση ενός νόμου σύμφωνα με τον οποίο μια μητρική εταιρεία μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη ενώπιον των δικαστηρίων όταν παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων. «Βεβαίως, πρόκειται για έναν συμβιβαστικό νόμο που αφορά μόνο τις πολύ μεγάλες εταιρείες» εξηγεί στην Liberation η Ajaltouni.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μετά από χρόνια εντατικών πιέσεων, η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια θα ψηφιστεί στα τέλη Μαΐου, ενώ λίγες ημέρες νωρίτερα θα προηγηθεί η επιτροπή νομικών υποθέσεων από την οποία εξαρτώνται οι τελικές διατάξεις του κειμένου.
Στο δημοσίευμα της Liberation η Catherine Dauriac, εκπρόσωπος της βρετανικής ΜΚΟ Fashion Revolution, που ιδρύθηκε το 2013 για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κλωστοϋφαντουργία μιλά για τόνους ρούχων που κατασκευάζονται με κακής ποιότητας ή και τοξικά υλικά να πετιούνται πολλές φορές αφόρετα και να καταλήγουν σε χωματερές του τρίτου κόσμου όπου χρειάζονται δεκαετίες για να διαλυθούν.
«Καμία αλλαγή στα επιχειρηματικά μοντέλα»
Στον απόηχο της κατάρρευσης του Rana Plaza, το ευρύ κοινό συνειδητοποίησε τα προβλήματα που συνδέονται με τη μαζική παραγωγή ρούχων γρήγορης μόδας.
Ωστόσο δέκα χρόνια αργότερα με την εμφάνιση ψηφιακών πλατφορμών όπως η Shein και η Temu ο τομέας έχει μπει στην υπερταχεία.
«Το επιχειρηματικό μοντέλο δεν έχει αλλάξει: υπερπαραγωγή, υπερρύπανση, μη επεξεργάσιμα υλικά, δηλαδή ούτε ανακυκλώσιμα ούτε επαναχρησιμοποιήσιμα τα οποία μας κατακλύζουν» τονίζει η Ajaltouni και επισημαίνει την ευθύνη των δημόσιων αρχών τονίζοντας ότι δεδομένου ότι οι πολυεθνικές δεν αυτορυθμίζονται, πρέπει να τις αναγκάσουμε να αλλάξουν μέσω προτύπων και νομοθεσίας.
Η εναλλακτική λύση φαίνεται να έρχεται από μια νέα γενιά επιχειρηματιών που σέβονται τις απαιτήσεις μιας σημαντικής μερίδας νέων που είναι πιο συνειδητοποιημένοι και υπεύθυνοι ως καταναλωτές.
Οι νέες αυτές επιχειρήσεις έχουν συμπεριλάβει τα ζητήματα αυτά στην πολιτική τους, κινούνται προς τα μεταχειρισμένα, επαναχρησιμοποιώντας υπάρχοντα υλικά, ή πιο φιλικά προς το περιβάλλον για να προσφέρουν ποιοτικά ρούχα. Προσπαθούν να ξεφύγουν από την «προγραμματισμένη φθορά και απαξίωση» [προϊόντα που σχεδιάζονται επί τούτου να έχουν μικρή διάρκεια ζωής ώστε να αυξάνεται η κατανάλωση], σέβονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και απασχολούν εργαζόμενους στην Ευρώπη.
Πηγή: tvxs.gr
Για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων και των εργασιακών δικαιωμάτων οι Βρυξέλλες επεξεργάζονται «οδηγία για τη δέουσα εταιρική επιμέλεια για τη βιωσιμότητα», όπου οι εταιρείες που εδρεύουν στην Ε.Ε. θα έχουν πλέον την ευθύνη να εντοπίζουν και να παύουν ή να μετριάζουν τις δυσμενείς επιπτώσεις που έχουν οι δραστηριότητές τους στα ανθρώπινα δικαιώματα ή το περιβάλλον.
Μετά την τραγωδία, το Μπανγκλαντές, η δεύτερη χώρα σε εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στον κόσμο μετά την Κίνα εκείνη την εποχή, προχώρησε σε σημαντικές βελτιώσεις.
Οι μισθοί των εργαζομένων επαναξιολογήθηκαν και η ασφάλεια στις βιοτεχνίες ενισχύθηκε. Βεβαίως οι ρυθμοί εργασίας παρέμειναν το ίδιο εντατικοί. Η συμφωνία για την ασφάλεια των εργαζομένων στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας που υπογράφηκε το 2015 οδήγησε σε βελτιώσεις, κυρίως της πυρασφάλειας και των ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, σε χιλιάδες εργοστάσια της χώρας.
«Τα επακόλουθα της υπερκατανάλωσης»
Δέκα χρόνια μετά οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων στο τέλος της εφοδιαστικής αλυσίδας δεν έχουν βελτιωθεί πραγματικά.
Για παράδειγμα, ενώ λίγο μετά την τραγωδία ο μηνιαίος μισθός των εργαζομένων στον τομέα της ένδυσης στο Μπαγκλαντές αυξήθηκε από 28 σε 65 ευρώ, δέκα χρόνια αργότερα παραμένει στάσιμος.
Μη κυβερνητικές οργανώσεις αγωνίζονται για την επιβολή νέων κανόνων στις πολυεθνικές εταιρείες ένδυσης και στους υπεργολάβους τους. Η συλλογικότητα Ethique sur l'étiquette (Ηθική στην ετικέτα) απαρτίζεται από είκοσι περίπου ΜΚΟ και ενώσεις που υπερασπίζονται τους εργαζόμενους στον τομέα της ένδυσης, καταγράφει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιοποιεί τους αγώνες των εργαζομένων.
«Αυτή η τραγωδία ανέδειξε τo κυνήγι του κέρδους εκ μέρους των πολυεθνικών και τα επακόλουθα της υπερκατανάλωσης. Παρόλα αυτά σε νομοθετικό επίπεδο η καταστροφή είχε και κάποιο θετικό αντίκτυπο» δήλωσε στην Liberation η Nayla Ajaltouni, συντονίστρια της Ethique sur l'étiquette.
Την αρχή στο θέμα της δέουσας επιμέλειας έκανε η Γαλλία το 2017 με την ψήφιση ενός νόμου σύμφωνα με τον οποίο μια μητρική εταιρεία μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη ενώπιον των δικαστηρίων όταν παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων. «Βεβαίως, πρόκειται για έναν συμβιβαστικό νόμο που αφορά μόνο τις πολύ μεγάλες εταιρείες» εξηγεί στην Liberation η Ajaltouni.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μετά από χρόνια εντατικών πιέσεων, η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια θα ψηφιστεί στα τέλη Μαΐου, ενώ λίγες ημέρες νωρίτερα θα προηγηθεί η επιτροπή νομικών υποθέσεων από την οποία εξαρτώνται οι τελικές διατάξεις του κειμένου.
Στο δημοσίευμα της Liberation η Catherine Dauriac, εκπρόσωπος της βρετανικής ΜΚΟ Fashion Revolution, που ιδρύθηκε το 2013 για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κλωστοϋφαντουργία μιλά για τόνους ρούχων που κατασκευάζονται με κακής ποιότητας ή και τοξικά υλικά να πετιούνται πολλές φορές αφόρετα και να καταλήγουν σε χωματερές του τρίτου κόσμου όπου χρειάζονται δεκαετίες για να διαλυθούν.
«Καμία αλλαγή στα επιχειρηματικά μοντέλα»
Στον απόηχο της κατάρρευσης του Rana Plaza, το ευρύ κοινό συνειδητοποίησε τα προβλήματα που συνδέονται με τη μαζική παραγωγή ρούχων γρήγορης μόδας.
Ωστόσο δέκα χρόνια αργότερα με την εμφάνιση ψηφιακών πλατφορμών όπως η Shein και η Temu ο τομέας έχει μπει στην υπερταχεία.
«Το επιχειρηματικό μοντέλο δεν έχει αλλάξει: υπερπαραγωγή, υπερρύπανση, μη επεξεργάσιμα υλικά, δηλαδή ούτε ανακυκλώσιμα ούτε επαναχρησιμοποιήσιμα τα οποία μας κατακλύζουν» τονίζει η Ajaltouni και επισημαίνει την ευθύνη των δημόσιων αρχών τονίζοντας ότι δεδομένου ότι οι πολυεθνικές δεν αυτορυθμίζονται, πρέπει να τις αναγκάσουμε να αλλάξουν μέσω προτύπων και νομοθεσίας.
Η εναλλακτική λύση φαίνεται να έρχεται από μια νέα γενιά επιχειρηματιών που σέβονται τις απαιτήσεις μιας σημαντικής μερίδας νέων που είναι πιο συνειδητοποιημένοι και υπεύθυνοι ως καταναλωτές.
Οι νέες αυτές επιχειρήσεις έχουν συμπεριλάβει τα ζητήματα αυτά στην πολιτική τους, κινούνται προς τα μεταχειρισμένα, επαναχρησιμοποιώντας υπάρχοντα υλικά, ή πιο φιλικά προς το περιβάλλον για να προσφέρουν ποιοτικά ρούχα. Προσπαθούν να ξεφύγουν από την «προγραμματισμένη φθορά και απαξίωση» [προϊόντα που σχεδιάζονται επί τούτου να έχουν μικρή διάρκεια ζωής ώστε να αυξάνεται η κατανάλωση], σέβονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και απασχολούν εργαζόμενους στην Ευρώπη.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου