Η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, ενώ συνέβαλε στην τραπεζική κρίση του περασμένου μήνα, για τις JP Morgan Chase, Citigroup και Wells Fargo αύξησε τα έσοδα από τόκους, οδηγώντας σε έσοδα-ρεκόρ για το πρώτο τρίμηνο ● Θεόσταλτο δώρο η κατάρρευση των Silicon Valley Bank και Signature.
Κάθε άλλο παρά κρίση δείχνουν για τους μεγάλους του τραπεζικού τομέα οι πρώτες ανακοινώσεις των οικονομικών τους αποτελεσμάτων στο α' τρίμηνο. JP Morgan Chase, Citigroup και Wells Fargo δημοσιοποίησαν την περασμένη Παρασκευή τα κέρδη τους για το τρίμηνο του 2023, δίνοντας μια εικόνα στο επενδυτικό κοινό για πώς επηρεάστηκαν από την κατάρρευση των Silicon Valley Bank, Signature Bank και συνολικά την αναταραχή στον τομέα τους. Τα αποτελέσματά τους δείχνουν ότι όχι μόνο δεν υπέστησαν ζημίες αλλά αντίθετα, μέχρι στιγμής, ωφελούνται.
Κάθε άλλο παρά κρίση δείχνουν για τους μεγάλους του τραπεζικού τομέα οι πρώτες ανακοινώσεις των οικονομικών τους αποτελεσμάτων στο α' τρίμηνο. JP Morgan Chase, Citigroup και Wells Fargo δημοσιοποίησαν την περασμένη Παρασκευή τα κέρδη τους για το τρίμηνο του 2023, δίνοντας μια εικόνα στο επενδυτικό κοινό για πώς επηρεάστηκαν από την κατάρρευση των Silicon Valley Bank, Signature Bank και συνολικά την αναταραχή στον τομέα τους. Τα αποτελέσματά τους δείχνουν ότι όχι μόνο δεν υπέστησαν ζημίες αλλά αντίθετα, μέχρι στιγμής, ωφελούνται.
Η άνοδος των επιτοκίων τής Fed μπορεί να γονάτισε τις περιφερειακές, μεσαίες και μικρές τράπεζες των ΗΠΑ, όμως για τους κολοσσούς της Wall Street αποδείχτηκε μάννα εξ ουρανού, καθώς οδήγησε στις αγκάλες τους τούς φοβισμένους καταθέτες των πρώτων που έψαχναν την ασφάλεια. Κατά τη διάρκεια της τραπεζικής αναταραχής των τελευταίων εβδομάδων εκτιμάται ότι έφυγαν από τις περιφερειακές τράπεζες καταθέσεις μεγαλύτερες των 200 δισ. δολαρίων για να καταλήξουν στις μεγαλύτερες ανταγωνίστριές τους.
Διόλου τυχαία όλα τα παραπάνω ιδρύματα ανακοίνωσαν την Παρασκευή αρκετά υψηλότερα κέρδη από αυτά που προέβλεπαν οι αναλυτές για το α' τρίμηνο (η Wells Fargo κατά 9%, η Citi 13% και η JP Morgan 21%).
Η τελευταία -που αποτελεί και τη μεγαλύτερη τράπεζα της Wall Street- ανακοίνωσε άλμα των κερδών της κατά 52%, στα 12,6 δισ. δολάρια από 8,3 δισ. δολάρια στο τρίμηνο του 2022. Το άλμα επιτεύχθηκε, μάλιστα, πάρα την αύξηση των κεφαλαίων που δέσμευσε για πιθανές ζημίες από ενδεχόμενες χρεοκοπίες πελατών της κατά 56% στα 2,3 δισ. δολάρια. Η βελτίωση της κερδοφορίας της δείχνει ότι η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από την αμερικανική Fed και τις άλλες κεντρικές τράπεζες της υφηλίου, ενώ συνέβαλε στην τραπεζική κρίση του περασμένου μήνα (που ξεκίνησε με την αιφνιδιαστική κατάρρευση της Silicon Valley Bank και αργότερα οδήγησε στην επείγουσα διάσωση της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της Ελβετίας, της Credit Suisse), για τη JP Morgan και τα αλλά μεγάλα ιδρύματα του χρηματοπιστωτικού τομέα ήταν μέχρι τώρα δώρο από τον... Θεό.
Η σταθερή άνοδος των επιτοκίων ώθησε κατά 49% τα καθαρά έσοδα της JP Morgan από τους τόκους (τα οποία αντιπροσωπεύουν τη διαφορά του ποσού που καταβάλλεται στους αποταμιευτές από το ποσόν που χρεώνεται για τα δάνεια που χορηγεί), οδηγώντας σε έσοδα-ρεκόρ 38,3 δισ. δολαρίων για το πρώτο τρίμηνο.
Οι Citigroup και Wells Fargo, ανταγωνίστριες τράπεζες της JP Morgan, επωφελήθηκαν και αυτές από τα υψηλότερα επιτόκια. Η Citigroup ανακοίνωσε συγκεκριμένα ότι τα καθαρά της έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 23%, όμως η αύξηση του ποσού των χρημάτων που προορίζονται για κάλυψη των επισφαλών δάνειων και η πτώση της επενδυτικής τραπεζικής δραστηριότητας συνετέλεσαν σε αύξηση των κερδών της στο α' τρίμηνο μόνο κατά 7%, στα 4,6 δισ. δολάρια. Τα κέρδη της Wells Fargo τους πρώτους τρεις μήνες του έτους αυξήθηκαν κατά 30%, σε σχεδόν 5 δισ. δολάρια, ενώ η τράπεζα έβαλε στην άκρη 643 εκατ. δολάρια για πιθανές χρεοκοπίες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων σχετίζεται με πιθανή ύφεση του τομέα των ακινήτων και ζημίες από πιστωτικές κάρτες και δάνεια αυτοκινήτων.
Ο επικεφαλής της JP Morgan Τζέιμι Ντάιμον υποστήριξε ότι τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου αποτελούν απόδειξη ότι χρόνια επενδύσεων και η προσεκτική διαχείριση των κινδύνων αποδίδουν, επιτρέποντας στην τράπεζα να «λειτουργεί ως πυλώνας ισχύος για το τραπεζικό σύστημα και να στέκεται δίπλα στους πελάτες της σε μια περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας και αβεβαιότητας». Ο Ντάιμον προειδοποίησε πάντως ότι τα σύννεφα της καταιγίδας παραμένουν στον ορίζοντα και η αναταραχή στον τραπεζικό τομέα προστίθεται στους κίνδυνους που απειλούν την αμερικανική οικονομία. Ωστόσο η κατάσταση, όπως είπε, είναι διαφορετική από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, αφορά πολύ λιγότερους οικονομικούς παίκτες και λιγότερα προς επίλυση ζητήματα. Προέβλεψε σφίξιμο των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, καθώς οι δανειστές γίνονται πιο συντηρητικοί και διεμήνυσε ότι το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτό θα επιβραδύνει τις δαπάνες των καταναλωτών. Εκτίμησε πάντως ότι το σφίξιμο των πιστώσεων θα περιοριστεί σε κάποιους μόνο τομείς όπως τα ακίνητα και ότι οι ισχυρισμοί για πιστωτική ασφυξία είναι πολύ δραματικοί.
Ανάλογη θέαση φαίνεται να έχει -ώς έναν βαθμό- και η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν. Σε συνέντευξή της στο CNBC, η Γέλεν είπε ότι «οι τράπεζες ενδέχεται να γίνουν πιο προσεκτικές στις χορηγήσεις τους μετά την αναταραχή του προηγούμενου μήνα. Είδαμε ήδη κάποια αυστηροποίηση των όρων δανεισμού στο τραπεζικό σύστημα πριν από αυτά τα περιστατικά και ενδέχεται να ακολουθήσουν και άλλα», σημείωσε προσθέτοντας ότι η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει σε περιορισμό του δανεισμού στην οικονομία, υποκαθιστώντας την ανάγκη για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed.
Μπάμπης Μιχάλης
Πηγή: efsyn.gr
Διόλου τυχαία όλα τα παραπάνω ιδρύματα ανακοίνωσαν την Παρασκευή αρκετά υψηλότερα κέρδη από αυτά που προέβλεπαν οι αναλυτές για το α' τρίμηνο (η Wells Fargo κατά 9%, η Citi 13% και η JP Morgan 21%).
Η τελευταία -που αποτελεί και τη μεγαλύτερη τράπεζα της Wall Street- ανακοίνωσε άλμα των κερδών της κατά 52%, στα 12,6 δισ. δολάρια από 8,3 δισ. δολάρια στο τρίμηνο του 2022. Το άλμα επιτεύχθηκε, μάλιστα, πάρα την αύξηση των κεφαλαίων που δέσμευσε για πιθανές ζημίες από ενδεχόμενες χρεοκοπίες πελατών της κατά 56% στα 2,3 δισ. δολάρια. Η βελτίωση της κερδοφορίας της δείχνει ότι η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από την αμερικανική Fed και τις άλλες κεντρικές τράπεζες της υφηλίου, ενώ συνέβαλε στην τραπεζική κρίση του περασμένου μήνα (που ξεκίνησε με την αιφνιδιαστική κατάρρευση της Silicon Valley Bank και αργότερα οδήγησε στην επείγουσα διάσωση της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της Ελβετίας, της Credit Suisse), για τη JP Morgan και τα αλλά μεγάλα ιδρύματα του χρηματοπιστωτικού τομέα ήταν μέχρι τώρα δώρο από τον... Θεό.
Η σταθερή άνοδος των επιτοκίων ώθησε κατά 49% τα καθαρά έσοδα της JP Morgan από τους τόκους (τα οποία αντιπροσωπεύουν τη διαφορά του ποσού που καταβάλλεται στους αποταμιευτές από το ποσόν που χρεώνεται για τα δάνεια που χορηγεί), οδηγώντας σε έσοδα-ρεκόρ 38,3 δισ. δολαρίων για το πρώτο τρίμηνο.
Οι Citigroup και Wells Fargo, ανταγωνίστριες τράπεζες της JP Morgan, επωφελήθηκαν και αυτές από τα υψηλότερα επιτόκια. Η Citigroup ανακοίνωσε συγκεκριμένα ότι τα καθαρά της έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 23%, όμως η αύξηση του ποσού των χρημάτων που προορίζονται για κάλυψη των επισφαλών δάνειων και η πτώση της επενδυτικής τραπεζικής δραστηριότητας συνετέλεσαν σε αύξηση των κερδών της στο α' τρίμηνο μόνο κατά 7%, στα 4,6 δισ. δολάρια. Τα κέρδη της Wells Fargo τους πρώτους τρεις μήνες του έτους αυξήθηκαν κατά 30%, σε σχεδόν 5 δισ. δολάρια, ενώ η τράπεζα έβαλε στην άκρη 643 εκατ. δολάρια για πιθανές χρεοκοπίες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων σχετίζεται με πιθανή ύφεση του τομέα των ακινήτων και ζημίες από πιστωτικές κάρτες και δάνεια αυτοκινήτων.
Ο επικεφαλής της JP Morgan Τζέιμι Ντάιμον υποστήριξε ότι τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου αποτελούν απόδειξη ότι χρόνια επενδύσεων και η προσεκτική διαχείριση των κινδύνων αποδίδουν, επιτρέποντας στην τράπεζα να «λειτουργεί ως πυλώνας ισχύος για το τραπεζικό σύστημα και να στέκεται δίπλα στους πελάτες της σε μια περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας και αβεβαιότητας». Ο Ντάιμον προειδοποίησε πάντως ότι τα σύννεφα της καταιγίδας παραμένουν στον ορίζοντα και η αναταραχή στον τραπεζικό τομέα προστίθεται στους κίνδυνους που απειλούν την αμερικανική οικονομία. Ωστόσο η κατάσταση, όπως είπε, είναι διαφορετική από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, αφορά πολύ λιγότερους οικονομικούς παίκτες και λιγότερα προς επίλυση ζητήματα. Προέβλεψε σφίξιμο των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, καθώς οι δανειστές γίνονται πιο συντηρητικοί και διεμήνυσε ότι το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτό θα επιβραδύνει τις δαπάνες των καταναλωτών. Εκτίμησε πάντως ότι το σφίξιμο των πιστώσεων θα περιοριστεί σε κάποιους μόνο τομείς όπως τα ακίνητα και ότι οι ισχυρισμοί για πιστωτική ασφυξία είναι πολύ δραματικοί.
Ανάλογη θέαση φαίνεται να έχει -ώς έναν βαθμό- και η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν. Σε συνέντευξή της στο CNBC, η Γέλεν είπε ότι «οι τράπεζες ενδέχεται να γίνουν πιο προσεκτικές στις χορηγήσεις τους μετά την αναταραχή του προηγούμενου μήνα. Είδαμε ήδη κάποια αυστηροποίηση των όρων δανεισμού στο τραπεζικό σύστημα πριν από αυτά τα περιστατικά και ενδέχεται να ακολουθήσουν και άλλα», σημείωσε προσθέτοντας ότι η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει σε περιορισμό του δανεισμού στην οικονομία, υποκαθιστώντας την ανάγκη για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed.
Μπάμπης Μιχάλης
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου