Η φωτογραφία του δημοσιεύματος είναι από premiumtimesng.com |
Οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν εξ ορισμού καταστροφικό τον ρόλο του δημοσίου στην οικονομία και στη ρύθμιση της αγοράς ενώ πιστεύουν θεολογικά πως η κεντρικά σχεδιαζόμενη οικονομία καταστρέφει τον αυθορμητισμό της οικονομικής διαδικασίας και οδηγεί στον ολοκληρωτισμό! Ως εκ τούτου γίνεται κατανοητό πως ζητούμενο δεν είναι απλά ο περιορισμός της όποιας παρεμβατικής πολιτικής, αλλά η θεσμική αφαίρεση της δυνατότητας του κράτους να έχει οποιονδήποτε ρόλο στην λειτουργία της οικονομίας. Η πηδαλιούχηση της οικονομίας πρέπει να αφεθεί στην «αόρατη χειρ» των επενδυτών και αυτή είναι που θα επιφέρει κοινωνική ευημερία!
Δεν είναι όμως αξιοπερίεργο πως μόλις προκύπτουν προβλήματα, επισφάλειες ή κρίση στην αγορά, έρχεται το κράτος με το δημόσιο χρήμα για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά και η περιβόητη «αόρατος χειρ» των «ελεύθερων» αγορών πάει περίπατο;
Πρόσφατα, όπως είναι γνωστό ο ιδιωτικός ελβετικός τραπεζικός κολοσσός Credit Suisse βρέθηκε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας γεγονός που οδήγησε σε εσπευσμένη κρατική παρέμβαση για τη «διάσωση» της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας στην Ελβετία. Το κόστος της «διάσωσης», 109,5 δισ. Ευρώ, σύμφωνα με το Bloomberg, θα το επωμιστούν οι περίπου 8,7 εκατομμύρια κάτοικοι της χώρας, άνδρες γυναίκες και παιδιά, πράγμα που σημαίνει ότι στον καθένα αντιστοιχούν πάνω από 12.550 ευρώ, ανεξαρτήτως ηλικίας, πράγμα που είναι γόνιμο, δίκαιο, θεμιτό, ρεαλιστικό και ορθολογικό γιατί όταν μια τράπεζα πέφτει έξω πρέπει οι πολίτες να τη σώζουν με τους φόρους τους! (Στην Ελλάδα, έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερις φορές κρατικές διασώσεις τραπεζών, τα έτη 2009, 2013, 2014 και 2015 που κόστισαν στον Έλληνα φορολογούμενο ποσό που ξεπερνά τα 50 δισ. Ευρώ. Εννοείται πως τα δημόσια δις των διασώσεων δε συνδέθηκαν με την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τουλάχιστον των φτωχών και ευάλωτων χρεοκοπημένων πολίτων με λαμπρή εξαίρεση, βέβαια, τα δάνεια της Νέας Δημοκρατίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη που υπερβαίνουν τα 392 εκατομμύρια ευρώ!)
Αρα, θα μπορούσαμε βάσιμα να υποστηρίξουμε πως οι κρατικοί παρεμβατικοί θεσμοί έχουν την δυνατότητα να παρεμβαίνουν στο οικονομικό σύστημα για να «διορθώνουν» ή, καλύτερα, να «Σοβιετοποιούν» μόνο τα μη επιθυμητά αποτελέσματα της ανταγωνιστικής και «ελεύθερης» οικονομίας της αγοράς!
Στην ουσία δηλαδή οι κρατικοί θεσμοί παρεμβαίνουν, με χρήμα των πολιτών, για να περιφρουρήσουν όχι μόνο τα συμφέροντα των τραπεζικών στελεχών, αλλά, κατ’ επέκταση, την διατήρηση αυτού του εγκληματικού οικονομικού μοντέλου. Γιατί δε πρέπει να αμελούμε τα ζητήματα που προκύπτουν από την οργανωσιακή φύση του τραπεζικού περιβάλλοντος, εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα παράνομες (;) δραστηριότητες όπως το ξέπλυμα χρημάτων.
Τα χρήματα που διακυβεύονται π.χ. από το εμπόριο ναρκωτικών είναι πολλά και τα κέρδη δεν στηρίζονται μόνο στους λαθρεμπόρους και στα δίκτυα από βαποράκια. Το ξέπλυμα των κερδών από τα ναρκωτικά χρειάζεται σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον όπως: διεθνή υπεράκτια χρηματοοικονομικά κέντρα, ειδικό νομοθετικό πλαίσιο απορρήτου και εμπιστευτικότητας, νομικά γραφεία αντιπροσώπευσης, τράπεζες που κατέχουν συγκεκριμένες εταιρείες καταπιστευμάτων, μυστικές υπηρεσίες, πολιτική διαφθορά κ.α. Το εμπόριο ναρκωτικών έχει πολιτική, οικονομική και διεθνή επιρροή, δηλαδή, διαπλέκεται στενά με επίσημα οικονομικά και πολιτικά δίκτυα. Και όμως, ακόμα ο κόσμος πιστεύει πως η καταπολέμηση του εμπορίου είναι θέμα δημόσιας τάξης.
Τώρα, στην καρδιά της Ευρώπης, στο τόξο των Άλπεων υπάρχει η Ελβετική Συνομοσπονδία που εκτός από εκπληκτικής ομορφιάς βουκολικά τοπία, διαθέτει και υπέροχη νομολογία που επιτρέπει στα τραπεζικά ιδρύματα να απορρυπαίνουν χρήμα. Η Ελβετία είναι ένας από τους κύριους συγκοινωνιακούς κόμβους από όπου διέρχονται τα δισεκατομμύρια διαφυγόντων κεφαλαίων των ηγετικών τάξεων του κόσμου, όπως επίσης και το βρόμικο, το ματωμένο χρήμα διεθνών εγκληματικών οργανώσεων. Όλα αυτά τα κύματα χρήματος τα καλύπτουν αξιοπρεπείς τραπεζίτες με παροιμιώδη εχεμύθεια, ειδικοί στην διακίνηση κεφαλαίων, δηλαδή, στο ξέπλυμα και στην επανεπένδυση καθώς και εξαιρετικοί δικηγόροι και δικαστές, που με αξιοθαύμαστη έλλειψη ηθικής, μα με σπάνια θέληση, διατυπώνουν με ακρίβεια σε συνταγματικούς κανόνες το σκότος που πρέπει να διέπει την κίνηση κεφαλαίων. Μην αμελούμε αναγνώστες μου, πως «ο πλούσιος κουβαλάει το νόμο στο πορτοφόλι του», σύμφωνα με τον Ελβετό φιλόσοφο Ζαν Ζακ Ρουσσώ .Έτσι κι αλλιώς, στον καπιταλισμό Business is Business. Φυσικός, φιλελεύθερος κανόνας!
Ιστορικά η Ελβετία «απέπνεε ήρεμη ασφάλεια στους καπιταλιστές και που στήριζε την ευημερία ή την ύβρη της, αν προτιμάτε, στις λεπτές τραπεζικές τεχνικές της, έστω και αν αυτές απαιτούν τη λίβρα της σάρκας και τα λί(ύ)τρα του αίματος που η παράκρουση του κέρδους επιβάλλει. Η Ελβετική Συνομοσπονδία αναδείχτηκε σε θησαυροφυλάκιο των φασιστών πριν ξεσπάσει το μακελειό στην Ευρώπη. Την ευθεία αυτή αγαστή συνεργασία με τους φασίστες είχε εγκαινιάσει η οικογένεια Wille-Rieter της τράπεζας Credit Suisse, όταν προσκάλεσε τον Adolf Hitler το 1923, στη βίλα που διέθετε με την ονομασία Schönberg, όπου παρέθεσε δείπνο προς τιμήν του με προσκεκλημένους την αφρόκρεμα των Ελβετών μεγαλοβιομηχάνων[…]»(Κώστας Λουλουδάκης: «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Εκδόσεις ΚΨΜ 2017)
Η Ελβετία είχε τον ρόλο προμηθευτή συναλλάγματος της φασιστικής Γερμανίας, απαραίτητο για να αγοράσει καύσιμα και όπλα. Γι’ αυτό οι ναζί διοχέτευαν και διασφάλιζαν σε ελβετικές τράπεζες τα κλεμμένα τιμαλφή των κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του χρυσού που είχαν καταληστεύσει από τις Κεντρικές Τράπεζες των κατεχόμενων ευρωπαϊκών χωρών. Οδηγούμαστε, λοιπόν, στο συμπέρασμα πως η ουδετερότητα αυτής της χώρας κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν…χρυσός, και η διακριτικότητα των ελβετικών τραπεζικών ιδρυμάτων αδιαμφισβήτητη! (New York Times Jewish Groups Fight for Spoils Of Swiss Case https://www.nytimes.com/1998/11/29/world/jewish-groups-fight-for-spoils-of-swiss-case.html)
Ωστόσο η Credit Suisse έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι δεν φέρει ευθύνη για ό,τι συνέβη εκείνη την εποχή. Σωστά, περασμένα ξεχασμένα, όμως έλα μου που το 2020, μια τεράστια διαρροή δεδομένων μιας έκθεσης που διενέργησε το 2017 η ελβετική χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή και αφορούσε την Credit Suisse αποκάλυψε λεπτομέρειες για 18.000 τραπεζικούς λογαριασμούς και 30.000 κατόχους λογαριασμών, ιδιώτες και εταιρείες, στα χέρια των οποίων ήταν περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια προερχόμενα από διακίνηση ναρκωτικών, και ανθρώπων, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά και άλλα σοβαρά εγκλήματα. (The guardian : Crooks, kleptocrats and crises: a timeline of Credit Suisse scandals https://www.theguardian.com/news/2022/feb/21/tax-timeline-credit-suisse-scandals)
Πρόσφατα μάλιστα ο οικονομικός εισαγγελέας της Γενεύης Ιβ Μπερτόσα, κατηγόρησε την Credit Suisse, ότι ξέπλυνε πάνω από 60 δισ. Δολάρια συνεργαζόμενη με το διεθνές κύκλωμα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος της Yakuza και της Βουλγαρικής μαφίας…
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η κοινωνικοποίηση των χρεών του ιδιωτικού ελβετικού τραπεζικού κολοσσού Credit Suisse δεν συνιστά τίποτα άλλο παρά μια μορφή συνεργασίας του κράτους το οποίο υποθάλπει το πεδίο δράσης της ισχυρής οικονομικής ελίτ για την αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων που θα οδηγούσαν στην αμφισβήτηση του καπιταλιστικού συστήματος. Επομένως η πρακτική αυτή συνεργασία περιλαμβάνει ένα άνισο δημοσιονομικό σύστημα, παχυλές κρατικές επιδοτήσεις, πακέτα διάσωσης με δημόσιο χρήμα, διαγραφές χρεών, κάθε λογής οικονομικών προνομίων και κυρίως, θεσμοθετημένες εξαιρέσεις και παρεμβάσεις από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.
Είναι απόφαση της πολιτικής αφρόκρεμας να παρέχει θεσμική κάλυψη και να νομοθετεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι, κλέβοντας στην ουσία τους πολίτες. Ο κόσμος, με την «ελεύθερη» κυκλοφορία κεφαλαίων και την φιλελευθεροποίηση των «αγορών», γέμισε πλυντήρια ξεπλύματος κερδών. Από το Μονακό και το Λιχτεστάιν, στον Παναμά και την Ανδόρα, από την Ελβετία, το Γιβραλτάρ, ως το Σίτυ του Λονδίνου (η επιτομή του δικτύου πολιτικής διαπλοκής και ξεπλύματος μαύρου χρήματος), οι κυβερνήσεις προσφέρουν τα μέσα στην «αγορά», ώστε να διαφεύγουν κεφάλαια άγνωστης προέλευσης και επίσης, κυρίως μάλιστα, να τα απορρυπαίνουν, αφενός στις τράπεζες έναντι παχυλών προμηθειών, αφετέρου από τα δίκτυα των «θεσμικών επενδυτών», ώστε καθαρά να επανα-επενδυθούν στο επίσημο οικονομικό σύστημα.
Ως εκ τούτου, αυτές οι πρακτικές δεν είναι μόνο πρόβλημα δομικής ανηθικότητας ή συνειδησιακών εκπτώσεων κάποιων μεμονωμένων «κακών» πολιτικών. Υπάρχει κάτι πιο ουσιαστικό: το ζήτημα της πολιτικής δημοκρατίας σε σχέση με τη λειτουργεία του οικονομικού συστήματος.
Τι είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε;
Κώστας Λουλουδάκης (Ιουλιανός)
Πηγή: imerodromos.gr
Πρόσφατα, όπως είναι γνωστό ο ιδιωτικός ελβετικός τραπεζικός κολοσσός Credit Suisse βρέθηκε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας γεγονός που οδήγησε σε εσπευσμένη κρατική παρέμβαση για τη «διάσωση» της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας στην Ελβετία. Το κόστος της «διάσωσης», 109,5 δισ. Ευρώ, σύμφωνα με το Bloomberg, θα το επωμιστούν οι περίπου 8,7 εκατομμύρια κάτοικοι της χώρας, άνδρες γυναίκες και παιδιά, πράγμα που σημαίνει ότι στον καθένα αντιστοιχούν πάνω από 12.550 ευρώ, ανεξαρτήτως ηλικίας, πράγμα που είναι γόνιμο, δίκαιο, θεμιτό, ρεαλιστικό και ορθολογικό γιατί όταν μια τράπεζα πέφτει έξω πρέπει οι πολίτες να τη σώζουν με τους φόρους τους! (Στην Ελλάδα, έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερις φορές κρατικές διασώσεις τραπεζών, τα έτη 2009, 2013, 2014 και 2015 που κόστισαν στον Έλληνα φορολογούμενο ποσό που ξεπερνά τα 50 δισ. Ευρώ. Εννοείται πως τα δημόσια δις των διασώσεων δε συνδέθηκαν με την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τουλάχιστον των φτωχών και ευάλωτων χρεοκοπημένων πολίτων με λαμπρή εξαίρεση, βέβαια, τα δάνεια της Νέας Δημοκρατίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη που υπερβαίνουν τα 392 εκατομμύρια ευρώ!)
Αρα, θα μπορούσαμε βάσιμα να υποστηρίξουμε πως οι κρατικοί παρεμβατικοί θεσμοί έχουν την δυνατότητα να παρεμβαίνουν στο οικονομικό σύστημα για να «διορθώνουν» ή, καλύτερα, να «Σοβιετοποιούν» μόνο τα μη επιθυμητά αποτελέσματα της ανταγωνιστικής και «ελεύθερης» οικονομίας της αγοράς!
Στην ουσία δηλαδή οι κρατικοί θεσμοί παρεμβαίνουν, με χρήμα των πολιτών, για να περιφρουρήσουν όχι μόνο τα συμφέροντα των τραπεζικών στελεχών, αλλά, κατ’ επέκταση, την διατήρηση αυτού του εγκληματικού οικονομικού μοντέλου. Γιατί δε πρέπει να αμελούμε τα ζητήματα που προκύπτουν από την οργανωσιακή φύση του τραπεζικού περιβάλλοντος, εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα παράνομες (;) δραστηριότητες όπως το ξέπλυμα χρημάτων.
Τα χρήματα που διακυβεύονται π.χ. από το εμπόριο ναρκωτικών είναι πολλά και τα κέρδη δεν στηρίζονται μόνο στους λαθρεμπόρους και στα δίκτυα από βαποράκια. Το ξέπλυμα των κερδών από τα ναρκωτικά χρειάζεται σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον όπως: διεθνή υπεράκτια χρηματοοικονομικά κέντρα, ειδικό νομοθετικό πλαίσιο απορρήτου και εμπιστευτικότητας, νομικά γραφεία αντιπροσώπευσης, τράπεζες που κατέχουν συγκεκριμένες εταιρείες καταπιστευμάτων, μυστικές υπηρεσίες, πολιτική διαφθορά κ.α. Το εμπόριο ναρκωτικών έχει πολιτική, οικονομική και διεθνή επιρροή, δηλαδή, διαπλέκεται στενά με επίσημα οικονομικά και πολιτικά δίκτυα. Και όμως, ακόμα ο κόσμος πιστεύει πως η καταπολέμηση του εμπορίου είναι θέμα δημόσιας τάξης.
Τώρα, στην καρδιά της Ευρώπης, στο τόξο των Άλπεων υπάρχει η Ελβετική Συνομοσπονδία που εκτός από εκπληκτικής ομορφιάς βουκολικά τοπία, διαθέτει και υπέροχη νομολογία που επιτρέπει στα τραπεζικά ιδρύματα να απορρυπαίνουν χρήμα. Η Ελβετία είναι ένας από τους κύριους συγκοινωνιακούς κόμβους από όπου διέρχονται τα δισεκατομμύρια διαφυγόντων κεφαλαίων των ηγετικών τάξεων του κόσμου, όπως επίσης και το βρόμικο, το ματωμένο χρήμα διεθνών εγκληματικών οργανώσεων. Όλα αυτά τα κύματα χρήματος τα καλύπτουν αξιοπρεπείς τραπεζίτες με παροιμιώδη εχεμύθεια, ειδικοί στην διακίνηση κεφαλαίων, δηλαδή, στο ξέπλυμα και στην επανεπένδυση καθώς και εξαιρετικοί δικηγόροι και δικαστές, που με αξιοθαύμαστη έλλειψη ηθικής, μα με σπάνια θέληση, διατυπώνουν με ακρίβεια σε συνταγματικούς κανόνες το σκότος που πρέπει να διέπει την κίνηση κεφαλαίων. Μην αμελούμε αναγνώστες μου, πως «ο πλούσιος κουβαλάει το νόμο στο πορτοφόλι του», σύμφωνα με τον Ελβετό φιλόσοφο Ζαν Ζακ Ρουσσώ .Έτσι κι αλλιώς, στον καπιταλισμό Business is Business. Φυσικός, φιλελεύθερος κανόνας!
Ιστορικά η Ελβετία «απέπνεε ήρεμη ασφάλεια στους καπιταλιστές και που στήριζε την ευημερία ή την ύβρη της, αν προτιμάτε, στις λεπτές τραπεζικές τεχνικές της, έστω και αν αυτές απαιτούν τη λίβρα της σάρκας και τα λί(ύ)τρα του αίματος που η παράκρουση του κέρδους επιβάλλει. Η Ελβετική Συνομοσπονδία αναδείχτηκε σε θησαυροφυλάκιο των φασιστών πριν ξεσπάσει το μακελειό στην Ευρώπη. Την ευθεία αυτή αγαστή συνεργασία με τους φασίστες είχε εγκαινιάσει η οικογένεια Wille-Rieter της τράπεζας Credit Suisse, όταν προσκάλεσε τον Adolf Hitler το 1923, στη βίλα που διέθετε με την ονομασία Schönberg, όπου παρέθεσε δείπνο προς τιμήν του με προσκεκλημένους την αφρόκρεμα των Ελβετών μεγαλοβιομηχάνων[…]»(Κώστας Λουλουδάκης: «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Εκδόσεις ΚΨΜ 2017)
Η Ελβετία είχε τον ρόλο προμηθευτή συναλλάγματος της φασιστικής Γερμανίας, απαραίτητο για να αγοράσει καύσιμα και όπλα. Γι’ αυτό οι ναζί διοχέτευαν και διασφάλιζαν σε ελβετικές τράπεζες τα κλεμμένα τιμαλφή των κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του χρυσού που είχαν καταληστεύσει από τις Κεντρικές Τράπεζες των κατεχόμενων ευρωπαϊκών χωρών. Οδηγούμαστε, λοιπόν, στο συμπέρασμα πως η ουδετερότητα αυτής της χώρας κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν…χρυσός, και η διακριτικότητα των ελβετικών τραπεζικών ιδρυμάτων αδιαμφισβήτητη! (New York Times Jewish Groups Fight for Spoils Of Swiss Case https://www.nytimes.com/1998/11/29/world/jewish-groups-fight-for-spoils-of-swiss-case.html)
Ωστόσο η Credit Suisse έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι δεν φέρει ευθύνη για ό,τι συνέβη εκείνη την εποχή. Σωστά, περασμένα ξεχασμένα, όμως έλα μου που το 2020, μια τεράστια διαρροή δεδομένων μιας έκθεσης που διενέργησε το 2017 η ελβετική χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή και αφορούσε την Credit Suisse αποκάλυψε λεπτομέρειες για 18.000 τραπεζικούς λογαριασμούς και 30.000 κατόχους λογαριασμών, ιδιώτες και εταιρείες, στα χέρια των οποίων ήταν περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια προερχόμενα από διακίνηση ναρκωτικών, και ανθρώπων, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά και άλλα σοβαρά εγκλήματα. (The guardian : Crooks, kleptocrats and crises: a timeline of Credit Suisse scandals https://www.theguardian.com/news/2022/feb/21/tax-timeline-credit-suisse-scandals)
Πρόσφατα μάλιστα ο οικονομικός εισαγγελέας της Γενεύης Ιβ Μπερτόσα, κατηγόρησε την Credit Suisse, ότι ξέπλυνε πάνω από 60 δισ. Δολάρια συνεργαζόμενη με το διεθνές κύκλωμα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος της Yakuza και της Βουλγαρικής μαφίας…
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η κοινωνικοποίηση των χρεών του ιδιωτικού ελβετικού τραπεζικού κολοσσού Credit Suisse δεν συνιστά τίποτα άλλο παρά μια μορφή συνεργασίας του κράτους το οποίο υποθάλπει το πεδίο δράσης της ισχυρής οικονομικής ελίτ για την αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων που θα οδηγούσαν στην αμφισβήτηση του καπιταλιστικού συστήματος. Επομένως η πρακτική αυτή συνεργασία περιλαμβάνει ένα άνισο δημοσιονομικό σύστημα, παχυλές κρατικές επιδοτήσεις, πακέτα διάσωσης με δημόσιο χρήμα, διαγραφές χρεών, κάθε λογής οικονομικών προνομίων και κυρίως, θεσμοθετημένες εξαιρέσεις και παρεμβάσεις από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.
Είναι απόφαση της πολιτικής αφρόκρεμας να παρέχει θεσμική κάλυψη και να νομοθετεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι, κλέβοντας στην ουσία τους πολίτες. Ο κόσμος, με την «ελεύθερη» κυκλοφορία κεφαλαίων και την φιλελευθεροποίηση των «αγορών», γέμισε πλυντήρια ξεπλύματος κερδών. Από το Μονακό και το Λιχτεστάιν, στον Παναμά και την Ανδόρα, από την Ελβετία, το Γιβραλτάρ, ως το Σίτυ του Λονδίνου (η επιτομή του δικτύου πολιτικής διαπλοκής και ξεπλύματος μαύρου χρήματος), οι κυβερνήσεις προσφέρουν τα μέσα στην «αγορά», ώστε να διαφεύγουν κεφάλαια άγνωστης προέλευσης και επίσης, κυρίως μάλιστα, να τα απορρυπαίνουν, αφενός στις τράπεζες έναντι παχυλών προμηθειών, αφετέρου από τα δίκτυα των «θεσμικών επενδυτών», ώστε καθαρά να επανα-επενδυθούν στο επίσημο οικονομικό σύστημα.
Ως εκ τούτου, αυτές οι πρακτικές δεν είναι μόνο πρόβλημα δομικής ανηθικότητας ή συνειδησιακών εκπτώσεων κάποιων μεμονωμένων «κακών» πολιτικών. Υπάρχει κάτι πιο ουσιαστικό: το ζήτημα της πολιτικής δημοκρατίας σε σχέση με τη λειτουργεία του οικονομικού συστήματος.
Τι είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε;
Κώστας Λουλουδάκης (Ιουλιανός)
Πηγή: imerodromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου