Καθώς οι Ναζί έφευγαν από την κατεχόμενη Ευρώπη τις τελευταίες ημέρες του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, τέσσερις Γερμανοί στρατιώτες έθαψαν έναν θησαυρό από χρυσά νομίσματα και κοσμήματα στη μέση του πουθενά στην ολλανδική ύπαιθρο. Σχεδόν 80 χρόνια αργότερα, οι ελπίδες για την εύρεση των θαμμένων κλοπιμαίων έχουν ενισχυθεί αφού τα Εθνικά Αρχεία της Ολλανδίας κυκλοφόρησαν ένα πακέτο εγγράφων – και έναν χάρτη του θησαυρού όπου το Χ σηματοδοτεί το σημείο που φέρεται να είναι κρυμμένος.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian, ο θησαυρός – τέσσερις θήκες πυρομαχικών φορτωμένες με νομίσματα, ρολόγια, κοσμήματα, διαμάντια και άλλους πολύτιμους λίθους – πιστεύεται ότι άξιζε τουλάχιστον 2 ή 3 εκατομμύρια ολλανδικά φιορίνι το 1945, που ισοδυναμεί με περίπου 18 εκατομμύρια ευρώ σε σημερινά χρήματα.
«Πολλοί ερευνητές, δημοσιογράφοι και ερασιτέχνες αρχαιολόγοι ενδιαφέρονται πραγματικά και έχουν ενθουσιαστεί», δήλωσε η Ανέτ Γουόλκενς, σύμβουλος στα Εθνικά Αρχεία της Ολλανδίας, τα οποία κυκλοφόρησαν την περασμένη εβδομάδα περισσότερα από 1.300 ιστορικά έγγραφα. Ανάμεσα στα έγγραφα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ένα αρχείο πάχους 7 εκατοστών που εξιστορούσε τις άκαρπες προσπάθειες του ολλανδικού κράτους να βρει τον λεηλατημένο θησαυρό των Ναζί μετά τον πόλεμο.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο θησαυρός θάφτηκε τον Απρίλιο του 1945, όταν οι Σύμμαχοι βρίσκονταν κοντά στην απελευθέρωση του Άρνεμ στην ανατολική Ολλανδία. Η Γουόλκενς δήλωσε στον Observer ότι οι στρατιώτες αποφάσισαν να θάψουν τον θησαυρό γιατί φοβούνταν.
Το πολύτιμο φορτίο θάφτηκε στις ρίζες μιας λεύκας, βάθους 70-80 εκατοστών, λίγο έξω από το χωριό Ommeren, περίπου 40 χιλιόμετρα από το Άρνεμ. Τα τιμαλφή θα μπορούσαν να είχαν εξαφανιστεί από τα ιστορικά αρχεία για πάντα, αν δεν ήταν ένας μαρτυριάρης Γερμανός στρατιώτης, ο Helmut S, ο οποίος δεν ήταν ανάμεσα σε αυτούς που έκαναν τις λεηλασίες αλλά συμμετείχε στην ταφή των κλοπιμαίων.
Σύμφωνα με τον Helmut S, ο θησαυρός ανακαλύφθηκε όταν ένα υποκατάστημα της τράπεζας Rotterdamsche στο Άρνεμ βομβαρδίστηκε τον Αύγουστο του 1944. Ένα χρηματοκιβώτιο έσπασε, αφήνοντας κοσμήματα, νομίσματα και άλλα τιμαλφή διάσπαρτα στο δρόμο. Οι σύντροφοί του έβαλαν στην τσέπη ό,τι μπορούσαν, κρύβοντας αργότερα τα κλοπιμαία σε κουτιά πυρομαχικών.
Τα Εθνικά Αρχεία της Ολλανδίας δεν αποκάλυψαν το πλήρες όνομά του, καθώς ο γεννημένος το 1925 πρώην στρατιώτης μπορεί να είναι ακόμα ζωντανός, αν και κανείς δεν κατάφερε να τον εντοπίσει. Από τους άλλους τρεις στρατιώτες, οι δύο δεν επέζησαν του πολέμου και ο άλλος εξαφανίστηκε.
Το 1946-47 το Beheersinstitut, το Ολλανδικό Ινστιτούτο Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων που ήταν υπεύθυνο για τη διαχείριση του πλούτου των ανθρώπων που χάθηκαν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, πραγματοποίησε τρεις έρευνες. Η πρώτη απέτυχε γιατί το έδαφος ήταν παγωμένο. Η δεύτερη, με τη βοήθεια πρωτόγονων ανιχνευτών μετάλλων της εποχής, δεν απέδωσε τίποτα. Για την τρίτη προσπάθεια κάλεσαν τον Helmut S πίσω από τη Γερμανία για να βοηθήσει, αλλά παρά τη μαρτυρία του και τον χάρτη που είχε δώσει, η ανασκαφή ήταν άκαρπη.
Οι αρχειονόμοι δεν είναι σίγουροι ποιος έφτιαξε τον χάρτη, αλλά πιστεύουν ότι έγινε από έναν από τους Γερμανούς στρατιώτες. Αφού τον παρέδωσε ο Helmut S, ο χάρτης μπήκε στο αρχείο του Beheersinstituut, με την προϋπόθεση ότι δεν θα κυκλοφορούσε για πολλά χρόνια για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ιδιοκτητών ακινήτων.
Οι Ολλανδοί αξιωματούχοι επεξεργάζονται διάφορες θεωρίες. Ίσως ο θησαυρός είχε ανασκαφεί από έναν ντόπιο που ήταν μάρτυρας της ταφής ή από τον εξαφανισμένο επιζώντα Γερμανό στρατιώτη. Άλλοι υποπτεύονταν τους Αμερικανούς. Κατά τη διάρκεια της τρίτης ανασκαφής, το προσωπικό του Beheersinstituut συνάντησε δύο Αμερικανούς αξιωματικούς και παρατήρησε ότι το έδαφος στην περιοχή είχε πειραχτεί. «Λοιπόν, δεν ξέρουμε τι κάνετε, αλλά σας παρακαλούμε να κοιτάτε τη δουλειά σας και αυτή είναι η υπόθεση μας», αφηγείται η Γούολκενς ότι τους είπαν οι Ολλανδοί.
Ο Τζουστ Ρόζεντααλ, επίκουρος καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Radboud στο Nijmegen, είπε στον Observer ότι οι λεηλασίες ήταν συνηθισμένες και στις δύο πλευρές. Τον Οκτώβριο του 1944 τουλάχιστον πέντε τράπεζες στο Άρνεμ λεηλατήθηκαν από Γερμανούς στρατιώτες. Μετά την απελευθέρωση τον Απρίλιο του 1945, μια άλλη ληστεύτηκε από στρατιώτες με βρετανικές στολές, μια ομάδα που περιελάμβανε έναν Ολλανδό που υπηρετούσε στα σύνορα της Νότιας Ουαλίας.
Ο ιστορικός πιστεύει ότι ο Helmut S έκανε λάθος για μερικά από τα γεγονότα. Η εκδοχή του Χέλμουτ ότι οι σύντροφοί του βρήκαν τα κοσμήματα στο δρόμο μετά το χτύπημα σε τράπεζα τον Αύγουστο του 1944 «δεν μπορεί να είναι αληθινή» επειδή το Άρνεμ δεν βομβαρδίστηκε εκείνο τον μήνα, είπε ο Ρόζεντααλ.
Μόλις τον Σεπτέμβριο, οι Σύμμαχοι προσπάθησαν να καταλάβουν το Άρνεμ, στην καταστροφική επιχείρηση Market Garden.
Ο Ρόζεντααλ πιστεύει ότι πιθανότατα οι άλλοι στρατιώτες έκλεψαν τα κοσμήματα τον Νοέμβριο του 1944, όταν οι γερμανικές δυνάμεις πυρπόλησαν την τράπεζα Rotterdamsche του Άρνεμ, με σκοπό να «κρύψουν τη ληστεία της τράπεζας».
Πηγή: efsyn.gr
«Πολλοί ερευνητές, δημοσιογράφοι και ερασιτέχνες αρχαιολόγοι ενδιαφέρονται πραγματικά και έχουν ενθουσιαστεί», δήλωσε η Ανέτ Γουόλκενς, σύμβουλος στα Εθνικά Αρχεία της Ολλανδίας, τα οποία κυκλοφόρησαν την περασμένη εβδομάδα περισσότερα από 1.300 ιστορικά έγγραφα. Ανάμεσα στα έγγραφα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ένα αρχείο πάχους 7 εκατοστών που εξιστορούσε τις άκαρπες προσπάθειες του ολλανδικού κράτους να βρει τον λεηλατημένο θησαυρό των Ναζί μετά τον πόλεμο.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο θησαυρός θάφτηκε τον Απρίλιο του 1945, όταν οι Σύμμαχοι βρίσκονταν κοντά στην απελευθέρωση του Άρνεμ στην ανατολική Ολλανδία. Η Γουόλκενς δήλωσε στον Observer ότι οι στρατιώτες αποφάσισαν να θάψουν τον θησαυρό γιατί φοβούνταν.
Το πολύτιμο φορτίο θάφτηκε στις ρίζες μιας λεύκας, βάθους 70-80 εκατοστών, λίγο έξω από το χωριό Ommeren, περίπου 40 χιλιόμετρα από το Άρνεμ. Τα τιμαλφή θα μπορούσαν να είχαν εξαφανιστεί από τα ιστορικά αρχεία για πάντα, αν δεν ήταν ένας μαρτυριάρης Γερμανός στρατιώτης, ο Helmut S, ο οποίος δεν ήταν ανάμεσα σε αυτούς που έκαναν τις λεηλασίες αλλά συμμετείχε στην ταφή των κλοπιμαίων.
Σύμφωνα με τον Helmut S, ο θησαυρός ανακαλύφθηκε όταν ένα υποκατάστημα της τράπεζας Rotterdamsche στο Άρνεμ βομβαρδίστηκε τον Αύγουστο του 1944. Ένα χρηματοκιβώτιο έσπασε, αφήνοντας κοσμήματα, νομίσματα και άλλα τιμαλφή διάσπαρτα στο δρόμο. Οι σύντροφοί του έβαλαν στην τσέπη ό,τι μπορούσαν, κρύβοντας αργότερα τα κλοπιμαία σε κουτιά πυρομαχικών.
Τα Εθνικά Αρχεία της Ολλανδίας δεν αποκάλυψαν το πλήρες όνομά του, καθώς ο γεννημένος το 1925 πρώην στρατιώτης μπορεί να είναι ακόμα ζωντανός, αν και κανείς δεν κατάφερε να τον εντοπίσει. Από τους άλλους τρεις στρατιώτες, οι δύο δεν επέζησαν του πολέμου και ο άλλος εξαφανίστηκε.
Το 1946-47 το Beheersinstitut, το Ολλανδικό Ινστιτούτο Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων που ήταν υπεύθυνο για τη διαχείριση του πλούτου των ανθρώπων που χάθηκαν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, πραγματοποίησε τρεις έρευνες. Η πρώτη απέτυχε γιατί το έδαφος ήταν παγωμένο. Η δεύτερη, με τη βοήθεια πρωτόγονων ανιχνευτών μετάλλων της εποχής, δεν απέδωσε τίποτα. Για την τρίτη προσπάθεια κάλεσαν τον Helmut S πίσω από τη Γερμανία για να βοηθήσει, αλλά παρά τη μαρτυρία του και τον χάρτη που είχε δώσει, η ανασκαφή ήταν άκαρπη.
Οι αρχειονόμοι δεν είναι σίγουροι ποιος έφτιαξε τον χάρτη, αλλά πιστεύουν ότι έγινε από έναν από τους Γερμανούς στρατιώτες. Αφού τον παρέδωσε ο Helmut S, ο χάρτης μπήκε στο αρχείο του Beheersinstituut, με την προϋπόθεση ότι δεν θα κυκλοφορούσε για πολλά χρόνια για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ιδιοκτητών ακινήτων.
Οι Ολλανδοί αξιωματούχοι επεξεργάζονται διάφορες θεωρίες. Ίσως ο θησαυρός είχε ανασκαφεί από έναν ντόπιο που ήταν μάρτυρας της ταφής ή από τον εξαφανισμένο επιζώντα Γερμανό στρατιώτη. Άλλοι υποπτεύονταν τους Αμερικανούς. Κατά τη διάρκεια της τρίτης ανασκαφής, το προσωπικό του Beheersinstituut συνάντησε δύο Αμερικανούς αξιωματικούς και παρατήρησε ότι το έδαφος στην περιοχή είχε πειραχτεί. «Λοιπόν, δεν ξέρουμε τι κάνετε, αλλά σας παρακαλούμε να κοιτάτε τη δουλειά σας και αυτή είναι η υπόθεση μας», αφηγείται η Γούολκενς ότι τους είπαν οι Ολλανδοί.
Ο Τζουστ Ρόζεντααλ, επίκουρος καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Radboud στο Nijmegen, είπε στον Observer ότι οι λεηλασίες ήταν συνηθισμένες και στις δύο πλευρές. Τον Οκτώβριο του 1944 τουλάχιστον πέντε τράπεζες στο Άρνεμ λεηλατήθηκαν από Γερμανούς στρατιώτες. Μετά την απελευθέρωση τον Απρίλιο του 1945, μια άλλη ληστεύτηκε από στρατιώτες με βρετανικές στολές, μια ομάδα που περιελάμβανε έναν Ολλανδό που υπηρετούσε στα σύνορα της Νότιας Ουαλίας.
Ο ιστορικός πιστεύει ότι ο Helmut S έκανε λάθος για μερικά από τα γεγονότα. Η εκδοχή του Χέλμουτ ότι οι σύντροφοί του βρήκαν τα κοσμήματα στο δρόμο μετά το χτύπημα σε τράπεζα τον Αύγουστο του 1944 «δεν μπορεί να είναι αληθινή» επειδή το Άρνεμ δεν βομβαρδίστηκε εκείνο τον μήνα, είπε ο Ρόζεντααλ.
Μόλις τον Σεπτέμβριο, οι Σύμμαχοι προσπάθησαν να καταλάβουν το Άρνεμ, στην καταστροφική επιχείρηση Market Garden.
Ο Ρόζεντααλ πιστεύει ότι πιθανότατα οι άλλοι στρατιώτες έκλεψαν τα κοσμήματα τον Νοέμβριο του 1944, όταν οι γερμανικές δυνάμεις πυρπόλησαν την τράπεζα Rotterdamsche του Άρνεμ, με σκοπό να «κρύψουν τη ληστεία της τράπεζας».
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου