Μετά από αίτημα της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας Cosmote ΑΕ και καθ΄ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων του, ο εισαγγελέας του ΑΠ εξέδωσε την αριθμ. 1/2023 γνωμοδότηση εκφράζοντας τη γνώμη ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν αν υπήρξε παρακολούθηση των τηλεφώνων τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, ούτε μπορεί να απευθύνεται στους τηλεφωνικούς παρόχους, να τους ζητά στοιχεία και να τους ελέγχει εάν τηρούν την νομιμότητα. Επιπλέον δε πάτησε “κόκκινη γραμμή” απειλώντας έμμεσα με ποινικές κυρώσεις τα μέλη της ΑΔΑΕ, τονίζοντας ότι υπό κάποιες προϋποθέσεις αυτές επισύρουν ακόμη και κάθειρξη.
Τη στιγμή που έχει ήδη ξεκινήσει διαδικασία δικαστικής διερεύνησης του σκανδάλου των υποκλοπών, η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα του ΑΠ – εκτός του ότι δεν μπορεί να ασκείται έναντι ιδιωτών ερωτώντων οι οποίοι είναι μάλιστα και οι ερευνόμενοι και που δυνητικά μπορεί να καταστούν και διάδικοι στο μέλλον ενώπιον Δικαστηρίου- δεν εκτείνεται επί υποθέσεων, επί των οποίων επιλήφθηκαν ήδη ή πρόκειται να επιληφθούν οι αρμόδιες δικαστικές αρχές, προς αποφυγή επηρεασμού της κρίσης τους, σύμφωνα με την πάγια "αυτοπεριοριστική” θέση της Εισαγγελίας του ΑΠ σε σειρά γνωμοδοτήσεών της.
Οι έλεγχοι, οι ενέργειες και οι πράξεις των Ανεξάρτητων Αρχών δεν υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο ή εποπτεία, οδηγία, εντολή, σύσταση από καμιά άλλη κρατική Αρχή ή όργανο, παρά ελέγχονται μόνο από τη Βουλή και τα Δικαστήρια.
Η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του ΑΠ – αν και μη δεσμευτική δυνάμενη όμως να επηρεάσει τις ενέργειες άλλων κρατικών λειτουργών- κλείνει το μάτι στους ελεγχόμενους ιδιώτες παρόχους τηλεπικοινωνίας σε μια εξόφθαλμη και απροκάλυπτη προσπάθεια να τους προσφέρει νομικό άλλοθι και να ανάψει το πράσινο φως να αρνηθούν τον έλεγχο της ΑΔΑΕ, καθιστώντας πλέον αναποτελεσματική την Ανεξάρτητη Αρχή και ακυρώνοντας το έργο της αναφορικά με τη διασφάλιση του απορρήτου των ανταποκρίσεων που το ίδιο το Σύνταγμα της εμπιστεύθηκε την προστασία του.
Προ της γνωμοδότησης και κατά τη διενέργεια έκτακτου ελέγχου της ΑΔΑΕ σε τηλεπικοινωνιακό πάροχο υπήρξε επίσης αδιανόητη και νομικά μη προβλεπόμενη τηλεφωνική επικοινωνία του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με το υπό έρευνα εμπλεκόμενο μέρος.
Η ελεγκτική αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ αποτελεί θεσμική εγγύηση που περιβάλλει το απόρρητο των επικοινωνιών το οποίο αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά συνάμα υποχρέωση της Πολιτείας και δικαίωμα των πολιτών. Η αντιθεσμική παρέμβαση του Εισαγγελέα του ΑΠ νοθεύει την συνταγματικά κατοχυρωμένη αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής, παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, προσβάλει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των πολιτών και την ανεξαρτησία των δικαστών, βασικές συνιστώσες της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου προβλεπόμενες και προστατευόμενες από την ελληνική, ευρωπαϊκή και διεθνή δικαιοταξία.
Ο Εισαγγελέας του ΑΠ γνωμοδοτώντας την απαγόρευση των ελέγχων από την ΑΔΑΕ για την διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών φαίνεται να λειτουργεί ωσάν να είναι ο “διαπιστευμένος” της κυβέρνησης “παρά τοις Δικαστηρίοις” και ωσάν να χρησιμεύει ως σύνδεσμος μεταξύ αυτής και των δικαστηρίων με μοναδικό σκοπό τη συσκότιση των ερευνών και όχι τη διελεύκανσή τους όπως απαιτεί μια ευνομούμενη πολιτεία.
Η γνωμοδότηση αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το Εισαγγελικό Σώμα και την νομική του υποχρέωση να ερευνήσει πλήρως, άμεσα και το γρηγορότερο όλες τις καταγγελίες για παράνομες παρακολουθήσεις πολιτών και πολιτικών προσώπων.
Αυτό που τελικά κατάφερε ο Εισαγγελέας του ΑΠ, αντίθετα προφανώς με όσα στόχευε, ήταν να “ξεσηκώσει” τα συλλογικά δημοκρατικά αντανακλαστικά της νομικής κοινότητας συνταγματολόγων οι οποίοι αντέδρασαν με κοινή τους δήλωση και δικηγορικών συλλόγων (Δικηγορικοί Σύλλογοι Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Λάρισας) που δια ψηφισμάτων τους εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για τα σοβαρά ατοπήματα στα οποία υποπίπτει η εισαγγελική αυτή ενέργεια.
Ως νομικοί δηλώνουμε την κατηγορηματική αντίθεσή μας στην διάτρητη εισαγγελική γνωμοδότηση η οποία συνιστά ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο έργο της συνταγματικά κατοχυρωμένης ΑΔΑΕ να διερευνήσει το σκάνδαλο των υποκλοπών που ταλανίζει εδώ και καιρό τη Χώρα και μας αφορά όλες και όλους.
Καλούμε το νομικό κόσμο να λάβει θέση και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων υπερασπιζόμενος το Σύνταγμα και τα Δημοκρατικά Δικαιώματα χαράσσοντας κόκκινες γραμμές όταν και όπου επιχειρείται παραβίαση τους.
της Αικατερίνης Γεωργιάδου, Δικηγόρου
Οι έλεγχοι, οι ενέργειες και οι πράξεις των Ανεξάρτητων Αρχών δεν υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο ή εποπτεία, οδηγία, εντολή, σύσταση από καμιά άλλη κρατική Αρχή ή όργανο, παρά ελέγχονται μόνο από τη Βουλή και τα Δικαστήρια.
Η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του ΑΠ – αν και μη δεσμευτική δυνάμενη όμως να επηρεάσει τις ενέργειες άλλων κρατικών λειτουργών- κλείνει το μάτι στους ελεγχόμενους ιδιώτες παρόχους τηλεπικοινωνίας σε μια εξόφθαλμη και απροκάλυπτη προσπάθεια να τους προσφέρει νομικό άλλοθι και να ανάψει το πράσινο φως να αρνηθούν τον έλεγχο της ΑΔΑΕ, καθιστώντας πλέον αναποτελεσματική την Ανεξάρτητη Αρχή και ακυρώνοντας το έργο της αναφορικά με τη διασφάλιση του απορρήτου των ανταποκρίσεων που το ίδιο το Σύνταγμα της εμπιστεύθηκε την προστασία του.
Προ της γνωμοδότησης και κατά τη διενέργεια έκτακτου ελέγχου της ΑΔΑΕ σε τηλεπικοινωνιακό πάροχο υπήρξε επίσης αδιανόητη και νομικά μη προβλεπόμενη τηλεφωνική επικοινωνία του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με το υπό έρευνα εμπλεκόμενο μέρος.
Η ελεγκτική αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ αποτελεί θεσμική εγγύηση που περιβάλλει το απόρρητο των επικοινωνιών το οποίο αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά συνάμα υποχρέωση της Πολιτείας και δικαίωμα των πολιτών. Η αντιθεσμική παρέμβαση του Εισαγγελέα του ΑΠ νοθεύει την συνταγματικά κατοχυρωμένη αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής, παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, προσβάλει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των πολιτών και την ανεξαρτησία των δικαστών, βασικές συνιστώσες της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου προβλεπόμενες και προστατευόμενες από την ελληνική, ευρωπαϊκή και διεθνή δικαιοταξία.
Ο Εισαγγελέας του ΑΠ γνωμοδοτώντας την απαγόρευση των ελέγχων από την ΑΔΑΕ για την διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών φαίνεται να λειτουργεί ωσάν να είναι ο “διαπιστευμένος” της κυβέρνησης “παρά τοις Δικαστηρίοις” και ωσάν να χρησιμεύει ως σύνδεσμος μεταξύ αυτής και των δικαστηρίων με μοναδικό σκοπό τη συσκότιση των ερευνών και όχι τη διελεύκανσή τους όπως απαιτεί μια ευνομούμενη πολιτεία.
Η γνωμοδότηση αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το Εισαγγελικό Σώμα και την νομική του υποχρέωση να ερευνήσει πλήρως, άμεσα και το γρηγορότερο όλες τις καταγγελίες για παράνομες παρακολουθήσεις πολιτών και πολιτικών προσώπων.
Αυτό που τελικά κατάφερε ο Εισαγγελέας του ΑΠ, αντίθετα προφανώς με όσα στόχευε, ήταν να “ξεσηκώσει” τα συλλογικά δημοκρατικά αντανακλαστικά της νομικής κοινότητας συνταγματολόγων οι οποίοι αντέδρασαν με κοινή τους δήλωση και δικηγορικών συλλόγων (Δικηγορικοί Σύλλογοι Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Λάρισας) που δια ψηφισμάτων τους εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για τα σοβαρά ατοπήματα στα οποία υποπίπτει η εισαγγελική αυτή ενέργεια.
Ως νομικοί δηλώνουμε την κατηγορηματική αντίθεσή μας στην διάτρητη εισαγγελική γνωμοδότηση η οποία συνιστά ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο έργο της συνταγματικά κατοχυρωμένης ΑΔΑΕ να διερευνήσει το σκάνδαλο των υποκλοπών που ταλανίζει εδώ και καιρό τη Χώρα και μας αφορά όλες και όλους.
Καλούμε το νομικό κόσμο να λάβει θέση και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων υπερασπιζόμενος το Σύνταγμα και τα Δημοκρατικά Δικαιώματα χαράσσοντας κόκκινες γραμμές όταν και όπου επιχειρείται παραβίαση τους.
της Αικατερίνης Γεωργιάδου, Δικηγόρου
Πηγή: pdn-dikaiomata.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου