Το άδοξο τέλος στα προεκλογικά κόλπα της κυβέρνησης, αλλά και στα παιχνίδια του Βρετανικού Μουσείου για τα κλεμμένα Γλυπτά του Παρθενώνα. Τα δημοσιεύματα που έβλεπαν "συμφωνίες" και η ελληνική "κόκκινη γραμμή".
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα «ανήκουν εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο» και δεν πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα, δήλωσε η Βρετανίδα υπουργός Πολιτισμού Μισέλ Ντόνελαν, τοποθετούμενη σε σειρά πρόσφατων δημοσιευμάτων σε ξένα και ελληνικά μέσα ενημέρωσης για μια πιθανή συμφωνία για την επιστροφή τους.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα «ανήκουν εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο» και δεν πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα, δήλωσε η Βρετανίδα υπουργός Πολιτισμού Μισέλ Ντόνελαν, τοποθετούμενη σε σειρά πρόσφατων δημοσιευμάτων σε ξένα και ελληνικά μέσα ενημέρωσης για μια πιθανή συμφωνία για την επιστροφή τους.
Και κάπως έτσι μπήκε μία μεγάλη ωραία “ταφόπλακα” στα προεκλογικά παιχνίδια της κυβέρνησης, αλλά και στα παιχνίδια του Βρετανικού Μουσείου και του διευθυντή του, που επί μέρες προσπαθούσαν να μας πείσουν για το πόσο καλός και ωφέλιμος και επαναπατριστικός θα είναι ένας δανεισμός και πόσο “πρέπον” είναι να στείλουμε ανεκτίμητους πολιτιστικούς μας θησαυρούς (βλ. χρυσή προμετωπίδα Αγαμέμνονα, τον Ηνιοχο των Δελφών κ.ά) ως “όμηρους” στη Βρετανία για να είναι σίγουροι πως δε θα κρατήσουμε τα… δικά μας Γλυπτά για πάντα εκεί που στην πραγματικότητα ανήκουν. Στο Μουσείο δηλαδή της Ακρόπολης, εκεί όπου θα συνομιλούν απευθείας με τον Παρθενώνα από όπου και ξεριζώθηκαν με τρόπο βίαιο.
"Παιχνίδια" και δημοσιεύματα που τελικά έβλαψαν σοβαρά την ελληνική διεκδίκηση
Στο NEWS 24/7 από τις αρχές Δεκεμβρίου προσπαθούμε με έρευνα, ρεπορτάζ και συνεντεύξεις επιφανών επιστημόνων - φιλοξενήσαμε ακόμη και την Πρόεδρο της εξαιρετικά ενεργής Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα και σπουδαία ηθοποιό, Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν (Dame Janet Suzman), να εξηγήσουμε ότι η διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι καταρχάς ένα θέμα διακρατικό, και ένα θέμα που απαιτεί απεριόριστη υπομονή, συνέχεια και σίγουρα λεπτούς χειρισμούς σε επίπεδο κρατών.
Δεν είναι ένα θέμα που μπορεί να λυθεί, επειδή ένα κόμμα επιθυμεί να κερδίσει στις επερχόμενες εκλογές και θα “βάλει” τα δυνατά του προκειμένου να το κάνει, και σίγουρα ούτε ένα θέμα που μπορούν να λύσουν δύο διευθυντές μουσείων μεταξύ τους (γιατί το διαβάσαμε και αυτό).
Πολύτιμα τα όσα είχε αναφέρει σε δήλωσή της η Δέσποινα Κουτσούμπα: "τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τεράστια πίεση από τη μουσειολογική και ευρύτερα επιστημονική κοινότητα για την «αποαποικιοποίηση» των Μουσείων, που σε μεγάλο βαθμό –όχι όμως περιοριστικά– συνδέεται με τις κλεμμένες αρχαιότητες που εκτίθενται στα Μουσεία της αποκιοκρατίας. Η πίεση αυτή οδήγησε στην υιοθέτηση του όρου «ηθική των Μουσείων» από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων το φθινόπωρο του 2022. Το Βρετανικό Μουσείο, όπως και άλλα μουσεία του εξωτερικού, βρίσκονται σε μεγάλη πίεση. Το 2022, επίσης, ευοδώθηκε ο αγώνας της Νιγηρίας για την επιστροφή των χάλκινων τέχνεργων του Μπενίν, που είχαν κλαπεί από τη χώρα στα τέλη του 19ου αιώνα από τον βρετανικό στρατό κατοχής, και βρίσκονταν σε Μουσεία στο Βερολίνο και τη Βρετανία.
Η επιστροφή αυτή αποτελεί ένα καλό πρόκριμα για τη διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα. Και βέβαια, υπάρχουν οι τρεις δωρεές θραυσμάτων του Παρθενώνα, από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (2009), από τη Σικελία (θραύσμα Fagan, ως παρακαταθήκη) και η πρόσφατη δωρεά του Πάπα (2022), που θα έπρεπε να προβάλλονται ως χειρονομίες, αντί να προβάλλονται οι αποικιοκρατικές θέσεις του Βρετανικού Μουσείου".
Η ελληνική κόκκινη γραμμή που κανείς δεν ερμήνευσε
Το μόνο ευτύχημα σε όλο αυτό το παραλήρημα που ζήσαμε τις τελευταίες ημέρες αναπαραγωγής ξένων δημοσιευμάτων πως "επιτέλους" τα Γλυπτά επιστρέφουν, είναι πως το υπουργείο Πολιτισμού υποστήριξε την «πάγια θέση της χώρας μας ότι δεν αναγνωρίζει στο Βρετανικό Μουσείο νομή, κατοχή και κυριότητα των Γλυπτών, καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής». Το γεγονός αυτό είναι εξέχουσας σημασίας, καθώς είναι ξεκάθαρο πως το θέμα της κυριότητας εξακολουθεί να αποτελεί κόκκινη γραμμή στην εθνική μας πολιτική.
Αυτό βέβαια από μόνο του σήμαινε εξαρχής πως δε θα μπορούσε να συζητηθεί καμία εκδοχή δανεισμού. Λίγοι, δυστυχώς, το κατάλαβαν και έδωσαν έκταση στο θέμα στα media με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο τώρα, όπου η βρετανική κυβέρνηση προέβη σε δηλώσεις ακόμη χειρότερες από αυτές του Δεκεμβρίου, όταν ο πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ είχε δηλώσει πως «δεν είναι στα σχέδιά μας να αλλάξουμε τον νόμο που εμποδίζει την απομάκρυνση αντικειμένων από τις συλλογές του μουσείου, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις».
Έτσι χθες (11/1), η Βρετανίδα Υπουργός Πολιτισμού ανέφερε ότι είχε «πολλές συνομιλίες» με τον Τζορτζ Όσμπορν και πως «η άποψή του σίγουρα απεικονίστηκε λανθασμένα. Δεν πρόκειται εκείνος να τα στείλει πίσω, βασικά. Δεν είναι αυτή η πρόθεσή του. Δεν έχει καμία επιθυμία να το κάνει. Έχει επίσης συζητηθεί η ιδέα ενός δανεισμού διάρκειας 100 ετών, κάτι που σίγουρα δεν είναι αυτό που σχεδιάζει. Θα συμφωνούσε μαζί μου ότι δεν πρέπει να τα στείλουμε πίσω, και στην πραγματικότητα ανήκουν εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τα φροντίζουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπου επιτρέπουμε πρόσβαση σε αυτά».
Τουτέστιν, νομίσαμε πως πήγαμε ένα βήμα μπροστά και τελικά πισωπατήσαμε και πέσαμε στον γκρεμό.
Τα Γλυπτά δεν επιστρέφουν, τουλάχιστον τώρα. Το είπε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός άλλωστε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας “Δεν αναμένω άμεσα αποτελέσματα, αλλά πιστεύω ότι ήδη έχουμε κάνει πολύ συστηματικές κινήσεις”.
Το ίδιο μας είχαν πει με όλους τους τρόπους και οι τέσσερις κορυφαίοι επιστήμονες σχετικά με το πόσο εφικτός είναι ένας επαναπατρισμός με την πραγματική σημασία του όρου.
Το ίδιο μας είχε πει και η Πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής και σπουδαίας ηθοποιός, Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν (Dame Janet Suzman): “η επανένωση των Μαρμάρων, κάθε άλλο παρά ξεκάθαρη είναι. Ο δρόμος παραμένει μακρύς και πολύ ασαφής. Όλοι πρέπει να έχουμε υπομονή, καθώς η διπλωματία προχωρά αργά προς έναν συμβιβασμό που ελπίζουμε”.
Γεωργία Οικονόμου
Πηγή: news247.gr
"Παιχνίδια" και δημοσιεύματα που τελικά έβλαψαν σοβαρά την ελληνική διεκδίκηση
Στο NEWS 24/7 από τις αρχές Δεκεμβρίου προσπαθούμε με έρευνα, ρεπορτάζ και συνεντεύξεις επιφανών επιστημόνων - φιλοξενήσαμε ακόμη και την Πρόεδρο της εξαιρετικά ενεργής Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα και σπουδαία ηθοποιό, Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν (Dame Janet Suzman), να εξηγήσουμε ότι η διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι καταρχάς ένα θέμα διακρατικό, και ένα θέμα που απαιτεί απεριόριστη υπομονή, συνέχεια και σίγουρα λεπτούς χειρισμούς σε επίπεδο κρατών.
Δεν είναι ένα θέμα που μπορεί να λυθεί, επειδή ένα κόμμα επιθυμεί να κερδίσει στις επερχόμενες εκλογές και θα “βάλει” τα δυνατά του προκειμένου να το κάνει, και σίγουρα ούτε ένα θέμα που μπορούν να λύσουν δύο διευθυντές μουσείων μεταξύ τους (γιατί το διαβάσαμε και αυτό).
Πολύτιμα τα όσα είχε αναφέρει σε δήλωσή της η Δέσποινα Κουτσούμπα: "τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τεράστια πίεση από τη μουσειολογική και ευρύτερα επιστημονική κοινότητα για την «αποαποικιοποίηση» των Μουσείων, που σε μεγάλο βαθμό –όχι όμως περιοριστικά– συνδέεται με τις κλεμμένες αρχαιότητες που εκτίθενται στα Μουσεία της αποκιοκρατίας. Η πίεση αυτή οδήγησε στην υιοθέτηση του όρου «ηθική των Μουσείων» από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων το φθινόπωρο του 2022. Το Βρετανικό Μουσείο, όπως και άλλα μουσεία του εξωτερικού, βρίσκονται σε μεγάλη πίεση. Το 2022, επίσης, ευοδώθηκε ο αγώνας της Νιγηρίας για την επιστροφή των χάλκινων τέχνεργων του Μπενίν, που είχαν κλαπεί από τη χώρα στα τέλη του 19ου αιώνα από τον βρετανικό στρατό κατοχής, και βρίσκονταν σε Μουσεία στο Βερολίνο και τη Βρετανία.
Η επιστροφή αυτή αποτελεί ένα καλό πρόκριμα για τη διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα. Και βέβαια, υπάρχουν οι τρεις δωρεές θραυσμάτων του Παρθενώνα, από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (2009), από τη Σικελία (θραύσμα Fagan, ως παρακαταθήκη) και η πρόσφατη δωρεά του Πάπα (2022), που θα έπρεπε να προβάλλονται ως χειρονομίες, αντί να προβάλλονται οι αποικιοκρατικές θέσεις του Βρετανικού Μουσείου".
Η ελληνική κόκκινη γραμμή που κανείς δεν ερμήνευσε
Το μόνο ευτύχημα σε όλο αυτό το παραλήρημα που ζήσαμε τις τελευταίες ημέρες αναπαραγωγής ξένων δημοσιευμάτων πως "επιτέλους" τα Γλυπτά επιστρέφουν, είναι πως το υπουργείο Πολιτισμού υποστήριξε την «πάγια θέση της χώρας μας ότι δεν αναγνωρίζει στο Βρετανικό Μουσείο νομή, κατοχή και κυριότητα των Γλυπτών, καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής». Το γεγονός αυτό είναι εξέχουσας σημασίας, καθώς είναι ξεκάθαρο πως το θέμα της κυριότητας εξακολουθεί να αποτελεί κόκκινη γραμμή στην εθνική μας πολιτική.
Αυτό βέβαια από μόνο του σήμαινε εξαρχής πως δε θα μπορούσε να συζητηθεί καμία εκδοχή δανεισμού. Λίγοι, δυστυχώς, το κατάλαβαν και έδωσαν έκταση στο θέμα στα media με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο τώρα, όπου η βρετανική κυβέρνηση προέβη σε δηλώσεις ακόμη χειρότερες από αυτές του Δεκεμβρίου, όταν ο πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ είχε δηλώσει πως «δεν είναι στα σχέδιά μας να αλλάξουμε τον νόμο που εμποδίζει την απομάκρυνση αντικειμένων από τις συλλογές του μουσείου, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις».
Έτσι χθες (11/1), η Βρετανίδα Υπουργός Πολιτισμού ανέφερε ότι είχε «πολλές συνομιλίες» με τον Τζορτζ Όσμπορν και πως «η άποψή του σίγουρα απεικονίστηκε λανθασμένα. Δεν πρόκειται εκείνος να τα στείλει πίσω, βασικά. Δεν είναι αυτή η πρόθεσή του. Δεν έχει καμία επιθυμία να το κάνει. Έχει επίσης συζητηθεί η ιδέα ενός δανεισμού διάρκειας 100 ετών, κάτι που σίγουρα δεν είναι αυτό που σχεδιάζει. Θα συμφωνούσε μαζί μου ότι δεν πρέπει να τα στείλουμε πίσω, και στην πραγματικότητα ανήκουν εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τα φροντίζουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπου επιτρέπουμε πρόσβαση σε αυτά».
Τουτέστιν, νομίσαμε πως πήγαμε ένα βήμα μπροστά και τελικά πισωπατήσαμε και πέσαμε στον γκρεμό.
Τα Γλυπτά δεν επιστρέφουν, τουλάχιστον τώρα. Το είπε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός άλλωστε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας “Δεν αναμένω άμεσα αποτελέσματα, αλλά πιστεύω ότι ήδη έχουμε κάνει πολύ συστηματικές κινήσεις”.
Το ίδιο μας είχαν πει με όλους τους τρόπους και οι τέσσερις κορυφαίοι επιστήμονες σχετικά με το πόσο εφικτός είναι ένας επαναπατρισμός με την πραγματική σημασία του όρου.
Το ίδιο μας είχε πει και η Πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής και σπουδαίας ηθοποιός, Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν (Dame Janet Suzman): “η επανένωση των Μαρμάρων, κάθε άλλο παρά ξεκάθαρη είναι. Ο δρόμος παραμένει μακρύς και πολύ ασαφής. Όλοι πρέπει να έχουμε υπομονή, καθώς η διπλωματία προχωρά αργά προς έναν συμβιβασμό που ελπίζουμε”.
Γεωργία Οικονόμου
Πηγή: news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου