Η καταγωγή των ανθρωπίνων αλκοολικών έξεων ⫸ Αν η ικανότητα μεταβολισμού και απόλαυσης του αλκοόλ δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του είδους μας, τότε και τα «μεθοκοπήματα» ίσως να μην είναι ένα αποκλειστικά ανθρώπινο φαινόμενο ● Μέσα από ποια εξελικτική ή πολιτισμική «διαστροφή» ο ιδιαίτερα επωφελής για διάφορα είδη ζώων μεταβολισμός του αλκοόλ μετατρέπεται στο ανθρώπινο είδος σε οξεία αλκοολική δηλητηρίαση ή αλκοολισμό;
Τα αλκοολούχα ποτά ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής τους διακρίνονται σε μη αποσταζόμενα (κρασί, μπίρα), σε αποσταζόμενα (τσίπουρο, ούζο, ρακί, βότκα, ουίσκι κ.ά.) και σε ηδύποτα ή λικέρ (τσέρι, κουαντρό, μέντα κ.ά.). Πάντως, όλα τα οινοπνευματώδη ποτά είναι προϊόντα αλκοολικής ζύμωσης, της διεργασίας παραγωγής αιθυλικής αλκοόλης και διοξειδίου του άνθρακα από τη διάσπαση από ζυμομύκητες των σακχάρων, όπως π.χ. η διάσπαση της γλυκόζης που περιέχεται σε φρούτα και φυτά. Οι ζυμομύκητες ή ζύμες είναι μονοκύτταροι μύκητες που σε αερόβιες συνθήκες πολλαπλασιάζονται ταχύτατα και, απουσία οξυγόνου, μετατρέπουν τα σάκχαρα σε αιθυλική αλκοόλη και διοξείδιο του άνθρακα.
Μία από τις πρώτες χημικές μετατροπές που παρατήρησε και αξιοποίησε ο άνθρωπος ήταν η αλκοολική ζύμωση του μούστου, δηλαδή του πολτού νωπών σταφυλιών, από τον οποίο παράγουμε όλες τις ποικιλίες κρασιού, ενώ η μπίρα παρασκευάζεται από τη ζύμωση των σακχάρων που περιέχονται στη βύνη, ένα κριθάρι στο αρχικό στάδιο της βλάστησης, που αποκτά τη χαρακτηριστική γεύση της μπίρας με την προσθήκη διαφόρων αρωματικών εκχυλισμάτων.
Ωστόσο, όπως είδαμε στα τελευταία άρθρα, σε μεγάλες ποσότητες η αιθυλική αλκοόλη, ή απλώς αιθανόλη των αλκοολούχων ποτών, είναι μια τοξική ουσία για τον ανθρώπινο οργανισμό και γι’ αυτό, μόλις εισέρχεται στο σώμα μας, αρχίζει αμέσως η αποδόμησή της από τα κατάλληλα ένζυμα.
Η διαδικασία καταβολισμού του αλκοόλ, δηλαδή της διάσπασης και της αποβολής του από το σώμα, ολοκληρώνεται σε τρία στάδια: 1) Διάσπαση της αιθυλικής αλκοόλης σε αβλαβείς ουσίες και στην τοξική ακεταλδεΰδη. 2) Μετατροπή της ιδιαίτερα βλαπτικής ακεταλδεΰδης σε οξικό οξύ. Και 3) αποσύνθεση του οξικού οξέος σε διοξείδιο του άνθρακα και νερό.
Για την πραγματοποίηση του πρώτου και του δεύτερου σταδίου της μεταβολικής κατάλυσης του αλκοόλ επεμβαίνουν δύο διαφορετικά ένζυμα που παράγονται στο ήπαρ: το πρώτο ένζυμο συντίθεται κυρίως στο συκώτι και σε μικρότερη ποσότητα στο στομάχι, είναι η αλκοολική αφυδρογονάση (ADH), που περιέχει ψευδάργυρο και οξειδώνει την αιθανόλη σε κετόνη και σε ακεταλδεΰδη. Στη συγκέντρωση και στον ελλιπή καταβολισμό των ακεταλδεΰδων, που είναι το πρώτο προϊόν διάσπασης της αιθανόλης στο ήπαρ, οφείλονται τα δυσάρεστα συμπτώματα της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών.
Πάντως, επειδή το πρώτο ένζυμο ADH δεν μπορεί να καταλύσει τις εξαιρετικά τοξικές ακεταλδεΰδες, στους εμπλεκόμενους ιστούς αρχίζει αμέσως η σύνθεση ενός δεύτερου ενζύμου, που ολοκληρώνει τη μετατροπή του αλκοόλ σε αβλαβές οξικό οξύ. Ετσι, στο δεύτερο στάδιο παράγεται από το ήπαρ η ακεταλδεΰδη αφυδρογονάση (ACDH), ένα διαφορετικό ένζυμο που είναι ικανό να μετατρέπει τις επιβλαβείς ακεταλδεΰδες σε αβλαβές για τον οργανισμό οξικό οξύ.
Οι βαθύτατες ρίζες της έλξης για τα αλκοολούχα
Οσο μεγαλύτερες ποσότητες αλκοόλ πίνουμε καθημερινά τόσο περισσότερα ένζυμα οφείλει να παράγει ο οργανισμός μας για την αποδόμησή τους. Υπάρχουν ωστόσο κάποια ανυπέρβλητα φυσιολογικά όρια, τόσο στην παραγωγή όσο και στη δράση αυτών των «αντιαλκοολικών» ενζύμων. Και το ενδεχόμενο σοβαρής βλάβης στα εσωτερικά όργανα από την υπερβολική συγκέντρωση αλκοόλ εξαρτάται από την ποσότητα και την ποιότητα του αλκοόλ που καταναλώνουμε και, κυρίως, από την πιθανή δυσλειτουργία ή την ανεπαρκή σύνθεση αυτών των ενζύμων.
Εξάλλου, τα γονίδια για τη σύνθεση αυτών των ενζύμων υπάρχουν σε έναν πληθυσμό σε πολλές παραλλαγές, που παρουσιάζουν σοβαρές λειτουργικές διαφορές, γεγονός που εξηγεί το γιατί υγιή άτομα της ίδιας ηλικίας και φύλου δεν αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο όταν καταναλώνουν την ίδια ποσότητα ενός ορισμένου ποτού! Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι εμφανίζουν μειωμένη ή και πλήρη αδυναμία παραγωγής του ενζύμου ACDH, η οποία οφείλεται σε μεταλλάξεις του αντίστοιχου γονιδίου που κωδικεύει για τη σύνθεση αυτού του ενζύμου. Με αποτέλεσμα κάθε φορά που αυτά τα άτομα πίνουν μικρή ποσότητα αλκοόλ, να αισθάνονται έντονη δυσφορία με τάσεις εμετού, αύξηση της σωματικής θερμοκρασίας και ερυθρότητα του δέρματος λόγω της συσσώρευσης ακεταλδεΰδης.
Πριν από μερικά χρόνια, μάλιστα, εξερευνώντας το ένζυμο ADH που εκκρίνεται στον οργανισμό μας για τη διάσπαση του αλκοόλ, ανακάλυψαν ότι αυτό παράγεται και σε άλλα είδη θηλαστικών, τα οποία, για να ικανοποιήσουν τις διατροφικές τους ανάγκες, αφομοιώνουν τις μικρές αλλά υψηλής θερμιδικής αξίας ποσότητες αλκοόλ που υπάρχουν σε διάφορα φρούτα. Επομένως, η δυνατότητα μεταβολισμού του αλκοόλ δεν είναι μία σχετικά πρόσφατη και τυπικά ανθρώπινη βιολογική ικανότητα, αντίθετα, θα πρέπει να εμφανίστηκε πριν από περίπου 10 εκατομμύρια χρόνια σε ένα προανθρώπινο είδος πρωτευόντων!
Αυτό ήταν το απρόσμενο –αλλά τεκμηριωμένο– συμπέρασμα αυτής της πρώτης συστηματικής έρευνας σχετικά με την εξελικτική προέλευση του ανθρώπινου μεταβολισμού του αλκοόλ, που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο 2014 στο διεθνούς κύρους περιοδικό «PNAS». Οπως διαπίστωσαν, τα γονίδια της ικανότητας μεταβολισμού και αφομοίωσης του αλκοόλ υπήρχαν ήδη –πριν 10 εκατομμύρια χρόνια– στον κοινό πρόγονο, από τον οποίο διαφοροποιήθηκαν κατόπιν τόσο οι πρώτοι άνθρωποι όσο και οι μεγάλοι ανθρωποειδείς πίθηκοι (χιμπατζήδες, ουρακοτάγκοι, γορίλες), αφού, ως γνωστόν, αμφότεροι ήταν και είναι ικανοί να μεταβολίζουν το αλκοόλ και ενίοτε να… μεθάνε.
Επομένως, την υψηλή ενεργειακή-διατροφική αξία της αλκοόλης που υπάρχει στα φρούτα την εκμεταλλεύτηκαν τα πρωτεύοντα θηλαστικά (μεταξύ των οποίων και οι πρώιμοι πρόγονοί μας) πολύ πριν ανακαλύψουν οι πιο εξελιγμένοι Sapiens τη γεωργία, πριν από περίπου 9 χιλιάδες χρόνια. Και ο οργανισμός μας ήταν εξοικειωμένος στην κατανάλωση αλκοόλ, σε μικρές ποσότητες, πολύ πριν μάθουμε να καλλιεργούμε τα σταφύλια και να παράγουμε από αυτά τα πρώτα οινοπνευματώδη ποτά. Αν η ικανότητα μεταβολισμού και απόλαυσης του αλκοόλ δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του είδους μας, τότε και τα «μεθοκοπήματα» ίσως να μην είναι ένα αποκλειστικά ανθρώπινο φαινόμενο. Μήπως, τελικά, η αλκοολική συμπεριφορά μας είναι πιο διαδεδομένη απ’ όσο πιστεύουμε στο ζωικό βασίλειο;
Τα αλκοολικά ήθη και πάθη των άλλων ζώων
Οι χιμπατζήδες σε άγρια κατάσταση αναζητούν και απολαμβάνουν τις αλκοολικές ηδονές, όπως έδειξαν οι πολυετείς επιτόπιες έρευνες του Βρετανού Kimberley J. Hockings και της ομάδας του. Επί 17 χρόνια αυτοί οι ερευνητές παρακολουθούσαν και κινηματογραφούσαν μία ομάδα 26 άγριων χιμπατζήδων στην αγροτική περιοχή της νοτιοανατολικής Γουινέας.
Οι έρευνές τους έδειξαν ότι μάλλον επιβεβαιώνεται η «υπόθεση του μεθυσμένου πιθήκου», μία εικασία που είχε διατυπώσει πριν από δύο δεκαετίες ο Ρόμπερτ Ντάντλεϊ (Robert Dudley), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ, και συγγραφέας του βιβλίου «The Drunken Monkey». Σε αυτό το βιβλίο υποστηρίζει ότι το πάθος των σύγχρονων ανθρώπων για το αλκοόλ είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξής μας από τα αλκοόφιλα πρωτεύοντα.
Μάλιστα, πριν από μερικούς μήνες δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Royal Society Open Science» μια νέα έρευνα σε ομάδες μικρών πιθήκων του είδους Ateles geoffroyi, που ζουν κυρίως στην Κεντρική Αμερική. Αναλύοντας τα μισοφαγωμένα ώριμα φρούτα τζόμπο που καταναλώνουν (με περιεκτικότητα σε αλκοόλ μόνο 1% ή 2%), αλλά και τα ούρα αυτών των πιθήκων, ανακάλυψαν ότι και αυτά επίσης διαθέτουν τα αναγκαία ένζυμα που τους επιτρέπουν να αντλούν ενέργεια από τον μεταβολισμό της αιθανόλης που υπάρχει στα φρούτα. «Είναι η πρώτη φορά που καταφέραμε να επιβεβαιώσουμε, χωρίς ίχνος αμφιβολίας, ότι τα πρωτεύοντα σε άγρια κατάσταση και χωρίς καμία ανθρώπινη επιρροή, καταναλώνουν όντως ώριμα φρούτα που περιέχουν αλκοόλ», όπως διευκρίνισε η καθηγήτρια Ανθρωπολογίας Κριστίνα Κάμπελ (Christina Campbell), που είχε τη γενική εποπτεία αυτής της νέας έρευνας.
Μεταξύ των ζώων που καταναλώνουν αλκοολικές τροφές είναι η άλκη (Alces alces), ένα μεγαλόσωμο ζώο της οικογένειας των ελαφίδων, που ζει στη Βόρεια Αμερική και την Ευρασία. Ομως, από τη μυρωδιά του αλκοόλ των σάπιων φρούτων έλκονται και τα πτηνά Βομβυκίλλα (Bombycilla garrulus), οι μέλισσες και οι μύγες των φρούτων, ενώ δεινοί πότες είναι οι Δενδρομυγαλές (Ptilocercus lowii), μικρά νυχτόβια θηλαστικά που ζουν στα τροπικά δάση της Νοτιοανατολικής Ασίας, που ενώ πίνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ δεν φαίνεται να μεθούν.
Πάντως, το πιο απρόσμενο είδος ζωικού «μεθύστακα» είναι οι ελέφαντες, τα μεγάλα χορτοφάγα θηλαστικά της οικογένειας των Ελεφαντιδών, που ζουν σε διάφορα ενδιαιτήματα στην Αφρική και την Ασία. Κατά την περίοδο της καραντίνας για τον κορονοϊό, σε ένα χωριό της Κίνας εισέβαλε μια ομάδα 14 άγριων ελεφάντων. Το χωριό είχε εγκαταλειφθεί προσωρινά και εκεί οι ελέφαντες ανακάλυψαν και γεύτηκαν τα αποθέματα αλκοόλ που είχαν κρύψει οι χωρικοί, με αποτέλεσμα να πέσουν σε βαθύτατη αλκοολική νάρκη (βλ. φωτ.).
Και οι σχετικές έρευνες της Καναδής Mareike Janiak, το 2020, έδειξαν ότι αυτό μπορεί κάλλιστα να συμβεί επειδή τα συμπαθητικά παχύδερμα δεν διαθέτουν τα αναγκαία γονίδια για τον μεταβολισμό και την πέψη του αλκοόλ. Συνεπώς, η τοξική δράση αλλά και η απόλαυση από το αλκοόλ σε μεγάλες ποσότητες εξαρτώνται όχι τόσο από τη διάθεσή μας, αλλά από την επαρκή λειτουργία του μεταβολικού μηχανισμού για τη διαχείριση των αλκοολικών καταχρήσεων.
Σπύρος Μανουσέλης
Πηγή: efsyn.gr
Μία από τις πρώτες χημικές μετατροπές που παρατήρησε και αξιοποίησε ο άνθρωπος ήταν η αλκοολική ζύμωση του μούστου, δηλαδή του πολτού νωπών σταφυλιών, από τον οποίο παράγουμε όλες τις ποικιλίες κρασιού, ενώ η μπίρα παρασκευάζεται από τη ζύμωση των σακχάρων που περιέχονται στη βύνη, ένα κριθάρι στο αρχικό στάδιο της βλάστησης, που αποκτά τη χαρακτηριστική γεύση της μπίρας με την προσθήκη διαφόρων αρωματικών εκχυλισμάτων.
Ωστόσο, όπως είδαμε στα τελευταία άρθρα, σε μεγάλες ποσότητες η αιθυλική αλκοόλη, ή απλώς αιθανόλη των αλκοολούχων ποτών, είναι μια τοξική ουσία για τον ανθρώπινο οργανισμό και γι’ αυτό, μόλις εισέρχεται στο σώμα μας, αρχίζει αμέσως η αποδόμησή της από τα κατάλληλα ένζυμα.
Η διαδικασία καταβολισμού του αλκοόλ, δηλαδή της διάσπασης και της αποβολής του από το σώμα, ολοκληρώνεται σε τρία στάδια: 1) Διάσπαση της αιθυλικής αλκοόλης σε αβλαβείς ουσίες και στην τοξική ακεταλδεΰδη. 2) Μετατροπή της ιδιαίτερα βλαπτικής ακεταλδεΰδης σε οξικό οξύ. Και 3) αποσύνθεση του οξικού οξέος σε διοξείδιο του άνθρακα και νερό.
Για την πραγματοποίηση του πρώτου και του δεύτερου σταδίου της μεταβολικής κατάλυσης του αλκοόλ επεμβαίνουν δύο διαφορετικά ένζυμα που παράγονται στο ήπαρ: το πρώτο ένζυμο συντίθεται κυρίως στο συκώτι και σε μικρότερη ποσότητα στο στομάχι, είναι η αλκοολική αφυδρογονάση (ADH), που περιέχει ψευδάργυρο και οξειδώνει την αιθανόλη σε κετόνη και σε ακεταλδεΰδη. Στη συγκέντρωση και στον ελλιπή καταβολισμό των ακεταλδεΰδων, που είναι το πρώτο προϊόν διάσπασης της αιθανόλης στο ήπαρ, οφείλονται τα δυσάρεστα συμπτώματα της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών.
Πάντως, επειδή το πρώτο ένζυμο ADH δεν μπορεί να καταλύσει τις εξαιρετικά τοξικές ακεταλδεΰδες, στους εμπλεκόμενους ιστούς αρχίζει αμέσως η σύνθεση ενός δεύτερου ενζύμου, που ολοκληρώνει τη μετατροπή του αλκοόλ σε αβλαβές οξικό οξύ. Ετσι, στο δεύτερο στάδιο παράγεται από το ήπαρ η ακεταλδεΰδη αφυδρογονάση (ACDH), ένα διαφορετικό ένζυμο που είναι ικανό να μετατρέπει τις επιβλαβείς ακεταλδεΰδες σε αβλαβές για τον οργανισμό οξικό οξύ.
Οι βαθύτατες ρίζες της έλξης για τα αλκοολούχα
Οσο μεγαλύτερες ποσότητες αλκοόλ πίνουμε καθημερινά τόσο περισσότερα ένζυμα οφείλει να παράγει ο οργανισμός μας για την αποδόμησή τους. Υπάρχουν ωστόσο κάποια ανυπέρβλητα φυσιολογικά όρια, τόσο στην παραγωγή όσο και στη δράση αυτών των «αντιαλκοολικών» ενζύμων. Και το ενδεχόμενο σοβαρής βλάβης στα εσωτερικά όργανα από την υπερβολική συγκέντρωση αλκοόλ εξαρτάται από την ποσότητα και την ποιότητα του αλκοόλ που καταναλώνουμε και, κυρίως, από την πιθανή δυσλειτουργία ή την ανεπαρκή σύνθεση αυτών των ενζύμων.
Εξάλλου, τα γονίδια για τη σύνθεση αυτών των ενζύμων υπάρχουν σε έναν πληθυσμό σε πολλές παραλλαγές, που παρουσιάζουν σοβαρές λειτουργικές διαφορές, γεγονός που εξηγεί το γιατί υγιή άτομα της ίδιας ηλικίας και φύλου δεν αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο όταν καταναλώνουν την ίδια ποσότητα ενός ορισμένου ποτού! Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι εμφανίζουν μειωμένη ή και πλήρη αδυναμία παραγωγής του ενζύμου ACDH, η οποία οφείλεται σε μεταλλάξεις του αντίστοιχου γονιδίου που κωδικεύει για τη σύνθεση αυτού του ενζύμου. Με αποτέλεσμα κάθε φορά που αυτά τα άτομα πίνουν μικρή ποσότητα αλκοόλ, να αισθάνονται έντονη δυσφορία με τάσεις εμετού, αύξηση της σωματικής θερμοκρασίας και ερυθρότητα του δέρματος λόγω της συσσώρευσης ακεταλδεΰδης.
Πριν από μερικά χρόνια, μάλιστα, εξερευνώντας το ένζυμο ADH που εκκρίνεται στον οργανισμό μας για τη διάσπαση του αλκοόλ, ανακάλυψαν ότι αυτό παράγεται και σε άλλα είδη θηλαστικών, τα οποία, για να ικανοποιήσουν τις διατροφικές τους ανάγκες, αφομοιώνουν τις μικρές αλλά υψηλής θερμιδικής αξίας ποσότητες αλκοόλ που υπάρχουν σε διάφορα φρούτα. Επομένως, η δυνατότητα μεταβολισμού του αλκοόλ δεν είναι μία σχετικά πρόσφατη και τυπικά ανθρώπινη βιολογική ικανότητα, αντίθετα, θα πρέπει να εμφανίστηκε πριν από περίπου 10 εκατομμύρια χρόνια σε ένα προανθρώπινο είδος πρωτευόντων!
Αυτό ήταν το απρόσμενο –αλλά τεκμηριωμένο– συμπέρασμα αυτής της πρώτης συστηματικής έρευνας σχετικά με την εξελικτική προέλευση του ανθρώπινου μεταβολισμού του αλκοόλ, που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο 2014 στο διεθνούς κύρους περιοδικό «PNAS». Οπως διαπίστωσαν, τα γονίδια της ικανότητας μεταβολισμού και αφομοίωσης του αλκοόλ υπήρχαν ήδη –πριν 10 εκατομμύρια χρόνια– στον κοινό πρόγονο, από τον οποίο διαφοροποιήθηκαν κατόπιν τόσο οι πρώτοι άνθρωποι όσο και οι μεγάλοι ανθρωποειδείς πίθηκοι (χιμπατζήδες, ουρακοτάγκοι, γορίλες), αφού, ως γνωστόν, αμφότεροι ήταν και είναι ικανοί να μεταβολίζουν το αλκοόλ και ενίοτε να… μεθάνε.
Επομένως, την υψηλή ενεργειακή-διατροφική αξία της αλκοόλης που υπάρχει στα φρούτα την εκμεταλλεύτηκαν τα πρωτεύοντα θηλαστικά (μεταξύ των οποίων και οι πρώιμοι πρόγονοί μας) πολύ πριν ανακαλύψουν οι πιο εξελιγμένοι Sapiens τη γεωργία, πριν από περίπου 9 χιλιάδες χρόνια. Και ο οργανισμός μας ήταν εξοικειωμένος στην κατανάλωση αλκοόλ, σε μικρές ποσότητες, πολύ πριν μάθουμε να καλλιεργούμε τα σταφύλια και να παράγουμε από αυτά τα πρώτα οινοπνευματώδη ποτά. Αν η ικανότητα μεταβολισμού και απόλαυσης του αλκοόλ δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του είδους μας, τότε και τα «μεθοκοπήματα» ίσως να μην είναι ένα αποκλειστικά ανθρώπινο φαινόμενο. Μήπως, τελικά, η αλκοολική συμπεριφορά μας είναι πιο διαδεδομένη απ’ όσο πιστεύουμε στο ζωικό βασίλειο;
Τα αλκοολικά ήθη και πάθη των άλλων ζώων
Οι χιμπατζήδες σε άγρια κατάσταση αναζητούν και απολαμβάνουν τις αλκοολικές ηδονές, όπως έδειξαν οι πολυετείς επιτόπιες έρευνες του Βρετανού Kimberley J. Hockings και της ομάδας του. Επί 17 χρόνια αυτοί οι ερευνητές παρακολουθούσαν και κινηματογραφούσαν μία ομάδα 26 άγριων χιμπατζήδων στην αγροτική περιοχή της νοτιοανατολικής Γουινέας.
Οι έρευνές τους έδειξαν ότι μάλλον επιβεβαιώνεται η «υπόθεση του μεθυσμένου πιθήκου», μία εικασία που είχε διατυπώσει πριν από δύο δεκαετίες ο Ρόμπερτ Ντάντλεϊ (Robert Dudley), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ, και συγγραφέας του βιβλίου «The Drunken Monkey». Σε αυτό το βιβλίο υποστηρίζει ότι το πάθος των σύγχρονων ανθρώπων για το αλκοόλ είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξής μας από τα αλκοόφιλα πρωτεύοντα.
Μάλιστα, πριν από μερικούς μήνες δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Royal Society Open Science» μια νέα έρευνα σε ομάδες μικρών πιθήκων του είδους Ateles geoffroyi, που ζουν κυρίως στην Κεντρική Αμερική. Αναλύοντας τα μισοφαγωμένα ώριμα φρούτα τζόμπο που καταναλώνουν (με περιεκτικότητα σε αλκοόλ μόνο 1% ή 2%), αλλά και τα ούρα αυτών των πιθήκων, ανακάλυψαν ότι και αυτά επίσης διαθέτουν τα αναγκαία ένζυμα που τους επιτρέπουν να αντλούν ενέργεια από τον μεταβολισμό της αιθανόλης που υπάρχει στα φρούτα. «Είναι η πρώτη φορά που καταφέραμε να επιβεβαιώσουμε, χωρίς ίχνος αμφιβολίας, ότι τα πρωτεύοντα σε άγρια κατάσταση και χωρίς καμία ανθρώπινη επιρροή, καταναλώνουν όντως ώριμα φρούτα που περιέχουν αλκοόλ», όπως διευκρίνισε η καθηγήτρια Ανθρωπολογίας Κριστίνα Κάμπελ (Christina Campbell), που είχε τη γενική εποπτεία αυτής της νέας έρευνας.
Μεταξύ των ζώων που καταναλώνουν αλκοολικές τροφές είναι η άλκη (Alces alces), ένα μεγαλόσωμο ζώο της οικογένειας των ελαφίδων, που ζει στη Βόρεια Αμερική και την Ευρασία. Ομως, από τη μυρωδιά του αλκοόλ των σάπιων φρούτων έλκονται και τα πτηνά Βομβυκίλλα (Bombycilla garrulus), οι μέλισσες και οι μύγες των φρούτων, ενώ δεινοί πότες είναι οι Δενδρομυγαλές (Ptilocercus lowii), μικρά νυχτόβια θηλαστικά που ζουν στα τροπικά δάση της Νοτιοανατολικής Ασίας, που ενώ πίνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ δεν φαίνεται να μεθούν.
Πάντως, το πιο απρόσμενο είδος ζωικού «μεθύστακα» είναι οι ελέφαντες, τα μεγάλα χορτοφάγα θηλαστικά της οικογένειας των Ελεφαντιδών, που ζουν σε διάφορα ενδιαιτήματα στην Αφρική και την Ασία. Κατά την περίοδο της καραντίνας για τον κορονοϊό, σε ένα χωριό της Κίνας εισέβαλε μια ομάδα 14 άγριων ελεφάντων. Το χωριό είχε εγκαταλειφθεί προσωρινά και εκεί οι ελέφαντες ανακάλυψαν και γεύτηκαν τα αποθέματα αλκοόλ που είχαν κρύψει οι χωρικοί, με αποτέλεσμα να πέσουν σε βαθύτατη αλκοολική νάρκη (βλ. φωτ.).
Και οι σχετικές έρευνες της Καναδής Mareike Janiak, το 2020, έδειξαν ότι αυτό μπορεί κάλλιστα να συμβεί επειδή τα συμπαθητικά παχύδερμα δεν διαθέτουν τα αναγκαία γονίδια για τον μεταβολισμό και την πέψη του αλκοόλ. Συνεπώς, η τοξική δράση αλλά και η απόλαυση από το αλκοόλ σε μεγάλες ποσότητες εξαρτώνται όχι τόσο από τη διάθεσή μας, αλλά από την επαρκή λειτουργία του μεταβολικού μηχανισμού για τη διαχείριση των αλκοολικών καταχρήσεων.
Σπύρος Μανουσέλης
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου