Η υλοτομία και η αλιεία βρίσκονται στις πρώτες θέσεις του παράνομου εμπορίου άγριων ειδών - EUROKINISSI/ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΛΙΑΡΑΣ |
Εκθεση του ΟΗΕ επισημαίνει τους κινδύνους εξαφάνισης χιλιάδων ειδών ζώων και φυτών, στα οποία στηρίζεται η επιβίωση του μισού παγκόσμιου πληθυσμού.
Τα άγρια φυτά, τα ζώα, οι μύκητες και τα φύκια υποστηρίζουν το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά η μελλοντική χρήση τους απειλείται από υπερεκμετάλλευση, εκτιμά νέα έκθεση του ΟΗΕ. Από τα 10.000 γνωστά άγρια είδη που συλλέγουν οι άνθρωποι για φαγητό μέχρι τα καυσόξυλα που χρειάζεται ένας στους τρεις ανθρώπους για το μαγείρεμα, η φύση είναι το κλειδί για τη διαβίωση και την επιβίωση δισεκατομμυρίων ανθρώπων στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, αναφέρεται στην έκθεση.
Τα άγρια φυτά, τα ζώα, οι μύκητες και τα φύκια υποστηρίζουν το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά η μελλοντική χρήση τους απειλείται από υπερεκμετάλλευση, εκτιμά νέα έκθεση του ΟΗΕ. Από τα 10.000 γνωστά άγρια είδη που συλλέγουν οι άνθρωποι για φαγητό μέχρι τα καυσόξυλα που χρειάζεται ένας στους τρεις ανθρώπους για το μαγείρεμα, η φύση είναι το κλειδί για τη διαβίωση και την επιβίωση δισεκατομμυρίων ανθρώπων στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, αναφέρεται στην έκθεση.
Δισεκατομμύρια άνθρωποι, σε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, ωφελούνται καθημερινά από τη χρήση άγριων ειδών για τρόφιμα, ενέργεια, υλικά, φάρμακα, αναψυχή και πολλές άλλες ζωτικής σημασίας ανάγκες για την ανθρώπινη ευημερία. Η επιταχυνόμενη παγκόσμια κρίση βιοποικιλότητας, με ένα εκατομμύριο είδη φυτών και ζώων να βρίσκονται αντιμέτωπα με εξαφάνιση, απειλεί τις συνεισφορές της άγριας ζωής στους ανθρώπους.
Μια νέα έκθεση της Διακυβερνητικής Πλατφόρμας Επιστημονικής Πολιτικής για τη Βιοποικιλότητα και τις Υπηρεσίες Οικοσυστήματος (IPBES) προσφέρει πληροφορίες για τη δημιουργία μιας βιώσιμης χρήσης άγριων ειδών φυτών, ζώων, μυκήτων και φυκιών σε όλο τον κόσμο που επιτυγχάνεται όταν η βιοποικιλότητα και η λειτουργία του οικοσυστήματος διατηρούνται ενώ συμβάλλουν στην ανθρώπινη ευημερία.
Με περίπου 50.000 άγρια είδη που χρησιμοποιούνται μέσω διαφορετικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 10.000 άγριων ειδών που συλλέγονται απευθείας για ανθρώπινη τροφή, οι αγροτικοί πληθυσμοί στις αναπτυσσόμενες χώρες κινδυνεύουν περισσότερο από τη μη βιώσιμη χρήση, με την έλλειψη συμπληρωματικών εναλλακτικών λύσεων που συχνά τους αναγκάζει να εκμεταλλευτούν περαιτέρω άγρια είδη που βρίσκονται ήδη σε κίνδυνο, αναφέρεται.
«Το 70% των φτωχών του κόσμου εξαρτώνται άμεσα από άγρια είδη. Ενας στους πέντε ανθρώπους βασίζεται σε άγρια φυτά, φύκια και μύκητες για την τροφή και το εισόδημά του. Εξάλλου, 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι βασίζονται σε καυσόξυλα για το μαγείρεμα και περίπου το 90% των 120 εκατομμυρίων ανθρώπων που εργάζονται στην αλίευση άγριων ψαριών υποστηρίζονται από μικρής κλίμακας αλιεία. Αλλά, η τακτική χρήση άγριων ειδών είναι εξαιρετικά σημαντική, όχι μόνο στον Παγκόσμιο Νότο. Από τα ψάρια που τρώμε, μέχρι τα φάρμακα, τα καλλυντικά, τη διακόσμηση και την αναψυχή, η χρήση άγριων ειδών είναι πολύ πιο διαδεδομένη από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η χρήση άγριων ειδών έχει αυξηθεί, αλλά η βιωσιμότητα της χρήσης ποικίλλει. Σε ό,τι αφορά την αλιεία, οι πρόσφατες παγκόσμιες εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν ότι περίπου το 34% των αποθεμάτων θαλάσσιων άγριων ψαριών υπεραλιεύεται και το 66% αλιεύεται σε βιολογικά βιώσιμα επίπεδα. Οι χώρες με ισχυρή διαχείριση της αλιείας έχουν δει τα αποθέματα να αυξάνονται σε αφθονία. Ο πληθυσμός του ερυθρού τόνου του Ατλαντικού, για παράδειγμα, έχει αναγεννηθεί και πλέον αλιεύεται σε βιώσιμα επίπεδα.
Ωστόσο, για χώρες και περιοχές με μέτρα διαχείρισης της αλιείας χαμηλής έντασης, η κατάσταση των αποθεμάτων είναι συχνά ελάχιστα γνωστή, αλλά γενικά πιστεύεται ότι είναι χαμηλότερη από την αφθονία που θα μεγιστοποιούσε τη βιώσιμη παραγωγή τροφίμων. Πολλές αλιευτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας είναι μη βιώσιμες ή μόνο εν μέρει βιώσιμες, ειδικά στην Αφρική, τόσο για την εσωτερική αλιεία όσο και για τη θαλάσσια αλιεία και στην Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη για την παράκτια αλιεία. Η υπερεκμετάλλευση είναι μία από τις κύριες απειλές για την επιβίωση πολλών χερσαίων και υδρόβιων ειδών στη φύση. Η αντιμετώπιση των αιτιών της μη βιώσιμης χρήσης και, όπου είναι δυνατόν, η αντιστροφή αυτών των τάσεων, θα οδηγήσει σε καλύτερα αποτελέσματα για τα άγρια είδη και τους ανθρώπους που εξαρτώνται από αυτά, αναφέρεται στην έκθεση.
Οι απειλές
Η επιβίωση περίπου 12% των άγριων ειδών δέντρων απειλείται από τη μη βιώσιμη υλοτομία. Η μη βιώσιμη συγκέντρωση είναι μία από τις κύριες απειλές για πολλές ομάδες φυτών, ιδίως για κάκτους, κυκαδόφυτα και ορχιδέες και το μη βιώσιμο κυνήγι έχει αναγνωριστεί ως απειλή για 1.341 είδη άγριων θηλαστικών – με μείωση των μεγαλόσωμων ειδών που έχουν χαμηλούς φυσικούς ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού τους που συνδέονται επίσης με την κυνηγετική πίεση.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι αλλαγές στην ξηρά και στη θάλασσα, η κλιματική αλλαγή, η ρύπανση και τα χωροκατακτητικά ξενικά είδη που επηρεάζουν την αφθονία και την κατανομή των άγριων ειδών μπορούν να αυξήσουν τις πιέσεις και τις προκλήσεις μεταξύ των ανθρώπινων κοινοτήτων που τα χρησιμοποιούν. Το παγκόσμιο εμπόριο άγριων ειδών έχει επεκταθεί σημαντικά σε όγκο, αξία και εμπορικά δίκτυα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Ενώ το εμπόριο άγριων ειδών παρέχει σημαντικό εισόδημα για τις χώρες εξαγωγής, προσφέρει υψηλότερα εισοδήματα για τους συλλέκτες τους και αποσυνδέει επίσης την κατανάλωση άγριων ειδών από τους τόπους καταγωγής τους.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι χωρίς αποτελεσματική ρύθμιση σε όλες τις αλυσίδες εφοδιασμού –από τοπικό έως παγκόσμιο επίπεδο– το παγκόσμιο εμπόριο άγριων ειδών γενικά αυξάνει τις πιέσεις στα άγρια είδη, οδηγώντας σε μη βιώσιμη χρήση και μερικές φορές σε καταρρεύσεις άγριων πληθυσμών (π.χ. εμπόριο πτερυγίων καρχαρία). Το παράνομο εμπόριο άγριων ειδών αντιπροσωπεύει την τρίτη μεγαλύτερη κατηγορία από όλο το παράνομο εμπόριο – με εκτιμώμενες ετήσιες αξίες έως και 199 δισεκατομμύρια δολάρια. Η ξυλεία και τα ψάρια αποτελούν τον μεγαλύτερο όγκο και τη μεγαλύτερη αξία του παράνομου εμπορίου άγριων ειδών.
Τάσος Σαραντής
Πηγή: efsyn.gr
Μια νέα έκθεση της Διακυβερνητικής Πλατφόρμας Επιστημονικής Πολιτικής για τη Βιοποικιλότητα και τις Υπηρεσίες Οικοσυστήματος (IPBES) προσφέρει πληροφορίες για τη δημιουργία μιας βιώσιμης χρήσης άγριων ειδών φυτών, ζώων, μυκήτων και φυκιών σε όλο τον κόσμο που επιτυγχάνεται όταν η βιοποικιλότητα και η λειτουργία του οικοσυστήματος διατηρούνται ενώ συμβάλλουν στην ανθρώπινη ευημερία.
Με περίπου 50.000 άγρια είδη που χρησιμοποιούνται μέσω διαφορετικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 10.000 άγριων ειδών που συλλέγονται απευθείας για ανθρώπινη τροφή, οι αγροτικοί πληθυσμοί στις αναπτυσσόμενες χώρες κινδυνεύουν περισσότερο από τη μη βιώσιμη χρήση, με την έλλειψη συμπληρωματικών εναλλακτικών λύσεων που συχνά τους αναγκάζει να εκμεταλλευτούν περαιτέρω άγρια είδη που βρίσκονται ήδη σε κίνδυνο, αναφέρεται.
«Το 70% των φτωχών του κόσμου εξαρτώνται άμεσα από άγρια είδη. Ενας στους πέντε ανθρώπους βασίζεται σε άγρια φυτά, φύκια και μύκητες για την τροφή και το εισόδημά του. Εξάλλου, 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι βασίζονται σε καυσόξυλα για το μαγείρεμα και περίπου το 90% των 120 εκατομμυρίων ανθρώπων που εργάζονται στην αλίευση άγριων ψαριών υποστηρίζονται από μικρής κλίμακας αλιεία. Αλλά, η τακτική χρήση άγριων ειδών είναι εξαιρετικά σημαντική, όχι μόνο στον Παγκόσμιο Νότο. Από τα ψάρια που τρώμε, μέχρι τα φάρμακα, τα καλλυντικά, τη διακόσμηση και την αναψυχή, η χρήση άγριων ειδών είναι πολύ πιο διαδεδομένη από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η χρήση άγριων ειδών έχει αυξηθεί, αλλά η βιωσιμότητα της χρήσης ποικίλλει. Σε ό,τι αφορά την αλιεία, οι πρόσφατες παγκόσμιες εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν ότι περίπου το 34% των αποθεμάτων θαλάσσιων άγριων ψαριών υπεραλιεύεται και το 66% αλιεύεται σε βιολογικά βιώσιμα επίπεδα. Οι χώρες με ισχυρή διαχείριση της αλιείας έχουν δει τα αποθέματα να αυξάνονται σε αφθονία. Ο πληθυσμός του ερυθρού τόνου του Ατλαντικού, για παράδειγμα, έχει αναγεννηθεί και πλέον αλιεύεται σε βιώσιμα επίπεδα.
Ωστόσο, για χώρες και περιοχές με μέτρα διαχείρισης της αλιείας χαμηλής έντασης, η κατάσταση των αποθεμάτων είναι συχνά ελάχιστα γνωστή, αλλά γενικά πιστεύεται ότι είναι χαμηλότερη από την αφθονία που θα μεγιστοποιούσε τη βιώσιμη παραγωγή τροφίμων. Πολλές αλιευτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας είναι μη βιώσιμες ή μόνο εν μέρει βιώσιμες, ειδικά στην Αφρική, τόσο για την εσωτερική αλιεία όσο και για τη θαλάσσια αλιεία και στην Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη για την παράκτια αλιεία. Η υπερεκμετάλλευση είναι μία από τις κύριες απειλές για την επιβίωση πολλών χερσαίων και υδρόβιων ειδών στη φύση. Η αντιμετώπιση των αιτιών της μη βιώσιμης χρήσης και, όπου είναι δυνατόν, η αντιστροφή αυτών των τάσεων, θα οδηγήσει σε καλύτερα αποτελέσματα για τα άγρια είδη και τους ανθρώπους που εξαρτώνται από αυτά, αναφέρεται στην έκθεση.
Οι απειλές
Η επιβίωση περίπου 12% των άγριων ειδών δέντρων απειλείται από τη μη βιώσιμη υλοτομία. Η μη βιώσιμη συγκέντρωση είναι μία από τις κύριες απειλές για πολλές ομάδες φυτών, ιδίως για κάκτους, κυκαδόφυτα και ορχιδέες και το μη βιώσιμο κυνήγι έχει αναγνωριστεί ως απειλή για 1.341 είδη άγριων θηλαστικών – με μείωση των μεγαλόσωμων ειδών που έχουν χαμηλούς φυσικούς ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού τους που συνδέονται επίσης με την κυνηγετική πίεση.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι αλλαγές στην ξηρά και στη θάλασσα, η κλιματική αλλαγή, η ρύπανση και τα χωροκατακτητικά ξενικά είδη που επηρεάζουν την αφθονία και την κατανομή των άγριων ειδών μπορούν να αυξήσουν τις πιέσεις και τις προκλήσεις μεταξύ των ανθρώπινων κοινοτήτων που τα χρησιμοποιούν. Το παγκόσμιο εμπόριο άγριων ειδών έχει επεκταθεί σημαντικά σε όγκο, αξία και εμπορικά δίκτυα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Ενώ το εμπόριο άγριων ειδών παρέχει σημαντικό εισόδημα για τις χώρες εξαγωγής, προσφέρει υψηλότερα εισοδήματα για τους συλλέκτες τους και αποσυνδέει επίσης την κατανάλωση άγριων ειδών από τους τόπους καταγωγής τους.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι χωρίς αποτελεσματική ρύθμιση σε όλες τις αλυσίδες εφοδιασμού –από τοπικό έως παγκόσμιο επίπεδο– το παγκόσμιο εμπόριο άγριων ειδών γενικά αυξάνει τις πιέσεις στα άγρια είδη, οδηγώντας σε μη βιώσιμη χρήση και μερικές φορές σε καταρρεύσεις άγριων πληθυσμών (π.χ. εμπόριο πτερυγίων καρχαρία). Το παράνομο εμπόριο άγριων ειδών αντιπροσωπεύει την τρίτη μεγαλύτερη κατηγορία από όλο το παράνομο εμπόριο – με εκτιμώμενες ετήσιες αξίες έως και 199 δισεκατομμύρια δολάρια. Η ξυλεία και τα ψάρια αποτελούν τον μεγαλύτερο όγκο και τη μεγαλύτερη αξία του παράνομου εμπορίου άγριων ειδών.
Τάσος Σαραντής
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου