Υπό κανονικές συνθήκες το πασχαλινό ρεπορτάζ για την τιμή του οβελία δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες εκπλήξεις. Υπό κανονικές συνθήκες τα πλάνα από τα αμνοερίφια κρεμασμένα από τα τσιγκέλια, οι δηλώσεις από τους προέδρους των κρεοπωλών και μερικές ερωτήσεις σε καταναλωτές αρκούν για να πιάσουν τον παλμό της αγοράς σ' ένα από τα πλέον καθιερωμένα, όσο και προβλέψιμα, επετειακά θέματα. Μόνο που τώρα δεν ζούμε σε κανονικές, αλλά σε πολεμικές συνθήκες.
Η ετήσια άνοδος του δείκτη τιμών καταναλωτή στο κρέας γενικά (6,4% με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) είναι η κορυφή ενός παγόβουνου που προς το παρόν παραμένει μισοκρυμμένο. Οι αυξήσεις στη χονδρική είναι υπερπολλαπλάσιες, αγγίζοντας διψήφια ως και τριψήφια ποσοστά, και θα φανούν πιο θεαματικά στη λιανική αγορά τους αμέσως επόμενους μήνες. Προς το παρόν την παράσταση κλέβουν οι ανατιμήσεις στο αρνί και το κατσίκι, που άγγιξαν το 17,6% στις αρχές του 2022 σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και οδεύουν στο 20% όσο πλησιάζουμε στο Πάσχα, σύμφωνα με τους εκπροσώπους των κρεοπωλών.
Αυτό όμως δεν είναι τίποτα μπροστά στο ράλι ανατιμήσεων το οποίο έχει ξεκινήσει από τον Μάρτιο σε είδη κρέατος που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν πιο προσιτά, όπως το χοιρινό, το κοτόπουλο και το (κατά βάση) εισαγόμενο βόειο. Ανατιμήσεις που μετακυλίονται σταδιακά στον καταναλωτή, απειλώντας να μετατρέψουν ακόμα και καθημερινά πιάτα σε είδος (σχεδόν) πολυτελείας.
Την ίδια στιγμή οι νέες διατροφικές επιταγές για λιγότερο κρέας, η άνοδος των φυτικών αντικαταστατών και η στροφή σε εναλλακτικά σκευάσματα που μιμούνται τη γεύση του κρέατος χωρίς να περιέχουν ζωικές πρωτεΐνες αλλάζουν τον χάρτη της αγοράς και τις καταναλωτικές συνήθειες. Aπό το «τσιμπημένο» αρνάκι της Λαμπρής στη vegan μαγειρίτσα, το φετινό πασχαλινό τραπέζι συμπυκνώνει τις τάσεις και τις αντιθέσεις μιας μεταιχμιακής εποχής.
Μείωση τζίρου στα κρεοπωλεία
«Ενώ τα τρόφιμα έχουν ακριβύνει ώς και 20% και η ενέργεια τουλάχιστον κατά 40%, τα μεροκάματα, οι μισθοί, οι συντάξεις έχουν μείνει στάσιμα. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή οδηγεί σε μείωση του τζίρου στα κρεοπωλεία από 30-40% σε σχέση με πέρσι παρά την άνοδο των τιμών.
Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με τα αυξημένα πάγια, ένα μεγάλο ποσοστό επαγγελματιών θα κινδυνεύσει με κλείσιμο» προειδοποιεί ο κ. Κεσίδης, επαναφέροντας το αίτημα για μείωση του ΦΠΑ σε τρόφιμα πρώτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του κρέατος. Ο ίδιος ξεκαθαρίζει ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα επάρκειας στην αγορά, τουλάχιστον για τα αμνοερίφια, καθώς θεωρείται δεδομένο ότι «θα έρθουν οι νταλίκες από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, που πωλούνται τουλάχιστον ένα ευρώ φτηνότερα», ενώ επισημαίνει και φέτος τον κίνδυνο των παράνομων ελληνοποιήσεων. «Στον Προμαχώνα μπαίνουν νταλίκες με σφαγμένα και άσφαχτα αρνιά όλο το 24ωρο. Οι κτηνίατροι που τα ελέγχουν δουλεύουν 8ωρο. Πέραν του 8ώρου γίνεται ό,τι θέλει ο καθένας.
Ο μεγάλος όγκος των αμνοεριφίων περνάει το βράδυ μετά τη λήξη του ωραρίου των ελεγκτών κτηνιάτρων. Εμεις ως ΠΟΚΚ συστήνουμε προσοχή. Το πραγματικά φρέσκο αρνί και κατσίκι γάλακτος πωλείται φέτος τουλάχιστον 20% ακριβότερα από πέρσι. Οπου δείτε μεγάλες διακυμάνσεις, να είστε υποψιασμένοι ότι κάτι άλλο τρέχει. Διαφορετικά δεν γίνεται όταν ο παραγωγός το πουλάει 8 και 9 ευρώ το κιλό και μέχρι να φτάσει στο κατάστημα προστίθενται έξοδα άλλα 2-3 ευρώ, να το δίνει ο κρεοπώλης 8,99».
Δεν φταίει μόνο ο πόλεμος για τις αυξήσεις (και) στο κρέας
«Οι ανατιμήσεις στο κρέας δεν γίνανε το τελευταίο δίμηνο που ξέσπασε ο πόλεμος. Ξεκίνησαν τον Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 2021 με την αύξηση του ενεργειακού κόστους, συμπαρασύροντας όλες τις πρώτες ύλες και τα τελικά προϊόντα που φτάνουν στον καταναλωτή. Μέχρι το φθινόπωρο καταστηματάρχες-κρεοπώλες συμπιέσαμε τα κέρδη μας για να απορροφήσουμε μέρος των αυξήσεων. Ομως από τον Νοέμβριο με το νέο άλμα στις τιμές της ενέργειας και την άνοδο αρχικά στις εισαγωγές στα βοοειδή, αναγκαστήκαμε να ανεβάσουμε τις τιμές λιανικής στα μοσχάρια. Από το 2022 ανέβηκαν τα χοιρινά και τα κοτόπουλα. Με τον πόλεμο επιταχύνθηκαν εξελίξεις που περιμέναμε να γίνουν έξι μήνες αργότερα. Με τον ρυθμό που αυξάνονται οι τιμές μετά το Πάσχα προβλέπω πολύ μεγάλες δυσκολίες».
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Καταστηματαρχών-Κρεοπωλών, Σάββας Κεσσίδης, δεν λέει κάτι διαφορετικό από αυτό που μαρτυρούν και άλλες πηγές της αγοράς. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε να επιδεινώσει ένα πρόβλημα με πολλές αιτίες και πτυχές, στο οποίο η τιμή του κρέατος στη βιτρίνα του κρεοπωλείου ή στο ράφι του σουπερμάρκετ δεν είναι παρά το τελευταίο επεισόδιο σε μια αλυσίδα παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας που υπόκειται σε διαδοχικές πιέσεις. Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε έρευνα στο εξειδικευμένο περιοδικό «Meat News», ένα μέσο κρεοπωλείο αγοράζει φέτος την άνοιξη το χοιρινό κρέας σε τιμές από 35-50% υψηλότερες από πέρσι, το μοσχάρι από 20%-40%, το κοτόπουλο πάνω από 40%.
Οι τιμές στο εισαγόμενο κρέας είναι ακόμα υψηλότερες, με χαρακτηριστικότερο όλων το φιλέτο κοτόπουλο που έχει αυξηθεί 100% σε σύγκριση με το περσινό καλοκαίρι.
Η εικόνα από την κεντρική κρεαταγορά των Αθηνών είναι παρόμοια. «Το κοτόπουλο έχει ακριβύνει στη χονδρική κατά ένα ευρώ το κιλό, από 1,50 στα 2,50, και το μοσχάρι κατά δυο, από 4,50 στα 6,50» μας λέει υπάλληλος στη Βαρβάκειο, αυξήσεις που αντιστοιχούν σε 66% και 44% αντίστοιχα.
Η άνοδος των τιμών του κρέατος άρχισε να γίνεται ορατή το περασμένο Πάσχα, με τα αμνοερίφια να εκτινάσσονται στα 12 ευρώ το κιλό, όταν προ κορονοϊού κυμαίνονταν στα 8 ευρώ, μετά από μια θεαματική βουτιά το 2020 λόγω της μειωμένης ζήτησης εν μέσω του πρώτου «σκληρού» λοκντάουν. Η ερμηνεία που έδωσε πέρσι η κυβέρνηση ήταν ότι για την άνοδο των τιμών φταίει... το καθολικό Πάσχα που προηγήθηκε έναν μήνα του ορθόδοξου και οδήγησε σε αύξηση των εξαγωγών αμνοεριφίων από την Ελλάδα και τα Βαλκάνια προς Ιταλία και Ισπανία δημιουργώντας ελλείψεις στην ντόπια αγορά αφορούσε μόνο τον πασχαλινό οβελία. Φέτος, που η ακρίβεια είναι γενικευμένη και δεν περιορίζεται στον πασχαλινό οβελία, η κυβέρνηση ρίχνει τις ευθύνες στον εισαγόμενο πληθωρισμό, το εμπάργκο του Πούτιν, τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία που οδηγούν κρεατοπαραγωγούς χώρες να περιορίσουν τις εξαγωγές κρατώντας τα αποθέματά τους για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας.
Μόνο που αυτή είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή δείχνει μια χώρα που όσο μειώνεται το ζωικό κεφάλαιο και η εγχώρια παραγωγή της, τόσο αυξάνεται η εξάρτησή της από τις εισαγωγές και η έκθεση στις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών. Το ίδιο συμβαίνει με τη φυτική παραγωγή, με τη χώρα να μην μπορεί καν να θρέψει τα ζώα της και να βασίζεται στις εισαγόμενες ζωοτροφές, ειδικά στο καλαμπόκι, στις οποίες η Ρωσία και η Ουκρανία πρωτοστατούν. «Τα σιτηρά στα σιλό πλέον μοιράζονται με το δελτίο, αν μου επιτρέπεται η έκφραση. Κάποιοι κερδοσκόποι αυξάνουν τις τιμές και οι κτηνοτρόφοι είτε αναγκάζονται να σφάξουν τα ζώα τους επειδή δεν έχουν να τα ταΐσουν, είτε να αγοράσουν ζωοτροφές με τις νέες υψηλότερες τιμές ανεβάζοντας κι άλλο το κόστος παραγωγής, που είναι ήδη αυξημένο λόγω και των τιμολογίων της ενέργειας. Ακολούθως η αύξηση πηγαίνει σε μας κι εμείς τη μετακυλίουμε στον καταναλωτή» αναλύει τον φαύλο κύκλο των ανατιμήσεων ο πρόεδρος της ΠΟΚΚ.
Την εικόνα αυτή επιβεβαιώνει ο Αργύρης Μπαϊρακτάρης, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Κτηνοτρόφων Τυρνάβου και της Προοδευτικής Αγροτικής Κίνησης Θεσσαλίας. «Δυστυχώς τα περισσότερα αιγοπρόβατα οι κτηνοτρόφοι τα έχουν ήδη σφάξει. Κάθε χρόνο πρέπει να κρατάς θηλυκά για να υπάρχει σταθερότητα στην ποσότητα. Πλέον όμως δεν βλέπουμε τι θα γίνει μπροστά μας με τις ζωοτροφές.
Σου λέει ο παραγωγός, αντί να βάλω και άλλο χρέος για να το ταΐσω, θα το σφάξω τώρα να πουλήσω που η τιμή είναι καλή και ας πάω σε άλλο επάγγελμα μετά. Ακόμα και οι γεωργικοί συνεταιρισμοί που προμηθευόμαστε ζωοτροφές, με τη ρήτρα αναπροσαρμογής στο ρεύμα και την αύξηση στα λιπάσματα, δεν ξέρουν καν αν θα έχουν παραγωγή, π.χ. σε τριφύλλι, αφού ούτε να ποτίσουν ούτε να λιπάνουν σωστά το χωράφι τους μπορούν. Με την άνοδο μόνο στο φυσικό αέριο το αζωτούχο λίπασμα από 170 ευρώ ο τόνος πήγε στα 1.050 ευρώ. Το 90% των αζωτούχων λιπασμάτων προέρχεται από τη Ρωσία. Αν μετά τα σιτηρά γίνει εμπάργκο και στα ρωσικά λιπάσματα, θα πούμε το ψωμί ψωμάκι».
Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι το ζωικό κεφάλαιο της χώρας σε αιγοπρόβατα μειώθηκε σε πέντε χρόνια κατά 5 εκατομμύρια - στα 9,5 εκατ. το 2022 από 14,5 το 2017, με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΟΣΔΕ (Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου). Αντίστοιχα ο μέσος όρος ηλικίας των κτηνοτρόφων ανεβαίνει. «Οι περισσότεροι είναι πάνω από 55-60 ετών, οι παραγωγικοί κτηνοτρόφοι από 40-55 ετών είναι λίγοι και οι νέοι δεν θέλουν το επάγγελμα αυτό. Διαχρονικά, λόγω έλλειψης συντεταγμένης αγροτικής πολιτικής, η κτηνοτροφία σβήνει. Απλώς αυτό που θα γινόταν σιγά σιγά έρχεται η κρίση και το επιταχύνει. Εμείς οι τσομπαναραίοι, όπως μας αποκαλούν, το λέγαμε εδώ και δυο χρόνια, ότι μετά την κρίση της πανδημίας θα έρθει έκρηξη των τιμών.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε μετά. Πώς θα διασφαλίσουμε τη διατροφική επάρκεια όταν είμαστε ελλειμματικοί σε παραγωγή;» αναρωτιέται και παραπέμπει στις προτάσεις παραγωγικών και επιστημονικών φορέων για ένα στρατηγικό σχέδιο ενίσχυσης της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, «πέρα από τη λογική των επιδομάτων που διαιωνίζουν το πρόβλημα και πυροδοτούν τον κοινωνικό αυτοματισμό».
Πίτα-γύρος σε τιμή... σούσι
«Δεν μπορεί το σουβλάκι με πίτα, που είναι πλήρες γεύμα, με πρωτεΐνες, λαχανικά, υδατάνθρακες, που ζυγίζει 300-350 γραμμάρια και έχει ένα ανελαστικό κόστος για να παραχθεί, να πωλείται στα 2,50 ευρώ, σχεδόν στην ίδια τιμή με τον καφέ στο χάρτινο κυπελλάκι, που ζυγίζει λίγα γραμμάρια και κοστίζει λίγα λεπτά του ευρώ ως πρώτη ύλη.
Το σουβλάκι για πολλά χρόνια στην Ελλάδα ήταν απαράδεκτα φτηνό. Πρέπει να πωλείται τουλάχιστον 3,80 ευρώ για να ανταποκρίνεται στο πραγματικό κόστος, αλλιώς τίθεται θέμα βιωσιμότητας μιας επιχείρησης». Με αυτή τη φράση απάντησε ένας από τους ισχυρότερους παίκτες της ελληνικής -και διεθνούς- αγοράς προμηθευτών κρέατος για τα ψητοπωλεία στη δημοσιογραφική ερώτηση «γιατί ακριβαίνει το σουβλάκι».
Οι ειδήσεις για αυξήσεις στο σουβλάκι ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2021, όταν η τιμή του χοιρινού κρέατος παρέμενε χαμηλή (-2,6% σε σύγκριση με το 2020) και το κοτόπουλο δεν είχε ακόμα ακριβύνει. Σωματεία ψητοπωλών αναφέρονταν στην αύξηση του ενεργειακού κόστους, των πρώτων υλών και των λειτουργικών εξόδων για να δικαιολογήσουν ανατιμήσεις 10% ώς 20%, ενώ μέσα σε μόλις μία εβδομάδα πολλά σουβλατζίδικα αύξησαν την τιμή τουλάχιστον κατά 20 λεπτά - π.χ. στα 2,50 από 2,30 ευρώ. Εκπρόσωποι του κλάδου με δηλώσεις στα ΜΜΕ δεσμεύονταν ότι «δεν θα ξεπεράσουμε το ψυχολογικό φράγμα των 3 ευρώ».
Πλέον με τον πόλεμο στην Ουκρανία το φράγμα έχει καταρριφθεί και οδεύουμε ολοταχώς στο σουβλάκι-γκουρμέ των 4 ή ακόμα και 4,5 ευρώ. Η άνοδος στα άλευρα και τα σπορέλαια, που εκτινάχτηκαν με τον πόλεμο, αλλά και η αύξηση των τιμών του εισαγόμενου χοιρινού και κοτόπουλου, στα οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό η μαζική εστίαση, δικαιολογούν ένα ποσοστό των ανατιμήσεων. Ενα άλλο ποσοστό της τσουχτερής πλέον τιμής του εθνικού «street food» είναι η αυτοεκπλήρωση μιας προφητείας, που εδώ και μήνες διακινείται στην πιάτσα και τώρα ψήνεται στα κάρβουνα ή στη σούβλα τσουρουφλίζοντας κι άλλο τις τσέπες μας.
Αφροδίτη Τζιαντζή
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου