Αυτό που βιώνουν οι πολίτες δεν είναι απότοκο μιας υποτιθέμενης «τεχνοκρατικής κυβέρνησης» σαν αυτή που διαφήμιζε ο πρωθυπουργός το 2019. Είναι ένα σύστημα νέων «τεχνικών διακυβέρνησης», ιδεοληπτικών, εκβιαστικών, δογματικών και σε πλήρη ρήξη με την πραγματικότητα αλλά και τον κλασικό φιλελευθερισμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει σωστή και λάθος πλευρά της Ιστορίας. Υπάρχουν σκέτα τα ιστορικά γεγονότα και οι προκλήσεις που αφορούν την Ελλάδα, επειδή αφορούν πρώτα τον κόσμο. Βέβαια, στην Ελλάδα η εθνική κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο, οι ανεξάρτητοι θεσμοί, το μιντιακό τοπίο και οι δομές του κράτους έχουν μετατραπεί σε εκτελεστές επιλογών, τοποθετήσεων και προθεσμιών που αποφασίζονται αλλού – πάντως έξω από το πλαίσιο ανεξαρτησίας, εθνικής κυριαρχίας και, κυρίως, εκτός δημοσίου συμφέροντος και των ορίων της δημοκρατίας. Αυτό που δεν εννοεί να καταλάβει η κυβέρνηση που βλέπει τις κρίσεις να περνούν είναι η χαμηλή αξιοπιστία των εσφαλμένων απόψεων και επιλογών που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των λάθος ανθρώπων. Και βλέποντας τις κρίσεις να περνούν, η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για το αν θα έχει ή όχι αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές.
Αλλά για ποιες κρίσεις μιλάμε; Η δεκαετία του 2010-2020 δεν είχε κάποιο οικονομικό θαύμα. Είχε οικονομικές καταρρεύσεις, μείωση του συνολικού προϊόντος, εκτίναξη της ανεργίας, πόνο και μεγάλη φτωχοποίηση για τους Ελληνες. Ηταν μια χαμένη δεκαετία που γέννησε μια σειρά αποσταθεροποιητικών δυναμικών τελείως ξένων από την τόνωση που χρειαζόταν εκείνο το διάστημα η οικονομία. Αυτό που δεν έγινε κατανοητό από τους πολλούς, και κυρίως από εκείνους που έφεραν στο ακέραιο την ευθύνη του ελληνικού δημόσιου χρέους, ήταν ότι οι κρίσεις, τα προηγούμενα οικονομικά θαύματα και οι οικονομίες των εκβιασμών βάδιζαν χέρι χέρι.
Αλλά αυτή η κρίση με τα ζητήματα φερεγγυότητας της ελληνικής οικονομίας έδειξε ότι, μετά τη χιονοστιβάδα του 2007-2010, σ’ ένα περιβάλλον αγοράς επιδεινούμενο και αποσταθεροποιημένο, οι κατάλογοι συνταγών των παλαιότερων πολιτικών δεν ήταν πειστικοί και δεν επαρκούσαν. Και αυτό το όχι και τόσο διαισθητικό αποτέλεσμα ήρθε να το επιβεβαιώσει η κρίση της πανδημίας που, μαζί, εκδηλώθηκε ως κρίση δημόσιας υγείας και ως απότοκη μορφή χρηματοοικονομικής κρίσης εν εξελίξει. Η ανεργία δεν θεραπεύτηκε στην Ελλάδα και συνδυασμένη με αύξοντες ρυθμούς πληθωρισμού και την προϊούσα στασιμότητα στα όρια μιας πιθανής ύφεσης, εξαντλεί σήμερα τον κόσμο της εργασίας: τους εξαρτημένους από τον μισθό τους. Θεραπεύτηκε η απορρύθμιση της απασχόλησης. Οι εργαζόμενοι, σε ένα περιβάλλον που ενδιαφέρεται για τα κέρδη των ημετέρων, δύσκολα θα πετύχουν έναν ισόρροπο συσχετισμό απέναντι στο κεφάλαιο, και δίχως καμία αποκατάσταση της σχέσης κράτους, αγορών και εργασίας.
Την παραπάνω σχέση, η κυβέρνηση ούτε καν την παρακολουθεί. Μόλις τον τελευταίο μήνα, ανακάλυψε ότι οι εταιρείες που εμπλέκονται στην αγορά ενέργειας είχαν υπερκέρδη δισεκατομμυρίων που βγήκαν από τη φτωχοποίηση των καταναλωτών. Και πάλι δεν κάνει κάτι. Προσπαθεί να ξαναπλέξει εκτάκτως το λιγνιτικό κουβάρι που είχε σπεύσει ξηλώσει, χωρίς σχέδιο ενεργειακής ασφάλειας για την επόμενη μέρα, αλλά έχοντας εξασφαλίσει το απόλυτο έλεγχο των κονδυλίων του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης για τις μελλοντικές ΑΠΕ – οι οποίες ωστόσο είναι ακόμα πολύ μελλοντικές, αφού ότι η ενεργειακή επάρκεια συνδέεται με το πανάκριβο φυσικό αέριο εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.
Η κυβέρνηση που βλέπει τις κρίσεις να περνούν, στέλνει καταναλωτές και επιχειρήσεις να λιώνουν τις σόλες των υποδημάτων τους για να απολαύσουν τις φτηνές τιμές ενέργειας που πλουσιοπάροχα θα εξασφάλιζε ο «άγιος ανταγωνισμός». Τώρα προσδοκά μια συνολική λύση από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Και άνετα θα θυσιάσει το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για να καλύψει τις ανάγκες επιδότησης των τιμολογίων του ρεύματος, εξαντλώντας τους πόρους και ακυρώνοντας την πράσινη μετάβαση.
Η κυβέρνηση που βλέπει τις κρίσεις να περνούν δεν επινοεί κανένα μέλλον. Απορρίπτει την πραγματικότητα και επινοεί μύθους μιας χώρας που τα καταφέρνει. Στην πραγματικότητα απορρίπτει τις δικές της ευθύνες για τις επάλληλες κρίσεις επιλέγοντας πολιτικές που δεν περιλαμβάνουν την απασχόληση· που δεν περιλαμβάνουν ένα ισχυρό σύστημα δημόσιας υγείας τη στιγμή που είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε· που δεν περιλαμβάνουν ένα σύστημα δημόσιας παιδείας που είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε. Η κυβέρνηση που βλέπει τις κρίσεις να περνούν, αφήνει τους νέους να είναι όμηροι των δικών της αγκυλώσεων.
Η κυβέρνηση εξυπηρετεί τις δικές της ανάγκες και όχι τις ανάγκες του δημοσίου συμφέροντος. Και ο εντοπισμός των αναγκών του σήμερα και του αύριο με μεσο- και μακροπρόθεσμα μοντέλα που θα περιλαμβάνουν πολιτικές για την απασχόληση και βραχυπρόθεσμες ομπρέλες προστασίας αυτών που πλήττονται από τις κρίσεις, είναι μια πολιτική συζήτηση που πρέπει να γίνει επειγόντως και σοβαρά στην Ελλάδα.
Θανάσης Βασιλείου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου