Με μια ομοβροντία πυρών από την αντιπολίτευση, αλλά και βέλη εξ οικείων, και με ακλόνητα επιχειρήματα από τη μάχιμη δικηγορία και την επιστήμη, η «Εφ.Συν.» ανατέμνει την αήθη επίθεση του πρωθυπουργού από το βήμα της Βουλής στον Κώστα Βαξεβάνη και τη Γιάννα Παπαδάκου, εντέλει στην ίδια την ερευνητική δημοσιογραφία.
Εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝ.ΑΛΛ., του ΜέΡΑ25, ο ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γιώργος Κύρτσος, έγκριτοι νομικοί και η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT), Ιφιγένεια Καμτσίδου, εξηγούν τι σημαίνει για την ίδια τη λειτουργία του πολιτεύματος η πρωτοφανής και λυσσαλέα επίθεση του Κ. Μητσοτάκη στους δύο δημοσιογράφους.
Αγωγή Βαξεβάνη σε Μητσοτάκη
Η αγωγή του δημοσιογράφου αφορά την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας κατηγορουμένων, μετά τη στοχοποίησή του, όπως και της Γιάννας Παπαδάκου από τον πρωθυπουργό στη Βουλή
Με μια ομοβροντία πυρών από την αντιπολίτευση, αλλά και βέλη εξ οικείων, και με ακλόνητα επιχειρήματα από τη μάχιμη δικηγορία και την επιστήμη, η «Εφ.Συν.» ανατέμνει την αήθη επίθεση του πρωθυπουργού από το βήμα της Βουλής στον Κώστα Βαξεβάνη και τη Γιάννα Παπαδάκου, εντέλει στην ίδια την ερευνητική δημοσιογραφία. Εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝ.ΑΛΛ., του ΜέΡΑ25, ο ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γιώργος Κύρτσος, έγκριτοι νομικοί και η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT), Ιφιγένεια Καμτσίδου, εξηγούν τι σημαίνει για την ίδια τη λειτουργία του πολιτεύματος η πρωτοφανής και λυσσαλέα επίθεση του Κ. Μητσοτάκη στους δύο δημοσιογράφους.
Με αγωγή κατά του πρωθυπουργού απάντησε ο εκδότης της εφημερίδας «Documento», Κώστας Βαξεβάνης, στα όσα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε από το βήμα της Ολομέλειας της Βουλής, κατηγορώντας ευθέως τον δημοσιογράφο ότι είναι μέλος συμμορίας και χαρακτηρίζοντάς τον υπόκοσμο. Η δήλωση του πρωθυπουργού έγινε πριν καν ο δημοσιογράφος απολογηθεί στην ανακρίτρια για τα αδικήματα της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, παράβασης καθήκοντος και κατάχρησης εξουσίας σχετικά με το σκάνδαλο Novartis και ως εκ τούτου προτού η Δικαιοσύνη αποφανθεί για το κατηγορητήριο.
Παρεμβαίνοντας ευθέως στη δικαστική εξουσία, ο πρωθυπουργός δήλωσε σε υψηλούς τόνους: «Ενας στο Ειδικό Δικαστήριο και οι άλλοι κατηγορούμενοι ή ύποπτοι. Οχι για την άποψή τους, προσέξτε, όχι για την άποψή τους, αλλά γιατί δημοσίευσαν ψεύτικα στοιχεία για να στήσουν ψεύτικες κατηγορίες. Γι’ αυτό καλούνται ως ύποπτοι, όχι για την άποψή τους. Αυτό δεν λέγεται δημοσιογραφία, αυτό λέγεται συμμορία. Δεν λέγεται ελευθεροτυπία αλλά ελευθεροδολοφονία. Με αυτόν τον υπόκοσμο είστε αγκαλιά». Με τον τρόπο αυτό ο Κ. Μητσοτάκης στοχοποίησε, εκτός από τον Κ. Βαξεβάνη, και τη δημοσιογράφο Γιάννα Παπαδάκου, η οποία επίσης αναμένεται να απολογηθεί για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση που κατασκεύασε «ψεύτικο σκάνδαλο» για τη Novartis.
Η αγωγή του δημοσιογράφου αφορά την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας κατηγορουμένων, σύμφωνα με την οποία «ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης εξαιτίας της προσβολής του τεκμηρίου αθωότητάς του από δηλώσεις δημόσιων αρχών» (σύμφωνα με το άρθρο 7 του Νόμου 4596/2019). Ακόμη και πριν από τη θέσπιση της συγκεκριμένης διάταξης, την τελευταία φορά που πρωθυπουργός και υπουργοί της Ν.Δ. μίλησαν από την Ολομέλεια της Βουλής για απατεώνες και υπόκοσμο (ενώ δεν υπήρχε τελεσίδικη απόφαση) η Ελλάδα καταδικάστηκε για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Πρόκειται για την υπόθεση του καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Δημήτρη Κώνστα, ο οποίος το 2007 καταδικάστηκε πρωτόδικα σε κάθειρξη δεκατεσσάρων ετών για υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος, απάτη σε βάρος του Δημοσίου και ψευδή βεβαίωση, ωστόσο η εκτέλεση της ποινής ανεστάλη επειδή άσκησε έφεση.
Ομως, λίγες ημέρες μετά την έφεση και πριν ακόμα καθαρογραφεί η πρωτόδικη απόφαση, σε μια πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, ο υφυπουργός Οικονομικών Πέτρος Δούκας ανέφερε: «Και ποιοι είναι οι άφθαρτοι; Οι συκοφάντες, οι πρωτοκλασάτοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ, που έτρεξαν να υπερασπιστούν τους καταχραστές του Παντείου; Ηταν ή δεν ήταν προσωπικοί, πολιτικοί σας φίλοι; Τους διορίσατε υπηρεσιακούς υπουργούς Τύπου, πρέσβεις εκ προσωπικοτήτων στο Συμβούλιο της Ευρώπης, όταν ήδη είχαν αρχίσει να δημοσιοποιούνται τα σκάνδαλα στο Πάντειο;».
Ακολούθησαν η δήλωση του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή στην Ολομέλεια ότι πρόκειται για «πρωτοφανές σκάνδαλο εσκεμμένης και σχεδιασμένης υπεξαίρεσης 8.000.000 ευρώ προς ίδιον όφελος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο» και εκείνη του υπουργού Δικαιοσύνης Σωτήρη Χατζηγάκη, ο οποίος απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση είπε χαρακτηριστικά: «Σας θυμίζω επίσης το σκάνδαλο του Παντείου Πανεπιστημίου. Με θάρρος και παρρησία η ελληνική Δικαιοσύνη απεφάσισε και καταδίκασε εκείνους τους οποίους εσείς προστατεύατε όλα αυτά τα χρόνια».
Ο Δ. Κώνστας προσέφυγε στο ΕΔΔΑ, το οποίο υποχρέωσε την Ελλάδα να του καταβάλει αποζημίωση 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 10.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Στην απόφασή του το Δικαστήριο υπενθύμιζε ότι κυρίως οι εκπρόσωποι του κράτους οφείλουν να σέβονται το τεκμήριο αθωότητας των κατηγορουμένων και να μην προβαίνουν σε δημόσιες δηλώσεις που προεξοφλούν την ενοχή τους, προτού υπάρξουν τελεσίδικες αποφάσεις των δικαστηρίων. Ειδικά για τον υπουργό Δικαιοσύνης της τότε γαλάζιας κυβέρνησης, το Δικαστήριο σημείωνε ότι οι δηλώσεις του πολιτικού προϊσταμένου των ελληνικών δικαστηρίων φάνηκαν ότι προδικάζουν την επικείμενη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου.
Αυτό σκοπεύει να κάνει και ο Κώστας Βαξεβάνης, να προσφύγει στο ΕΔΔΑ, καθώς και να καταθέσει αγωγή και κατά του Ελληνικού Δημοσίου στα διοικητικά δικαστήρια. Οσο για τη Γιάννα Παπαδάκου, μέσω των δικηγόρων της, Δημήτρη και Λυδίας Τσοβόλα, δήλωσε: «Μια τέτοιας έκτασης παρέμβαση και μάλιστα προερχόμενη από τα πιο επίσημα χείλη, από το βάθρο της δημοκρατίας, ήτοι της Βουλής, πραγματικά υπήρξε για εμάς ανέλπιστο δώρο, τρανή επιβεβαίωση των ισχυρισμών μας (σ.σ. περί πολιτικής δίωξης)».
Πρακτικές Ορμπαν
«Κάτω τα χέρια από τη δημοσιογραφία κ. Μητσοτάκη» αναφέρει στη χθεσινή ανακοίνωσή της η «συσπείρωση Δημοσιογράφων - Δούρειος Τύπος». Και σημειώνει το νέο επεισόδιο του θεσμικού κατήφορου στον οποίο βρίσκεται η χώρα, θεωρώντας πως στόχος της κυβέρνησης είναι η δημοσιογραφία: «Από το πλέον επίσημο βήμα, το βήμα του Κοινοβουλίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε μια επίδειξη αντισυνταγματικού οίστρου "εξέδωσε" δικαστική απόφαση για την τύχη των δημοσιογράφων (Βαξεβάνης, Παπαδάκου) που διώκονται για τη δημοσιογραφική έρευνά τους στο σκάνδαλο NOVARTIS.
Με πρωτοφανείς χαρακτηρισμούς όπως "υπόκοσμος", "συμμορία", "ελευθεροδολοφονία" ο επικεφαλής της κυβέρνησης εξευτέλισε το κράτος δικαίου εφαρμόζοντας πρακτικές Ορμπαν που έχουν συναντήσει την αντίδραση των ευρωπαϊκών θεσμών. Η χώρα μας βρίσκεται ήδη στο στόχαστρο των διεθνών οργανώσεων Τύπου που την εγκαλούν για την καταπάτηση της ελευθερίας του Τύπου και για τις διώξεις των δημοσιογράφων. Η Συσπείρωση Δημοσιογράφων Δούρειος Τύπος, θεωρεί ότι τα θεσμικά όργανα του κλάδου και όλοι οι δημοσιογράφοι πρέπει να απαντήσουν σε αυτή την αντισυνταγματική και αντιθεσμική συμπεριφορά της κυβέρνησης που απειλεί με τον πλέον ακραίο τρόπο τη δημοσιογραφία, το δικαίωμα των πολιτών σε πλουραλιστική και αξιόπιστη ενημέρωση και σε τελική ανάλυση την ίδια τη Δημοκρατία».
Ανακοίνωση έβγαλε και η δημοσιογραφική παράταξη «Πρωτοβουλία για την Ανατροπή»: «Για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση, "συμμορία" είναι όσοι κάνουν τη δουλειά τους, όσοι ερευνούν, όσοι είναι δημοσιογράφοι και όχι αντιγραφείς των non paper του Μαξίμου και διάφορων υπουργείων. Πρόκειται, λοιπόν, για αήθη επίθεση συνολικά στον δημοσιογραφικό κλάδο».
Αμφισβητείται η ελευθερία της έκφρασης από τον κ. πρωθυπουργό
Ιφιγένεια Καμτσίδου, αν. καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT)
Η αντιμετώπιση δημοσιογράφων ως υπόπτων ή κατηγορουμένων για δημοσιεύματά τους που αφορούσαν υποθέσεις με ευρύτατο κοινωνικοπολιτικό ενδιαφέρον έχει γεννήσει σοβαρή ανησυχία για τη διασφάλιση των ελευθεριών της έκφρασης και του Τύπου στη χώρα.
Τα ερωτήματα εντείνονται από την πρόσφατη παρέμβαση του πρωθυπουργού, ο οποίος από το βήμα της Βουλής προχώρησε σε χαρακτηρισμούς που προδικάζουν την υπαγωγή της συμπεριφοράς των δημοσιογράφων σε ποινικούς κανόνες και περιέχουν υποδείξεις προς τους αρμόδιους δικαστικούς λειτουργούς. Πρόκειται για μια σπάνια περίπτωση όχι μόνον παράκαμψης του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά και ανάμειξης της εκτελεστικής εξουσίας στο έργο της Δικαιοσύνης, που καλείται να επιβεβαιώσει τις «διαπιστώσεις» του αρχηγού της κυβέρνησης. Το πλήγμα στη δημοκρατία και στο κράτος δικαίου είναι ευθύ και άμεσο: πραγματικά, τα ελληνικά Συντάγματα, ήδη από το 1827, προστατεύουν τα παραπάνω δικαιώματα και την άρρηκτα συνδεόμενη με αυτά ελεύθερη δημοσιογραφία, που αναγνωρίζονται τόσο ως εξουσίες των φορέων τους όσο και ως θεσμικές εγγυήσεις, ως ασπίδα, δηλαδή, της ομαλής λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ετσι, γίνεται ευρύτατα δεκτό ότι κατοχυρώνεται η δυνατότητα δημοσιογράφων, ιδιοκτητών των εντύπων και εκδοτών να διαδίδουν ελεύθερα στοχασμούς, ειδήσεις και πληροφορίες, καθώς και να ασκούν κριτική και έλεγχο στα δημόσια πράγματα και ειδικότερα σε πρόσωπα που ασκούν δημόσιο λειτούργημα ή δραστηριότητα με σημαντική κοινωνική διάσταση, για τα ζητήματα που σχετίζονται με την πολιτικά ή κοινωνικά ενδιαφέρουσα δράση τους.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι η μέχρι σήμερα νομολογία αποδέχεται ότι η προστασία της ελευθερίας της έκφρασης και του Τύπου «επειδή αποσκοπεί στη διαφύλαξη ύψιστων κοινωνικών αγαθών, καλύπτει (νομιμοποιεί) και προσβολές του δικαιώματος της προσωπικότητας που τυχόν ενυπάρχουν στην ενάσκησή τους, [….], διότι η προσωπικότητα και αν θίγεται, έχει στη συγκεκριμένη περίπτωση υποδεέστερη σημασία σε σχέση με το αγαθό των ως άνω ελευθεριών» (Α.Π. 13/1999 ΤοΣ 1999). Εξίσου σταθερά τα Δικαστήρια κάνουν δεκτό ότι τα πρόσωπα που συνδέονται με τη λειτουργία του Τύπου έχουν δικαιολογημένο ενδιαφέρον για τη δημοσίευση πληροφοριών και σχολίων σχετικών με τις πράξεις και τη συμπεριφορά προσώπων που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο. Για τον λόγο αυτό, δεν αποτελεί άδικη πράξη (άρθρο 367 Π.Κ.) η δημοσίευση ειδήσεων που είναι αναγκαίες για την πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού, ακόμη και όταν τα δημοσιεύματα περιέχουν αντικειμενικώς ανακριβή στοιχεία, εφόσον βέβαια ελλείπει η γνώση πως αυτά είναι ψευδή.
Τούτη η εγγυητική για τη δημοκρατία και επιβεβαιωμένη από τη νομολογία λειτουργία της ελευθερίας της έκφρασης και του Τύπου αμφισβητείται από τον κ. πρωθυπουργό. Απομένει στα Δικαστήρια να αποδείξουν την προσήλωσή τους στο Σύνταγμα και στις θεμελιώδεις αρχές του.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΜΙΚΟ ΚΟΣΜΟ
Βασίλης Χειρδάρης, ποινικολόγος
Ευθεία καταπάτηση του τεκμηρίου της αθωότητας
Πραγματικά ήταν εντυπωσιακό αυτό που συνέβη στη συζήτηση στη Βουλή την Κυριακή. Θεμιτές οι αντιπαραθέσεις, οι πολιτικές κατηγορίες και αντικρούσεις, η εκατέρωθεν σκληρή κριτική και φρασεολογία μεταξύ των πολιτικών για τις θέσεις τους, που δικαιούνται να τις στηρίζουν. Δεν είναι όμως ούτε θεμιτή ούτε συμβατή με ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, ούτε θεσμικά αποδεκτή η παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας και μάλιστα στην υψηλότερη θεσμικά εκπροσώπησή της (πρωθυπουργός) στη δικαστική και η ευθεία καταπάτηση του τεκμηρίου της αθωότητας ανθρώπων που είναι είτε ύποπτοι είτε κατηγορούμενοι και πρόκειται να απολογηθούν σε ανακριτή.
Είναι γνωστό ότι ήδη έχει κινηθεί ποινική διαδικασία και εκκρεμεί αυτή για τη λεγόμενη υπόθεση Novartis σε κακουργηματικό επίπεδο. Κλήθηκαν δε για απολογία σε ανακρίτρια του Αρείου Πάγου δυο γνωστοί δημοσιογράφοι και θα συνεχιστούν οι απολογίες με κλήση και άλλων. Αυτό το γνώριζαν οι πάντες και πολύ περισσότερο ο πρωθυπουργός, αφού η διαδικασία ξεκίνησε από τη Βουλή. Με εκκρεμούσα την ανακριτική διαδικασία η παρέμβαση του επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας από το βήμα της Βουλής με φρασεολογία που προσιδιάζει με δικαιοδοτική που υποκαθιστά την ανεξάρτητη δικαστική εξουσία δημιουργεί θεσμικά θέματα αφενός μεν της διάκρισης των εξουσιών, της παρέμβασης της εκτελεστικής εξουσίας στη δικαστική και της καταπάτησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του τεκμηρίου της αθωότητας των κατηγορουμένων και της δίκαιης δίκης.
Αραγε πώς μπορεί να αντιμετωπίσει η δικαστική εξουσία που πρόκειται να κρίνει τη συγκεκριμένη υπόθεση την ενοχοποιητική κρίση κορυφαίου πολιτειακού παράγοντα που αναφέρει με ρητό τρόπο ότι έγιναν από τους κατηγορουμένους δημοσιεύσεις με ψεύτικα στοιχεία για να στηθούν ψεύτικες κατηγορίες, ότι υπήρξε συμμορία (στις κατηγορίες υπάρχει και σύσταση συμμορίας), ότι έγινε στοχοποίηση πολιτικών προσώπων και ότι υπήρξε σκευωρία; Ολα υπαυτά όμως είναι γεγονότα που θα οφείλουν να ερευνήσουν αν είναι αληθή ή όχι η ανακρίτρια, το αρμόδιο Συμβούλιο και το Δικαστήριο που θα κρίνει όσους παραπεμφθούν.
Δυστυχώς όμως δημιουργείται σοβαρό θέμα για τη συνέχεια των δικαστικών διαδικασιών, που πρέπει να είναι δίκαιες και αμερόληπτες. Χρειάζονταν, αναρωτιόμαστε, τέτοιες δηλώσεις ή ήταν αναγκαίες σε μια πολιτική αντιπαράθεση; Αναμφίβολα όχι. Με αυτές δημιουργούνται συνθήκες αβεβαιότητας στους κατηγορουμένους για δίκαιη έκβαση των διαδικασιών. Τον τελικό όμως λόγο έχουν οι δικαστές, που οφείλουν να διαψεύσουν τις ανησυχίες και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου, που επανειλημμένα έχει καταδικάσει τη χώρα μας για παραβιάσεις της δίκαιης δίκης και του τεκμηρίου της αθωότητας. Η Δικαιοσύνη είναι ο τελικός κριτής και όχι η εκτελεστική εξουσία…
Βασίλης Σωτηρόπουλος, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Υπάρχουν καταδίκες για τέτοια ατοπήματα
Θα περίμενε κανείς μετά την καταδίκη της Ελλάδας στην υπόθεση «Κώνστας» ότι το πρώτο πράγμα που θα πρόσεχαν οι πρωθυπουργοί και γενικά όποιος μιλάει από βήματος Βουλής θα ήταν να μην προεξοφλούν τις δικαστικές αποφάσεις με ανεπιφύλακτες κρίσεις περί ενοχής. Δυστυχώς το λάθος αυτό είδαμε όχι μόνο τώρα από τον κ. Μητσοτάκη, αλλά και από τον κ. Τσίπρα στην υπόθεση γνωστού ενεχυροδανειστή, ο οποίος στη συνέχεια αθωώθηκε.
Οι πολιτικοί θα ήταν πολύ πιο προσεκτικοί εάν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, μετά από κάθε καταδίκη της Ελλάδας για τέτοια ατοπήματα, δρομολογούσε τη διαδικασία του καταλογισμού της αποζημίωσης στα ίδια τα υπεύθυνα φυσικά πρόσωπα που άσκησαν τόσο στρεβλά τη δημόσια εξουσία που τους εμπιστεύθηκε η Πολιτεία.
Γιώργος Κύρτσος, ευρωβουλευτής Ν.Δ.
Σοβαρό πολιτικό λάθος
«Θεωρώ ότι η δήλωση του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη περί “συμμορίας” δημοσιογράφων, ενώ μάλιστα βρίσκεται σε εξέλιξη η δικαστική τους υπόθεση, αποτελεί σοβαρό πολιτικό λάθος. Είναι μια ορολογία που δεν έχει θέση στο φιλελεύθερο, ευρωπαϊκό πλαίσιο και τη χρησιμοποιούν κυρίως μετασοβιετικά καθεστώτα και κυβερνήσεις των Δυτικών Βαλκανίων. Φοβούμαι ότι η δημιουργία της εντύπωσης ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί μεθόδους που οι διεθνείς δημοσιογραφικές ενώσεις ήδη συγκρίνουν με τις μεθόδους του Ορμπαν μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην καλή ευρωπαϊκή εικόνα της κυβέρνησης και της χώρας, ακόμη και στη συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους για οικονομικά θέματα μεγάλης σημασίας».
Νάσος Ηλιόπουλος, εκπρόσωπος Τύπου ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
Σε κρίσιμο σταυροδρόμι
«Με ευθύνη του κ. Μητσοτάκη, η ελευθεροτυπία και συνακόλουθα η δημοκρατία στην Ελλάδα έχουν φτάσει σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μια πλευρά, βρίσκονται πολιτικές μεθοδεύσεις, διώξεις δημοσιογράφων και επιστροφή σε εποχές της πιο ανάλγητης Δεξιάς, που νομίζαμε ότι είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Από την άλλη πλευρά, βρίσκονται η δημοσιογραφική έρευνα, η ελευθερία της γνώμης και οι δημοκρατικές αρχές. Είναι απαράδεκτο για μια πολιτική ηγεσία να έχει φέρει τη χώρα σε αυτό το σημείο. Η υποστήριξη στον Κώστα Βεξεβάνη και στη Γιάννα Παπαδάκου, ανεξαρτήτως κομματικών επιλογών, είναι αυτονόητη για κάθε δημοκρατικό και προοδευτικό πολίτη. Η καταδίκη των επικίνδυνων πρακτικών, τις οποίες ο ίδιος ο πρωθυπουργός ουσιαστικά παραδέχτηκε και υιοθέτησε με πρωτοφανή αλαζονεία από το βήμα της Βουλής, αυτή τη στιγμή είναι συνώνυμη της θωράκισης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος και των αυτονόητων αρχών που διέπουν τη δημοκρατία μας».
Μαρία Κομνηνάκα, Βουλευτής ΚΚΕ
Επικίνδυνες πρακτικές
«Για το ΚΚΕ τα ζητήματα της ελευθερίας του Τύπου και της δημοσιογραφικής έρευνας είναι αδιαπραγμάτευτα και η προσπάθεια κυβερνητικής αμφισβήτησης, ποινικοποίησης ή άλλου είδους υπονόμευσής τους είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Ταυτόχρονα, έχουμε πλήρη συνείδηση ότι στο σημερινό πλαίσιο όπου –εκτός των άλλων– η πλειοψηφία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης ανήκει σε μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και η σύμφυση οικονομικής και πολιτικής εξουσίας γίνεται πιο στενή, τα όρια της δημοσιογραφικής ελευθερίας κι έρευνας θα γίνονται ολοένα και πιο ασφυκτικά. Ενώ θα δυναμώνει η προσπάθεια χειραγώγησης δημοσιογράφων κι εγκλωβισμού τους στα διάφορα επιχειρηματικά και πολιτικά παιχνίδια. Το βλέπουμε μάλιστα εσχάτως με την προσπάθεια να βαπτιστεί ως “δημοσιογραφική” και “ιστορική” έρευνα η αναβίωση όλου του αντικομμουνιστικού μετεμφυλιακού οχετού. Η αντίσταση σε αυτούς τους σχεδιασμούς είναι όρος για την ενημέρωση προς όφελος του λαού».
Δημήτρης Μάντζος, εκπρόσωπος Τύπου ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Θεμέλιο της δημοκρατίας
«Η ελευθερία του Τύπου αποτελεί δομικό στοιχείο κάθε σύγχρονου φιλελεύθερου κράτους δικαίου, θεμέλιο της δημοκρατίας μας. Γι’ αυτό και πρέπει να προστατεύεται από οποιαδήποτε απειλή από πολιτικά και οικονομικά κέντρα εξουσίας. Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να διαφυλάξουν την ελευθερία της γνώμης τους και του λειτουργήματός τους. Αρνούμενοι να υποκύψουν στον πειρασμό της στράτευσής τους σε σκοπούς ξένους προς την πραγματική αποστολή της μαχητικής δημοσιογραφίας: την αποκάλυψη της αλήθειας και την αντικειμενική ενημέρωση των πολιτών. Εξάλλου η ανεξάρτητη Ελληνική Δικαιοσύνη πρέπει να αφεθεί ανεπηρέαστη να επιτελέσει το έργο της χωρίς παρεμβάσεις. Ιδίως σε υποθέσεις ευρύτερου δημόσιου ενδιαφέροντος, που στο παρελθόν αποδεδειγμένα εργαλειοποιήθηκαν για την επιδίωξη σκοτεινών πολιτικών στοχεύσεων».
Μιχάλης Κριθαρίδης, εκπρόσωπος Τύπου ΜέΡΑ25
Ολοταχώς ερντογανοποίηση...
Το ΜέΡΑ25 υποστηρίζει σταθερά και εμφατικά την ελευθερία του Τύπου και την ερευνητική δημοσιογραφία, όπως άλλωστε αποδεικνύει και ο αγώνας που δίνουμε για τον συνοδοιπόρο μας στο DiEM25 Τζούλιαν Ασάνζ. Θεωρούμε απαράδεκτες τις δικαστικές διώξεις δημοσιογράφων, όπως της Γιάννας Παπαδάκου και του Κώστα Βαξεβάνη, από το καθεστώς της Μητσοτάκης Α.Ε., που από τη μία με τη Λίστα Πέτσα πληρώνει την ομερτά των καναλιών και από την άλλη προσπαθεί να σιγήσει κάθε δημοσιογραφική φωνή που δεν συμμορφώνεται «προς τας υποδείξεις» στα μέσα που δεν ελέγχει. Φαίνεται, λοιπόν, πως ο «φιλελεύθερος» κ. Μητσοτάκης δεν αρκείται στην ορμπανοποίηση της χώρας μας και προχωράει ολοταχώς προς την ερντογανοποίησή της. Η κοινωνία όμως δεν θα του επιτρέψει κάτι τέτοιο.
Γιώτα Τέσση
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου