Στο πλαίσιο του εορτασμού των Θεοφανίων και κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, ο μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης Παύλος, απευθυνόμενος στους άνδρες, αναρωτήθηκε: «Πώς τις αντέχετε» και πριν ακόμα στεγνώσουν τα λόγια του, μια «ανθρώπινη αμοιβάδα» συμπλήρωσε: «Είχε δίκιο ο μητροπολίτης όσον αφορά τις φλύαρες γυναίκες. Μιλάνε πολύ σε σημείο που εκνευρίζεσαι. Πιστεύω ότι οι γυναικοκτονίες στην Ελλάδα οφείλονται σ’ έναν βαθμό στη φλυαρία των γυναικών. Μιλάνε ακατάπαυστα. Είναι αφόρητο πάντως».
Ο κοινωνικός καταμερισμός που έχει καθιερωθεί ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες για την άσκηση διαφορετικών ρόλων, μέσα από τις πολιτιστικές διαδικασίες, εφαρμόζεται κατ' επέκταση για να διαχειριστεί τα φυσικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων.
Έτσι, είναι πολύ συνηθισμένο να μιλάμε για ανδρικά και γυναικεία ελαττώματα, για ανδρικές και γυναικείες αρετές και για ανδρικά και γυναικεία προτερήματα.
Όταν ένας άνδρας μιλάει πολύ, δε λέμε ότι φλυαρεί, λέμε ότι έχει το χάρισμα του λόγου και χειμαρρώδη ευγλωττία. Μια γυναίκα, ακόμα και όταν λέει σοβαρά πράγματα και όχι κοινοτοπίες του στενού χώρου που ζει και κινείται, οι άνδρες την αποκαλούν φλύαρη.
Το ενδιαφέρον του άνδρα για τη γυναίκα χαρακτηρίζεται από παραδοξότητα και εμπάθεια. Όσο καιρό, μέσα από την Ιστορία, ο άνδρας βλέπει τη γυναίκα σαν το αντίθετο φύλο, το μυστηριώδες φύλο, δε θα μπορέσει ποτέ να την ερμηνεύσει με ικανοποιητικό τρόπο.
Θα παραμορφώνεται και θα αλλάζει, όπως αυτός έχει αποφασίσει, σαν μια αντανάκλαση μέσα στο νερό. Ο ποιητής Σιμωνίδης από την Αμοργό περιγράφει την ανδρική αμφιλεγόμενη άποψη για τις γυναίκες το 700 π.Χ.: «Ο Δίας έπλασε τις γυναίκες σαν το μεγαλύτερο από όλα τα δεινά και μας έδεσε με αυτό με ακατάλυτους δεσμούς».
Ο Σάλιμπεν, ένας Φραγκισκανός μοναχός του 13ου αιώνα, συνόψισε τις απόψεις του μορφωμένου κλήρου της εποχής και γράφει: «Θέλεις να γνωρίσεις και να ανακαλύψεις τι είναι μια γυναίκα; Ένας γλοιώδης βούρκος, ένα τριαντάφυλλο που βρομάει, ένα γλυκό δηλητήριο, κάτι που υποκύπτει πάντοτε πρόθυμα σε ό,τι της είναι απαγορευμένο, η γυναίκα είναι το μυαλό της αμαρτίας, μια μηχανή του διαβόλου, διωγμένη από τον Παράδεισο, μάνα της ενοχής».
Η Εκκλησία της χριστιανικής θρησκείας, από την εδραίωσή της, όχι μόνο υιοθέτησε την κοινωνική κοσμική αντίληψη για τις γυναίκες και τους ρόλους τους, αλλά διατύπωσε και την πιο πρόσφατη ιστορικά εκδοχή για την πολιτισμική τους απόρριψη, που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.
Οι βασικές ηθικές ρυθμίσεις που προσδιορίζουν σήμερα θεσμικά ή εθιμικά τη γυναικεία υποτέλεια, εξάρτηση και κατανομή έργου, προέρχονται και διατυπώθηκαν μέσα από την αντίληψη της επίσημης Εκκλησίας για τη γυναίκα.
Η Χριστιανική Εκκλησία, με τη μορφή ιερών κανόνων, που απέκτησαν στη συνέχεια κοινωνικό κύρος, ενίσχυσε και ενσωμάτωσε όλες τις διιστορικές απόψεις, αντιλήψεις, προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες και ιδιαίτερα αυτές της αρχαίας εβραϊκής παράδοσης και της Παλαιάς Διαθήκης, που περιθωριοποιούν, ενοχοποιούν και υποβαθμίζουν τη γυναικεία ύπαρξη.
Ειδικότερα, η γυναικεία φυσιολογία και σεξουαλικότητα ταυτίστηκαν με το ίδιο το πνεύμα του κακού και αποτέλεσαν μόνιμο αντικείμενο πύρινης πολεμικής κατά των γυναικών. Ο μισογυνισμός γνωρίζει την κορύφωσή του και τεκμηριώνεται σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, παράλληλα με τη δημιουργία της νέας εκκλησιαστικής ιεραρχίας.
Η γυναίκα ενσαρκώνει το πνεύμα του κακού: Είναι πόρνη, είναι κακόβουλη και βρόμικη. Όμως, η καινούργια θρησκεία είχε και μια Παναγία, τη μητέρα του Χριστού, και στο σημείο αυτό γεννήθηκαν για τους ιερούς διανοητές αξεπέραστες αντιφάσεις, αφού η Παναγία -μια γυναίκα κι αυτή- δεν μπορούσε να παρουσιάζεται με τις ίδιες προδιαγραφές.
Γέννημα-θρέμμα και σύμβολο του χριστιανισμού, η Παναγία-μητέρα έρχεται σε σύγκρουση με τη Λίλιθ (την πρώτη γυναίκα που γέμισε κακά τον κόσμο, της εβραϊκής παράδοσης) και με την αμαρτωλή Εύα, που συνοψίζει και συγκεφαλαιώνει τη συνολική γυναικεία ενοχή και απρέπεια.
Αλλά η Παναγία είναι μία και μοναδική, είναι μητέρα του Χριστού που έσωσε τον κόσμο και κατ' επέκταση χρησιμοποιείται από την Εκκλησία ως το νέο πρότυπο-σύμβολο για την κάθε γυναίκα-μητέρα.
Τελικά… «η γυναίκα δεν θα μπορέσει να γίνει ιερέας, όσο θα τη θέλουμε μόνο άγγελο της οικογενειακής εστίας» (Ουμπέρτο Εκο).
Χριστίνα Αντωνοπούλου - δρ, επ. καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών, δικαστηριακή ψυχολόγος
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου