Η ίδια η λέξη «βία», απ’ όπου προκύπτουν οι λέξεις «βιασμός» και βιαστής», είναι αρχαία, όπως αναφέρει το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, ινδοευρωπαϊκής προέλευσης, από τη ρίζα *gwiya-. Στα σανσκριτικά, «j(i)ya» σημαίνει «κυριαρχία».
Παρόμοιο νοηματικό υπόβαθρο έχει και η αγγλοσαξονική για τον βιασμό λέξη rape: παράγεται από το λατινικό «rapere» που σημαίνει, «αρπάζω, απάγω διά της βίας».
Στο ρωμαϊκό δίκαιο, η αρπαγή μιας γυναίκας, χωρίς αυτή να περιλαμβάνει κατ’ ανάγκην και συνεύρεση, ονομαζόταν «raptus». Στα μεσαιωνικά αγγλογαλλικά η λέξη, ως «raper», όριζε και την απαγωγή και τον βιασμό, όπως τον εννοούμε σήμερα. Παράδειγμα, ο μύθος της αρπαγής της Ευρώπης, της πριγκίπισσας των Φοινίκων από τον Δία μεταμορφωμένο σε ταύρο, στα αγγλικά είναι «The rape of Europa».
Κυρίαρχο στοιχείο λοιπόν στον βιασμό είναι η βία, η κυριαρχία, η επιβολή της θέλησης, συνηθέστατα του άντρα προς τη γυναίκα, χωρίς να αποκλείεται ο βιασμός αντρών από άλλους άντρες και σπανιότατα ο βιασμός άντρα από γυναίκα. Ομως ζούμε σε καθεστώς πατριαρχίας, οπότε πρέπει να ορίσουμε τον βιασμό ως τη χείριστη εκδοχή της έμφυλης βίας.
Αν και οι κοινωνίες, γενικά από την αρχαιότητα, θεωρούσαν έγκλημα τον βιασμό, ειδικά των ανύπαντρων παρθένων γιατί έτσι «έπεφτε η τιμή τους» στον γάμο (...), στην πραγματικότητα οι ποινές για τους βιαστές ήταν συμβολικές έως ανύπαρκτες, εάν ο βιαστής ήταν κάποιος οικονομικά και κοινωνικά ισχυρός, με το θύμα του στην κατώτερη τάξη.
Εάν όμως συνέβαινε το αντίθετο, εάν δηλαδή ένας φτωχός, δούλος, ή αποσυνάγωγος βίαζε μια γυναίκα της καλής κοινωνίας, τότε δεν υπήρχε βασανιστήριο ή πόνος αρκετός γι’ αυτόν. Και βέβαια, ήταν καθεστώς, από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας να βιάζουν οι νικητές τις γυναίκες των ηττημένων στη μάχη, από τους Βίκινγκς μέχρι τους ναζί.
Να σημειώσουμε πως η πατριαρχική θρησκεία, και όχι μόνο η χριστιανική, ασφαλώς σιγοντάρισε αυτή την κατάπτυστη κατάσταση: Στην 5η προς Εφεσίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου αναφέρεται: «Αι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν υποτάσσεσθε ως τω Κυρίω, ότι ο ανήρ εστί κεφαλή της γυναικός, ως και ο Χριστός κεφαλή της Εκκλησίας, και αυτός εστί σωτήρ του σώματος, άλλ’ ώσπερ η Εκκλησία υποτάσσεται τω Χριστώ, ούτω και αι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν εν παντί». Εν παντί! Και εάν κάποια γυναίκα είχε αμφιβολίες σχετικά με τα δικαιώματα που είχε ο νόμιμος σύζυγός της πάνω της, ερχόταν ο νόμος για να το διευκρινίσει.
Παλιότερα, το ελληνικό οικογενειακό δίκαιο ήταν σαφές: «Οποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία εξώγαμη ή σε ανοχή ή επιχείρηση ασελγούς πράξης τιμωρείται με κάθειρξη»...
Ο δεύτερος, ψυχολογικός βιασμός, μετά τον σωματικό, έρχεται με τη «συνυπαιτιότητα» του θύματος, το «victim blaming», ακόμα και στις σημερινές κοινωνίες: Εάν ένας μετανάστης βιάσει μια Ελληνίδα, η κοινωνία θέλει να τον κάψει στην πυρά.
Εάν όμως ένας πλούσιος άνδρας της ανωτέρας τάξεως βιάσει μια κοπέλα, τότε τα συσκοτισμένα από την πατριαρχία και την ταξική ασυνειδησία μυαλά, αρσενικά και θηλυκά, ξιφουλκούν, καθοδηγούμενα από τα μέσα μαζικής εξημέρωσης: «τι γύρευε κι αυτή στο σπίτι του», «ήταν ντυμένη προκλητικά», «πήγαινε γυρεύοντας, και τώρα τον κατηγορεί τον άνθρωπο»...
Παύλος Μεθενίτης
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου