Σημαντικές επιπτώσεις έχει στα οικονομικά των νοικοκυριών αλλά και την πορεία του πληθωρισμού η πορεία των τιμών του πετρελαίου. Επιπλέον θέτει σε συνεχή δοκιμασία την πορεία χάραξης του προϋπολογισμού του 2022 καθώς μια συνεχιζόμενη ανοδική πορεία του «μαύρου χρυσού» βάζει νέα δεδομένα στο σενάριο που έχει ήδη καταρτιστεί και προβλέπει τιμές πετρελαίου στα 63 δολάρια το βαρέλι. Βέβαια το συνεχές ράλι, σε μια περίοδο που το πετρέλαιο θέρμανσης αποτελεί ένα βασικό αγαθό, οδηγεί σε ντόμινο αυξήσεων και βέβαια νέα αφαίμαξη στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Με βάση το Παρατηρητήριο Τιμών του Υπ. Ανάπτυξης που καταγράφει τις μέσες τιμές λιανικής πώλησης καυσίμων για όλη την Ελλάδα, για την τρέχουσα εβδομάδα, οι τιμές διαμορφώνονται στα επίπεδα 1.326 - 1,168 ανεβασμένες, δηλαδή, από την περίοδο έναρξης της διάθεσής του, οπότε οι τιμές ήταν 1, 10 -1,15 ευρώ το λίτρο στα μεγάλα αστικά κέντρα, 1,20 -1,25 ευρώ στην περιφέρεια και 1,30-1,35 στις νησιωτικές περιοχές.
Να σημειωθεί ότι άνοδος των διεθνών τιμών συνεχίζεται και κατά τον τρέχοντα μήνα, με την τιμή του αργού πετρελαίου τύπου Brent να διαμορφώνεται, στις 22 Οκτωβρίου, στα 85,5 δολάρια ΗΠΑ ανά βαρέλι, που αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2018 και του αργού πετρελαίου τύπου West Texas Intermediate (WTI) στα 83,8 δολάρια ΗΠΑ ανά βαρέλι, με αποτέλεσμα οι τιμές αυτών των δύο τύπων πετρελαίου να σημειώνουν άνοδο από την αρχή του έτους κατά 65% και 73%, αντίστοιχα, ενώ έχουν διπλασιαστεί σε σύγκριση με τις τιμές του Οκτωβρίου του 2020.
Η κίνηση αυτή των τιμών δημιουργεί έντονο προβληματισμό καθώς μετά την έκρηξη τιμών στο φυσικό αέριο (αυξήσεις έως 400% σε σχέση με το 2019)πετρέλαιο φάνταζε ως ένα προσωρινό καταφύγιο. Ωστόσο η έλλειψη επενδύσεων για αποθηκευτικούς χώρους και υποδομές άντλησης θέτει περιορισμούς ως προς την προσφορά και βέβαια ωθεί τις τιμές προς τα πάνω.
Κτύπημα στο διαθέσιμο εισόδημα
Αναλυτικά, σύμφωνα με όσα αναφέρει το τελευταίο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank «το πετρέλαιο αποτελεί ένα αναγκαίο αγαθό που επηρεάζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις τόσο σε επίπεδο ζήτησης, όσο και σε επίπεδο προσφοράς. Ειδικότερα, στο πεδίο της ζήτησης, μία αύξηση της τιμής του, με δεδομένη την σχετικά ανελαστική του ζήτηση, επηρεάζει άμεσα το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, περιορίζοντας την αγοραστική τους δύναμη. Όσον αφορά στην προσφορά, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου -το οποίο αποτελεί σημαντική εισροή της παραγωγικής διαδικασίας- αυξάνει το κόστος της παραγωγής. Στον βαθμό που η αύξηση αυτή απορροφάται από τις επιχειρήσεις συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους τους.»
Όπως τονίζει στην ανάλυσή του τμήμα μελετών της τράπεζας, «σε μακροοικονομικό επίπεδο, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου ασκεί πληθωριστικές πιέσεις. Η μετακύλιση μέρους της αύξησης του κόστους παραγωγής στις τιμές των τελικών προϊόντων και υπηρεσιών αυξάνει το γενικό επίπεδο τιμών.»
Τα ισοζύγια
Επιπρόσθετα, όπως αναφέρεται, « η αύξηση των τιμών του πετρελαίου επηρεάζει τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών των χωρών. Οι χώρες που είναι καθαροί εξαγωγείς πετρελαίου επωφελούνται από την άνοδο των τιμών του, καθώς η αξία των εξαγωγών πετρελαίου αυξάνεται, με αποτέλεσμα τη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου. Αναφέρεται χαρακτηριστικά η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας, η οποία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαίου παγκοσμίως, με τις εξαγωγές πετρελαίου της, το 2020, να αντιπροσωπεύουν το 11% των συνολικών παγκόσμιων εξαγωγών, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ενέργειας (ΕΙΑ) των ΗΠΑ. Το ΔΝΤ αναθεώρησε τις προβλέψεις του για το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας στο 3,9% του ΑΕΠ έναντι 2,8%, τον Απρίλιο. Ωστόσο, για τους εισαγωγείς πετρελαίου, η άνοδος των τιμών του έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς όσο αυξάνεται η αξία των εισαγωγών τους τόσο επιδεινώνεται το εμπορικό ισοζύγιο», κάτι που ισχύει και για την Ελλάδα.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφηκε έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ύψους 4,52 δισ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 3,15 δισ. ευρώ που είχε καταγραφεί το β’ τρίμηνο του 2020 (οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 6,37 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 5,01 δισ. ευρώ).
Τι οδηγεί υψηλότερα τις τιμές του πετρελαίου;
Σύμφωνα με την ανάλυση της Alpha Bank, οι περιορισμοί που τέθηκαν στις μετακινήσεις και στην παγκόσμια βιομηχανική δραστηριότητα, το 2020, είχαν ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση της ταξιδιωτικής κίνησης και τη μεγάλη μείωση της ζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου και κατά συνέπεια των τιμών τους. Η σταδιακή ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας, από τον Μάιο του 2020, οδήγησε σε αύξηση της ζήτησης για όλα τα καύσιμα, παρά το άκρως ευμετάβλητο περιβάλλον που προκάλεσαν το δεύτερο και το τρίτο κύμα της πανδημίας Covid-19.
Στο μεταξύ καμπανάκι κινδύνου κρούει με βάση το Bloomberg ο διευθύνων σύμβουλος της Aramco (η εθνική πετρελαϊκή εταιρεία της Σαουδικής Αραβίας) Αμίν Νάσερ ο οποίος σε συνέντευξή του στο Ριάντ αφού τόνισε «η πλεονάζουσα χωρητικότητα συρρικνώνεται» εκτίμησε, ότι το έλλειμμα που παρατηρείται στην προσφορά πετρελαίου θα μπορούσε να επιδεινωθεί το 2022 εάν η πανδημία του κορωνοϊού υποχωρήσει και περισσότεροι άνθρωποι αρχίσουν ξανά να μετακινούνται αεροπορικώς.
Όπως αναφέρει το Bloomberg oι προειδοποιήσεις του Νάσερ έρχονται την ώρα που οι τιμές του αργού έχουν εκτοξευθεί κατά 70%, πάνω από 85 δολάρια το βαρέλι, καταγράφοντας υψηλά 7ετίας.
Υπενθυμίζεται ότι χώρες με υψηλή κατανάλωση, όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Ινδία έχουν ήδη ζητήσει από τους παραγωγούς να αντλήσουν περισσότερες ποσότητες πετρελαίου.
«Εάν υπάρξει ανάκαμψη των αερομεταφορών το επόμενο έτος, αυτή η πλεονάζουσα χωρητικότητα θα εξαντληθεί», ανέφερε ο CEO της Aramco και προσέθεσε: «Τώρα είμαστε κοντά σε μια κατάσταση όπου υπάρχει περιορισμένη προσφορά, και το πλεόνασμα μειώνεται γρήγορα».
Όσον αφορά στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές, αξίζει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency-IEΑ, World Energy Outlook 2021), η υλοποίηση του σχεδιασμού για μηδενικές εκπομπές ρύπων έως το 2050 προϋποθέτει κορύφωση της ζήτησης για το πετρέλαιο το 2025. Επιπλέον, απαιτείται να υπερτριπλασιαστούν από τα τρέχοντα επίπεδα οι ετήσιες επενδύσεις σε «καθαρές» μορφές ενέργειας, σε 4 τρισ. δολάρια έως το 2030. Ωστόσο, η τρέχουσα ενεργειακή κρίση δεν αποκλείεται να λειτουργήσει ως «επιταχυντής εξελίξεων» στη διαδικασία μετάβασης προς φιλικότερες προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και οι γεωπολιτικές εντάσεις θα εξακολουθήσουν να αποτελούν αστάθμητους παράγοντες οι οποίοι θα επηρεάζουν την πλευρά της προσφοράς, αυξάνοντας τη μεταβλητότητα των διεθνών τιμών του πετρελαίου.
Γιώργος Αλεξάκης
Πηγή: news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου