«Ανησυχία, στρες, φόβο, απομάκρυνση και μελαγχολία». Με αυτές τις έννοιες περιγράφουν οι ίδιοι οι εργοδότες, (συνήθως απαντούν τα ίδια τα στελέχη των επιχειρήσεων) σε ποσοστό 55%, τη γενικότερη διάθεση που αισθάνονται τα μεσαία και ανώτερα στελέχη των επιχειρήσεών τους στις συνθήκες της τηλεργασίας.
Αλλά και για τα στελέχη που εργάζονται από το γραφείο, τα ευρήματα δεν είναι πιο αισιόδοξα, καθώς, σύμφωνα πάντα με τις απαντήσεις των εργοδοτών, μόνο το 36% διαπιστώνει ότι τα στελέχη νιώθουν «θετικότητα, ανθεκτικότητα, ενεργοποίηση».
Το ερώτημα ετέθη από την εταιρεία πρόσληψης προσωπικού ManPower προς τους Ελληνες εργοδότες, στο πλαίσιο της παραδοσιακής έρευνας που διεξάγει κάθε τρίμηνο με αντικείμενο τις προοπτικές προσλήψεων.
Αν και στη συγκεκριμένη έρευνα, που αφορά τις προβλέψεις απασχόλησης του τελευταίου τριμήνου του 2021, το εύρημα σχετικά με την ψυχική διάθεση των στελεχών δεν συνοδεύεται (στο κείμενο της έρευνας που εστάλη στα ΜΜΕ) ούτε από ιδιαίτερο σχολιασμό ούτε από διεθνή στοιχεία για να γίνει σύγκριση, είναι προφανές ότι αποδίδει ρεαλιστικά την κατάσταση που επικρατεί στην πλειοψηφία των ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Ιδιαίτερα εκεί όπου τα στελέχη όχι μόνο υπόκεινται σε εντατικές αξιολογήσεις αλλά γίνονται και οι ιμάντες μεταβίβασης όλης της πίεσης που ασκείται από τη Διεύθυνση προς το χαμηλόβαθμο και χαμηλόμισθο προσωπικό, για να πιάσουν τους στόχους της παραγωγής.
Ωστόσο, το υψηλό ποσοστό δυσαρέσκειας που καταγράφει η έρευνα, «φωτίζει» τον τρόπο με τον οποίο τόσο η ίδια η ManPower αλλά και οι άλλες ιδιωτικές εταιρείες στον τομέα του «ανθρώπινου δυναμικού» διερευνούν τα αίτια αυτού που αποκαλούν «έλλειμμα ταλέντων» στην ελληνική αγορά.
Κίνητρα για στελέχη
Για παράδειγμα, και αυτή η έρευνα, όπως και οι προηγούμενες, διαπιστώνει ότι από τις εταιρείες που σχεδιάζουν να αυξήσουν τον αριθμό των εργαζομένων τους το επόμενο τρίμηνο, το 72% στην Ελλάδα (το αντίστοιχο ποσοστό παγκοσμίως καταγράφεται στο 80%) δυσκολεύεται να καλύψει τις θέσεις εργασίας, λόγω «έλλειψης εξειδικευμένων ταλέντων».
Ομως, όταν η έρευνα ερωτά τις επιχειρήσεις «ποια κίνητρα προσφέρουν για να προσελκύσουν στελέχη», διαπιστώνουμε ότι από αυτά απουσιάζει οτιδήποτε έχει σχέση με τα εργασιακά δικαιώματα, την αξιοκρατική ανέλιξη, τα δίκαια συστήματα μισθοδοσίας (αν ποτέ μπορούν να υπάρξουν τέτοια), το συνεργατικό κλίμα, τις ανάγκες αυτοπραγμάτωσης μέσα από την εργασία, την ικανοποίηση από την ένταξη σε έναν συλλογικό οργανισμό, με ηθικά κίνητρα.
Οροι και έννοιες που βρίσκονται, φυσικά, στον αντίποδα του εσωτερικού ανταγωνισμού, ο οποίος κινητροδοτεί τις οδηγίες των περισσότερων μάνατζερ. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στα υποδεικνυόμενα κίνητρα συμπεριλαμβάνονται σε ποσοστό 55% η εκπαίδευση, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η επαγγελματική καθοδήγηση, σε ποσοστό 42% τα ευέλικτα ωράρια εργασίας, κατά 39% οι υψηλοί μισθοί και σε ποσοστό 29% η παροχή μπόνους απόδοσης.
Πάντως, σύμφωνα με τα κεντρικά ευρήματα της έρευνας, οι εργοδότες στην Ελλάδα δεν συμμερίζονται την υπεραισιοδοξία της κυβέρνησης για τις προοπτικές απασχόλησης αναφορικά με τα σχέδια προσλήψεων για το χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο έως και τον Δεκέμβριο.
Μόνο το 20% των εργοδοτών αναμένει αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων, το 15% προβλέπει μείωση και το 61% δεν αναμένει κάποια αλλαγή, με αποτέλεσμα οι Συνολικές Προοπτικές Απασχόλησης να διαμορφώνονται σε +5%. Προοπτική που κατατάσσει την Ελλάδα σε μία εκ των τελευταίων χωρών, όπως φαίνεται και στον σχετικό Πίνακα, όπου η Ελλάδα προπορεύεται ελάχιστα της Βουλγαρίας.
Χριστίνα Κοψίνη
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου