Mε κομμένη την ανάσα περιμένουν στο οικονομικό επιτελείο τη σημερινή αξιολόγηση από τον οίκο Standard & Poor’s για το αξιόχρεο της Ελλάδας, ελπίζοντας σε ένα δώρο ώστε να ευοδωθούν τα σχέδια ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας κάποια στιγμή μέσα στο 2023 και τα ελληνικά ομόλογα να φύγουν από την κατηγορία «σκουπίδια».
Υπολείπονται δύο σκαλοπάτια από το investment grade και σε συνδυασμό ότι του χρόνου την άνοιξη λήγει το έκτακτο -λόγω της πανδημίας- πρόγραμμα αγοράς τίτλων (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και στην περίπτωση που δεν υπάρξει παράταση οι αναταραχές στις αγορές ομολόγων θα μπορούσαν να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στο κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, αν έως τότε η πιστοληπτική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας υπολείπεται της επενδυτικής βαθμίδας.
Τη σκυτάλη των αξιολογήσεων θα πάρει στις 19 Νοεμβρίου η Moody’s, αλλά λόγω του ότι ο αμερικανικός οίκος δεν μας έχει συνηθίσει σε εκπλήξεις, στο υπουργείο Οικονομικών κρατούν μικρό καλάθι και δεν τρέφουν ιδιαίτερες προσδοκίες. Στην τελευταία αναφορά της προς την Ελλάδα φέτος τον Μάιο η Moody’s είχε σταθεί στον κίνδυνο του υψηλού δημόσιου χρέους ως βασική πρόκληση για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και στη συμβολή των ευρωπαϊκών πόρων για τη δυναμική επανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, για την οποία επήλθε πλήρης αποrρύθμιση στη διάρκεια της πανδημίας.
Αυτό αποτυπώνεται και από τα νεότερα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής σύμφωνα με τα οποία το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης την περασμένη χρονιά εκτοξεύθηκε στα -16,7 δισ. ευρώ (10,1% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος), ενώ το πρωτογενές αποτέλεσμα (χωρίς τις δαπάνες για τόκους) διαμορφώθηκε στα 11,72 δισ. ευρώ ή 7,1% του ΑΕΠ, το οποίο υποχώρησε στα 165,32 δισ. ευρώ έναντι 183,25 το 2019.
Την ίδια στιγμή το χρέος της γενικής κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2020 ανήλθε στα 341 δισ. ευρώ ή στο 206,3% του ΑΕΠ. Για το 2022 στόχος είναι το χρέος να πέσει στο 190,4% του ΑΕΠ, αλλά ως απόλυτο μέγεθος θα παραμείνει υψηλό στα 355 δισ. ευρώ και αν δεν υπήρχε το θετικό στοιχείο της μεγάλης ληκτότητας, καθώς είναι η μεγαλύτερη ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε., η ελληνική οικονομία θα βρισκόταν σε έναν μόνιμο θάλαμο ασφυξίας.
Η σταδιακή επαναφορά στην κανονικότητα οδήγησε στην ενίσχυση του «επιχειρείν», όπως προκύπτει από τα στοιχεία για τις εγγραφές νέων επιχειρήσεων στη χώρα μας. Το β′ τρίμηνο φέτος, οι εγγραφές ανήλθαν σε 26.370, παρουσιάζοντας αύξηση 71% σε σχέση με το β′ τρίμηνο 2020 που είχαν ανέλθει σε 15.419. Οριακή μείωση (0,3%) σημείωσαν οι εγγραφές σε σχέση με το α′ τρίμηνο 2021, κατά το οποίο είχαν ανέλθει σε 26.441.
Την ίδια ώρα η ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος τους τελευταίους μήνες «διόρθωσε» την εικόνα του ισοζυγίου στις διεθνείς συναλλαγές της χώρας, περιορίζοντας το έλλειμμα σε σύγκριση με το 2020, όχι όμως με το 2019 που ήταν χρονιά «ορόσημο» για τον τουρισμό. Από τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος προκύπτει ότι την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 2,5 δισ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020 που ήταν 5,4 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών κυρίως από τον τουρισμό.
Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 79,2% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 135,7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2020, αντιπροσωπεύοντας το ήμισυ των εισπράξεων του 2019, στα 6,58 δισ. ευρώ από 13,22 δισ. ευρώ. Οι καθαρές εισπράξεις από μεταφορές παρουσίασαν μείωση κατά 18,6%. Επιμέρους, τον Αύγουστο του 2021, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κατέγραψε πλεόνασμα 1,4 δισ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 151 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2020.
Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στην αύξηση των εισαγωγών, η οποία ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των εξαγωγών. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 36,1% και 11,9% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα και οι εισαγωγές κατά 40,7% και 18,6%.
Μάριος Χριστοδούλου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου