Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

Πού το πάνε με το ασφαλιστικό

Νομοσχέδιο – λαγός για την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος παντού. Αποκαλυπτικές τοποθετήσεις κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του στη Βουλή.
Το ασφαλιστικό θα είναι από τα πρώτα νομοσχέδια που θα ψηφίσει η κυβέρνηση, όταν σε τρείς περίπου εβδομάδες από σήμερα θα ολοκληρωθεί η διακοπή των εργασιών της Ολομέλειας της Βουλής για το καλοκαίρι. Το νομοθέτημα έχει ήδη τύχει επεξεργασίας στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων. Εκεί βρήκε αντίθετα όχι μόνον τα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και το σύνολο των εκπροσώπων των μαζικών φορέων που κλήθηκαν να τοποθετηθούν (Πανελλήνια Ομοσπονδία Συνταξιούχων, ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΕ, Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, ΓΣΕΒΕΕ κ.λ.π).
Όμως η διαδικασία της συζήτησης ανέδειξε εκτός από τις κατεξοχήν αντεργατικές διατάξεις του νομοθετήματος και άλλες σημαντικές πλευρές. Έτσι, εκτός από ένα νομοθέτημα που προβλέπει το «τζογάρισμα» των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων στις εγχώριες και διεθνείς χρηματαγορές, φαίνεται ότι το ασφαλιστικό – που θα εισηγηθούν ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης και ο αρμόδιος υφυπουργός Παναγιώτης Τσακλόγλου – αποτελεί και ένα νομοθέτημα –λαγό. Στόχος η συνολική αλλαγή της κοινωνικής ασφάλισης έτσι ώστε να περάσει από το αναδιανεμητικό σύστημα, στο οποίο σήμερα βασίζεται, στο κεφαλαιοποιητικό, δηλαδή το σύστημα που προβλέπει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο της Ν.Δ μόνον για την επικουρική ασφάλιση να γίνει το κυρίαρχο για την ασφάλιση συνολικά.
Το στοιχείο αυτό, διαφάνηκε στις τοποθετήσεις των κύκλων που στηρίζουν το νομοθέτημα, αυτών που συναποτελούν εκπρόσωποι του εγχώριου κεφαλαίου μαζί με ένα σύστημα ακαδημαϊκών από τον χώρο του ακραίου ή εκσχυγχρονιστικού κέντρου και του νεοφιλελεύθερου χώρου. Οι τοποθετήσεις που υπήρξαν επ’ αυτού στην επιτροπή ήταν διαφωτιστικές, τόσο για τον στόχο αυτόν όσο και για άλλες σημαντικές πλευρές της εφαρμογής του νόμου. Θυμίζουμε ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού της επικουρικής ασφάλισης έχει προγραμματιστεί να εφαρμοστεί από την 1 Ιανουαρίου του 2022 και αφορά όλους τους νέους ασφαλισμένους μαζί με όσους είναι έως 35 ετών και θα ενταχθούν εθελοντικά.
Αποκαλυπτικές για όλα αυτά ήταν οι τοποθετήσεις που έγιναν στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων.
Στους ακραιφνείς υποστηρικτές του ασφαλιστικού περιλαμβάνεται όπως είναι αναμενόμενο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών. Η αρμόδια για ζητήματα εργασίας του συνδέσμου Κατερίνα Δασκαλάκη μιλώντας στην επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων κινδυνολόγησε δεόντως λέγοντας πως «αν διατηρηθεί ο αμιγώς διανεμητικός χαρακτήρας του Ασφαλιστικού Συστήματος, τότε το ύψος των συντάξεων, θα πρέπει να βαίνει μειούμενο σε σχέση με αυτό των μισθών ή σε άλλη περίπτωση ή και συνδυαστικά, θα υπάρξειπίεση προς αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών». Έτσι εκτίμησε πως «η ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων της Επικουρικής Ασφάλισης, είναι μια μεταρρύθμιση που έπρεπε να γίνει και είναι στη σωστή κατεύθυνση, ώστε να επιμεριστεί το βάρος της χρηματοδότησης των συντάξεων, να μπει σε σταθερή μακροπρόθεσμη βάση και ένα μέρος της να καλυφθεί από συσσωρευμένη αποταμίευση». Από την τοποθέτηση γίνεται σαφές ότι ο ΣΕΒ τάσσεται υπέρ της επέκτασης του κεφαλαιοποιητικού μοντέλου σε ολόκληρο το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης.
Ευθύς στις επισημάνσεις του ήταν ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νικόλαος Βέττας, λέγοντας ξεκάθαρα ότι οι αποταμιεύσεις των συνταξιούχων μέσω των επενδύσεων πρέπει να ενισχύσουν την επιχειρηματικότητα. Αναφερόμενος στο σύστημα που εισηγείται το υπουργείο Εργασίας και στην σχετική μελέτη που έχει κάνει ο ίδρυμα τόνισε ότι «η μεγάλη επίδραση θα είναι μακροοικονομική. Στη χώρα έχουμε ένα μεγάλο επενδυτικό κενό, οπότε το να κατευθυνθούν πόροι σε επενδύσεις, είναι κάτι, το οποίο σταδιακά το ποσοτικποιούμε στην μελέτη πως θα γίνει αυτό. Θα αυξήσει την ανάπτυξη της οικονομίας και δευτερογενώς θα φέρει και δημοσιονομικά έσοδα». Πάντως ο εκπρόσωπος του ΙΟΒΕ δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει το μέγεθος των δημοσιονομικών εσόδων, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις όσων αντιμάχονται το νομοθέτημα ότι το συγκεκριμένο επιχείρημα είναι έωλο. Όπως είπε ο Νικόλαος Βέττας «το πόσα, ακριβώς, θα είναι αυτά τα δημοσιονομικά έσοδα και ποια, ακριβώς, θα είναι η ανάπτυξη – γιατί, σίγουρα, θα γίνουν και τα δύο -εξαρτάται από μια σειρά παραμέτρων, που έχουν, να κάνουν με το πόσοι από τους παλιούς ασφαλισμένους θεωρούμε ότι θα μπουν εθελοντικά στον νέο σύστημα, ποιος θα είναι ο ρυθμός απόδοσης των κεφαλαίων, που εκεί νομίζω ότι θα πρέπει, να είναι σχετικά συντηρητικός, διότι αν πάει για μεγάλη απόδοση, θα έχει μεγάλο ρίσκο».
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση είχε και υποστηρικτές από τον ακαδημαϊκό χώρο. Ανάμεσά του ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά Μιλτιάδης Νεκτάριος, ένα πρόσωπο που έχει ρόλο άτυπου συμβούλου του υπουργείου Εργασίας για τα ασφαλιστικά ζητήματα. Στην τοποθέτησή του και αυτός επισήμανε την ανάγκη επέκτασης του κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Μιλώντας για το νομοθέτημα είπε πως «αυτές είναι πολύ σημαντικές παρακαταθήκες για την ελληνική κοινωνία και θα αποτελέσουν τη βάση για μια επόμενη και ολοκληρωμένη παρέμβαση στο σύστημα συντάξεων της χώρας, ώστε αυτό να γίνει και βιώσιμο και να μπορεί να εγγυάται τις παροχές, στο διηνεκές». Προφανώς κάτι παραπάνω γνωρίζει γι αυτή την «επόμενη και ολοκληρωμένη» παρέμβαση.
Ανάλογες απόψεις όμως εξέφρασε με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού και ο Τάσος Γιαννίτης. Ο υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη, που το δικό του ασφαλιστικό προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις και συγκεντρώσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων το 2001 με αποτέλεσμα να αποσυρθεί, δήλωσε κι αυτός οπαδός της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Εκτίμησε πως «στο μέτρο που η επικούρηση στηρίζεται στην ισότητα εισφορών και παροχών αναγκαστικά με το σημερινό σύστημα κάθε νέα ομάδα συνταξιούχων θα παίρνει λιγότερα από την προηγούμενη ομάδα και οπωσδήποτε λιγότερα απ’ ότι κατέβαλε ως εισφορές. Και αυτό είναι μια εγγενής αδικία που το κεφαλαιοποιητικό θα απαλείψει». Επιχειρηματολόγησε μάλιστα και σχετικά με το κόστος μετάβασης. Έθεσε χαρακτηριστικά το ερώτημα :«Έχουμε σκεφτεί ότι τα ετήσια ελλείμματα του ασφαλιστικού σήμερα συνολικά είναι 15 με 16 δισεκατομμύρια € και ότι σε βάθος 50 χρόνων είναι 750 με 800 δισεκατομμύρια ευρώ;».
Το κόστος μετάβασης
Αυτά ενώ η πρόεδρος της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, Φρόσω Κούσκουνα εκτίμησε πως το μέγεθος του κενού χρηματοδότησης που θα υπάρξει (δηλαδή το κόστος μετάβασης) μπορεί να φθάσει κοντά στα 80 δις. Πρόκειται για τον αρμόδιο φορέα προκειμένου να υπάρξει μια τέτοια εκτίμηση αφού του ανατέθηκε ο υπολογισμός του κόστους.
Χαρακτηριστική ήταν η αναφορά της Φρόσως Κούσκουνα σύμφωνα με την οποία «για τον υπολογισμό της παρούσας αξίας του χρηματοδοτικού κενού, δηλαδή της επιπρόσθετης χρηματοδότησης, έγινε χρήση4 ονομαστικών επιτοκίων προεξόφλησης από 2,5% έως 4%, προκειμένου να αναδειχθεί η ευαισθησία των αποτελεσμάτων ως προς το προεξοφλητικό επιτόκιο. Η παρούσα αξία στο τέλος του ΄20 της επιπρόσθετης χρηματοδότησης για το παλιό σύστημα κυμαίνεται από 48 έως 78 περίπου δις ευρώ, ανάλογα με τα προαναφερόμενα επιτόκια».
Ακόμη και αυτά τα στοιχεία όμως αμφισβήτησε ο εκπρόσωπος του Ενιαίου Δικτύου Συνταξιούχων Νίκος Χατζόπουλος λέγοντας πως πρόκειται για την «αποθέωση της δημιουργικής λογιστικής. Πώς θα εισπράξετε 50 δις. ευρώ, με προεξοφλητικό επιτόκιο 3,5% το έτος; Είναι δυνατόν;». Σημείωσε πως «ακόμη και στα επαγγελματικά ταμεία το αντίστοιχο επιτόκιο δεν γίνεται δεκτό να είναι πάνω από 2%. Εσείς, όμως, το βάλατε 3,5%. Εδώ, δεν μπορείτε να προβλέψετε τα έσοδα του e-ΕΦΚΑ για το επόμενο τρίμηνο και θα προβλέψετε ανάπτυξη της χώρας για τα επόμενα 48 έτη;»
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η παρέμβαση του Λεωνίδα Βατικιώτη εκπροσώπου του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. Αναφέρθηκε στην πρόβλεψη που υπάρχει ώστε οι ασφαλισμένοι να επιλέγουν το «πακέτο» της επένδυσης που θα αφορά τις εισφορές τους. Σχολίασε πως «κρίνουμε ότι η δυνατότητα επιλογής επενδυτικού προγράμματος από τους ασφαλισμένους ενδέχεται και αυτή, επίσης, να εξελιχθεί σε μία ωρολογιακή βόμβα. Ο κίνδυνος είναι οι ασφαλισμένοι να παραπληροφορούνται από τις διαφημίσεις, από τα διάφορα προγράμματα και προβολές και να επιλέγουν με μοναδικό κριτήριο τις υψηλές αποδόσεις, παραβλέποντας τους κινδύνους που δημιουργούνται, το ρίσκο που ξέρουμε ότι, εξ ορισμού, συνοδεύει κάθε υπόσχεση υψηλής απόδοσης». 
 
Γεράσιμος Λιβιτσἀνος
Πηγή: imerodromos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: