Μαύρη τρύπα στον προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ η οποία θα φτάσει έως και τα 78 δισ. ευρώ, δημιουργώντας κινδύνους για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού οργανισμού και του συνταξιοδοτικού συστήματος γενικότερα.
Με το νέο σύστημα, οι νέοι εργαζόμενοι που ασφαλίζονται για πρώτη φορά από την 1-1-2022 και μετά, υποχρεωτικά θα ασφαλίζονται για επικουρική σύνταξη, στο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.).
Παράλληλα δίδεται η δυνατότητα, στους ήδη ασφαλισμένους οι οποίοι είναι ηλικίας έως 35 ετών να ασφαλιστούν στο ΤΕΚΑ, προαιρετικά.
Για τους ασφαλισμένους, μέχρι 35 ετών, που θα επιλέξουν να παραμείνουν στο υφιστάμενο σύστημα όπως και για τους ασφαλισμένους άνω των 35, δεν θα αλλάξει κάτι στην επικουρική του ασφάλιση και σύνταξη.
Για τους ασφαλισμένους του νέου συστήματος, το νομοσχέδιο και οι αναλογιστικές μελέτες υπόσχονται υψηλότερες επικουρικές συντάξεις, από 11% έως και 13% αυξημένες σε σχέση με τις υφιστάμενες.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, για κάθε ασφαλισμένο του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.) δημιουργείται ατομικός λογαριασμός, στον οποίο απεικονίζονται λογιστικά τουλάχιστον:
- οι καταβλητέες εισφορές, οι καταβληθείσες εισφορές,
- οι οφειλόμενες εισφορές,
- οι αποδόσεις από την επένδυση των καταβληθεισών εισφορών και
- οι κρατήσεις.
Ο ασφαλισμένος θα έχει στη διάθεσή του τρεις επιλογές για την επένδυση των εισφορών του. Με χαμηλό, με μεσαίο και με υψηλό ρίσκο. Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι, στη λήξη του εργασιακού του βίου θα λαμβάνει τουλάχιστον το ποσό των εισφορών που έχει καταβάλλει και θα έχει τη δυνατότητα να αλλάζει κατηγορία ανά τριετία.
Δεν διευκρινίζεται όμως, αν η διασφάλιση των εισφορών, θα ισχύει και για όσους επιλέξουν τις επενδύσεις μεσαίου ή υψηλού ρίσκου, οι οποίοι προφανώς θα στοχεύουν σε μεγαλύτερες αποδόσεις.
Η μαύρη τρύπα
Με την εφαρμογή του νέου συστήματος διακόπτεται η τροφοδοσία των αποθεματικών των επικουρικών ταμείων από τις εισφορές των νέων εργαζομένων και σταδιακά στα επόμενα χρόνια θα δημιουργηθεί μια «μαύρη τρύπα», η οποία δεν θα επιτρέπει τη χρηματοδότηση των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων.
Οι εισφορές των νέων εργαζόμενων θα πηγαίνουν αποκλειστικά στον ΤΕΚΑ, οπότε οι καταβαλλόμενες συντάξεις, θα χρηματοδοτούνται από τις εισφορές των «παλαιών» ασφαλισμένων, οι οποίοι σταδιακά θα φθίνουν.
Σύμφωνα με την αναλογιστικές μελέτες που συνοδεύουν το νομοσχέδιο η εφαρμογή του νέου συστήματος συνεπάγεται ότι για τα χρόνια μετά το 2030 θα απαιτηθεί σημαντική επιπρόσθετη χρηματοδότηση στο ισχύον σύστημα, το οποίο βάσει του σχεδιασμού θα συνεχίσει να λειτουργεί μέχρι να συνταξιοδοτηθεί και να πεθάνει και ο τελευταίος σημερινός ασφαλισμένος στο ΕΤΕΑΕΠ.
Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκτιμά την παρούσα αξία της επιπρόσθετης αυτής χρηματοδότησης, που αποτελεί το κόστος μετάβασης, μεταξύ 49 και 78 δισ. ευρώ.
Οι αναλυτές εκτιμούν στο βασικό σενάριο, ότι με επιτόκιο προεξόφλησης 3,5% και παραδοχή ότι στο νέο σύστημα θα ενταχθεί το 20% των νέων εργαζομένων έως 35 ετών που βρίσκονται σήμερα ασφαλισμένοι στο ΕΤΕΑΕΠ, καθώς και το 5% των ελεύθερων επαγγελματιών που δεν έχει σήμερα υποχρεωτική επικουρική ασφάλιση, το κόστος μετάβασης εκτιμάται σε 56 δισ. ευρώ.
Όμως στο βασικό σενάριο της αναλογιστικής μελέτης, το κόστος της μετάβασης για την πρώτη δεκαετία ανέρχεται σωρευτικά σε 3 δισ. ευρώ.
Το κόστος αυτό θα καλυφθεί, υποστηρίζουν, από την αύξηση του ΑΕΠ, η οποία είναι μια αμφίβολη πρόβλεψη, για ένα τόσο μακρό χρονικό διάστημα και το μόνο βέβαιο είναι πως θα ασκηθούν πιέσεις στον ΕΦΚΑ και στον κρατικό προϋπολογισμό, που θα κληθεί να καλύψει το κενό που δημιουργεί το «πείραμα» της επικουρικής ασφάλισης.
Επίσης, η εθνική αναλογιστική αρχή σημειώνει ότι ο αριθμός των ασφαλισμένων του νέου Ταμείου θα αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου, όπως και οι εισφορές που θα κατευθύνονται προς το σύστημα.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια, από το 2030 και έως το 2070, η εξέλιξη της περιουσίας του Ταμείου ως ποσοστό του ΑΕΠ να ξεκινά το 2030 με 1,19% του ΑΕΠ, με αποδόσεις 3% και φθάνει 38% του ΑΕΠ το 2070, και παραδοχή αποδόσεων 4,5%.
Επιδείνωση λόγω του δημογραφικού
Ακόμη, η αναλογιστική μελέτη δείχνει επίσης τη δυσοίωνη εξέλιξη του υπάρχοντος συστήματος επικουρικής ασφάλισης, που σταδιακά θα στερείται ασφαλισμένων και των ανάλογων πόρων.Ενώ το 2021 η αναλογία ενεργών ασφαλισμένων προς συνταξιούχους είναι 2,67:1, ήδη το 2045 προβλέπεται να μειωθεί σε 1,60:1.
Κατά συνέπεια, τα ποσοστά αναπλήρωσης που θα μπορεί να υποστηρίξει η υφιστάμενη διανεμητική επικουρική σύνταξη, στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, αναμένεται να μειωθούν.
Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκτιμά ότι, στο βασικό σενάριο και υποθέτοντας ότι οι αποδόσεις των αποθεματικών του κεφαλαιοποιητικού συστήματος ισούνται με την απόδοση των μακροπρόθεσμων ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, το νέο σύστημα θα αποφέρει στους συνταξιούχους παροχή επικουρικής σύνταξης κατά μέσον όρο 11%-13% υψηλότερη από την παροχή που υπολογίζεται χωρίς τη μεταρρύθμιση.
Πηγή: sofokleousin.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου