Κορυφαίοι συνδικαλιστικοί παράγοντες μιλώντας στο «Σin» εκτίμησαν ότι οι επιπτώσεις του νέου εργασιακού νόμου θα αρχίζουν να εμφανίζονται το επόμενο διάστημα στον αγορά εργασίας. Οι δύο σημαντικότερες συνέπειες των νέων νομοθετικών διατάξεων αναμένεται να είναι οι εξής:
- Αύξηση των απολύσεων. Με την ....ευελιξία στο ωράριο, μέσω ατομικών συμβάσεων, οι εργοδότες θα έχουν την ευχέρεια «να βγάζουν τη δουλειά» με λιγότερο προσωπικό. «Ένας εργοδότης που είχε 10 εργαζόμενους, εκμεταλλευόμενος το ελαστικό ωράριο μπορεί να καλύπτεται από 8», ανέφερε χαρακτηριστικά συνδικαλιστικό στέλεχος. Άρα παρέχεται στους εργοδότες η ευκαιρία μείωσης του μισθολογικού κόστους. Επίσης, οι εργοδότες ευνοούνται από την απελευθέρωση των απολύσεων, καθώς ακόμα και αν κάποιες κριθούν παράνομες με δικαστική απόφαση οι εργαζόμενοι δεν θα επαναπροσλαμβάνονται, αλλά οι υποθέσεις θα κλείνουν με προσαυξήσεις αποζημιώσεων. Τα νέα, δυσμενή για τους εργαζόμενους δεδομένα έρχονται σε μιά περίοδο που η ανεργία στην Ελλάδα είναι στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (16,3% τον Μάρτιο σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και χωρίς να υπολογίζονται όσοι βρίσκονταν σε αναστολή σύμβασης εργασίας).
- Αύξηση της αδήλωτης και απλήρωτης εργασίας. Και αυτό ενώ οι ελεγκτικοί μηχανισμοί στην ουσία είναι αδρανοποιημένοι, καθώς επίκειται ο ...μετασχηματισμός του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) σε ανεξάρτητη αρχή.
Υπενθυμίζεται, ότι για τους εργοδότες που έχουν κάνει χρήση των αναστολών συμβάσεων εργασίας ισχύει δέσμευση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων σε ίσο χρόνο με τη διάρκεια των αναστολών. Ωστόσο, η ρήτρα δεν τους αφαιρεί τη δυνατότητα των ...φθηνότερων λύσεων, με αντικατάσταση εργαζομένων, που είχαν τεθεί σε αναστολή σύμβασης, από άλλους χαμηλότερα αμειβόμενους, είτε πλήρους, είτε μερικής απασχόλησης.
Μειώσεις μισθών, χαμηλή ποιότητα απασχόλησης
Αξίζει να σημειωθεί, ότι σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ) για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση, η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση ως προς την ποιότητα της απασχόλησης στην ΕΕ και ταυτόχρονα το υψηλότερο ποσοστό υποβάθμισης της εργασίας σε σχέση με το 2010. Ο δείκτης ποιότητας της απασχόλησης της Συνομοσπονδίας των Ευρωπαϊκών Εργατικών Συνδικάτων, που ενσωματώνει βασικούς δείκτες/στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, εμφανίζει την Ελλάδα το 2019 στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Επιπλέον, ήταν το μόνο κράτος-μέλος που παρουσίασε τόσο μεγάλη πτώση στο δείκτη ποιότητας της απασχόλησης. Συγκεκριμένα, μεταξύ 2010 και 2019, ο δείκτης μειώθηκε κατά 11,45%, ενώ στην Πορτογαλία κατά 3,21% και στην Κύπρο κατά 1,96%. Σε όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε βελτίωση.
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η ποιότητα της απασχόλησης είναι τόσο χαμηλή στην Ελλάδα έχει να κάνει με τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Η διάρκεια της τυπικής εβδομαδιαίας εργασίας είναι η υψηλότερη στην ΕΕ και η τρίτη υψηλότερη, αν συνυπολογίσουμε την Τουρκία, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία. Παράλληλα, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που εργάζονται με παρατεταμένο ωράριο, δηλαδή από 49 ώρες και άνω, μετά την Τουρκία και το υψηλότερο ποσοστό μισθωτών στην ΕΕ που εργάζονται Σάββατο και Κυριακή. Η διευρυμένη χρήση υπερεργασίας φέρνει την αγορά εργασίας της Ελλάδας πιο κοντά στο πρότυπο των βαλκανικών χωρών, αναδεικνύοντας το αναπτυξιακό χάσμα της με τις χώρες της Ευρωζώνης.
Επίσης, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος της ΕΕ στο οποίο ο μέσος μισθός μειώθηκε σε σχέση με το 2010, ενώ, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπήρξε περαιτέρω επιδείνωσή του. Η απόκλιση του μέσου μισθού από αυτόν του μέσου όρου της Ευρωζώνης είναι ακόμα πιο σημαντική, αν συνυπολογιστεί ότι στα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων υπάρχει ισχυρή σύγκλιση, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα μια ειδική περίπτωση παλινδρόμησης της κοινωνικής ευημερίας.
Πηγή: sofokleousin.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου