Βάλθηκε να μας τρελάνει αγεληδόν το επιτελικό κράτος των αναφανδόν άριστων αχρήστων και μάλιστα την εποχή που τα Δρομοκαΐτεια δέχονται αποκλειστικά Κόβιντ περιστατικά κι οι ψυχιατρικά ασθενείς μένουμε αδέσποτοι στους πέντε δρόμους με αυστηρή απαγόρευση της κυκλοφορίας στους τέσσερις. Πού να το πεις και να μην ξεχαρβαλωθούν ώς κι οι σομιέδες, να σε τρυπάνε σαν ταβανόπροκες και να πρέπει ν’ αποκτήσεις ικανότητες φακίρη για να σταθείς μια στιγμή στο μπαουλοντίβανο του ψυχοθεραπευτή, ο οποίος ξεκορνιζάρει αυθωρεί και σκίζει σε χίλια κομμάτια διπλώματα, μεταπτυχιακά, τίτλους ειδικότητας και πιστοποιητικά προϋπηρεσίας.
Εμβρόντητοι παρακολουθούμε μήνες τώρα τους φωστήρες του Μαξίμου να ασκούνται στην κομμωτική, κάνοντας σαν τα μούτρα τους το ταλαίπωρο κεφάλι του κασίδη, μετατρέποντας τουτέστιν σε δεινή επιδημία τη διαχείριση της πανδημίας. Με δυο χιλιάδες κρούσματα και εκατό πενήντα διασωληνωμένους κατέβασαν τα ρολά της κοινωνίας μεσούντος του Νοεμβρίου κι ένα πεντάμηνο αργότερα, με υπερδιπλάσιους φορείς και πενταπλάσιους να μάχονται στις ΜΕΘ, ανοίγουν λιανεμπόριο και σχολεία και καταστρώνουν σχέδια για την επαναλειτουργία της εστίασης κατά το Πάσχα. Η εβδομάδα των παθών επί της κεφαλής ημών των αμαθών με πενιχρές ελπίδες ανάστασης συγχρόνως και κατόπιν της Λαμπρής.
Λοιμωξιολόγοι και λοιποί ειδικοί δικαιολογούν την αλυσιτέλεια του αποκλεισμού με το έωλο επιχείρημα των αιωνίως αποτυχημένων: αν δεν είχαμε εφαρμόσει τα μέτρα, η κατάσταση θα ήταν χειρότερη. Φρονώ, ωστόσο, πως είναι ακόμη νωρίς να φανεί η αλήθεια της ως άνω εικασίας, αφού, κακά τα ψέματα, η αποτελεσματικότητα του κινεζικού, του βρετανικού, του σουηδικού ή του μοντέλου της Ε.Ε. μένει να αποδειχθεί όταν θα ’χουμε πια ξεμπερδέψει οριστικά με τη νόσο, σε κάμποσα τέρμινα. Ούτως ή άλλως, ουδόλως υπακούει το πόπολο στους ανήκουστους περιορισμούς. Η κίνηση πεζών και τροχοφόρων στις οδούς παραπέμπει στους ένδοξους καιρούς της ανεξέλεγκτης ελευθερίας, καίτοι απαγορεύονται διά τσουχτερού προστίμου οι μετακινήσεις από δήμο σε δήμο και σε ακτίνα δυο χιλιομέτρων. Παρατηρώ, φέρ’ ειπείν, το μποτιλιάρισμα στις αρτηρίες του Γαλατσίου, στα πεζοδρόμια των οποίων περπατώ ενίοτε πρωί - απόγευμα.
Οι Γαλατσιώτες το κόβουν ποδαράτα, όπως εγώ, μπας και ξεμουδιάσουν κομμάτι απ’ την καναπεδίλα. Αρα τα τόσα αυτοκίνητα που δημιουργούν το αδιαχώρητο ξεκινούν από τις πέριξ περιοχές και κατευθύνονται ένας Θεός ξέρει πού. Οι «πραίτορες» της ΕΛ.ΑΣ. εξαντλούν την αυστηρότητά τους στην πιτσιρικαρία που διασκεδάζει κουτσά - στραβά τις επιπτώσεις της απομόνωσης στα παγκάκια. Σημαντική μερίδα των αστυνομικών, άλλωστε, έχει αποσπαστεί στη φρούρηση μεθοριακών προσωπικοτήτων, όπως ο Φουρθιώτης. Δεν γνώριζα τον διαβόητο άνδρα, ομολογώ, καθότι απέχω σχολαστικά από την παρακολούθηση της φαιοκίτρινης τηλοψίας. Γκουγκλάροντας θυμήθηκα ότι τον έχω πετύχει κάνα δυο φορές σε ζάπινγκ, σπεύδοντας, αντί ν’ αλλάξω κανάλι, να κλείσω επί μέρες το χαζοκούτι.
Σάστισα ο δόλιος, ανοίγοντάς το ενδιαμέσως, αφού έπεσα άοπλος φάτσα φόρα πάνω στο οπλισμένο σκυρόδεμα εμπνεύσεως Μενδώνη στην Ακρόπολη. Διαβάστε σχετικά επιτόπιο ρεπορτάζ της καλής συναδέλφου Βασιλικής Τζεβελέκου με εύγλωττες φωτογραφίες του Μάριου Βαλασόπουλου: «Το τσιμέντο μετέτρεψε την Ακρόπολη σε πασαρέλα». Σαν εύστοχο βέλος των Απάτσι μού πέρασε τότε απ’ το μυαλό η φαεινή, πώς και δεν σκέφτηκαν να ρίξουν καμιά διακοσαριά κυβικά μπετόν στη στέγη του Παρθενώνα, να σώσουν το μνημείο απ’ την υγρασία του χειμώνα, προσφέροντας λίγη σκιά στους επισκέπτες το θέρος· παρέμβαση που δεν θα παραβίαζε, κατά τα φαινόμενα, τη διαφιλονικούμενη αισθητική τους.
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου