«Κανένας δεν είχε διάθεση να επιμείνει περισσότερο σε κάτι που το θεωρούσε καλό…»Θουκιδίδης, Ιστορία ΙΙ, 53 (Πόλις, 2011, σ. 279)
Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να μιλάμε για ποιότητες στον κόσμο των σκιών. Δεν πολυενδιαφέρουν, παρά μόνο την κυβέρνηση - δεδομένης της πρακτικής και ηθικής ασυνέπειας των κυβερνώντων. Μπορούμε να μιλάμε για υποκαταστάσεις της αλαζονείας με ανευθυνότητα· για «κανονικοποιήσεις» της κατάστασης εξαίρεσης, ή για την περιβόητη αρχή του Τομάζι ντι Λαμπεντούζα: «Να αλλάξουν όλα, ώστε να μην αλλάξει τίποτα».
Η συζήτηση για την ποιότητα της δημοκρατίας που έγινε στο Κοινοβούλιο ήταν μια σπατάλη πολιτικού κεφαλαίου από μια ατυχήσασα κυβέρνηση, ενώπιον των λοιπών και, κυρίως, των κουσουρλήδων. Των πολλών που είναι «εξαρτημένοι από τον μισθό τους», των άλλων που είναι «οπαδοί του Κουφοντίνα», των «ατάλαντων ηθοποιών» και λοιπών «επαγγελματιών ομοφυλοφίλων». Το αποτέλεσμα ήταν ο διασυρμός της έννοιας και της ουσίας της ποιότητας. Ενα παρελκυστικό τερτίπι ξεπλύματος της εξαπατημένης κυβέρνησης που αντιμετωπίζει εσωτερικούς εχθρούς. Φανταστείτε, με ένα νοητικό πείραμα, μια παρόμοια κουβέντα με οποιοδήποτε παρόμοιο θέμα. Π.χ., στη Βουλή θα μπορούσαν να αναρωτηθούν: «Αποτυγχάνει η δημοκρατία “στη χώρα όπου γεννήθηκε;”» Το αποτέλεσμα θα ήταν πανομοιότυπο: «Κυβέρνηση καλό, αντιπολίτευση κακό».
Εδώ είμαστε. Σίγουρα ο φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν έθεσε το ερώτημα «Πού βρισκόμαστε;» στη συλλογή των δοκιμίων του με θέμα την «επιδημία ως πολιτική» (Εκδόσεις Αλήστου Μνήμης, 2020). Και έδωσε γόνιμες απαντήσεις. Πάντως, εμείς βρισκόμαστε στη «Στιγμή Οργουελ»: Στο σημείο της κοινωνικής έντασης όπου η φωτιά αντιμετωπίζεται με εμπρηστική αντιδημοκρατία∙ όπου το ψέμα πάει να γίνει αλήθεια∙ όπου η μιντιακή δύναμη εξαφανίζει και συγκαλύπτει ό,τι βλάπτει την κυβέρνηση∙ όπου ο έλεγχος του παρελθόντος προοικονομεί την ποιότητα του μέλλοντος. Βρισκόμαστε, ακριβώς, στην απόσταση των 2-4 μέτρων ως «ασυμπτωματικοί δυνητικοί ασθενείς», άρα, ως «στιγματισμένοι», συνεπώς, ένοχοι για το προπατορικό αμάρτημα. Εχουμε αποδεχτεί ως αναγκαία την κατάργηση του πλησίον, παγωμένοι από τους «μιαρούς που κυκλοφορούν ανάμεσά μας». Βρισκόμαστε στα πρόθυρα του μόνιμου κλεισίματος των πανεπιστημίων, των σχολείων, της απαγόρευσης του πολιτισμού, της ανθρώπινης επαφής.
Αυτή ακριβώς την ποιότητα είχε περιγράψει ως δεκάλογο αρχών της δυστοπικής κατάστασης, ανάμεσα σε δύο ασκήσεις, ο Οργουελ στο «1984»: «Να ξέρεις και να μην ξέρεις∙ να έχεις συνείδηση όλης της αλήθειας και να λες σκοπίμως κατασκευασμένα ψέματα∙ να έχεις ταυτόχρονα δύο γνώμες που η μία να αναιρεί την άλλη, γνωρίζοντας ότι είναι αντιφατικές και να πιστεύεις και στις δύο∙ να χρησιμοποιείς τη λογική ενάντια στη λογική∙ να αποκηρύσσεις την ηθική και ταυτόχρονα να εγείρεις αξιώσεις πάνω σ’ αυτήν∙ να πιστεύεις ότι η δημοκρατία είναι αδύνατη -εφόσον είσαι κυβέρνηση ελίτ- και να εμφανίζεσαι ως θεματοφύλακας της δημοκρατίας∙ να ξεχνάς ό,τι είναι απαραίτητο να ξεχνάς∙ να το επαναφέρεις στη μνήμη σου όταν το χρειάζεσαι και, μετά, αυτομάτως να το ξαναξεχνάς. Και πάνω απ’ όλα να εφαρμόζεις παντού την ίδια αλληλουχία σε κάθε περίπτωση και να ακολουθείς κατά βήμα όλα τα παραπάνω πάνω σε κάθε διαδικασία». Τέλος, έρχεται το επινίκιο και η ανταμοιβή! Η υπέρτατη πανουργία. «Να προκαλείς συνειδητά την ασυνειδησία και, εν συνεχεία, για πολλοστή φορά, να μην έχεις συνείδηση της πράξης που μόλις έχεις επιτελέσει».
Προφανώς, ακούστηκε και ο βαρετός αντίλογος: Οτι οι ποιότητες της δημοκρατικής ζωής στηρίζονται σε αρχές και όχι σε αλαζονείες. Οτι χρειαζόμαστε ηθικές και θεσμικές σκευές: δέσμευση, διαφάνεια, λογοδοσία. Ειπώθηκε ότι η κατάσταση δεν μπορεί να στηριχτεί επί μακρόν στην επικοινωνιακή διαχείριση, ούτε σε υπουργούς που νυχθημερόν βρίσκονται στα κανάλια και στα ραδιόφωνα και έχουν μετοικίσει από την «ανάπτυξη» στον χώρο της καθαρής ανοησίας.
Και ποια η κατακλείδα του διασυρμού της ποιότητας; Οτι η κ. Λίνα Μενδώνη είναι μία επιτυχημένη υπουργός και χρήσιμος κρίκος για «την προώθηση του πολιτισμού και της κουλτούρας μας». Βεβαίως όλοι ξέρουν πως ο κανόνας που λέει ότι είμαστε υποχρεωμένοι να υπηρετήσουμε τον διάβολο για να σώσουμε την ψυχή μας απ’ τον διάβολο είναι εξίσου ψευδής και αντιφατικός με εκείνον που μας επιβάλλει να ξεχάσουμε τη δημοκρατία - για να στηρίξουμε τη δημοκρατία.
Στο δυστοπικό διανοητικό κλίμα πανικού, στρεβλώσεων και κατεργαριάς, έμεινε αναπάντητο το μείζον. Σε ποιο κοινωνικό μέτρο, σε ποια γλώσσα και σε ποιες αρχές μπορούμε να εκκινήσουμε τον διάλογο για την ποιότητα της δημοκρατικής ζωής; Γιατί, όπως πορευόμαστε, ακόμα και η δυστοπία, στο τέλος, θα βγει και αυτή ατυχήσασα, ως άλλη Λίνα Μενδώνη! Τελικά, η μόνη που δικαιώνεται έως εδώ είναι η Μίτση Κωνσταντάρα: η αυθεντική «ατυχήσασα» του ελληνικού κινηματογράφου... Κρίμα.
Θανάσης Βασιλείου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου