Με φωτογραφικές διατάξεις και περίεργες μεθοδεύσεις της κυβέρνησης, η εταιρεία For Health αναδεικνύεται αποκλειστικός προμηθευτής του Δημοσίου ● Ο ρόλος της ενδεικτικής λίστας του ΠΟΥ και του πλαφόν των 10 ευρώ στους διαγωνισμούς ● Πώς συνδέεται ο ανάδοχος με τα κέντρα λήψης αποφάσεων για τις προμήθειες.
Η έρευνα της «Εφ.Συν.» είχε αποκαλύψει στις 21 Νοεμβρίου («Rapid test Covid: ασύλληπτα κέρδη, αδιαφανείς διαγωνισμοί, οφσόρ ανάδοχοι») φωτογραφικούς διαγωνισμούς για 3 εκατ. γρήγορα τεστ αντιγόνων ύψους πάνω από 15 εκατ. ευρώ, που δεν δημοσιεύτηκαν στη Διαύγεια, κατοχυρώθηκαν με φαστ τρακ διαδικασίες στην ανάδοχο εταιρεία For Health A.E., μεσαζόντων (με άσχετο αντικείμενο), με έδρα την Κύπρο και διασυνδέσεις με παράκτιες εταιρείες. Aναδείξαμε τότε πως το 15% της αναδόχου ανήκει στην εν ενεργεία γενική διευθύντρια της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας.
Η εταιρεία For Health, που κέρδισε τον προηγούμενο διαγωνισμό, έχει νόμιμο εκπρόσωπο και διευθύνοντα σύμβουλο πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Siemens, τον Στράτο Γρημανέλη, επικεφαλής το 2008 του τμήματος μάρκετινγκ στη Siemens Health Diagnostics AEBBE.
Τα συμφέροντα της For Health Α.Ε. φέρεται να προωθήθηκαν με την υποστήριξη ενός άλλου υψηλόβαθμου στελέχους της ελληνικής Abbott, του Κωνσταντίνου Βαρλά, που συνδέεται με οικογενειακές σχέσεις με τον νόμιμο εκπρόσωπο της αναδόχου εταιρείας. Ο τελευταίος διατηρεί άριστες σχέσεις με τον περιφερειάρχη Γ. Πατούλη και τους συνεργάτες του, όπως τον Γιάννη Σωτηρίου. Ο τελευταίος διορίστηκε νέος διευθύνων σύμβουλος του ΙΦΕΤ (δηλαδή του οργανισμού που προκηρύσσει τους διαγωνισμούς για τα rapid tests) μία εβδομάδα πριν από τη δημοσίευση του δεύτερου διαγωνισμού, αποτελώντας επιλογή του μεγάρου Μαξίμου.
Τι έκανε η κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας μετά το δημοσίευμα της «Εφ.Συν.»; Επιχείρησε να υποβαθμίσει τελείως το θέμα επικοινωνιακά και κινήθηκε με... θεσμικό τρόπο. Μόλις τρεις μέρες μετά το δημοσίευμα, ο υπουργός Υγείας Β. Κικίλιας υπογράφει (ΦΕΚ 5198/24.11.2020) απόφαση με την οποία ορίζεται η εξειδίκευση των αναγκαίων χαρακτηριστικών διαγνωστικής επάρκειας των ιατροτεχνολογικών προϊόντων ταχέων ελέγχων αντιγόνων SARS-CoV-2 (rapid tests).
Πρόκειται για υπουργική απόφαση που έρχεται να επικυρώσει και εκ των υστέρων τους σχεδόν φωτογραφικούς διαγωνισμούς του ΙΦΕΤ. Με την απόφαση αυτή η ελάχιστη αναγκαία προϋπόθεση για τα διαγνωστικά τεστ ταχέων ελέγχων είναι η ευαισθησία τους σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% για SARS-CoV-2 σε σύγκριση με το μοριακό τεστ αναφοράς, η ύπαρξη ποσοστού ειδικότητας μεγαλύτερου του 99%.
Η διαβολική σύμπτωση
Σημειώνεται πως τα περισσότερα σοβαρά προϊόντα (όχι όλα, υπάρχουν και πολλά εντελώς «μαϊμού») που κυκλοφορούν στην αγορά έχουν δείκτη ευαισθησίας πάνω από 93-94%, δεν έχει όμως το προϊόν Panbio της Abbott, που το διακινεί η For Health και το οποίο κατά διαβολική σύμπτωση «σάρωσε» -στην Ελλάδα- όλους τους διαγωνισμούς.
Το πλέον σκανδαλώδες εντοπίζεται στην επόμενη παράγραφο του ΦΕΚ: «Τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα θα πρέπει να βρίσκονται καταχωρισμένα στη λίστα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας», αναφέρει η υπουργική απόφαση. Πόσα προϊόντα βρίσκονται σε αυτή τη λίστα; Δύο (το Abbott Panbio και το SD Biosensor της πολυεθνικής Roche Direct), δηλαδή το εξής ένα για την Ελλάδα, το Panbio της Abbott. Η προϋπόθεση αυτή δεν έχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ποιοτική επιβεβαίωση του προϊόντος.
Οπως ξεκαθαρίζει και ο ΠΟΥ, τα προϊόντα που κατά καιρούς συμπεριλαμβάνει στις λίστες του αποτελούν απλώς ενδεικτικές προτάσεις. Στην απόφασή του ο υπουργός Υγείας επικαλείται την από 20 Νοεμβρίου 2020 εισήγηση της Επιτροπής Αντιμετώπισης Συμβάντων Δημόσιας Υγείας από Λοιμογόνους Παράγοντες, που δεν είναι άλλη από τη γνωστή Επιτροπή Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας. Ορισμένα μέλη της Επιτροπής με τα οποία μιλήσαμε δεν γνώριζαν καν το γεγονός και τη συγκεκριμένη εισήγηση.
Την περασμένη Πέμπτη η εφημερίδα «Δημοκρατία» σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της επανέφερε όσα είχαμε αποκαλύψει στις 21 Νοεμβρίου, κάνοντας λόγο για τεράστιο σκάνδαλο με τα rapid tests, χωρίς όμως αναφορά στην πρόσφατη υπουργική απόφαση Κικίλια. Ακολούθησε διάψευση του υπουργείου Υγείας: «Διαψεύδουμε κατηγορηματικά το δημοσίευμα [...] Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη που προμηθεύτηκε και χρησιμοποίησε, σύμφωνα και με τις εισηγήσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, τα εγκεκριμένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας rapid tests, που πληρούν προδιαγραφές υψηλότατης ευαισθησίας και ειδικότητας [...] Ο διαγωνισμός για την προμήθεια των rapid tests διενεργήθηκε από την ΙΦΕΤ Α.Ε. σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 4682/2020, αναρτήθηκε όπως προβλέπει ο νόμος στην ιστοσελίδα της ΙΦΕΤ και τηρήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες, όπως ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Από την πρώτη στιγμή έως σήμερα, το υπουργείο Υγείας και η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ενεργούν με διαφάνεια και εντιμότητα, υπηρετώντας το δημόσιο συμφέρον και μόνον».
Το υπουργείο Υγείας απροκάλυπτα εδώ παραπληροφορεί. Η διάταξη για τον ΠΟΥ ήταν φωτογραφική καθώς μόνο μία εταιρεία στη Ελλάδα πληρούσε (και εξακολουθεί να πληροί) την τεχνική προδιαγραφή. Υπενθυμίζεται επίσης ότι ο διαγωνισμός για τα 2 εκατ. τεστ του Νοεμβρίου απαιτούσε την παράδοση της τεράστιας (ακόμα και για τις αυξημένες ανάγκες της εποχής) ποσότητας εντός τριών ημερών από την υπογραφή της σύμβασης. Ηταν πρακτικά αδύνατο ο ανάδοχος να υλοποιήσει μια τέτοια παραγγελία (πρόκειται για εισαγόμενα προϊόντα). Εκτός βέβαια αν οι ποσότητες είχαν παραγγελθεί νωρίτερα...
Στις 25 Νοεμβρίου 2020 ο βουλευτής του ΚΙΝ.ΑΛΛ. Ανδρέας Πουλάς σε κοινοβουλευτική ερώτηση προς τον υπουργό Υγείας υπογραμμίζει πως η αναφορά μιας εταιρείας στη λίστα του ΠΟΥ δεν παρέχει κανένα ουσιαστικό πλεονέκτημα, στηλιτεύει τον χρόνο προμήθειας των τριών ημερών των διαγωνισμών και ρωτά τον υπουργό: Πόσα rapid tests διενεργήθηκαν μεταξύ 28.9.2020 και 4.11.2020, ποια ήταν η νόμιμη και εύλογη αιτία για την πρόβλεψη προμήθειας άλλων 2 εκατ. τεστ στις 4.11.2020, ποιοι φορείς πήραν τα συγκεκριμένα τεστ και σε ποιες ποσότητες και βέβαια για ποιον λόγο προβλέφθηκε η τεχνική προδιαγραφή καταχώρισης του τεστ στον ενδεικτικό κατάλογο του ΠΟΥ. Η ερώτησή του παραμένει έως σήμερα αναπάντητη.
«Εκφράζω σοβαρές επιφυλάξεις γιατί στις προδιαγραφές που θέτει η πολιτεία χρησιμοποιεί όσα απλά ενδεικτικά λέει ο ΠΟΥ. Γιατί χρησιμοποιούνται οι ενδείξεις και όχι οι αποδείξεις; Υπάρχει κάποια σχετικά μελέτη του ευρωπαϊκού ECDC ή και του ΠΟΥ που να αποδεικνύει πως μόνο αυτές οι δύο εταιρείες παρέχουν αξιόπιστα τεστ;», σχολιάζει στην «Εφ.Συν.» η Χρυσούλα Νικολάου, ομότιμη καθηγήτρια Ιατρικής Βιοπαθολογίας-Ανοσολογίας του ΕKΠΑ. Η ίδια σημειώνει πως διατηρεί επιφυλάξεις συνολικά για τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται (ως προς τη βιοασφάλεια στη λήψη και τη μεταφορά του δείγματος), εγκρίνονται και αξιοποιούνται τα γρήγορα τεστ.
Ο ρόλος του πλαφόν
Στα αντιγόνα υπάρχουν δύο είδη ελέγχων: τα γρήγορα (rapid tests) σαν το Panbio της Abbott, που έχουν μια αξιοπιστία στα χαρτιά της τάξεως 90-95% (στην πραγματικότητα, σύμφωνα με διεθνείς έρευνες όπως του Πανεπιστημίου Yale κ.ά., περίπου 75%). Αυτά πωλούνται στα διαγνωστικά κέντρα στην τιμή των 6,50-8,50 ευρώ. Αρα το πλαφόν των 10,00 ευρώ που πρόσφατα ορίστηκε στη διατίμηση δείχνει ίσως υπερβολικά οριακό.
Επιπλέον, υπάρχουν και τα γρήγορα τεστ αντιγόνου που χρησιμοποιούνται μαζί με κάποια συσκευή (αξίας 3.000-5.000) και έχουν μεγαλύτερη αξιοπιστία, πάνω από 85%. Αυτά πωλούνται στα διαγνωστικά κέντρα με τιμή ανά τεστ στα 15-20 ευρώ. Εκεί το πλαφόν των 10 ευρώ είναι τελείως απαγορευτικό για τους περισσότερους προμηθευτές.
Αρα και στο αντιγόνο λογικά θα έπρεπε να υπάρχουν δύο κατηγορίες τιμών, μία για το απλό αντιγόνο χωρίς τη χρήση συσκευής και μία με τη χρήση συσκευής. Τη διαμόρφωση και εφαρμογή των «πρακτικών υγιούς ανταγωνισμού» ζητάει με καταγγελτική επιστολή του (1/12/2020) προς το υπουργείο Υγείας και ο ΣΕΙΒ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Ιατρικών & Βιοτεχνολογικών Προϊόντων), μέλη του οποίου είναι και η Abbott και η Roche.
«Ο Σύνδεσμός μας επί 18 ολόκληρους μήνες ζητά συνάντηση με την ηγεσία του υπουργείου Υγείας και δεν βρέθηκαν ούτε 5 λεπτά για να εκθέσουμε τα προβλήματα λειτουργίας του υγιούς ανταγωνισμού αναφορικά με τις προμήθειες υγειονομικού υλικού», καταλήγει ο ΣΕΙΒ. Είναι εμφανές πάντως πως το συγκεκριμένο πλαφόν στις τιμές, μαζί με την κλειστή προδιαγραφή που δεν προσδίδει επιστημονική τεκμηρίωση, ωφελεί και πάλι το ίδιο προϊόν.
Μέσα σε όλα, στα μέσα Νοεμβρίου πράσινο φως δόθηκε από το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής για την προμήθεια χιλιάδων ακόμα rapid tests με εισήγηση του περιφερειάρχη Γ. Πατούλη. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Εφ.Συν.», σχεδιάζονται και νέοι διαγωνισμοί, πάλι για εκατομμύρια rapid tests μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν παραμένουν αναπάντητα: Γιατί η πολιτεία ευνοεί με φωτογραφική διάταξη μια εταιρεία-μεσάζοντα με συνδέσεις με παράκτιες εταιρείες και με εξαιρετικά χαμηλό τζίρο, με αποτέλεσμα να μην τηρείται καν η αρχή της αναλογικότητας; Ακόμα και αν το ελληνικό Δημόσιο ήθελε στη λογική «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» να αναθέσει στη συγκεκριμένη εταιρεία τα τεστ, γιατί δεν σύναψε απευθείας σύμβαση με τη θυγατρική στην Ελλάδα της πολυεθνικής αλλά με τον μεσάζοντα, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους; Γιατί δεν δίνονται στη δημοσιότητα οι προσφορές των άλλων υποψήφιων εταιρειών στον πρώτο διαγωνισμό; Ποια επιστημονική έρευνα πιστοποιεί πως μόνο το συγκεκριμένο τεστ της αναδόχου είναι αξιόπιστο, όταν κυκλοφορούν δεκάδες άλλα με ακόμα καλύτερη αξιοπιστία; Ποιος δημιουργεί την επιτακτική ανάγκη για εκατομμύρια rapid tests και άρα ποιος χαράσσει την εθνική στρατηγική στο θέμα των ελέγχων; Τηρούνται οι επιστημονικές διαδικασίες λήψης και μεταφοράς με βιοασφάλεια αυτών των τεστ; Οι ειδικοί επιστήμονες εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις. Γιατί ύστερα από 9 μήνες πανδημίας η χώρα μας δεν διαθέτει ή δεν έχει ενεργοποιήσει έναν εθνικό φορέα πιστοποίησης αυτών των ελέγχων;
Κώστας Ζαφειρόπουλος
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου