Το 1982, ο Ρομέν Γκουπίλ, γνωστός συνεργάτης του Γκοντάρ και του Πολάνσκι, αποφασίζει να γυρίσει την ταινία «Mourir a trente ans» (Να πεθαίνεις στα τριάντα σου). Αφιερώθηκε στη μνήμη του Μισέλ Ρεκανατί, ενός από τους πρωτεργάτες του γαλλικού Μάη, που αυτοκτόνησε για να μη συμβιβαστεί. Τι θα συνέβαινε αν ο Γκουπίλ γυρνούσε ταινία στην Ελλάδα του 2020;
Οταν οι πρωτοετείς φοιτητές του 2008 πήγαν να αγγίξουν το βάζο με το γλυκό, το βάζο έσπασε και γέμισε το πάτωμα σορόπια. Η κρίση ήρθε να διαμελίσει το όνειρο για ένα καλύτερο μέλλον. Μνημόνιο σημαίνει έγγραφο επαναφοράς μιας μνήμης απωθημένης, της μνήμης του συμβιβασμού και του αισθήματος του χρέους (οικονομικού και ψυχολογικού). Οι νέοι, που έχουν δει την ελπίδα να έρχεται και να φεύγει μέσα από τα χέρια τους, είναι γεγονός πως συμβιβάζονται ευκολότερα.
Τώρα, κρίση σημαίνει πανδημία και έτσι κανείς δεν φανερώνει τη μάσκα που κρύβει κάτω απ’ τη μάσκα που φορά. Μόνο Προσοχή, Ανάπαυση και ολική παράλυση μπροστά στο βάζο με το γλυκό.
Η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων βαρέθηκε να ακροβατεί μεταξύ πραγματικού και ονειρικού κόσμου, να βρίσκεται εγκλωβισμένη στο δίπολο «φευγιό ή εγχώριος θάνατος», να ζει με δανεικά και να προσέχει τα ρέστα της, να ζει επισφαλώς, ανασφάλιστα και ανέραστα.
Μουδιάσαμε απ’ τα συστημικά και συστηματικά χαστούκια.
Το πιο δύσκολο πράγμα είναι το ξύπνημα. Φαίνεται πως η απογοήτευσή μας μοιάζει περισσότερο με ερωτική απογοήτευση. Τις πρωινές ώρες, το σώμα μοιάζει περισσότερο με κουφάρι. Το βάρος της πραγματικότητας μετατοπίζεται πάνω του, μέχρι να κοινωνήσει τις πρώτες γουλιές καφέ. Η γενιά μας ζει με υποκατάστατα. Αντικατέστησε βιαίως την κάψα με τον κάματο. Αναζητά το μεροκάματο, για να το δώσει σε ψυχολόγους και ψυχοφάρμακα. Σιχάθηκε να χρεώνει τους γονείς της.
Υπάρχει όμως μια μικρή μερίδα νέων που ξυπνούν σαν καμινάδες, βγάζοντας καπνούς από τη μύτη με το πρώτο φως της μέρας. Είναι τα παιδιά της αθηναϊκής νύχτας. Δεν πιστεύουν στο ξημέρωμα γιατί δεν το έχουν δει ακόμη. Αυτή είναι η αιτία της πρωινής οργής τους. Πρόλαβαν να ακούσουν τους προηγούμενους να λένε πως συνήθως ξημερώνει κάθε μέρα.
Στην Ελλάδα έχει να ξημερώσει από το βράδυ που κάηκε το «δέντρο της πλατείας». Ηταν Δεκέμβρης του ’08. Οι καπνοί της μύτης τους επιβεβαιώνουν πως η φλόγα της πλατείας καίει ακόμα στα πνευμόνια τους. Σημαίνουν το κουράγιο τους να εξοργίζονται ακόμα, αποτελούν απόδειξη ότι δεν έχουν συμβιβαστεί. Επιλέγουν να καίγονται καθημερινά αντί να σκουριάζουν.
Χριστίνα Μαργιώτη - απόφοιτης Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής Παντείου, μεταπτυχιακής φοιτήτριας Κοινωνικής και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας Παντείου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου