Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

Η έκθεση που εκθέτει την κυβέρνηση

Η... ανεξάρτητη Αρχή αποφάσισε ότι δεν υπάρχει ούτε καρτέλ ούτε υπερτιμολόγηση στα διαγνωστικά τεστ για τον κορονοϊό, ενώ πριν από τρεις μέρες ο Αδ. Γεωργιάδης αύξησε το πλαφόν επιμένοντας στη διατήρηση των τεστ εκτός ΕΟΠΥΥ.
Την παροιμία «το 'να χέρι νίβει τ' άλλο» θυμίζει η αγαστή συνεργασία της κυβέρνησης με την ανεξάρτητη Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ε.Α.), από την οποία ο Κ. Μητσοτάκης έδιωξε όσα μέλη δεν του άρεσαν και τοποθέτησε πρόσωπα επιλογής του. Εννιά μήνες μετά το πρώτο κρούσμα στη χώρα μας και αφού πρώτα βούιξε ο τόπος και καταληστεύτηκε ο κόσμος πληρώνοντας για κάθε μοριακό τεστ από 80 έως και 300 ευρώ, η κυβέρνηση, αντί να εντάξει τον έλεγχο για Covid στη συνταγογράφηση και την αποζημίωσή του από τον ΕΟΠΥΥ, αποφάσισε τη διατίμηση του μοριακού και του rapid (έλεγχος αντιγόνων) τεστ.
Συγκεκριμένα, με τροπολογία του υπουργείου Ανάπτυξης στις 30 Νοεμβρίου καθορίστηκε ανώτατη τιμή 40 ευρώ για τον μοριακό έλεγχο και 10 ευρώ για τα rapid τεστ, ενώ λίγες μέρες αργότερα ο Αδ. Γεωργιάδης αύξησε το πλαφόν στα 60 και 20 ευρώ, αντίστοιχα, μετά τις διαμαρτυρίες των διαγνωστικών εργαστηρίων.
Με ανακοίνωσή της στις 4 Δεκεμβρίου η Επιτροπή Ανταγωνισμού δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα της έρευνάς της για τις προμήθειες δημόσιων και ιδιωτικών νοσηλευτηρίων σε μοριακά τεστ και τεστ αντισωμάτων. Εκεί διαπίστωσε ότι «οι τιμές των εξετάσεων από τα ιδιωτικά νοσοκομεία βρίσκονται στα επίπεδα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών (τουλάχιστον αυτών που διαθέτουν στοιχεία και ανταποκρίθηκαν στο RFI).
Το γεγονός αυτό συνηγορεί υπέρ της άποψης περί μη άσκησης υπερβολικής τιμολόγησης τόσο στο τελικό όσο και στα προηγούμενα στάδια της αλυσίδας παραγωγής». Ο διάβολος όμως κρύβεται στις λεπτομέρειες, δηλαδή στην πρόταση που βρίσκεται σε παρένθεση. Η Ε.Α., όπως αναφέρει, υπέβαλε ένα απλό Αίτημα Παροχής Πληροφοριών (Request for Information - RFI) προς 19 χώρες και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού και έλαβε απαντήσεις από τρεις (Βουλγαρία, Ιταλία και Ρουμανία). Οι υπόλοιπες «ανέφεραν ότι δεν διαθέτουν στοιχεία ή ότι δεν έχουν εκκινήσει κάποια αντίστοιχη έρευνα». Επομένως συγκρίνει τις τιμές με ένα ελάχιστο δείγμα τού τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ομως τα ίδια τα στοιχεία της έκθεσης έρχονται σε αντίθεση με το συμπέρασμά της. Οπως αναφέρεται, η τιμή χρέωσης για τον μοριακό έλεγχο Covid-19 στη χώρα μας κυμαίνεται από 69,02 έως 226,3 ευρώ με μέση τιμή χρέωσης τα 124,4 ευρώ. Ο αντίστοιχος έλεγχος στη Βουλγαρία κοστίζει 72,5 ευρώ, στη Ρουμανία 30-105 ευρώ με μέση τιμή 67,5 ευρώ, ενώ η Ιταλία δεν παρείχε στοιχεία. Εμφανέστατη λοιπόν η απόσταση μεταξύ 67,5 ευρώ που χρεώνει η Ρουμανία, 72,5 που χρεώνει η Βουλγαρία και 124,4 ευρώ που χρεώνει κατά μέσο όρο η χώρα μας. Πώς ακριβώς στοιχειοθετείται το συμπέρασμα της Επιτροπής;
Σε άλλο σημείο η Επιτροπή διαπιστώνει, όσον αφορά πάντα τον ιδιωτικό τομέα, «σημαντική διακύμανση του μέσου εσόδου (μέσης τιμής πώλησης/εξέτασης) για την περίοδο αναφοράς, που εκτιμάται στα 124,4 ευρώ για τις εξετάσεις μοριακού ελέγχου» και καταλήγει ότι «το ελάχιστο έσοδο από την εξέταση μοριακού ελέγχου εκτιμάται στα 69,02 ευρώ, ενώ το μέγιστο στα 226,3 ευρώ». Επομένως παραδέχεται πλήρως την κερδοφορία των επιχειρηματιών υγείας εις βάρος των πολιτών και με την ανοχή της κυβέρνησης της Ν.Δ.
Διαγωνισμοί
Οσον αφορά την προμήθεια του τεστ, που είναι και το αντικείμενο της έρευνας, η Ε.Α. καταλήγει ότι «δεν εντοπίστηκαν μέχρι σήμερα ενδείξεις συμπαιγνίας με αντικείμενο τον καταμερισμό της αγοράς ή τον καθορισμό των τιμών», «δεν ανιχνεύθηκαν ιδιότυπα επαναλαμβανόμενα πρότυπα συμπεριφοράς σε σχέση με τη συχνότητα που κερδίζουν ή χάνουν προσφορές οι προμηθευτές».
Αυτό συμβαίνει διότι -όπως εξηγεί σε άλλο σημείο της έκθεσης- οι ανοιχτοί διαγωνισμοί είναι ελάχιστοι. «Η προμήθεια των δημόσιων νοσοκομείων πραγματοποιείται κυρίως με απευθείας ανάθεση (ήτοι περίπου 50-65% των περιπτώσεων), γεγονός το οποίο περιορίζει το ενδεχόμενο συντονισμού των προμηθευτών, ο οποίος θα ήταν δυνατό να υπάρχει σε ανοιχτούς διαγωνισμούς προμήθειας», ενώ «διαπιστώθηκαν λίγες περιπτώσεις στις οποίες πραγματοποιήθηκαν ανοιχτοί διαγωνισμοί (περίπου 25%)». Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ίδια η έκθεση, η ελάχιστη τιμή προμήθειας του τεστ είναι 44 ευρώ, η μέγιστη 90 και η μέση τιμή 64,5 ευρώ.
Εκτός από τον μοριακό έλεγχο η Επιτροπή ήλεγξε και την «προμήθεια του τεστ ανίχνευσης αντισωμάτων έναντι του κορονοϊού». Πρόκειται για τα τεστ που θα μας χρειαστούν τώρα με τον εμβολιασμό προκειμένου να διαπιστώνεται αν, αφότου κάνουμε το εμβόλιο, έχουμε αναπτύξει αντισώματα, δηλαδή ανοσία. Αυτά τα τεστ η κυβέρνηση -άγνωστο γιατί- τα εξαίρεσε από τη διατίμηση. Αλλά τι είδε η Επιτροπή Ανταγωνισμού και για τα τεστ αντισωμάτων; Ο,τι ακριβώς προαναφέραμε για τα τεστ μοριακού ελέγχου.
Σύμφωνα με την έκθεση, η τιμή χρέωσης αυτών των τεστ από τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα μας κυμαίνεται από 14 έως 55 ευρώ με μέση τιμή 31,4 ευρώ. Η αντίστοιχη μέση τιμή χρέωσης στις τρεις ευρωπαϊκές χώρες που παρέθεσαν στοιχεία είναι 27 ευρώ. Κι εδώ, δηλαδή, πληρώνουμε ακριβότερα.
Οσον αφορά την προμήθεια του τεστ, η ελάχιστη τιμή είναι 6,8 ευρώ, η μέγιστη 18,28 ευρώ και η μέση τιμή 10,6 ευρώ. Διαπιστώνεται «σημαντική διακύμανση του μέσου εσόδου (μέσης τιμής πώλησης/εξέτασης) για την περίοδο αναφοράς και εκτιμάται στα επίπεδα των 31,4 ευρώ για τις εξετάσεις σε αντισώματα», ενώ «το ελάχιστο μέσο έσοδο από την εξέταση αντισωμάτων εκτιμάται στα 14 ευρώ και το μέγιστο στα 55 ευρώ».
Τα στοιχεία αντιφάσκουν
Οποιος διαβάσει την έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού κατανοεί τη συμβολή της στην κυβερνητική πολιτική, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία αντιφάσκουν και ότι ο θεσμικός της ρόλος είναι η «προστασία των συμφερόντων του καταναλωτή, η μείωση των τιμών, η βελτίωση της ποιότητας και του εύρους των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών».
Η επιλογή της κυβέρνησης είναι ξεκάθαρη από την πρώτη στιγμή και δεν περιλαμβάνει τον στρατηγικό σχεδιασμό της επιδημιολογικής επιτήρησης της χώρας, του πιο ισχυρού εργαλείου για τη συγκράτηση της πανδημίας, με καταγραφή των αναγκών σε τεστ, την κεντρική προμήθειά τους όσον αφορά το Εθνικό Σύστημα Υγείας και την ένταξή τους στη συνταγογράφηση και την αποζημίωση του ΕΟΠΥΥ.

Άντα Ψαρρά, Ντάνι Βέργου
Πηγή: efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: