Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020

Ή frustratio-ψεῦσις μέσα στὴν νεοφιλελευθώ

Α] Ἀς συνδράμω στὴν εὔστικτη ἐπιφύλαξη τοῦ συναγωνιστῆ μου -καίτοι συναδέλφου- Κύρκου Δοξιάδη, γιὰ τὸ περὶ μεταφορᾶς ἀπὸ τὸ ξένο στὰ ἑλληνικὰ τῆς λέξης frustration, ὡς καθ’ ἡμᾶς «ματαίωση»: («
Δὲν εἶμαι σίγουρος ὅτι συμφωνῶ» γράφει σωστά, in dubio, ὁ συνάδελφος «Ἐφ.Συν.», 3/11/2020). Καὶ ἀμφιβάλλει.
Ἡ λέξη αὐτὴ τῶν Δυτικῶν γλωσσῶν εἶναι λατινότευκτη καὶ ὡς ἱδρυτικὴ, πολυσημίας σημαντικὴ συνήθως. Ἄρα: ὡς ἐπίρρημα frustra μεταφράζεται βεβαίως, «μάτην», μάταια. Τὸ «ματαίωση» λοιπὸν τῆς frustration, στὰ ἑλληνικά, πάει. Ἀλλὰ καὶ δὲν πάει. Δηλαδὴ εἶναι λίγο. Γιατί; Διότι ὡς ρῆμα frustro-frustror-frustrare, ἐννοεῖ -πιὸ πολύ- ὅτι π.χ. μοῦ ματαίωσαν μία προσδοκία μου, στερήθηκα μιᾶς ἐλπίδας, ἔχασα κάποιο γιὰ μένα προσδοκώμενο εὐχάριστο. Ὡς ρῆμα, δηλονότι, δὲν εἶναι σκέτα καὶ ἀφηρημένα μιά «ματαίωση» κι’ ἔχει δίκιο νὰ ἀμφιβάλλει ὁ Κ.Δοξ. γιὰ τὴν τέτοια ἐπιλογὴ στὰ ἑλληνικά. Ἴσως σε ’μᾶς, προσφυέστερο, ὡς οὐσιαστικό, θὰ ἦταν τὸ «ἀποστέρηση» ἤ καί «ξεγέλασμα» (τῆς προσδοκίας). Τὸ πιὸ κοντινὸ στὸ λατινικὸ αὐθιγενὲς εἶναι ἀναμφιρρήστως τὸ «ἀπότευξις» -μὲ ἐμπόδισαν νὰ χτίσω-στερεώσω κάτι ποὺ ἐπιθυμῶ- ἀλλὰ αὐτό, ἴσως, παραεῖναι ἀρχαιόμεικτο. Ἑπομένως; Ἑπομένως, μεταφράζουμε «κατὰ κρίσιν ἀγαθοῦ ἀνδρός» ἀλλὰ καὶ ὑπουργοῦ Κεραμέως (ἢ καὶ «ὑπουργίνας», κατὰ τὸ γερακίνας; ἢ κατὰ τὸ ἐλαφίνας;)… Ἐπὶ τεύχει μου τῷ παρόντι δέ, σπεύδω νὰ συγχαρῶ, τὴν ὑπουργόν(;)- ὑπουργίνα(;), γιὰ τὴν ἀτυχῆ της ἔμπνευση νὰ ἐπαναφέρει τὰ προσφιλῆ μου λατινικά. Ἀμφιβάλλω δυστυχῶς -in dubio- ἄν τὰ εὐαγῆ μου λατινικὰ θὰ ἀποσαραντίσουν μέσα σ’ ὅλα αὐτὰ τὰ κεκεραμευμένα, ποὺ σωρεύουν οἱ λοπαρπαγίδες τῶν λιστῶν (μὲ ἰῶτα;), κιριρίκου, ἐλινίκου καὶ διαυλεφοπλιστῶν. Δὲν θὰ ἀποσαραντίσουν τὰ σωτήριά μου λατινικά, φεῦ, διότι ἡ εὐπαίδευση τῆς ἀριστέας Νεοδημοκρατίας ταΐζει παράδες εὐτροφίας στὴν λιστομοιρασιά της: Optabiliter optime. Γιατὶ ὅμως ἀγαπῶ τόσο τὰ λατινικά; Διότι κάποτε μὲ ἔσωσαν. Τὸν καιρὸ ποὺ μὲ κυνηγοῦσαν, ἔπεσαν, τότε, οἱ χουνταῖοι σ’ ἕνα σοφό μου ἡμερολόγιο, ποὺ τὸ ἔγραφα σὲ ἀκραιφνῆ λατινικά… Ἕτσι, ἔχασαν ἡμερήσιες ὧρες ψάχνοντας ἑρμηνεία στὰ κατ' αὐτούς «κωδικά». Τὰ λατινικά μου ἐκεῖνα, ἦταν Βιργιλίου χαριτωμενιές, προωρισμένες σὲ δεσποινίδες λατινίδες τῆς «Βαλαγιάννη» καὶ τοῦ «Καλαμαρί». Ὡς γνωστόν, τότε, αἱ μὲν βαλαγιαννίδες, λόγω αὐχμηρῶν καθηγητῶν, αἱ δὲ καλαμαρίδες δέσποινες, λόγω αὐστηρῶν καλογραιῶν, ἦσαν ἀριστέες εἰς τὴν λατινίδα. Κι ἔτσι, μέχρι νὰ μεταφράσουν Βιργίλιο οἱ χαφιέδες, πρόλαβα ἐγώ: materiam superabat glossa. Ναί, ἡ γλῶσσα ὑπερ-ενίκησε τὴν σύλληψή μου: διότι τὸ ἐρωτοφλόγιστο λατινιστὶ ἡμερολόγιό μου κατεσχέθη, ἀλλ’ οὐ συνεσχέθη ἧς μετέσχε σαρκός, τῆς δικῆς μου καὶ ποιᾶς τινος δεσποινίδος λατινίδος. Ἄργησαν, δὲν συνεσχέθη στέρνοις ἐμοῖς τὸ ἡμερολόγιό μου, σώθηκα… Κι οὔτε καὶ κατεσχέθη στέρνοις ἐμοῖς, ἄλλωστε, διότι, ἔξαλλοι οἱ χαφιέδες, ἄφαντος ἐγώ, τὸ γύρισαν ἀργότερα στὴν γιαγιά μου… βρίζοντας… τὸ στέρνον μου καὶ τὰ στερνά μου…
Β] Ὡς γνωστὸν ἢ ἄγνωστον, ἡ μεταγλώττιση άκυρολεκτοῦσα ἐφαμαρτάνει, ὅτι ἀταίριαστο στὴν μία γλῶσσα, ἐκεῖνο ποὺ εἶναι δόκιμο στὴν ἄλλη. Ἑλληνοφέραμε λοιπόν, ἐμεῖς οἱ γνόντες τῆς εἰδικότητάς μας ἀπὸ τὰ ξένα, τὸ λατινόπηκτο liberal τῆς δυτικογλωσσίας χωρὶς ὅμως νὰ τὸ ἐξελληνίσουμε. Τὸ λέμε «φιλελεύθερος-η-ο». Ἀλλά: Στὸ προμνησθὲν κείμενό του, εὐθύφρων ὁ Κύρκος Δοξιάδης ἀσκεῖ κατακρήμνισιν τοῦ «φιλελευθέρου καπιταλισμοῦ»: «...ἕνας εἶναι ὁ φταίχτης, ὁ νεοφιλελεύθερος καπιταλισμὸς μαζὶ μὲ τοὺς λακέδες του»… «ἡ παταγώδης ἀποτυχία τοῦ νεοφιλελεύθερου καπιταλισμοῦ», κ.ο.κ. Ὄντως, ὁ καπιταλισμὸς εἶναι μία λοιμικὴ τῶν κοινωνιῶν ὀλετὴρ φύσης, οἰκονομίας, ἤθους, ἀνθρώπων. Αὐταπόδεικτον πλέον, ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς λακέδες, ποὺ ἀσκοῦν τὸ ἁρπαλίκιόν τους εἰς βάρος τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ. Ἐν ἐναντιοδρομίᾳ, τὸ «φιλελεύθερος», «ἐλευθερία», στὸ ἑλληνικὸ κοσμοσύστημα, ἐκφράζει τὴν εὐγενέστερη ἀπόπειρα τοῦ ἀνθρώπου νὰ κατακτήσει τὴν θεοείδεια, γιὰ νὰ μὴν παραμείνει κτηνόδουλος. Ἴσως μάλιστα, ἡ λέξη «ἐλευθερία», νὰ εἶναι στὰ ἑλληνικά, ἡ πιὸ τραγικόπνοη ριπὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν ἀνάσταση-ἐπανάσταση. Γιατί; Διότι, εἴτε ἀπὸ τὸ πρωτοσελλοπίας ἔτυμον «ἐλευθ» (μεγαλώνω, αὐξάνω), εἴτε ἀπὸ τὸ δευτερότυπον «ἐλεύσομαι»-(Ἐλευσίς-σίνα), «Ἐλευθώ» θεά, ποὺ ἔρχεται στὴν γέννα γιὰ νὰ ἐλευθερώσει μητέρα καὶ ἔμβρυο, ἡ ἐλευθερία -μόνη αὐτὴ ἡ ἑλληνὶς στὸν πλανήτη τῶν γλωσσῶν- μᾶς διδάσκει, ὅτι δὲν εἴμαστε ποτὲ ἐλεύθεροι-ες. Ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὸ μέλλον ἔρχεται (ἔρχομαι)! Πρὸς τὴν ἐλευθερία πηγαίνουμε («ἔρχομαι-ἐλεύσομαι»). Μεγαλώνει ἡ ἐλευθερία (-ελευθ), πῶς; Μὲ τὸν Ἀγῶνα! Μὲ τὴν ἀγωνία, τὸν ἀγῶνα τοῦ ἀνθρώπου-ἀγωνιστῆ. Θά, ἡ ἐλευθερία, άγωνιστικά, συνεχῶς καὶ τώρα καὶ παντοῦ καὶ ἀδιαλλείπτως θά! Ποτέ, τώρα, ἐδῶ καὶ νά, νάτη, στὰ ὅλα τῆς ζωῆς μας! «Θὰ πάρω μιάν ἀνηφοριά, θὰ πάρω μονοπάτια… ποὺ πᾶν στὴ Λευτεριά» ψάλλει ὁ ἔφηβος Μάρτυς Εὐαγόρας Παλληκαρίδης. Ἄρα γιὰ τὴν ἑλληνίδα γλῶσσα, τὸ «φιλελεύθερος» μαζὶ μὲ τὸ «καπιταλισμός», ἀποτελοῦν contradictio in terminis, κάτι σὰν «Νέα Δημοκρατία» καὶ Δημοκρατία: «μία ἀντίφαση, ποὺ ἐκδηλώνεται στὸ πολιτικὸ ἐπίπεδο», ὅπως ἐπισημαίνει, εὐθύτονος ξανά, ὁ Κύρκος Δοξιάδης. Ἄρα; Ἑπομένως, στὰ ἑλληνικὰ δὲν μποροῦμε νὰ λέμε «φιλελεύθερος καπιταλισμός» ἢ εὐγενὴς χρυσαυγίτης καὶ σκορδαλιὰ χωρὶς σκόρδο. Ἄρα, ἀς προσπαθήσουμε, ἐμεῖς τοῦ ἐσναφιοῦ, νὰ τὸ ἀλλάξουμε, διότι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα «δὲν τὸ ἀντέχει», ὅπως γράφει ὁ Σεφέρης γιὰ μιὰ δική του μετάφραση, ποὺ τὴν σταμάτησε, τῆς «Τετάρτης τῶν τεφρῶν».* Προτείνω πρὸς δοκιμὴν τὰ π.χ. νεοδιψής, χρηματοδιψὴς καπιταλισμός, νεοξέφραγος, κ.ο.κ, κι ἄλλα, ποὺ θὰ προτείνουν οἱ συνάδελφοι. Καὶ ἀκροτελεύτιον, αὐτοδήλως τὰ ἐπιδοκιμαστήριά μου γιὰ τὸ ὅλον γραπτὸ τοῦ συναδέλφου-συναγωνιστῆ-φιλελευθέρου γνησίως-Κύρκου Δοξιάδη.
 
*T.S. Eliot: Ash Wednesday
Κώστας Ζουράρις - βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία Α' Θεσσαλονίκης
Πηγή: efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: