Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2020

Τεχνικά εφικτή η κατασκευή με την κατά χώραν διατήρηση αρχαιοτήτων

Τυπική διατομή του σταθμού Βενιζέλου. Στη μέθοδο με κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων, η συστοιχία των οριζόντιων σωλήνων Ρ1 - Ρ19 (και Ρ0) απομονώνει τον χώρο των αρχαιοτήτων από την υποκείμενη εκσκαφή του σταθμού, ώστε να καταστεί δυνατή η εκσκαφή του κάτω από τους σωλήνες, χωρίς διατάραξη των υπερκείμενων αρχαιοτήτων.
Η τύχη των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, ένα εξαιρετικά κρίσιμο θέμα που συνδέεται με την προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, εξετάζεται αυτό το διάστημα στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Είναι τελικώς τεχνικά εφικτή η κατασκευή του σταθμού χωρίς την απομάκρυνσή τους, όπως η ελληνική και διεθνής νομοθεσία ορίζουν και αν ναι, πόσο επιβαρύνουν το χρονοδιάγραμμα και τον προϋπολογισμό του έργου;
Το υπουργείο Πολιτισμού, με σχετική υπουργική απόφαση, ενέκρινε τον Μάρτιο του 2020 αίτημα της «Αττικό Μετρό» για την κατασκευή του σταθμού με την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, αποδεχόμενο τους ισχυρισμούς περί του μη εφικτού της κατά χώραν διατήρησης. Κατά της απόφασης αυτής προσέφυγαν επτά φορείς, έχοντας στο πλευρό τους τη συντριπτική πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και διεθνείς οργανώσεις, όπως η Europa Nostra, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι είναι εφικτή η κατασκευή του σταθμού, χωρίς την απόσπαση των αρχαιοτήτων, με μεθοδολογία η οποία επιπλέον είναι ασφαλής για τους εργαζομένους, για τις αρχαιότητες και για τη λειτουργία του μετρό, χωρίς χρονική και οικονομική επιβάρυνση του έργου.
Σημειώνεται ότι η οριστική μελέτη (ΟΜ2) με τίτλο «Εκσκαφή και προσωρινή υποστύλωση κεντρικού υπογείου τμήματος του σταθμού», που αφορά τις εργασίες εκσκαφής κάτω από τις αρχαιότητες (χωρίς δηλαδή την απόσπασή τους), εκπονήθηκε από τον όμιλο Τεχνικών Μελετών Α.Ε., με διευθύνοντα σύμβουλο τον κ. Παναγιώτη Βέττα (μελέτη Βέττα) και κατατέθηκε για έγκριση στην «Αττικό Μετρό» τον Ιούλιο 2019. Η «Αττικό Μετρό» έκανε σχετικές παρατηρήσεις, ζητώντας «αναθεώρηση και επανυποβολή» της μελέτης. Παρόλο που οι παρατηρήσεις απαντήθηκαν, η «Αττικό Μετρό» ενδιαμέσως αποφάσισε να αλλάξει τη μεθοδολογία κατασκευής, χωρίς τεχνικά και επιστημονικά επιχειρήματα.
Οι φορείς που προσέφυγαν, για να τεκμηριώσουν τη θέση τους ανέθεσαν στον καθηγητή του Ε.Μ. Πολυτεχνείου Μιχαήλ Καββαδά, πολιτικό μηχανικό, την εκπόνηση τεχνικής γνωμάτευσης ως προς το εφικτόν της υλοποίησης της μελέτης Βέττα. Ο κ. Καββαδάς έχει ειδικότητα στην εδαφομηχανική, βραχομηχανική και υπόγεια έργα (διδάκτωρ στη Γεωτεχνική MIT, USA). Πέρα από τη διδακτική του δραστηριότητα, συνεργάζεται με φορείς και εταιρείες, ως σύμβουλος, για μεγάλα υπόγεια έργα, εντός και εκτός Ελλάδος, ανάμεσα στα οποία ήταν η «Αττικό Μετρό» (μεταξύ άλλων για τους σταθμούς Μοναστηράκι, Ομόνοια, Ευαγγελισμό και Ακρόπολη που διανοίχθηκαν κάτω από αρχαιότητες) και ο δήμος Ρώμης, κατά τη διάνοιξη της γραμμής C του μετρό.
Στην τεχνική γνωμάτευση που παρέδωσε, υποστηρίζει ανεπιφύλακτα ότι η κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου με την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων είναι τεχνικά εφικτή και ασφαλής λύση τόσο για το ίδιο το έργο, τις υφιστάμενες σήραγγες και τους εργαζομένους, όσο και για τα αρχαιολογικά κατάλοιπα που διατηρούνται κατά χώραν. Απαντώντας ένα προς ένα στα σχόλια της «Αττικό Μετρό» επί της μελέτης Βέττα, αποδεικνύει ότι αυτά δεν τεκμηριώνουν τη μη εφικτότητα της κατασκευής, αλλά «είτε εκφράζουν ασαφείς και ενίοτε ανακριβείς αξιολογήσεις είτε εκφράζουν ασαφείς αξιολογήσεις περί πιθανών προβλημάτων στην εκτέλεση του έργου, ενώ τα περισσότερα αφορούν τεχνικές διευκρινίσεις λεπτομερειών του έργου που δεν σχετίζονται με την εφικτότητά του». Πιο συγκεκριμένα:
Ως προς την τεχνική εφικτότητα της μεθόδου με «κατά χώραν» διατήρηση, αναφέρει ότι η υπόγεια διάνοιξη με προστασία της οροφής της εκσκαφής από δοκούς προπορείας (forepoling) χρησιμοποιείται ευρέως εντός και εκτός Ελλάδος σε υπόγεια έργα για την υποστύλωση υπερκείμενων ευαίσθητων κατασκευών. Στην Αθήνα εφαρμόσθηκε από την «Αττικό Μετρό» κατά τη διέλευση σηράγγων κάτω από το διατηρητέο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας (Λ. Πανεπιστημίου και Πατησίων), τα διατηρητέα κτίρια στη γωνία Β. Σοφίας και Πανεπιστημίου και αρκετά διατηρητέα στην περιοχή της Πλάκας. Συγκεκριμένη παραλλαγή της μεθόδου και μάλιστα υπό δυσμενέστερες συνθήκες από του σταθμού Βενιζέλου, εφαρμόσθηκε στον σταθμό Μοναστηράκι (1997-98).
Η προτεινόμενη μέθοδος στον σταθμό Βενιζέλου βασίζεται στην κατασκευή μιας σειράς παράλληλων οριζόντιων σωλήνων / δοκών, που τοποθετούνται στη βάση του αρχαιολογικού στρώματος. Με τον τρόπο αυτό «απομονώνονται» οι υπερκείμενες αρχαιότητες και προστατεύονται απολύτως. Ακόμα, στη μελέτη προβλέπεται πληθώρα μέτρων διόρθωσης κατά τη διάρκεια των εργασιών, απαραίτητων σε έργα τέτοιας σημασίας στα οποία υπάρχουν, ως είθισται, αναπόφευκτες αβεβαιότητες, που με τον τρόπο αυτό μειώνονται δραστικά.
Ενα ακόμα επιχείρημα για την ασφάλεια των αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια του έργου καταρρίπτεται, καθώς οι μέθοδοι για την τοποθέτηση των σωληνώσεων δεν προκαλούν κραδασμούς. Επιπλέον, το υφιστάμενο αρχαιολογικό στρώμα αρκετά χαλαρό/μαλακό, στο οποίο έχουν συντελεστεί προ πολλού οι καθιζήσεις, λειτουργεί ως σεισμική μόνωση για τα υπερκείμενα αρχαιολογικά κατάλοιπα.
Αντίστοιχα, θέματα ασφάλειας των εργαζομένων κατά την κατασκευή των έργων δεν τίθενται, καθώς λόγω του περιορισμένου χώρου στα υπόγεια έργα, έχουν αναπτυχθεί ειδικές μέθοδοι κατασκευής. «Εργασίες εκσκαφής υπογείων έργων αυτού του τύπου είναι πολύ συνηθισμένες διεθνώς, και συνεπώς υπάρχουν κανονισμοί υγιεινής και ασφάλειας που τηρούνται κατά τις υπόγειες εργασίες, με τις αναγκαίες προβλέψεις αερισμού και ασφάλειας των εργαζομένων».
Τέλος, για τον κρίσιμο παράγοντα «κόστος και χρόνος υλοποίησης» ο κ. Καββαδάς αναφέρει ότι μόνο συγκριτικά μπορεί να εκτιμηθεί. Η σύγκριση αυτή πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις πιθανές αβεβαιότητες στη λύση απόσπασης και επανατοποθέτησης που απαιτούν αρχαιολογική έρευνα των διαφόρων εργασιών. «Οι καθαρώς τεχνικές δραστηριότητες είναι χρονικώς και κοστολογικώς αποτιμήσιμες με αρκετή ακρίβεια, σε αντίθεση με τις αρχαιολογικές ανασκαφές και άλλες ερευνητικές ή εργασίες απόσπασης, που εξαρτώνται από την ποσότητα και σημασία των αποκαλυφθησομένων αρχαιοτήτων».
Η τεχνική γνωμάτευση του κ. Καββαδά τεκμηριώνει με τον πιο επιστημονικό τρόπο ότι μπορούμε να έχουμε τον σταθμό Βενιζέλου χωρίς τη μετακίνηση των αρχαιοτήτων και με την επιλογή αυτή να διασώσουμε ένα μοναδικό αρχαιολογικό σύνολο με τεράστιο όφελος για τη Θεσσαλονίκη και την επιστήμη.  
 
Κλεοπάτρα Θεολογίδου - αρχιτέκτων μηχανικός, με εξειδίκευση και μακρά εμπειρία στις αποκαταστάσεις μνημείων, πρόεδρος της Δ.Ε. του Παραρτήματος Θεσσαλονίκης και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της ΕΛΛΕΤ.
Πηγή: kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: