Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020

Ο κορονοϊός μολύνει και άλλα είδη ζώων

Από ό,τι φαίνεται, διαφορετικά είδη ζώων, από τα πρωτεύοντα μέχρι τα κατοικίδια, μπορούν να μολυνθούν από τον νέο κορονοϊό. Αυτό επιβεβαιώνεται από πρωτοποριακή έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ και αφορούσε 410 είδη ζώων. Τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας συνοψίζονται στον πίνακα (δεξιά), όπου τα διαφορετικά είδη ζώων κατατάσσονται σε πέντε βαθμούς επικινδυνότητας: πολύ υψηλός, υψηλός, μέσος, χαμηλός και πολύ χαμηλός κίνδυνος μόλυνσης από τον νέο κορονοϊό ● Οι μέχρι σήμερα έρευνες δεν επιβεβαιώνουν τη μετάδοση του κορονοϊού από τα ζώα στους ανθρώπους, αλλά, στις διαπιστωμένες περιπτώσεις, συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο, δηλαδή η μετάδοση του ιού από τους ανθρώπους στα ζώα. Εξάλλου, τα αγαπημένα κατοικίδια αποτελούν παρηγοριά για τους ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες παρατεταμένης καραντίνας.
Αραγε, πόσο πιθανό είναι η πανδημία μολύνσεων από τον νέο κορονοϊό που πλήττει το ανθρώπινο είδος να επεκταθεί και σε άλλα ζωικά είδη και, αν ναι, ποια είδη ζώων κινδυνεύουν περισσότερο; Και τι ισχύει για τα κατοικίδια και τα οικόσιτα ζώα την εποχή της πανδημίας; Οι μέχρι σήμερα έρευνες δεν επιβεβαιώνουν τη μετάδοση του κορονοϊού από τα ζώα στους ανθρώπους, αλλά, στις διαπιστωμένες περιπτώσεις, συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο, η μετάδοση δηλαδή του κορονοϊού από τους ανθρώπους στα ζώα.
Παρουσιάζοντας σήμερα αναλυτικά τις σχετικές έρευνες που επιβεβαιώνουν αυτό το επιπρόσθετο και ιδιαίτερα ανησυχητικό πρόβλημα, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτές οι νέες επιστημονικές πληροφορίες δεν πρέπει να μας δημιουργούν αυτομάτως πανικό, διότι, για να προσδιοριστούν τα ακριβή όρια της εφαρμογής τους και οι πρακτικές συνέπειές τους, χρειάζεται χρόνος και πολλές άλλες σχετικές έρευνες.
Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για τα κατοικίδια και τους ανθρώπους;
Πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ και δημοσιεύτηκε στα τέλη Αυγούστου έδειξε ότι ο κορονοϊός SARS- CoV-2 που ευθύνεται για τη νόσο COVID-19 μπορεί, εκτός από το ανθρώπινο είδος, να μολύνει και άλλα είδη ζώων. Η έρευνα βασίστηκε στη βιοχημική και γονιδιωματική ανάλυση 410 διαφορετικών ειδών σπονδυλωτών και δημοσιεύτηκε (στις 21-08-20) στο διεθνούς κύρους επιστημονικό περιοδικό της αμερικανικής Ακαδημίας Επιστημών (Proceedings of the National Academy of Sciences ή PNAS).
Από αυτή τη συγκριτική ανάλυση προέκυψαν οι πρώτες επιβεβαιωμένες και σαφείς ενδείξεις ότι το ανθρώπινο είδος δεν είναι ο αποκλειστικός ξενιστής και το μοναδικό θύμα του νέου κορονοϊού. Αντίθετα, από ό,τι φαίνεται, διάφορα είδη ζώων μπορούν να μολυνθούν και ενδεχομένως να νοσήσουν από τον «ανθρώπινο» κορονοϊό.
Δεν είναι, όμως, όλα τα είδη ζώων εξίσου ευάλωτα και ευπαθή στις μολύνσεις από τον SARS-CoV-2, κάποια κινδυνεύουν περισσότερο και άλλα λιγότερο ή και καθόλου. Οι εκτιμήσεις για τον κίνδυνο μόλυνσης αποτυπώνονται στον σχετικό πίνακα που συνέταξαν οι πρωταγωνιστές της έρευνας, όπου διακρίνονται σαφώς πέντε βαθμοί επικινδυνότητας: πολύ υψηλός, υψηλός, μέσος, χαμηλός και πολύ χαμηλός (βλ. σχετικό πίνακα).
Για παράδειγμα, πολύ υψηλό κίνδυνο μόλυνσης διατρέχουν ορισμένα συγγενικά στον άνθρωπο είδη πρωτευόντων, όπως οι μακάκοι, οι χιμπαντζήδες, οι γορίλες, οι μπονόμπο και οι ουραγκοτάγκοι.
Υψηλό κίνδυνο μόλυνσης διατρέχουν 28 είδη ζώων, μεταξύ των οποίων οι φάλαινες, τα δελφίνια, τα χάμστερ, τα ελάφια, οι λεμούριοι, οι μυρμηγκοφάγοι και διάφοροι πίθηκοι.
Μέσο κίνδυνο μόλυνσης διατρέχουν 57 είδη ζώων, μεταξύ των οποίων η γάτα και διάφορα αιλουροειδή, ορισμένα τρωκτικά, βοοειδή και αιγοπρόβατα.
Χαμηλό κίνδυνο μόλυνσης από τον κορονοϊό διατρέχει το γουρούνι, ο σκύλος, ο ελέφαντας, το άλογο, ενώ πολύ χαμηλό το ποντίκι, κάποια πτηνά, οι αλιγάτορες κ.ά.
Οπως διαπίστωσαν οι Αμερικανοί ερευνητές, ο πίνακας των διαβαθμίσεων του κινδύνου μόλυνσης μας αποκαλύπτει ότι κάποια οικόσιτα και κατοικίδια ζώα διατρέχουν μέσο κίνδυνο, όπως π.χ. οι γάτες, τα πρόβατα και τα βοοειδή, ενώ άλλα είδη ζώων χαμηλό, όπως π.χ, οι σκύλοι, τα άλογα και οι χοίροι. Αντίθετα, από όλα τα είδη ζώων που διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο το 40% είναι πρωτεύοντα τα οποία, σύμφωνα με τη Διεθνή Ενωση Προστασίας της Φύσης (IUCN), απειλούνται με εξαφάνιση από ανθρωπογενή αίτια.
Γενωμικές «προφητείες» για τη μολυσματική πορεία
Αναλύοντας αυτά τα πρώτα εμπειρικά δεδομένα σχετικά με τη μολυσματικότητα του νέου κορονοϊού στα μη ανθρώπινα είδη σπονδυλωτών, προέκυψε το εντυπωσιακό συμπέρασμα ότι υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ του θεωρητικά προβλέψιμου ενδεχόμενου μόλυνσης ενός είδους από τον κορονοϊό και της εμπειρικά διαπιστωμένης νόσησής του!
Πώς, όμως, αυτοί οι ερευνητές μπορούν να προβλέπουν ποια είδη ζώων, εκτός από τον άνθρωπο, είναι επιρρεπή στις μολύνσεις από τον νέο κορονοϊό και άρα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν; Το μυστικό αυτής της φαινομενικά μαντικής τέχνης είναι η ανίχνευση ορισμένων αποφασιστικών πρωτεϊνικών δομών που μπορεί να υπάρχουν ή να μην υπάρχουν στις εξωτερικές μεμβράνες των κυττάρων των σπονδυλωτών που μελέτησαν.
Πράγματι, η έρευνα επικεντρώθηκε στη γενωμική ανάλυση και τη συστηματική σύγκριση ορισμένων πρωτεϊνών που βρίσκονται στην επιφάνεια των κυτταρικών μεμβρανών και οι οποίες ήταν γνωστό ότι παίζουν αποφασιστικό ρόλο ως οι «μοριακοί υποδοχείς», λειτουργούν δηλαδή ως οι «θύρες» για την είσοδο του νέου κορονοϊού στον οργανισμό.
Πιο συγκεκριμένα, οι Αμερικανοί ερευνητές επέλεξαν να μελετήσουν μόνο μία πρωτεϊνική δομή που ονομάζεται «ACE-2» και υπάρχει στις μεμβράνες των περισσότερων ανθρώπινων κυττάρων. Πρόκειται για ένα πολύ γνωστό ένζυμο στην εξωτερική επιφάνεια της κυτταρικής μεμβράνης που μετατρέπει την αγγειοτενσίνη Ι σε αγγειοτενσίνη ΙΙ και έτσι λειτουργεί σαν «θύρα» ή, ακριβέστερα, ως επιλεκτική δίοδος ανάμεσα στο εξωτερικό και το εσωτερικό περιβάλλον κάθε κυττάρου μας.
Ομως, τι σχέση έχουν αυτά τα ένζυμα «ACE-2» με την εισβολή του κορονοϊού στον ανθρώπινο οργανισμό; Ολοι έχουμε δει τις απεικονίσεις του νέου ιού στις οποίες διακρίνονται οι χαρακτηριστικές «ακίδες» ή «καρφάκια» στην εξωτερική του επιφάνεια, τα οποία, επειδή θυμίζουν κορόνα, του χάρισαν και την ονομασία «κορονοϊός». Στην πραγματικότητα, οι ακίδες της κορόνας είναι οι πρωτεΐνες S1, οι οποίες, επειδή διαθέτουν συμπληρωματική δομή με τις πρωτεΐνες ACE-2, λειτουργούν σαν «κλειδιά» που χρησιμοποιεί ο ιός για να «ανοίξει τη θύρα» και να εισέλθει ανενόχλητος στα κύτταρά μας.
Η ιδιαίτερη δομή των πρωτεϊνικών μας μορίων ACE-2 οφείλεται στην αλληλουχία 25 αμινοξέων, που με τη διάταξή τους λειτουργούν ως «θύρες» εισόδου των κορονοϊών. Εύλογα, λοιπόν, οι ερευνητές επέλεξαν να αναλύσουν τα γονιδιώματα αυτών των 410 ειδών προκειμένου να διαπιστώσουν αν όντως στις μεμβράνες των κυττάρων τους υπάρχουν πρωτεΐνες που έχουν την ίδια ή παρόμοια αλληλουχία με αυτήν των 25 αμινοξέων που συνθέτουν τις ανθρώπινες πρωτεΐνες ACE-2.
Οι πρακτικές συνέπειες των νέων δεδομένων
Η βασική υπόθεση εργασίας τους ήταν: αν όντως συμβαίνει αυτό σε ορισμένα είδη ζώων, τότε θα πρέπει και αυτά να διατρέχουν έναν κυμαινόμενο βαθμό κινδύνου να μολυνθούν και ενδεχομένως να νοσήσουν από τον νέο κορονοϊό των ανθρώπων (και το αντίστροφο).
Μια επιστημονική εικασία που όχι μόνο επιβεβαιώθηκε από τα εμπειρικά δεδομένα που προέκυψαν από αυτήν την έρευνα, αλλά δικαιολογείται επαρκώς και από τις προηγούμενες ιογενείς επιδημίες, όπως η γρίπη των πτηνών και η γρίπη των χοίρων. Βασιζόμενοι μάλιστα σε αυτά τα δεδομένα κατάφεραν, όπως ήδη αναφέραμε, να χωρίσουν τα 410 διαφορετικά είδη ζώων σε πέντε κατηγορίες κινδύνου.
«Τα νέα δεδομένα αποτελούν ένα σημαντικό σημείο εκκίνησης για να εντοπίσουμε τους ζωικούς πληθυσμούς που διατρέχουν τον κίνδυνο να μολυνθούν από τον SARS-CoV-2. Ας ελπίσουμε ότι θα οδηγήσουν σε επωφελείς πρακτικές για την προστασία της υγείας τόσο των ζώων όσο και των ανθρώπων κατά τη διάρκεια της πανδημίας», διευκρίνισε ο Harris Lewin, διεθνούς φήμης καθηγητής Εξελικτικής Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο Davis της Καλιφόρνιας και ένας από τους πρωταγωνιστές αυτής της έρευνας.
Ετσι προέκυψε το πρώτο προβλεπτικό μοντέλο για τη μελλοντική δυναμική της διάδοσης του νέου μολυσματικού παράγοντα όχι τόσο μεταξύ των ανθρώπων όσο μεταξύ διαφορετικών ζωικών ειδών και των ανθρώπων. Για να διαπιστώσουμε, όμως, αν αυτό το μοντέλο ισχύει όντως για μια ευρύτερη γκάμα ζωικών ειδών απαιτούνται περαιτέρω έρευνες.
Οσο για τις πρακτικές συνέπειες και τη βαθύτερη σημασία αυτής της πρωτοποριακής έρευνας, αυτές συνοψίζονται σε δύο πρωτόγνωρες επιστημονικές δυνατότητες. Πρώτον, μας επιτρέπει να προβλέπουμε εγκαίρως όχι μόνο το ενδεχόμενο μόλυνσης ενός νέου είδους από τον κορονοϊό, αλλά και τις μελλοντικές ζωονόσους που θα προκύψουν από νέους ιογενείς παράγοντες.
Δεύτερον, από τα δεδομένα που προέκυψαν από αυτή την έρευνα μπορούμε να ακολουθήσουμε και την αντίστροφη πορεία –πίσω στον χρόνο– για να εντοπίσουμε τα ενδιάμεσα είδη ζώων που είναι πιο πιθανόν να επέτρεψαν το πέρασμα του νέου κορονοϊού από τις νυχτερίδες στο ανθρώπινο είδος.
Οφείλουμε, εντούτοις, να τονίσουμε ότι αυτές οι νέες δυνατότητες δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως το ισοδύναμο μιας «μαντικής» ικανότητας πρόβλεψης, ούτε ως η επιστημονική εκδοχή της θρησκευτικής προφητικής, αφού η ακρίβεια των προβλέψεών μας εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από τη γνώση τόσο των «ενδογενών» γενετικών-μοριακών παραγόντων όσο και των ιδιαίτερων «εξωγενών» οικολογικών συνθηκών, που από κοινού καθορίζουν τη μολυσματικότητα ενός ιού.
Μεταδίδεται ο κορονοϊός από τα κατοικίδια στους ανθρώπους;
Μεγάλη ανησυχία φαίνεται να προκαλούν στους φιλόζωους και στους κατόχους οικόσιτων ζώων οι επιστημονικές μελέτες που διερευνούν τη μολυσματική ικανότητα του SARS CoV-2 να μολύνει τα κατοικίδια ή τα οικόσιτα ζώα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα συμπαθητικά κατοικίδια μπορεί να μολύνονται και να μεταδίδουν τον κορονοϊό στον άνθρωπο.
Για παράδειγμα, πειράματα που έγιναν στο εργαστήριο με ενδορινικό εμβολιασμό SARS CoV-2 σε σκύλους, γάτες, χοίρους, κοτόπουλα, πάπιες και κουνάβια και η ανίχνευση, κατόπιν, της παρουσίας ιικών σωματιδίων του κορονοϊού με την τεχνική «qPCR» έδειξαν ότι οι χοίροι και τα κοτόπουλα δεν είναι επιρρεπή στη μόλυνση από τον SARS-CoV-2.
Χαμηλό κίνδυνο μόλυνσης παρουσιάζουν οι σκύλοι, ενώ οι γάτες σαφώς υψηλότερο από τους σκύλους.
Μέχρι σήμερα δεν έχει παρατηρηθεί κάποια σαφής συσχέτιση ανάμεσα στη μόλυνση από τον κορονοϊό και την εκδήλωση κάποιας σοβαρής ή θανατηφόρου νόσου στα κατοικίδια. Ομως, σε ορισμένα κουνάβια και νεαρές γάτες υπάρχουν εργαστηριακές ενδείξεις για βλάβες στους πνεύμονες και την τραχεία.
Πάντως, κάποια μεμονωμένα κρούσματα έχουν διαπιστωθεί σε ζώα από επιτόπιες και επιδημιολογικές μελέτες που έγιναν στο Χονγκ Κονγκ, το Βέλγιο και τη Νέα Υόρκη, έρευνες που έδειξαν ότι αυτά τα ζώα μολύνθηκαν από ανθρώπους παρά το αντίθετο. Σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν μπορούν να θεωρηθούν επαρκή στοιχεία που επιβεβαιώνουν το ξέσπασμα μιας πανδημίας SARS CoV-2 στα ζώα.
Μια μελέτη που έγινε σε οικόσιτες γάτες στη Γουχάν με σκοπό την ανίχνευση αντισωμάτων στον ιό, έδειξε ότι το 14,7% του δείγματος βρέθηκε θετικό στον ιό. Από αυτές, το ένα πέμπτο –3 στις 15– ζούσε σε σπίτια με επιβεβαιωμένα κρούσματα COVID-19 σε ανθρώπους. Γεγονός που μάλλον επιβεβαιώνει ότι η μετάδοση του ιού από τον άνθρωπο στα κατοικίδια είναι πιθανή, όχι όμως και το αντίστροφο!
Μια άλλη μελέτη σε οικόσιτους ασυμπτωματικούς σκύλους που συμβίωναν με ανθρώπους μολυσμένους από τον κορονοϊό, έδειξε ότι 2 στους 15 από αυτούς τους σκύλους μολύνθηκαν από τον ίδιο ιό από τον οποίο είχε μολυνθεί και ο ιδιοκτήτης τους.
Το προσωρινό συμπέρασμα που προκύπτει από αυτές τις περιορισμένες έρευνες είναι ότι κάποια κατοικίδια μπορεί να μολυνθούν από τον SARS CoV-2, κυρίως γάτες και κουνάβια. Δεν πρέπει, ωστόσο, να παραβλέπεται το γεγονός ότι οι μελέτες που έχουν γίνει στο εργαστήριο, ενώ μας δίνουν πολύτιμες ενδείξεις για την περαιτέρω έρευνα, δεν μας δίνουν αρκετές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο μετάδοσης του ιού στα ζώα που ζουν στη φύση και εκτός εργαστηρίου.
Επίσης, προκειμένου να βγάλουμε κάποια ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά τη μετάδοσή του στα οικόσιτα, πρέπει να γίνουν μελέτες και σε άλλες κατηγορίες ζώων, όπως στα ζώα που διαβιούν σε καταφύγια ή σε ζώα εκτροφής.
 
Σπύρος Μανουσέλης
Πηγή: efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: