Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο του Κ. Κυρανάκη
Όπως όλα στην Ελλάδα, έτσι και η πολιτική. Έχει στερεότυπα. “Είσαι πολιτικός; Δεν έχεις δουλέψει ποτέ. Δεν έχεις ούτε ένα ένσημο.”
Αυτό και πολλά άλλα στερεότυπα, όπως για παράδειγμα το “όλοι οι βουλευτές κρύβονται πίσω από την ασυλία τους” ή ότι “φέρνουν πάντα άσχετες τροπολογίες”, παλεύω να τα αλλάξω μέσα από τις πράξεις μου και την πορεία μου.
Στο μακροσκελές κείμενο που ακολουθεί, θέλω να σας μιλήσω για το τελευταίο.
Την πορεία μου, τη δουλειά μου, αυτά που έχω κάνει πριν μπω στην πολιτική. Μου έδωσαν αφορμή να το κάνω αυτοί που τις τελευταίες μέρες την αμφισβητούν δημιουργώντας τυφλό μίσος εναντίον μου που ξεπέρασε κάθε όριο λογικής. Αλλά γράφω αυτό το κείμενο για τους φίλους που γνώρισα αφού μπήκα στην πολιτική. Για όσους με στήριξαν και με εμπιστεύτηκαν, αλλά δεν με γνώριζαν ως μαθητή, ως φοιτητή, ως επαγγελματία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: “Ο Κυρανάκης μπήκε στη Νομική με μειωμένα μόρια λόγω εξωτερικού”.
Η μητέρα μου ήταν από τις πρώτες Ελληνίδες γυναίκες που μπήκαν με εξετάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1981. Το κατάφερε με την αξία της, με τρομερές δυσκολίες εκείνη την εποχή για μια γυναίκα χωρίς τα απαραίτητα εφόδια και τη θαυμάζω πολύ γι’ αυτό. (Σημειώνω εξαρχής ότι δημοσιεύματα που έγραψαν ότι ήταν μετακλητή σε Υπουργείο είναι απολύτως ψευδή, διότι δεν έχει πάρει ποτέ ούτε ένα ευρώ από το ελληνικό δημόσιο, και η εφημερίδα που το έγραψε αναγκάστηκε να ζητήσει συγνώμη την επόμενη ημέρα και να ανακαλέσει).
Λόγω της δουλειάς της, και τους κανόνες για τους υπαλλήλους των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι μετακινήσεις από χώρα σε χώρα ήταν πολλές. Κάποια χρόνια δούλευε στις Βρυξέλλες, κάποια στο Λουξεμβούργο, κάποια στην Αθήνα.
Τη χρονιά που με γέννησε, το 1987, έτυχε να είναι στο Λουξεμβούργο. Δεν θυμάμαι τίποτα από εκεί, διότι την επόμενη χρονιά φύγαμε για Βρυξέλλες. Όταν ήμουν στη Β’ Δημοτικού φύγαμε στη μέση της σχολικής χρονιάς για Αθήνα, όπου και γράφτηκα στο σχολείο “Ελληνική Παιδεία”. Για όσους δεν το γνωρίζουν, εδώ ένα ενδεικτικό βίντεο για το ποιο είναι αυτό το σχολείο:
Μετά την Α’ Λυκείου, η υποχρεωτική της μετάθεση για Βρυξέλλες ήταν αναπόφευκτη, και αναγκάστηκα να επιστρέψω στο “European School of Brussels” μετά από περίπου 8 χρόνια.
Το σχολείο αυτό, όπως και όλα τα “Euroschola” που λειτουργούσαν σε 7 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε ένα κατά τη γνώμη μου εξαιρετικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ένα σύστημα που σε έκανε περισσότερο να σκέφτεσαι, παρά να παπαγαλίζεις.
Είχε τότε πάνω από 20 τμήματα με βάση τις εθνικότητες των μαθητών. Παρότι ήμουν στο Ελληνικό τμήμα, ήταν υποχρεωτικό να έχω μαθήματα σε 3 γλώσσες. Τα βασικά μαθήματα στα Ελληνικά. Ιστορία, Γεωγραφία, Λογοτεχνία στα Γαλλικά. Οικονομία και κάποια ακόμη μαθήματα στα Αγγλικά.
Η ύλη στα μαθήματα των Ελληνικών ήταν αυτή που έδινε το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας. Λόγω των αυξημένων απαιτήσεων του “Baccalaureate” (του πτυχίου που παίρνεις αν αποφοιτήσεις από αυτό το σχολείο και έχει εναρμονισμένες απαιτήσεις από όλες τις εθνικότητες), η ύλη ήταν μεγαλύτερη.
Για παράδειγμα το σχολείο έδινε μεγάλη έμφαση στα μαθηματικά. Παρότι εγώ είχα θεωρητική κατεύθυνση και στόχο να σπουδάσω σε κάποια Νομική Σχολή, είχα την υποχρέωση να εξεταστώ σε μεγαλύτερη ύλη από τα μαθηματικά γενικής του Υπουργείου Παιδείας, με αποτέλεσμα να κάνουμε και μαθηματικά κατεύθυνσης.
Η ύλη στην Ιστορία και στην Γεωγραφία ήταν ευρωπαϊκή και αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι ειδικά στην Ιστορία τα βιβλία και η ύλη ανανεώνονταν κάθε χρόνο, περιέγραφαν παγκόσμια ιστορικά γεγονότα έως και την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους το 2001 (σημειωτέον ότι τελείωσα το σχολείο το 2005).
Στην Οικονομία το μάθημα ήταν καθαρά πρακτικό, έπρεπε για παράδειγμα να διαλέξουμε μετοχές εταιριών στην αρχή της χρονιάς και να αναλύουμε την άνοδο ή την πτώση τους με βάση πραγματικά οικονομικά δεδομένα της εποχής. Στη Λογοτεχνία, πέρα από Έλληνες λογοτέχνες είχα την ευκαιρία να διδαχθώ Samuel Beckett και Albert Camus, κάτι που πραγματικά μου άνοιξε τους ορίζοντες.
Για να μην σας κουράζω, ήταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που πραγματικά σου άνοιγε το μυαλό. Ήταν όμως τρομερά απαιτητικό, ειδικά την τελευταία χρονιά που δίναμε εξετάσεις για να μπούμε στο Πανεπιστήμιο. Ο βαθμός στο “Baccalaureate” ήταν ο μεγάλος στόχος για να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητα. Όποιοι γνωρίζουν το αντίστοιχο IB που λειτουργεί σε κάποια σχολεία στην Ελλάδα, γνωρίζουν και πόσο απαιτητικό είναι το σύστημα.
Η απαιτητή βαθμολογία για να σε δεχθούν για συνέντευξη στα κορυφαία ευρωπαϊκά πανεπιστήμια όπως η Οξφόρδη και το Cambridge ήταν 85/100. Οι βαθμολογητές είναι 2 ή και περισσότεροι, και διαγωνίζεσαι με μαθητές από όλη την Ευρώπη. Μετά από πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια, και ατελείωτα ξενύχτια διαβάσματος και επαναλήψεων πήρα το Baccalaureate με βαθμό 93,5/100 και ήμουν τρίτος σε κατάταξη μαθητής από όλα τα τμήματα όλων των εθνικοτήτων.
Επισυνάπτω και τα έγγραφα για όσους με κατηγόρησαν ότι πήγα στο εξωτερικό για να “ευνοηθώ”.
Θα μου πείτε “καλά αφού ο απαραίτητος βαθμός για να πας στην Οξφόρδη ήταν 85/100 γιατί πάλεψες για παραπάνω;”. Εδώ λοιπόν είναι το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα.
Εκείνη τη χρονιά είχε θεσμοθετηθεί μια πολύ μεγάλη αδικία, η οποία τα επόμενα χρόνια διορθώθηκε. Για τους Έλληνες μαθητές του εξωτερικού υπήρχε ένας και μόνο κανόνας ανεξαρτήτως δυσκολίας εκπαιδευτικού συστήματος για να περάσεις σε Ελληνικό Πανεπιστήμιο. Με αποτέλεσμα είτε έδινες με Baccalaureate είτε έδινες με το σύστημα για τους Έλληνες μαθητές της Κύπρου να έμπαινες στην ίδια κατάταξη. Για όσους θυμούνται ή θέλουν να ψάξουν το σύστημα της Κύπρου εκείνης την εποχής θα καταλάβουν αμέσως την αδικία.
Ήταν συνειδητή μου επιλογή και όνειρό μου να μπω στη Νομική Αθήνας. Ήθελα να επιστρέψω στην πατρίδα μου, μου είχε λείψει η Ελλάδα. Και τότε ήθελα να γίνω δικηγόρος.
Για να το καταφέρω αυτό όμως έπρεπε να πάρω όσο καλύτερο βαθμό γινόταν ώστε να είμαι ανταγωνιστικός απέναντι στους αποφοίτους ενός πολύ πιο βατού συστήματος άλλων χωρών. Αγωνίστηκα πολύ και το κατάφερα δίνοντας και τις επιπλέον εξετάσεις στην Αθήνα που απαιτούσε το Υπουργείο Παιδείας.
Ο βαθμός μου (93,56/100) αντιστοιχούσε σε 18.7 στην ελληνική κλίμακα βαθμολόγησης. Η βάση για τη Νομική Αθήνας εκείνη τη χρονιά ήταν 18.133.
Δεν μετανιώνω που επέλεξα να αφήσω την Ευρώπη και μπω σε ένα Ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, παρά τα πάρα πολλά άσχημα που βίωσα στο χάλι των καταλήψεων.
Αυτά για όσους μέσα στο τυφλό μίσος τους είπαν ότι μπήκα στη Νομική με “μειωμένα μόρια” και “από το παράθυρο” χωρίς να ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Αυτά και για τη μάνα μου που με μεγάλωσε μόνη της και με αποχαιρέτησε περήφανη όταν ήρθα να μείνω μόνος μου στην Αθήνα και να σπουδάσω. Την ευχαριστώ για όλα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: “Ο Κυρανάκης πήρε πτυχίο μέσω ΔΑΠ και το μόνο που ξέρει είναι να διοργανώνει πάρτυ στη Μύκονο”.
Θα ξεκινήσω ανάποδα αυτή τη φορά. Παρότι δεν ήμουν άριστος φοιτητής, θα έλεγα δεν ήμουν καν ένας καλός φοιτητής, το πτυχίο το πήρα με την αξία μου και με πολύ μεγάλη επιμονή. Καθηγητές μου στη Σχολή που τότε ήταν νομικοί σύμβουλοι του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ή άλλοι που σήμερα είναι υπουργοί και βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, νομικοί σύμβουλοι του με είχαν κόψει σε μαθήματα και χρειάστηκε να τα δώσω 2 και 3 φορές για να τα περάσω. Ουδέποτε είχα σχέση μαζί τους μέχρι να γίνω συνάδελφός τους στη Βουλή των Ελλήνων.
Είχα μια ανεξήγητη προτίμηση προς το Αστικό Δίκαιο, θυμάμαι μάλιστα ότι επέλεξα να δώσω και πέρασα με την πρώτη Σύνθεση Αστικού στο 3ο έτος, παρότι είναι μάθημα του 4ου έτους. Είχα κακή σχέση με τα μαθήματα δικονομίας. Αυτό ισχύει μέχρι και σήμερα μιας και επέλεξα διαφορετικό επαγγελματικό δρόμο και δεν δικηγόρησα.
Το λέω ξεκάθαρα. Όποιος από τους χιλιάδες συμφοιτητές μου ή τους τότε καθηγητές μου έχει να καταγγείλει ότι πέρασα έστω και ένα μάθημα με παρέμβαση της ΔΑΠ, να το καταγγείλει και να γίνει επανέλεγχος των τότε γραπτών μου.
Πάμε τώρα στο γενικότερο θέμα παρατάξεις το οποίο έχω αναλύσει εκτενώς σε αυτήν τη συνέντευξη http://longreads.news247.gr/kyranakis
Δεν σας κρύβω ότι όταν πρωτοαντίκρυσα το θέαμα των παρατάξεων στις εγγραφές πρωτοετών δεν μου άρεσε. Επικρατούσε μια αναρχία. Όμως επειδή είχα συγκεκριμένη ιδεολογική άποψη, ήθελα να πολιτικοποιηθώ.
Οι άνθρωποι με τους οποίους συνυπήρξαμε στη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ Νομικής, οι συμφοιτητές μου, γνωρίζουν πόσο ήθελα και προσπαθούσα να πολιτικοποιήσω περισσότερο τη λειτουργία των φοιτητικών παρατάξεων. Να φύγουμε από το μοντέλο της απολιτίκ κοινωνικοποίησης. Λάθος ή σωστό, αυτό ένιωθα και γι αυτό πάλευα.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα πρωί του 2008. Υπήρχε μια πανευρωπαϊκή συζήτηση για τη θέσπιση ημέρας μνήμης θυμάτων Ναζισμού και Σταλινισμού (η οποία τελικά και αποφασίστηκε όντως με την Διακήρυξη της Πράγας, στις 3 Ιουνίου του ίδιου έτους) και είχα φτιάξει μια αντίστοιχη αφίσα υποστηρίζοντας την πρωτοβουλία.
Όταν την έδειξα στους τότε υπευθύνους της ΔΑΠ, μου είπαν με πάσα ειλικρίνεια: “Καλύτερα να την κρύψουμε γιατί θα έρθει το ΚΚΕ, τα ΕΑΑΚ και οι αναρχικοί και θα τα σπάσουν όλα”. Παρότι επέμεινα γιατί πίστευα ότι μόνο έτσι θα στέλναμε ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα, η αφίσα τελικά κρύφτηκε.
Αυτά για το “άσυλο ιδεών” του Ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου.
Ουδέποτε διοργάνωσα κάποιο πάρτυ, ουδέποτε διοργάνωσα κάποια εκδρομή στη Μύκονο ή οπουδήποτε αλλού. Αυτό που με ένοιαζε είναι οι ιδέες. Αγωνίστηκα να σπάσω στερεότυπα για τις φοιτητικές παρατάξεις, όπως αγωνίζομαι σήμερα να κάνω το ίδιο και μέσα στη Βουλή.
Και είμαι περήφανος που η γενιά μου ήταν αυτή που απαγόρευσε τις αφίσες των πάρτυ, ζήτησε για πρώτη φορά την κατάργηση του ασύλου, και κράτησε ανοιχτές τις Σχολές απέναντι στο κύμα καταλήψεων που η αριστερά ήθελε να επιβάλλει με ξύλο και τραμπουκισμούς. Γι αυτό και ένιωσα ως μεγάλη τιμή τη στιγμή που ψήφισα ως νέος βουλευτής την κατάργηση του ασύλου στην αρχή της θητείας μου.
Οι θέσεις που είχα στις πολιτικές νεολαίες δεν ήταν πληρωμένες, ήταν εθελοντικές. Ακόμη και στη θέση προέδρου της Νεολαίας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος που κάποιοι γράφουν ως “βόλεμα στην Ευρώπη” δεν πήρα ούτε ένα ευρώ. Εκεί με εξέλεξαν νέοι πολιτικοί από 40 χώρες, δεν με διόρισε κανείς. Εξελέγην σε μια εποχή γεμάτη άσχημα στερεότυπα για την Ελλάδα, κόντρα στη θέληση της πανίσχυρης Νεολαίας της Άνγκελα Μέρκελ “Junge Union”. Και για όσα χρόνια υπηρέτησα την Ευρωπαϊκή κεντροδεξιά, το έκανα εθελοντικά, και με όλη μου την ψυχή. Με ατελείωτες ώρες ενασχόλησης που λειτούργησαν εις βάρος της δουλειάς μου και των εισοδημάτων μου. Το έκανα όμως γιατί δεν υπάρχει καλύτερο συναίσθημα από το να εκπροσωπείς την πατρίδα σου στην Ευρώπη, με την Ελληνική σημαία στο τραπέζι κάθε πολιτικής αντιπαράθεσης ή σύνθεσης με άλλα κράτη.
Καταλήγοντας: Πρέπει να αλλάξουν οι φοιτητικές παρατάξεις; Ναι πρέπει. Είναι το πέρασμα νέων παιδιών από φοιτητικές παρατάξεις παράσημο για να βρει δουλειά στον ιδιωτικό τομέα; Όχι, είναι εμπόδιο. Είναι κάτι που δεν το λες με τίποτα σε μια συνέντευξη για δουλειά. Έχει κόστος να εκφράζεις ανοιχτά πολιτική άποψη. Αυτό το ξέρει όποιος έστω μια φορά στη ζωή του έχει παλέψει για τις ιδέες του. Είτε είναι δεξιός, είτε αριστερός.
Έτσι είναι, το αποδέχεσαι και προχωράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: “Ο Κυρανάκης δεν έχει δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή του, δεν έχει ούτε ένα ένσημο”.
Όταν στην πρωινή εκπομπή του MEGA συζητήσαμε για τα νέα προγράμματα του ΟΑΕΔ, είπα ότι ο κόσμος που ενδιαφέρεται καλό είναι να ψάχνει. Και ότι είναι πολύ καλύτερη επιλογή για ένα νέο παιδί να επικεντρώνεται στο πώς θα φτιάξει ένα σωστό βιογραφικό αντί να τα περιμένει όλα από το κράτος ή από πολιτικά γραφεία.
Αν κάποιος δεν θέλει να ψάξει, ή δεν θέλει να βελτιώσει το βιογραφικό του είναι δικαίωμά του. Ας μην το κάνει ποτέ.
Η θύελλα που ξέσπασε από αυτήν την αυτονόητη δήλωση, ήταν δυσανάλογη και ασύμμετρη. Το βρώμικο παρασύστημα που με μόνιμο στόχο να δημιουργεί μίσος απέναντί μου έκανε τα εξής:
Την πρώτη μέρα με δημοσιεύματα και δηλώσεις των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και του Α. Τσίπρα γέμισαν το διαδίκτυο με ψευδείς δηλώσεις τύπου “Κυρανάκης: Οι άνεργοι φταίνε που είναι άνεργοι”.
Την δεύτερη μέρα το ίδιο παρασύστημα βομβάρδισε το διαδίκτυο με φράσεις τύπου “Που έχει δουλέψει ο Κυρανάκης; Δεν έχει ούτε ένα ένσημο”. Μέχρι και τον παππού μου και τη μάνα μου ειρωνεύονταν. Αυτό είναι το επίπεδο πολιτικής κριτικής που τους έχει μάθει η Κουμουνδούρου να κάνουν.
Την τρίτη μέρα, και αφού έχω ερωτηθεί από αρκετούς δημοσιογράφους πού έχω δουλέψει, η γραμμή άλλαξε: “Τελικά μάθαμε που δούλευε ο Κυρανάκης” αλλά ας το κανιβαλίσουμε και αυτό. “Δεν είναι κανένα παράσημο να έχεις 10 χρόνια ένσημα πριν τα 30, υποχρέωσή σου είναι”. Το διάβασα και αυτό.
📷
Την επόμενη μέρα και αφού το κλίμα μίσους έχει διαμορφωθεί όπως το σχεδίασαν, μέσα στα πολλά υβριστικά και χυδαία που διάβασα, δέχθηκα ένα σχόλιο που όμοιό του δεν έχω διαβάσει ποτέ, ούτε στα χειρότερα οπαδικά συνθήματα.
Πιθανώς να είναι κάποιος άνεργος νέος, που σε κάποια ιστοσελίδα να διάβασε “Εξαιτίας του βολεμένου Κυρανάκη δεν θα βρεις ποτέ δουλειά”. Πιθανώς και όχι, δεν γνωρίζω ούτε θέλω να γνωρίσω τον “άνθρωπο” που έγραψε κάτι τέτοιο και κοιμάται ήσυχος.
Πάμε λοιπόν στη δουλειά μου και τα ένσημά μου. Όπως γράφω στο βιογραφικό μου, το οποίο κάποιοι αμφισβήτησαν, δουλεύω από 19 ετών. Στην πρώτη μου δουλειά, στον ιδιωτικό τομέα, έπαιρνα μισθό περίπου 400 ευρώ.
Για τους πιο δύσπιστους, εδώ είναι ο πίνακας από το Εθνικό Μητρώο Κοινωνικής Ασφάλισης που είναι ενημερωμένο έως και το 2016, για όλους τους ασφαλισμένους στη χώρα.
Για να προλάβω τους κακοπροαίρετους, όταν ενημερωθεί το “Atlas” για τις χρονιές 2017, 2018, 2019, με χαρά θα αναρτήσω εκ νέου τον πίνακα μιας και τα ένσημά μου φτάνουν μέχρι και τη χρονιά που εξελέγην βουλευτής.
Έχοντας λοιπόν 10 χρόνια ενσήμων πριν την ηλικία των 30 ετών και πριν γίνω αναπληρωτής εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, έχοντας πληρώσει δεκάδες χιλιάδες ευρώ σε ασφαλιστικές εισφορές, έχοντας δουλέψει και ως μισθωτός αλλά και ως ελεύθερος επαγγελματίας, θεωρώ ότι ίσως – αν βέβαια μου δίνει την άδεια η αριστερά – έχω το δικαίωμα να εκφέρω άποψη για το τι σημαίνει δουλειά στην Ελλάδα.
Παρότι λοιπόν σπούδασα Νομική, είχα επιλέξει από πριν έναν διαφορετικό επαγγελματικό δρόμο. Τον δρόμο της επικοινωνίας και της διαφήμισης. Αυτό με γέμιζε, αυτή η δουλειά με έκανε να αισθάνομαι δημιουργικός. Όποιος αγαπάει τη δουλειά του ξέρει πόσο τυχερός ένιωθα.
Έκανα έναρξη με μπλοκάκι και για αρκετά χρόνια έφτιαχνα ιστοσελίδες. Ναι, ιστοσελίδες. Το ταχύτερα αναπτυσσόμενο προϊόν εκείνης της εποχής.
Μια σωστή ιστοσελίδα προϋποθέτει design, wireframes, migration περιεχομένου, copywriting, προγραμματισμό, debugging, μεθόδους SEO, κάποιες φορές περιεχόμενο video, advertising καμπάνιες στα κοινωνικά δίκτυα και πολλά άλλα. Αν φτιάχνεις ιστοσελίδες ως ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει επίσης να συντονίζεις ομάδες ανθρώπων με διαφορετικά skills, να φέρνεις και να διαχειρίζεσαι νέους πελάτες, να διαπραγματεύεσαι deadlines, να κυνηγάς πληρωμές, να πηγαίνεις στο λογιστή δυο-τρεις φορές το μήνα.
Ναι, η κατασκευή ιστοσελίδων είναι μια πραγματική δουλειά και την κάνουν εκατομμύρια freelancers σε όλον τον κόσμο.
Είναι αρκετά ειρωνικό αν σκεφτεί κανείς ότι όσοι θα ήθελαν να μου κάνουν επιθέσεις λάσπης τότε, θα το έκαναν μέσα από έντυπα και εφημερίδες. Τώρα το κάνουν μέσα από ιστοσελίδες.
Πάω στοίχημα ότι όλες αυτές τις “ενημερωτικές” ιστοσελίδες δημοσιογράφων και πολιτικών που ειρωνεύτηκαν τη δουλειά μου, κάποια νέα παιδιά δούλεψαν για να τις φτιάξουν. Θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε αν αυτοί οι νέοι επαγγελματίες πληρώθηκαν και πόσο.
Θα είχε επίσης ενδιαφέρον να μάθουμε πόσα νέα παιδιά δουλεύουν σε αυτές τις ιστοσελίδες ως διαχειριστές και δημοσιογράφοι. Είμαι σίγουρος ότι οι “εργοδότες” τους κολλάνε ένσημα και τους πληρώνουν πάνω από 300 ευρώ.
Για να δούμε, θα έχει κανείς από αυτούς το θάρρος να δημοσιεύσει αυτές τις πληροφορίες; Θα ζητήσουν από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να αναρτήσει τον πίνακα ενσήμων του όπως έκανα εγώ σήμερα;
Επιστρέφω στα χρόνια που συνεργαζόμουν με μια εταιρία κατασκευής ιστοσελίδων με ειδίκευση στο Drupal. Ένας από τους τότε εργοδότες μου, ήρθε κάποια στιγμή με νεύρα στο γραφείο και μου διηγήθηκε την εξής ιστορία. Είχε μόλις παραδώσει ολοκληρωμένη την ιστοσελίδα που είχε παραγγείλει ο πελάτης του που ήταν γνωστός δημοσιογράφος.
Όμως ο δημοσιογράφος-πελάτης αρνήθηκε να πληρώσει στον εργοδότη μου το συμφωνηθέν ποσό. Όταν ο εργοδότης μου επέμεινε, ο δημοσιογράφος άρχισε να τον απειλεί λέγοντας “Ξέρεις ποιος είμαι. Ξέρεις πόσο εύκολα μπορώ να γράψω για σένα και την εταιρία σου στα μέσα που αρθρογραφώ. Γι αυτό σήκω φύγε και να λες και ευχαριστώ”.
Αυτή ήταν η αντιμετώπιση από τον ισχυρό δημοσιογράφο, στον επαγγελματία που του παρέδωσε την ιστοσελίδα του. Κράτησα το όνομά του. Σήμερα αυτός ο δημοσιογράφος είναι μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ.
Οποιαδήποτε ομοιότητα με ημερομηνίες, πρόσωπα και καταστάσεις, ας εκληφθεί ως ακριβής περιγραφή της πραγματικότητας.
Παρά την πολιτική μου άποψη και δραστηριότητα προσπαθούσα να βάζω πάντα τον επαγγελματισμό μου πάνω απ’ όλα. Προφανώς προτιμούσα να δουλεύω για τη δημιουργία corporate websites διότι ήταν οι πιο σωστοί στις πληρωμές τους αλλά και γιατί ήταν συνήθως ήδη χτισμένα brands που ήθελαν να ανοιχτούν στο internet είτε για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους ή για μεγαλύτερο brand awareness. Αυτό σου επέτρεπε να αξιολογήσεις περισσότερο και το αποτέλεσμα της δουλειάς σου. Όμως κάποια στιγμή οι συνεργάτες μου θέλησαν να μου κάνουν ένα “καψόνι” που ίσως εκπλήξει δυσάρεστα πολλούς σήμερα που το αποκαλύπτω.
Στην εταιρία τότε δούλευε και ένα παιδί που είχε σχέσεις με το χώρο της αριστεράς και έφερνε κάποιες δουλειές για νέες ιστοσελίδες. Πολύ καλό παιδί, ακομπλεξάριστο. Κάποια στιγμή έφερε ως project την ιστοσελίδα του αριστερού Ινστιτούτου Rosa Luxemburg. Μου ζητήθηκε λοιπόν να δουλέψω κι εγώ στο project. Ζορίστηκα μέσα μου, αλλά το έκανα. Η ιστοσελίδα είναι live μέχρι και σήμερα και δεν έχει αλλάξει από τότε, αν και υπάρχει πλέον άλλη εταιρία που κάνει το support.
Ίσως αν διαβάσουν σήμερα αυτήν την ιστορία να το αλλάξουν. Καιρός είναι, έχουν περάσει και πάνω από 8 χρόνια από τότε που το φτιάξαμε.
Στην επαγγελματική μου πορεία έμαθα να κάνω πολλά περισσότερα από την κατασκευή ιστοσελίδων, και έφτασα να έχω ένα όνομα στην αγορά. Καλό ή κακό ας το κρίνουν οι πελάτες και οι συνεργάτες μου.
Πάντως το γεγονός ότι με εμπιστεύτηκαν σημαντικοί άνθρωποι για να δημιουργήσω digital campaigns για να πετύχουν τους στόχους τους, με γεμίζει με επαγγελματική ικανοποίηση. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι δεν προτίμησαν μεγάλα agencies για να κάνουν την ίδια δουλειά.
Επίλογος
Δεν έβγαλα πολλά λεφτά από το επάγγελμά μου, ούτε έγινα πλούσιος. Δεν είμαι κληρονόμος, ούτε προέρχομαι από πολιτική οικογένεια, ούτε παντρεύτηκα κόρη πολιτικής ή επιχειρηματικής οικογένειας για να “αλλάξω τη μοίρα μου”. Δεν ήμουν άριστος στο πανεπιστήμιο, ούτε τα έκανα όλα καλά στην πορεία μου.
Όμως εδώ και αρκετά χρόνια έχω κάνει μια επιλογή στη ζωή μου. Να ασχοληθώ με την πολιτική ως νέος άνθρωπος. Κάποιοι μπορεί να πουν “έπρεπε να δουλέψεις άλλα 10 χρόνια πριν μπεις στην πολιτική”. Κάποιοι άλλοι βρίζουν τα κόμματα γιατί “δεν έχουν νέους ανθρώπους”. Δεν μπορεί να τα έχουμε όλα. Οι επιλογές μας έχουν κόστος.
Ξέρω ότι όσοι έγραψαν ότι “τα βρήκα όλα εύκολα”, ίσως δεν αλλάξουν άποψη για μένα ακόμη και τώρα. Όμως ξέρω ποιος είμαι. Ξέρω τι έχω κάνει. Και ξέρω ότι η πολιτική χρειάζεται πολύ γερό στομάχι. Υπάρχουν στιγμές που η ασχήμια ξεπερνά κάθε όριο, όπως το σχόλιο που δέχθηκα τις μέρες που γράφεται αυτό το κείμενο.
Αλλά είμαι αποφασισμένος να προχωρήσω. Το χρωστάω σε όλους εσάς που με πιστέψατε και με εμπιστευτήκατε. Το χρωστάω στα όνειρα που έκανε η γενιά μου για μια καλύτερη Ελλάδα.
Μπορεί να είναι πραγματικά παρανοϊκό ότι όλος ο θόρυβος των τελευταίων ημερών να προκλήθηκε επειδή τόλμησα να προτείνω σε κάποιους να ψάχνουν στο internet για προγράμματα του ΟΑΕΔ, αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που βρήκα την αφορμή και έγραψα αυτό το κείμενο.
Αν έχεις φτάσει μέχρι εδώ, ειλικρινά σε ευχαριστώ που αφιέρωσες χρόνο και το διάβασες. Σου ζητώ συγνώμη για τον αυτοαναφορικό του χαρακτήρα και τα “εγώ” αυτού του κειμένου. Όμως είσαι πλέον από τους ανθρώπους που με ξέρουν πολύ καλά, σαν φίλος που μεγαλώσαμε μαζί.
Προχωράμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου