Το θέαμα δεν είναι ένα σύνολο εικόνων -γράφει ο Γκι Ντεμπόρ- αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων διαμεσολαβούμενη από τις εικόνες. Ο Γάλλος καταστασιακός πλάνητας, στην ανάλυση της «Κοινωνίας του Θεάματος» -κείμενο που γράφτηκε πριν από μισό αιώνα-, εξηγεί πώς το θέαμα μας παρασύρει σε έναν δικό του κόσμο, διεισδύοντας σε όλα τα πεδία της καθημερινής ζωής με στόχο να αποκοιμίζει μάζες... και να αφυπνίζει τα ηδονοβλεπτικά ένστικτά μας.
Η υπόθεση Τούνη ανήκει σε εκείνες που αναδεικνύουν τον ηδονοβλεπτικό χαρακτήρα μιας κοινωνίας, η οποία δεν απολαμβάνει μόνο τη θέαση του δρώντος υποκειμένου αλλά και τη δημόσια διαπόμπευσή του. Ο Γάλλος στοχαστής, όταν μιλούσε για την οπτικοποίηση του γεγονότος και την εμφάνιση κατ’ επέκταση της μαζικής κουλτούρας, δεν θα μπορούσε, ποτέ, να φανταστεί τη σχέση που θα αναπτυσσόταν -αρκετά αργότερα- μεταξύ διαδικτύου και ατόμων όπου χρήστες θα γίνονταν παραγωγοί εικόνων.
Δεν έχει σημασία, συνεπώς, ποια είναι η Ιωάννα Τούνη και τι είδους επιλογές έχει κάνει στη ζωή της. Σημασία έχει πως είναι ακόμα μία γυναίκα που υφίσταται «σεξουαλική κακοποίηση μέσω της εικόνας» αφού διαπομπεύτηκε με τη δημοσιοποίηση προσωπικών της στιγμών. Εμφανίστηκε ως πρωταγωνίστρια σε ένα βίντεο δίχως να το γνωρίζει σαν άλλος κύριος Τρούμαν στο «Τρούμαν Σόου» του Πίτερ Βάιρ, που «πρωταγωνιστούσε» στις τηλεοράσεις του κόσμου ερήμην του.
Οπως έχει σημασία ποιοι είμαστε όλοι εμείς που κοιτάζουμε από την κλειδαρότρυπα και η ευκολία με την οποία μετατρεπόμαστε από απλοί δέκτες σε ηδονοβλεψίες, δίχως να υπάρχει κανένα θεσμικό πλαίσιο να τους(μας) προστατέψει. Και αυτό είναι το πραγματικό ερώτημα. Τι είναι εκείνο που τρέφει την κοινωνία της κλειδαρότρυπας και του (σοσιαλ)μιντιακού κανιβαλισμού; Και ποια ανάγκη εξυπηρετεί η ευθύβολη ματιά από την κλειδαρότρυπα στις ιδιωτικές στιγμές των ζωών των άλλων ενώ ταυτοχρόνως διατηρούμε την ανάγκη να είμαστε παραγωγοί εικόνων των δικών μας στιγμών;
Η ψηφιακή ηδονοβλεψία τροφοδοτείται, ως γνωστόν, από την ψηφιακή επιδειξιομανία και αντιστρόφως. Ενα άτομο που παρακολουθεί ξένες ζωές, δίχως να προσφέρει τίποτα σε επίπεδο κοινωνικής συνδιαλλαγής, υποβιβάζει τους Αλλους σε θέση αντικειμένου -με τη φροϊδική έννοια του όρου-, ενώ το ίδιο εγκαθίσταται σε μια θέση απόστασης... παρακολουθώντας αφ’ υψηλού. Και αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο ή σπάνιο καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν νομιμοποιήσει πλήρως την ψηφιακή ηδονοβλεψία ενώ παράλληλα δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο για την αποθάρρυνσή τους.
Η κοινωνία του Μεγάλου Αδελφού δεν είναι, ωστόσο, πάντα παθητική ή σιωπηλή αλλά και θορυβωδώς κακοποιητική. Οπως είδαμε να συμβαίνει στην περίπτωση της Τούνη, η οποία υπέστη -επιπροσθέτως- έναν διασυρμό από άτομα και ομάδες που απλά «κατανάλωσαν» τη βιντεοσκοπημένη εικόνα της. Με χλευαστικά σχόλια ή και χωρίς.
Η κοινωνία της επιτήρησης και το σύνδρομο της κλειδαρότρυπας
Στο βιβλίο «The Rise of Surveillance society», ο Σκοτσέζος κοινωνιολόγος David Lyon, εμπνεόμενος από τη θεωρία του Φουκό για το Πανοπτικόν -δηλαδή τη μη βίαιη άσκηση κοινωνικού ελέγχου μέσα από μηχανισμούς επιτήρησης-, αναφέρεται στο ψηφιακό πανοπτικόν το οποίο φαινομενικά συμβαδίζει με τις ελευθερίες του πολίτη. Μόνο που η νέα μορφή ηλεκτρονικής επιτήρησης είναι πιο διεισδυτική απ’ όλες δεδομένου πως εδράζεται στη βάση της επιθυμίας και του καταναλωτισμού, συλλέγοντας προσωπικά δεδομένα των χρηστών στο διαδίκτυο.
Μέσα σε αυτήν τη νέα ψηφιακή κοινωνία του θεάματος και της επιτήρησης, αναπτύσσονται αναπόδραστα νέες ταυτότητες που μεταβάλλουν και την αυτοαντίληψή μας. Και όσο περισσότεροι εθίζονται στην επιδειξιμανία και στην ηδονοβλεψία τόσο πιο σεξουαλικοκεντρικές γίνονται οι νέες ταυτότητες που διαμορφώνονται και τόσο πιο ανθρωποφάγο το κοινωνικό περιβάλλον. Ταυτόχρονα αλλάζει φυσικά ο τρόπος που προσλαμβάνουμε τους Αλλους, τα στοιχεία που αναζητούμε σε αυτούς, η ταχύτητα με την οποία τα καταναλώνουμε και ο τρόπος που συνδεόμαστε μαζί τους.
Η Ιωάννα Τούνη δεν είναι, συνεπώς, παρά ακόμα ένα θύμα της νοσηρής εκδοχής της ψηφιακής κοινωνίας της κλειδαρότρυπας. Είχε το θάρρος να υποβάλει έγκληση σε βάρος αγνώστων δραστών για παράβαση των διατάξεων του νόμου περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς χρήστες της ιστοσελίδας pornhub με όνομα προφίλ «g….» και «Z….», ανάρτησαν χωρίς τη συγκατάθεσή της συνολικά τέσσερα βίντεο ερωτικού περιεχομένου, στα οποία απεικονίζεται η ίδια.
Η Αμάντα Τοντ, από το Βανκούβερ του Καναδά, δεν τα είχε, όμως, καταφέρει. Εβαλε τέλος στη ζωή της το φθινόπωρο του 2012, όταν μια ημίγυμνη φωτογραφία της διακινήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η έφηβη μαθήτρια δεν μπόρεσε να διαχειριστεί τη θλίψη και το στρες που βίωσε εξαιτίας της «απώλειας του σεβασμού των φίλων της» όπως είχε εξομολογηθεί σε βίντεο που ανάρτησε.
Κάτι ανάλογο συνέβη με τη δική μας Λίνα Κοεμτζή, η οποία έπεσε στο κενό, από τον 9ο όροφο, αφού κάποιοι διακίνησαν στο διαδίκτυο προσωπικές της φωτογραφίες.
Και εμείς τι κάνουμε; Δεν έχουμε πάψει να συμμετέχουμε σε αυτές τις κακοποιητικές συμπεριφορές - γνωστές ως «εκδικητικά πορνό» που οδηγούν ανθρώπους στην απόγνωση ή στον θάνατο. Είτε ως σιωπηλοί θεατές είτε ως φορείς κακοποιητικών λόγων μέσω σοσιαλμιντιακού κανιβαλισμού που λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της εκάστοτε σεξουαλικής κακοποίησης της εικόνας.
Ακόμα και στις παρέες που ανδροκρατούνται -με συν-ευθύνη συχνότατα των γυναικών- αναπαράγονται σεξιστικοί αστεϊσμοί γύρω από υποθέσεις τύπου Τούνη, αστειοποιήσεις που κανονικοποιούν και νομιμοποιούν κοινωνικά την υποτίμηση της γυναικείας σεξουαλικότητας.
Αντί να σταματήσουμε τα σεξιστικά αστεία και να κάνουμε έξυπνο χιούμορ, να αλλάξουμε κανάλι χωρίς να «κατασκοπεύουμε» εύκολους στόχους, να αποστρέψουμε το βλέμμα από τις ζωές των άλλων και να ζήσουμε τη δική μας ζωή, συνεχίζουμε να κοιτάζουμε από την ψηφιακή κλειδαρότρυπα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και να επιτρέπουμε την επανάληψη φαινομένων Τούνη, Τοντ, Κοεμτζή.
Στο σύνδρομο της κλειδαρότρυπας στηρίζονται, ως γνωστόν, αρκετές μορφές αφήγησης, από τα τηλεοπτικά σίριαλ μέχρι τα ριάλιτι που κάνουν τον θεατή να συμμετέχει ψευδοσυναισθηματικά στο «οπτικό δρώμενο», κάτι που οδηγεί αναπόδραστα στην αποξένωση των ανθρώπων από την πραγματική εμπειρία. Και όπως σημειώνει και ο Γκι Ντεμπόρ, το θέαμα ως συγκεκριμένη αντιστροφή της ζωής είναι η αυτόνομη κίνηση του μη ζώντος. Οι θεατές και χλευαστές του κάθε ροζ, κίτρινου ή μαύρου βίντεο δεν είναι, λοιπόν, παρά ζωντανοί νεκροί…
Δήμητρα Αθανασοπούλου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου